Το βαθύ σκοτάδι της νύχτας είναι απαλό και υπέροχο σαν βελούδο – αρκεί να το δει κανείς με το σωστό τρόπο. Το τρίξιμο του βρεγμένου χαλικιού κάτω από το αργό και βαρύ πάτημα του δεσμοφύλακα είναι ένα υπέροχο μικρό τραγούδι της ζωής – αν έχεις αυτιά ν’ ακούσεις.
Οι κήρυκες του νεοφιλελεύθερου φασισμού έπιασαν δουλειά εδώ και μέρες. Ολα τα σφυριά χτυπούν στο ίδιο αμόνι: «η μπόχα των σκουπιδιών σκεπάζει τις πόλεις», «ανυπόφορη η ζωή των πολιτών», «κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία». Ούτε ένας τους δεν είπε: «κυβέρνηση, ικανοποίησε το αίτημα των απεργών εργαζόμενων, μετέτρεψε τις συμβάσεις τους σε αορίστου χρόνου, για να μαζέψουν τα σκουπίδια». Αυτό είναι έξω από τη λογική τους.
Σύμφωνα με την αστική λογική, σε κάθε κρίση που έχει στη βάση της μια απεργία με κοινωνικό αντίκτυπο, υπάρχει ένα τρίγωνο: απεργοί – κυβέρνηση – πολίτες. Αυτό το τρίγωνο είναι εξολοκλήρου ψεύτικο. Γιατί οι πολίτες είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία εργαζόμενοι κι αυτοί. Επομένως, έχουν κάθε λόγο να είναι μαζί με τους απεργούς, ώστε το τρίγωνο να γίνει άξονας: απεργοί + εργαζόμενοι – κυβέρνηση + αστική πλουτοκρατία.
Οι επαγγελματίες της προπαγάνδας είναι έτοιμοι ν' αναγνωρίσουν τα «δίκια» των απεργών (ειδικά όταν πρόκειται για απεργούς όπως οι εργάτες καθαριότητας), όμως την ίδια στιγμή εμφανίζονται ως υπερασπιστές των «συμφερόντων των πολιτών», κατηγορώντας με δριμύτητα την κυβέρνηση επειδή δεν καταφέρνει να καταστείλει -με όποιο μέσο- την απεργία που «ταλαιπωρεί τους πολίτες». Κι αφού καταγγείλουν την κυβέρνηση, ρίχνουν και το δηλητήριό τους στους απεργούς, κατηγορώντας τους για «ανευθυνότητα» και για «ομηρία των πολιτών».
Ναι, τα σκουπίδια αναδίδουν μπόχα. Κι αυτό συμβαίνει στις γειτονιές που κατοικούν οι άνθρωποι του μόχθου (μαζί και οι απεργοί). Δε συμβαίνει στις περιοχές των βορείων και των νοτίων προαστίων με τις βίλες των καπιταλιστών, γιατί αυτοί βάζουν το υπηρετικό τους προσωπικό να πετάει μακριά τα σκουπίδια.
Αυτή τη μπόχα, όμως, μπορούμε, πρέπει, οφείλουμε να την υποδεχτούμε σαν ευωδιά. Την ευωδιά που αναδύεται από την πραγματοποίηση ενός ταξικού αγώνα, μετά από πολύ καιρό. Στις συνθήκες της μνημονιακής βαρβαρότητας, στο κλίμα της απογοήτευσης και της ηττοπάθειας, ένας κλάδος εργαζόμενων απεργεί και δημιουργεί όρους νίκης. Με το σύνολο του αστισμού απέναντί του. Με μια συνδικαλιστική γραφειοκρατία έτοιμη να σαλπίσει υποχώρηση στον πρώτο κυβερνητικό ελιγμό.
Οπως η Ρόζα Λούξεμπουργκ, κλεισμένη στη φυλακή, έβλεπε σαν απαλό βελούδο το σκοτάδι της νύχτας και άκουγε σαν υπέροχη μελωδία το τρίξιμο του χαλικιού κάτω από τη μπότα του δεσμοφύλακα, γιατί -όπως έγραφε η μεγάλη επαναστάτρια- «αυτή είναι η ζωή και πρέπει να τη ζήσουμε όπως είναι, θαρραλέα, ανυποχώρητα, χαμογελαστά», έτσι κι εμείς μέσα από τη μπόχα των σκουπιδιών πρέπει να «μυρίσουμε» την ευωδιά του ταξικού αγώνα (όποια κι αν είναι η κατάληξη της απεργίας).
Κι αυτό πρέπει να κάνουμε σε κάθε απεργία. Να μην επιτρέπουμε στους αστούς να μας μετατρέπουν σε «πολίτες» χωρίς πολιτική συνείδηση, σε αθύρματα της αστικής εξουσίας, αλλά να συμπεριφερόμαστε ως μέλη μιας τάξης, της εργατικής τάξης, που μόνο αν συνειδητοποιήσει την ιστορική της αποστολή και οργανωθεί πολιτικά, θα μπορέσει να νικήσει στις μικρές μάχες και στην τελική μάχη.