Επανάληψη της περσινής θλιβερής εικόνας είχαμε πριν λίγες μέρες στη Κρήτη με το περίφημο «άνοιγμα» του τουρισμού. Πέρσι είχαμε στο αεροδρόμιο του Ηρακλείου υδάτινες αψίδες και χορευτικούς συλλόγους παρέα με βλαχοδήμαρχους και παρατρεχάμενους να υποδέχονται μια χούφτα τουρίστες. Φέτος είχαμε υδάτινες αψίδες γύρω από κρουαζιερόπλοια που κατέφθαναν στη Σούδα των Χανίων.
Το τι άφησε το περσινό «άνοιγμα» είναι πλέον γνωστό και αναμφισβήτητο. Oπως είχαμε αναλύσει και εδώ, τα οικονομικά αποτελέσματα ήταν πενιχρά και η επιδημιολογική επιβάρυνση της χώρας καταστροφική. Φέτος, η αφετηρία είναι διαφορετική. Η επιδημιολογική εικόνα της χώρας είναι από τις χειρότερες στην Ευρώπη και το περίφημο «άνοιγμα» του τουρισμού αναμένεται να κινηθεί στα ίδια επίπεδα σε σχέση με πέρυσι, ίσως και χειρότερα σε νησιά που δουλεύουν με μεγάλους τουριστικούς πράκτορες από την Αγγλία (Κρήτη, Ρόδο, Κω, Κέρκυρα, Ζάκυνθο).
Ακόμα και αν δεχτούμε όμως τα παραμύθια που πλασάρει η κυβέρνηση μέσω των ΜΜΕ της λίστας Πέτσα, για το τεράστιο αριθμό των πτήσεων charter και των κρουαζιερόπλοιων που περιμένουμε το επόμενο διάστημα, για τι τουρισμό μιλάμε και ποιος επωφελείται; Πρόκειται στη πλειοψηφία του για τον λεγόμενο all inclusive τουρισμό. Για ανθρώπους δηλαδή που και το μπουκαλάκι με το νερό ακόμα, που λέει ο λόγος, είναι προπληρωμένο μέσα στο πακέτο και τα μόνα χρήματα που πιθανόν θα ξοδέψουν επιπλέον είναι για κανένα αναμνηστικό μαγνητάκι. Για τουρισμό δηλαδή που δεν αφήνει τίποτα στη τοπική οικονομία, για την οποία υποτίθεται πως τόσο κόπτονται. Τουρισμό που ο μόνος που επωφελείται είναι τα μεγάλα ξενοδοχειακά συγκροτήματα και τα τουριστικά γραφεία που κλείνουν το deal.
Τι είναι αυτό που μένει λοιπόν; Η δουλοπρέπεια, η κακογουστιά και κυρίως η κοροϊδία του ελληνικού λαού που προσπαθούν να τον πείσουν ότι ο τουρισμός είναι η «βαριά βιομηχανία της χώρας» και ότι το μέλλον των νέων είναι να γίνουν τα γκαρσόνια της Ευρώπης.