Εχουμε στα χέρια μας μια σειρά από μελέτες «εκτίμησης επαγγελματικού κινδύνου», που έγιναν από επιτροπές του Ελληνικού Ινστιτούτου Υγειεινής και Ασφάλειας (οι μελέτες είναι σε περιληπτική μορφή, ενώ θα δημοσιευτούν σε τεύχη από το Γενάρη του 2007, όπως μας ενημέρωσαν).
♦ Το πρώτο που προξενεί εντύπωση είναι η σύνθεση αυτών των επιτροπών. Πλειοψηφούν οι μηχανικοί, ενώ οι προερχόμενοι από ιατρικά επαγγέλματα είναι μειοψηφία και συχνά με άσχετη ειδίκευση. Είναι γνωστός ο ρόλος που παίζουν οι μηχανικοί στην παραγωγή. Στόχος τους είναι η εντατικοποίηση της δουλειάς και η αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων. Στα μυαλά τους κυριαρχεί μια στυγνή τεχνοκρατική λογική, η οποία τον παράγοντα άνθρωπο τον κατατάσσει τελευταίο στη σειρά. Τον βλέπει ως εργαλείο και τίποτα περισσότερο.
♦ Το δεύτερο που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι όλα τα ποσοτικά στοιχεία για βλαπτικούς παράγοντες δεν αξιολογούνται με βάση επιστημονικά (ιατρικά και επιδημιολογικά) μοντέλα, αλλά με βάση τα επιτρεπτά όρια από διάφορες κοινοτικές οδηγίες. Οσοι όμως έχουν ασχοληθεί με το θέμα γνωρίζουν ότι αυτά τα όρια επικινδυνότητας για διάφορους βλαπτικούς παράγοντες καθορίζονται με κριτήριο το τι συμφέρει τις επιχειρήσεις. Δίνονται μάχες για να αναθεωρηθούν προς τα κάτω. Και μόνο το γεγονός ότι τα επιτρεπτά όρια από καιρού εις καιρόν αναθεωρούνται προς τα κάτω δείχνει πως καθορίζονται αυθαίρετα, με τα κριτήρια που βάζουν οι επιχειρήσεις και όχι με βάση το τι είναι και τι δεν είναι βλαβερό για τον εργαζόμενο. Διάσημοι επιστήμονες (Epstein, Ashford κ.ά.) έχουν γράψει βιβλία ολόκληρα γι’ αυτή την τακτική της υποεκτίμησης του κινδύνου από τα κράτη).
♦ Το τρίτο (και σημαντικότερο ίσως) είναι η παντελής αγνόηση του παράγοντα «φθορά στον άνθρωπο», μολονότι είναι ένας παράγοντας που τον παραδέχεται η ελληνική νομοθεσία. Η υπαγωγή στα ΒΑΕ του ΙΚΑ και η μείωση κατά 5 χρόνια του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης γίνεται με έναν γενικό κανόνα, που είναι ο εξής: «Η εφ’ ορισμένον διάστημα απασχόλησις εις επαγγέλματα “ιδιαζόντως βαρέα και ανθυγιεινά” επιφέρει πρόωρον φθοράν του οργανισμού και αδυναμία περαιτέρω απασχολήσεως από χρονικού σημείου προ του φυσιολογικού γήρατος». Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς στο πλαίσιο της μελέτης να εξεταστεί και αυτός ο παράγοντας (και για τον επιπρόσθετο λόγο, ότι άπτεται της διαδικασίας ένταξης στα ΒΑΕ). Ομως, οι συντάκτες των μελετών δεν δίνουν δεκάρα τσακιστή γι’ αυτό τον παράγοντα. Τον αγνοούν παντελώς, δεν τον εξετάζουν, δεν τον μελετούν. Εχει ιδιαίτερη σημασία να επισημανθεί αυτό, διότι οι μελέτες έγιναν σε εργασιακούς χώρους και περιλαμβάνουν και συνεντεύξεις από εργάτες. Επομένως, θα μπορούσαν να μελετήσουν τουλάχιστον την υποκειμενική αντίληψη των εργατών για τη φθορά που υφίστανται από την εργασία τους.
Τι μελετούν; Τυπικά ζητήματα, που τους βολεύουν να φτάσουν στα συμπεράσματα που εκ των προτέρων έχουν ως δεδομένα: ότι η εργασία έχει ελαφρυνθεί.
Παραθέτουμε μόνο ένα παράδειγμα. Τη μελέτη που αφορά τους εργαζόμενους στον ευρύτερο κλωστοϋφαντουργικό κλάδο (εκκόκιση, νηματουργία, εριουργία, υφαντουργία). Εναν κλάδο κατεξοχήν βαρύ και ανθυγιεινό, ο οποίος επιπρόσθετα χαρακτηρίζεται από μια τρομακτική ένταση της παραγωγής, λόγω των πιο γρήγορων μηχανών που έχουν εισαχθεί. Ας σημειωθεί ότι στα τέλη του 19ου αιώνα, μελετώντας τα κλωστοϋφαντουργικά εργοστάσια της Αγγλίας, ο Μαρξ ασχολήθηκε εκτεταμένα στο «Κεφάλαιο» με την υπερεντατικοποίηση της εργασίας που έφερνε η συνεχής βελτίωση της τεχνικής στο συγκεκριμένο κλάδο.
Το συμπέρασμα, όμως, που καταλήγει η συγκεκριμένη μελέτη είναι ότι «γενικά ο κλάδος της κλωστοϋφαντουργίας, όσον αφορά την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας μπορεί να χαρακτηριστεί άνω του μέσου όρου της μεταποίησης στη χώρα»! Και γιατί παρακαλούμε; Ιδού η απάντηση:
«Ωστόσο οι συνθήκες και η οργάνωση της εργασίας έχουν βελτιωθεί σημαντικά και η βυσσίνωση απασχολεί όλο και λιγότερο τους εργαζόμενους στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας, γεγονός που σχετίζεται με τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, παρά την εντατικοποίησή τους, λόγω της αυτοματοποίησης».
Αν προσέξεις, όμως, σε άλλα σημεία της μελέτης, θα διαπιστώσεις ότι τα προβλήματα υγείας στο συγκεκριμένο κλάδο είναι τριών κατηγοριών: αναπνευστικά, σχετιζόμενα με την ακοή και μυοσκελετικά. Το συμπέρασμα περί βελτίωσης στηρίζεται μόνο στη μείωση της βυσσίνωσης (ασθένεια του αναπνευστικού), ενώ δε γίνεται κανένας λόγος π.χ. για τα μυοσκελετικά προβλήματα. Είναι δυνατόν να μην υπάρχει ένταση αυτών των προβλημάτων στο συγκεκριμένο κλάδο, όταν αποδεδειγμένα (το δέχεται και η μελέτη) η εργασία έχει εντατικοποιηθεί;
Οταν έρθει η ώρα να επανακριθούν τα κλωστοϋφαντουργικά επαγγέλματα ως προς την ένταξή τους στα ΒΑΕ, αυτή η μελέτη θα βγει από κάποιο συρτάρι στην πλήρη της μορφή και θα αποτελέσει το επιχείρημα για την απένταξη: Πάει ο καιρός που το επάγγελμα ήταν βαρύ και ανθυγιεινό. Τώρα έχουν αλλάξει οι συνθήκες, όπως αποδεικνύει αυτή η μελέτη. Με τον ίδιο τρόπο, με παρόμοιες μελέτες θα επιδιωχτεί η απένταξη από τα ΒΑΕ της πλειονότητας των επαγγελμάτων.