Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ έγινε κατ’ απαίτηση και καθ’ υπαγόρευση των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Ουάσινγκτον και Βερολίνο, ΝΑΤΟ και ΕΕ, δε φείσθηκαν επαίνων προς τους δύο πρωθυπουργούς, αλλά και προειδοποιήσεων προς τις αντιπολιτευόμενες αστικές δυνάμεις και στις δύο χώρες, προκειμένου να παρατήσουν τα πολλά-πολλά και να συμμαζέψουν τα εθνικιστικά ρεύματα. Ως τέτοια, η συγκεκριμένη συμφωνία κάθε άλλο παρά αντιστρατεύεται τον εθνικισμό. Ο εθνικισμός υπάρχει στη βάση της, κυρίως από ελληνικής πλευράς, που είναι αυτή που αμφισβητεί την ίδια την εθνική ταυτότητα και τη γλώσσα των Σλαβομακεδόνων και παρουσιάζει την αναγνώρισή της ως αποτέλεσμα συμβιβασμού, ως παραχώρηση. Απ' αυτή την άποψη, είναι χαρακτηριστική η δήλωση του Τσίπρα στις Βρυξέλλες, μετά την τελευταία σύνοδο κορυφής της ΕΕ: «Και εμείς έχουμε το σαφές δικαίωμα να αποκαλούμε τους γείτονές μας Σλαβομακεδόνες ή πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας ή εν πάση περιπτώσει όπως αλλιώς έχει στην καθομιλουμένη καθιερωθεί» («Σκοπιανούς» δηλαδή).
Ο ΣΥΡΙΖΑ, ιστορικά, εμπεριείχε μερικές από τις σημαντικότερες δυνάμεις του ρεύματος του αστικού κοσμοπολιτισμού, το οποίο επιδιώκει την «ομογενοποίηση» των εθνικών ταυτοτήτων σ’ έναν «πολτό» που έχει ως βασικό συστατικό του τη διεθνοποίηση του κεφαλαίου, το σύστημα της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης. Ο αστικός κοσμοπολιτισμός δεν έχει καμιά σχέση με τον προλεταριακό διεθνισμό, ο οποίος σέβεται τις εθνικές ταυτότητες, δεν «πηδά» πάνω απ’ αυτές, αλλά τείνει να συνενώσει το προλεταριάτο και τη φτωχολογιά, ανεξαρτήτως εθνικής καταγωγής, στον κοινό αγώνα για την ανατροπή του κεφαλαίου, ανεξαρτήτως –επίσης- εθνικής καταγωγής.
Οι αστοί κοσμοπολίτες με αριστερή καταγωγή, προσπαθούν να κρύψουν τον ανταγωνιστικό αποκλεισμό αυτών των δύο ρευμάτων, του προλεταριακού διεθνισμού και του αστικού κοσμοπολιτισμού, επικαλούμενοι κάποιες εξωτερικές ομοιότητες, όπως για παράδειγμα η αντίθεση στα χυδαία εθνικιστικά ρεύματα. Υπήρχαν περιπτώσεις, όμως, που αυτό δεν μπορούσαν να το κάνουν. Οταν, για παράδειγμα, η λεγόμενη «ανανεωτική αριστερά» τάχθηκε υπέρ της ΕΟΚ (και μετέπειτα της ΕΕ) και της ένταξης της χώρας μας σ’ αυτήν, επικαλούμενη το «ξεπέρασμα των εθνικών συνόρων» και τη δημιουργία «μιας μεγάλης οικογένειας των λαών», το ιδεολόγημα ξεφτιλίστηκε πάραυτα (ανεξάρτητα από τον κόσμο που επηρέασε), γιατί ήταν ηλίου φαεινότερον ότι η ΕΟΚ/ΕΕ δεν ήταν παρά μια συμμαχία των ιμπεριαλιστικών χωρών, στην οποία ενέταξαν και εξαρτημένες χώρες (όπως η Ελλάδα), με στόχο την εκμετάλλευση του ευρωπαϊκού προλεταριάτου και την ενίσχυση των βασικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της δυτικής Ευρώπης στον παγκόσμιο ανταγωνισμό τους με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα (ΗΠΑ, Ιαπωνία κτλ.).
Οσο ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα μικρό κόμμα της αντιπολίτευσης, είχε την πολυτέλεια να εμφανίζεται με τη σημαία του αστικού κοσμοπολιτισμού, την οποία πασπάλιζε με άφθονο αντιεθνικισμό. Δεν είναι τυχαίο, όμως, ότι στην ίδια γραμμή κινούνταν και ορισμένοι εκπρόσωποι του περιθωριοποιημένου ελληνικού νεοφιλελευθερισμού. Οταν ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση, αποφάσισε να ασχοληθεί με το «Μακεδονικό» μόνο όταν πήρε σχετική εντολή από την Ουάσινγκτον και το Βερολίνο. Και δεν το έκανε με όρους αστικού κοσμοπολιτισμού, αλλά με όρους ελληνικού εθνικισμού. Γι' αυτό οδήγησε τη διαπραγμάτευση μέχρι του εξευτελιστικού για τη γειτονική χώρα σημείου, να πρέπει να αλλάξει το Σύνταγμά της προκειμένου να μπορέσει να κυρωθεί και να αποκτήσει διεθνή υπόσταση η πολιτογραφηθείσα ως Συμφωνία των Πρεσπών. Γι' αυτό και παρουσιάζει ως «συμβιβασμό» και «ελληνική υποχώρηση» την αναγνώριση της γλώσσας και της ιθαγένειας (και όχι της εθνικής ταυτότητας, όπως επιμένει να λέει) των πολιτών της Μακεδονίας. Γι' αυτό και αμύνεται από εθνικιστικές (και όχι κοσμοπολίτικες)θέσεις στις επιθέσεις που εξαπολύουν οι λυσσασμένοι εθνικοφασίστες.
Την τομή του αστικού κοσμοπολιτισμού, που εκπροσωπούσε άλλοτε ο ΣΥΡΙΖΑ, προσπαθούν να σώσουν κάποιοι συριζαίοι καλλιτέχνες και διανοούμενοι που μαζεύουν υπογραφές, αν και το κάνουν με το γνωστό άθλιο τρόπο, που είχε ως αποτέλεσμα με το πρώτο κιόλας πακέτο υπογραφών να εμφανιστούν τρεις και να δηλώσουν ότι ουδέποτε υπέγραψαν αυτό το κείμενο.
Ετσι έχουν τα πράγματα με τους εθνικοφασίστες, με τους (εντελώς περιθωριακούς πλέον) αστούς κοσμοπολίτες και με την ιμπεριαλιστική υπαγόρευση που οδήγησε στην υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών. Εχουμε, όμως, και κάποιους «άλλου τύπου» εθνικιστές, οι οποίοι καμώνονται τους κομμουνιστές. Αναφερόμαστε, όπως αντιλαμβάνεστε, στην ηγεσία του Περισσού, η οποία προσπαθεί καταρχάς να θολώσει τα νερά με αναφορές στην ιμπεριαλιστική υπαγόρευση. Ομως, το γεγονός ότι η Συμφωνία των Πρεσπών υπαγορεύτηκε από τους ιμπεριαλιστές δεν αλλάζει την πραγματικότητα της ύπαρξης ενός έθνους που εδώ και αιώνες συγκροτήθηκε ως μακεδονικό και το οποίο μιλά μια γλώσσα, η οποία -επίσης εδώ και αιώνες- ονομάζεται μακεδονική. Ανεξάρτητα από τους σκοπούς που υπηρετούν ο Τσίπρας και ο Ζάεφ, ο Μητσοτάκης και ο Ιβάνοφ, οι κομμουνιστές οφείλουν να αναγνωρίσουν τα εθνικά δικαιώματα των Σλαβομακεδόνων, είτε αυτοί κατοικούν στο μικρό κράτος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, είτε ως εθνική μειονότητα στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία, είτε έχουν πάρει (αναγκαστικά) το δρόμο της μετανάστευσης στην Αμερική και την Αυστραλία. Δεν μπορείς, δηλαδή, να αρνείσαι τα εθνικά δικαιώματα ενός λαού, επειδή η αστική του τάξη είναι πλήρως υποταγμένη στον ιμπεριαλισμό. Αυτό, άλλωστε, συμβαίνει παντού στον κόσμο. Ουδείς αρνείται τα εθνικά δικαιώματα των Ελλήνων, των Βουλγάρων, των Σέρβων, που ζουν σε αστικά κράτη, πλήρως εξαρτημένα από τον ιμπεριαλισμό.
Θα μπορούσαμε να σταματήσουμε εδώ, όμως επειδή υπάρχει αριστερός κόσμος που δεν έχει ουσιαστική γνώση του εθνικού ζητήματος (μολονότι τοποθετείται διαισθητικά υπέρ των εθνικών δικαιωμάτων των Σλαβομακεδόνων) και ο Περισσός προσπαθεί να σκορπίσει σύγχυση, καταγγέλλοντας και τον εθνικισμό και τον κοσμοπολιτισμό (η γνωστή τακτική: βγάζω φλας αριστερά και στρίβω δεξιά), θα πούμε μερικά πράγματα ακόμα.
Ενας από τους απολογητές της γραμμής του Περισσού (Ν. Μπογιόπουλος), αναφερόμενος σε εκδήλωση με θέμα «Μειονότητες στην Ελλάδα: Τούρκοι Δυτικής Θράκης και Μακεδόνες», στις 17.4.2008, μας θύμισε τι έγραφε τότε σε επιστολή-καταγγελία προς τον πρόεδρο του Ευρωκοινοβούλιου η ευρωκοινοβουλευτική ομάδα του Περισσού:
«Το έθνος είναι η ιστορικά διαμορφωμένη σταθερή κοινότητα ανθρώπων, που εμφανίστηκε πάνω στη βάση της κοινότητας της γλώσσας, του εδάφους, της οικονομικής ζωής και της ψυχοσύνθεσης που εκδηλώνεται στην κοινότητα του πολιτισμού. Με βάση αυτή μας την αντίληψη δεν υπάρχει γενικά μακεδονικό έθνος (και αντίστοιχα ύπαρξη μακεδονικής εθνικής μειονότητας, σαν κομμάτι αυτού του έθνους που έμεινε έξω από τα σύνορά του). Η Μακεδονία πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μια μεγάλη γεωγραφική περιφέρεια, όπου ζούνε πολλά έθνη. Το κυρίαρχο έθνος που υπάρχει σήμερα στην ΠΓΔΜ δημιουργήθηκε ως τέτοιο μόνο μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν συνέτρεξαν οι παραπάνω όροι στα πλαίσια της αυτόνομης Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας. Από την άποψη αυτή δεν έχει καμία σχέση με τους σλαβόφωνους της Ελλάδας. Είναι ολοφάνερο πως το μόνο κοινό που έχουν οι Ελληνες σλαβόφωνοι πολίτες με το κυρίαρχο έθνος που κατοικεί στην ΠΓΔΜ είναι η γλώσσα. Αυτό όμως δεν είναι αρκετό ώστε να τους χαρακτηρίζουμε μειονότητα του συγκεκριμένου έθνους στη χώρα μας. Η γλώσσα από μόνη της δεν προσδιορίζει το έθνος, αν λείπουν και τα άλλα στοιχεία που προαναφέραμε. Πολύ περισσότερο που οι σλαβόφωνοι δεν έχουν ταυτόσημη εθνική συνείδηση. Ακόμη και κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων άλλοι από αυτούς πολέμησαν στο πλευρό της Ελλάδας, κι άλλοι της Βουλγαρίας. Σήμερα πολλοί από αυτούς είναι πλέον δίγλωσσοι, στην πορεία σε μεγάλο βαθμό ζούνε διάσπαρτοι σ’ ολόκληρη τη χώρα λόγω εσωτερικής μετανάστευσης, των μεικτών γάμων, κτλ.».
Μια απλή σύγκριση με τα ντοκουμέντα του παλιού επαναστατικού ΚΚΕ, που αναγνώριζε τα εθνικά δικαιώματα των Σλαβομακεδόνων, την εθνική τους ταυτότητα, τη γλώσσα τους (έντυπα και εφημερίδες κυκλοφορούσαν και στη μακεδονική γλώσσα), τον πολιτισμό τους, αρκεί για να ξεμπροστιάσει αυτούς τους χυδαίους αστούς εθνικιστές, που με απύθμενο θράσος καπηλεύονται τίτλους, ιστορία και ονόματα. Η μπροσούρα της οργάνωσής μας «Η αλήθεια για τους Σλαβομακεδόνες – Ο πολύχρονος ανελέητος διωγμός ενός λαού» αναφέρεται σε όλα τα σχετικά ιστορικά ντοκουμέντα και τη συστήνουμε και πάλι ανεπιφύλακτα σε όποιον δεν την έχει διαβάσει.
Εμείς, όμως, θα υποθέσουμε ότι η ιστορία του επαναστατικού κομμουνιστικού μας κινήματος και οι σχέσεις του με τους Σλαβομακεδόνες δεν υπάρχει και θα εξετάσουμε εξ υπαρχής τους προκλητικά ανιστόρητους και αντιεπιστημονικούς ισχυρισμούς του Περισσού, όπως καταγράφηκαν στην επιστολή-καταγγελία της ευρωκοινοβουλευτικής του ομάδας. Ισχυρισμούς που δε διαφέρουν σε τίποτα απ' αυτούς των ελλήνων εθνικιστών διανοούμενων και δημοσιολόγων.
υ «Το κυρίαρχο έθνος που υπάρχει σήμερα στην ΠΓΔΜ δημιουργήθηκε ως τέτοιο μόνο μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (…) στα πλαίσια της αυτόνομης Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας»: Μας λένε, δηλαδή, ότι η δημιουργία ενός έθνους συνδέεται αποκλειστικά με την κρατική του συγκρότηση! Το κράτος δημιουργεί το έθνος, σύμφωνα με τον Περισσό, και δεν ισχύει το αντίθετο, όπως μας διδάσκει ο μαρξισμός-λενινισμός! Μ' αυτή τη λογική, δεν υπάρχει παλαιστινιακό έθνος, διότι δεν υπάρχει παλαιστινιακό κράτος. Δεν υπάρχει κουρδικό έθνος, διότι οι Κούρδοι είναι διαμοιρασμένοι σε τέσσερα κράτη (Τουρκία, Ιράκ, Ιράν, Συρία). Με την ίδια λογική, το ελληνικό έθνος δημιουργήθηκε το 1828, όταν υπήρξε ξεχωριστό ελληνικό κράτος που ανεξαρτητοποιήθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Και ποιοι πραγματοποίησαν την επανάσταση του 1821, που και οι μαρξιστές τη χαρακτηρίζουμε ως εθνικοαπελευθερωτική; Μιλάμε για επιστημονική γελοιότητα, η οποία όμως γίνεται «μαύρη» προπαγάνδα, γι' αυτό δεν μας επιτρέπει να καγχάσουμε. Θυμίζουμε απλώς την κυρίαρχη άποψη του ελληνικού εθνικισμού, ότι το σλαβομακεδονικό έθνος είναι «τεχνητό δημιούργημα του Τίτο». Τα ίδια ακριβώς, με διαφορετικά λόγια, υποστηρίζει ο Περισσός.
υ Αυτό το έθνος, που «δημιουργήθηκε ως τέτοιο μόνο μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο», «δεν έχει καμία σχέση με τους σλαβόφωνους της Ελλάδας»: Ράβδος εν γωνία, άρα βρέχει. Εχουν μεν κοινή γλώσσα, αλλά λείπουν τα άλλα στοιχεία, δεδομένου ότι κατοικούν σε διαφορετικά κράτη! Το ίδιο ισχύει, επομένως, για τους Κούρδους των διαφορετικών μεσανατολικών κρατών, για τους Ρώσους που ζουν στις χώρες της Βαλτικής ή σε άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες και νυν ανεξάρτητες χώρες και πάει λέγοντας.
υ «Οι σλαβόφωνοι δεν έχουν ταυτόσημη εθνική συνείδηση»: πώς αποδεικνύεται αυτό; Δε χρειάζεται να αποδειχτεί. Φτάνει που το ισχυρίζεται ο ελληνικός εθνικισμός και ο Περισσός.
υ «Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων άλλοι από αυτούς πολέμησαν στο πλευρό της Ελλάδας, κι άλλοι της Βουλγαρίας»: Εδώ η μαρξιστική θεωρία σηκώνει τα χέρια ψηλά. Επειδή κάποιοι Σλαβομακεδόνες πολέμησαν με τη Βουλγαρία και άλλοι με την Ελλάδα, όχι πάντα εθελοντικά, αλλά κυρίως μετά από επιστράτευση, αυτό σημαίνει ότι άλλοι είναι… σλαβόφωνοι Ελληνες και άλλοι… σλαβόφωνοι Βούλγαροι. Με τους τελευταίους υπάρχει ένα… προβληματάκι, βέβαια, γιατί οι γλώσσες τους μοιάζουν, καθώς τα βουλγαρικά φύλα που κατέβηκαν στη Βαλκανική πολύ μετά από τους Νότιους Σλάβους, αφομοιώθηκαν γλωσσικά απ' αυτούς, μολονότι εθνικά διαμορφώθηκαν σε βουλγαρικό έθνος.
υ Το βασικότερο, όμως, είναι πως πριν από τους βαλκανικούς πολέμους υπήρξε η Επανάσταση του Ιλιντεν, μια εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση των Σλαβομακεδόνων όλης της Μακεδονίας για την απελευθέρωση από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτή η επανάσταση αποτελεί την τρανότερη απόδειξη για την ύπαρξη του σύγχρονου μακεδονικού έθνους, των Σλαβομακεδόνων, το οποίο -όπως και το ελληνικό έθνος- διαμορφώθηκε στη διάρκεια των αιώνων του ύστερου Βυζάντιου και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά δεν μπόρεσε να αποκτήσει δικό του κράτος και μετά τους βαλκανικούς πολέμους διαμοιράστηκε σε τρία κράτη: Ελλάδα (Μακεδονία του Αιγαίου), Σερβία (Μακεδονία του Βαρδάρη) και Βουλγαρία (Μακεδονία του Πιρίν).
υ «Σήμερα πολλοί από αυτούς είναι πλέον δίγλωσσοι, στην πορεία σε μεγάλο βαθμό ζούνε διάσπαρτοι σ’ ολόκληρη τη χώρα λόγω εσωτερικής μετανάστευσης, των μεικτών γάμων, κτλ.»: Εδώ η εθνικιστική κουτοπονηριά πιάνει ταβάνι. Καταρχάς, δεν υπάρχει μειονότητα τα μέλη της οποίας να μην είναι δίγλωσσα. Δεν υπάρχει Κούρδος στην Τουρκία που να μη μιλά και τουρκικά, δεν υπάρχει Ρώσος στη Γεωργία που να μη μιλά και γεωργιανά, δεν υπάρχει Τούρκος στην ελληνική Θράκη που να μη μιλά και ελληνικά.
Η διγλωσσία δεν είναι στοιχείο εθνικής ταυτότητας. Μπορεί να είναι απλά στοιχείο φυλετικής καταγωγής (με το οποίο ασχολείται η Λαογραφία). Για παράδειγμα, δίγλωσσοι στην Ελλάδα είναι και οι Αρβανίτες και οι Βλάχοι, ποτέ όμως αυτοί δε διεκδίκησαν διαφορετική εθνική ταυτότητα. Ανήκουν οργανικά στο νεοελληνικό έθνος. Δεν είναι απλά έλληνες πολίτες, αλλά είναι εθνικά Ελληνες. Αυτό όμως δεν ισχύει για τους Σλαβομακεδόνες, ούτε για τους Τούρκους της Θράκης. Ελληνες πολίτες μεν, όχι όμως και εθνικά έλληνες, αλλά μέλη εθνικών (και όχι θρησκευτικών ή… γλωσσικών) μειονοτήτων.
Και τι να πεις για το επιχείρημα του διασκορπισμού «λόγω εσωτερικής μετανάστευσης» και των… μεικτών γάμων; Πώς προέκυψε η εσωτερική μετανάστευση ειδικά για τους Σλαβομακεδόνες; Με τη βία, με το κνούτο και τις διώξεις από το ελληνικό κράτος επί δεκαετίες. Και δεν υπήρξε μόνο η εσωτερική μετανάστευση, αλλά και η μετανάστευση στο εξωτερικό, σε Αμερική και Αυστραλία. Και η πολιτική προσφυγιά, γιατί μεγάλο κομμάτι του σλαβομακεδονικού λαού πολέμησε από τις γραμμές του ΔΣΕ. Σ' αυτούς τους πρόσφυγες και τις οικογένειές τους δεν επιτράπηκε ο επαναπατρισμός. Διαχωρίστηκαν ως «μη Ελληνες το γένος». Αλήθεια, μπορεί να μας πει ο Περισσός τι σημαίνει ο χαρακτηρισμός «μη Ελληνες το γένος» γι' αυτούς τους πολιτικούς πρόσφυγες, που τους απαγορεύτηκε ο επαναπατρισμός στην Ελλάδα; Ο Γιώργης Βοντίτσιος-Γούσιας, ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ και του ΔΣΕ, ήταν δίγλωσσος Ελληνας (Βλάχος, από το Συρράκο της Ηπείρου). Δεν του απαγορεύτηκε ο επαναπατρισμός. Στους σλαβομακεδόνες πολιτικούς πρόσφυγες απαγορεύτηκε, γιατί δεν ήταν εθνικά Ελληνες και μ' αυτό τον τρόπο τους ξερίζωσαν μόνιμα από την πατρίδα τους.
Οσο για τους μεικτούς γάμους, αυτό καθεαυτό το επιχείρημα αποπνέει εθνικιστική μπόχα. Σαν ο μεικτός γάμος να εξαφανίζει τις εθνικές ταυτότητες. Το προλεταριάτο (πρέπει να) είναι αντίθετο σε κάθε εθνική προκατάληψη, σε κάθε εθνική στενότητα. Πρέπει να προσπαθεί να οικοδομήσει το μεγάλο «έθνος» των προλετάριων, ανεξάρτητα από εθνική καταγωγή, γλώσσα, θρησκεία κτλ. Ομως οι πρωτοπόροι εκπρόσωποι του προλεταριάτου, ιδιαίτερα αυτοί που ανήκουν στο κυρίαρχο έθνος μιας κρατικής οντότητας (πολυεθνικής ή με μειονότητες) πρέπει να πρεσβεύει τον απόλυτο σεβασμό στα εθνικά δικαιώματα των μειονοτήτων (ή των εθνοτήτων γειτονικών κρατών), ακριβώς για να μπορέσει να τραβήξει από την αστική επιρροή τους προλετάριους αυτών των εθνοτήτων ή μειονοτήτων.
Πέτρος Γιώτης
Τελευταία Νέα :