Πώς γίνεται να κάνεις έναν αγώνα, να μην κερδίζεις τίποτα και να δηλώνεις ότι νίκησες; Ρητορικό είναι το ερώτημα. Χρόνια τώρα έχουμε συνηθίσει τους ηγέτες της ποικιλόχρωμης γραφειοκρατίας στον εργατικό και τον αγροτικό χώρο να κάνουν τέτοιες δηλώσεις, ακόμα κι όταν κλείνουν έναν αγώνα χωρίς να έχουν κερδίσει ούτε ψίχουλο. Δε θυμόμαστε ποτέ κάποιον από δαύτους να δηλώνει «χάσαμε, αλλά πήραμε μαθήματα και την επόμενη φορά θα επιστρέψουμε πιο δυνατοί». Πάντα νικητές φεύγουν!
«Με την αγωνιστική πίεση που εξασκήσαμε αναγκάσαμε την κυβέρνηση να δεχτεί, τελικά, τη συνάντηση αντιπροσωπείας της Συντονιστικής Επιτροπής των μπλόκων με διευρυμένο κλιμάκιο υπουργών, όπως ζητούσαμε, αλλά, στην αρχή, δεν τη δεχόταν», ανακοίνωσε μεταξύ των άλλων το μπλόκο της Νίκαιας. Μάλιστα, βγαίνοντας από τη συνάντηση με τους υπουργούς, που δεν απέδωσε τίποτα, ο Β. Μπούτας είχε φροντίσει να δηλώσει ότι η συνάντηση έγινε «μετά από αίτημά μας και τη βοήθεια – παρέμβαση της Γενικής Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος».
Τι διημείφθη, άραγε, μεταξύ της Παπαρήγα και του κορυφαίου κυβερνητικού στελέχους, όταν έκλεισαν τη συνάντηση; Δεν ήμασταν εκεί, αλλά μπορούμε εύκολα να εικάσουμε πως το αίτημα ήταν «κάντε μια συνάντηση, για να φύγουν κι αυτοί με ψηλά το κεφάλι». Το «να φύγουν» ενδιέφερε την κυβέρνηση, το «με ψηλά το κεφάλι» ενδιέφερε τον Περισσό. Οι αγρότες έφυγαν, βέβαια, με άδεια την τσέπη κι αυτό είναι που ενδιέφερε την κυβέρνηση, ενώ δεν ενδιέφερε καθόλου την ηγεσία του Περισσού.
Από την άλλη, η συγκυβέρνηση δεν έχασε την ευκαιρία να κάνει το δικό της κομμάτι στην υπόλοιπη (πλην αγροτών) εργαζόμενη κοινωνία, που δεν γνωρίζει παρά ελάχιστα πράγματα για το αγροτικό πρόβλημα και συχνά καταπίνει αμάσητη την προπαγάνδα για τους «τεμπέληδες» και «κρατικοδίαιτους» αγρότες, που «πήραν τις επιδοτήσεις και τις έκαναν Καγιέν ή τις έφαγαν στα σκυλάδικα». Ο Στουρνάρας, λοιπόν, σουμάρισε τις υποχρεώσεις που ανέλαβαν οι υπουργοί, ενώ ο καθένας από τους υπόλοιπους υπουργούς έκανε τη δική του προπαγάνδα. Ηταν δε χαρακτηριστικό το γεγονός της απουσίας οποιασδήποτε έντασης στις εκατέρωθεν δηλώσεις, η απουσία ανταλλαγής καταγγελιών μεταξύ υπουργών και αγροτοσυνδικαλιστών.
Από τις στήλες της «Κ» έχει πολλές φορές επισημανθεί πως δεν στεκόμαστε απέναντι «πυροβολώντας» είτε εργαζόμενους που οι κινητοποιήσεις τους καταστέλλονται είτε φτωχούς αγρότες που βγαίνουν στα μπλόκα, επειδή δεν προχώρησαν σε σύγκρουση. Εκθέτουμε, όμως, πάντοτε τα πραγματικά δεδομένα. Για παράδειγμα, για τις κινητοποιήσεις των αγροτών υποστηρίξαμε πως αν δεν αναπροσαρμόσουν την τακτική τους, δεν πρόκειται να κερδίσουν ούτε τα ελάχιστα. «Αυτή η αδιέξοδη τακτική, εάν συνεχιστεί, θα έχει για μια φορά ακόμη καταστροφικές συνέπειες στον αγώνα τους», γράφαμε, σημειώνοντας ότι «οι αγρότες δεν πρέπει να κινούνται αποκλειστικά στα στενά πλαίσια της αστικής νομιμότητας, αλλά πρέπει να βγουν έξω απ’ αυτά». Την τρίτη εβδομάδα των κινητοποιήσεων επανήλθαμε τονίζοντας: «Θα αποφασίσει αυτό το αγωνιζόμενο κομμάτι των αγροτών να βάλει τέλος στο μονοπώλιο της βίας της αστικής τάξης και των κυβερνήσεών της; Θα αποφασίσει να πάρει την υπόθεση στα χέρια του, προβάλλοντας ταξικά αιτήματα, οικοδομώντας συμμαχία με το προλεταριάτο και βάζοντας στη μπάντα τους αστοφιλελεύθερους αγροτοσυνδικαλιστές που προωθούν τα συμφέροντα της πλούσιας αγροτιάς και του κεφαλαίου;».
Από τη στιγμή που οι αγρότες, για διάφορους λόγους δεν άλλαξαν την τακτική τους, η ήττα ήταν προδιαγεγραμμένη. Το ίδιο και η παρουσίασή της ως… νίκη!
Π.Γ.