Ας αφήσουμε στην άκρη τα κουτοπόνηρα ερωτήματα του τύπου «δεν πρέπει ένας εν δυνάμει πρωθυπουργός να συναντιέται με εκπροσώπους ξένων κυβερνήσεων;». Λίγο ακόμα και οι ΣΥΡΙΖΑίοι θα μας πουν το αμίμητο «και ο Στάλιν έκανε συναντήσεις με τον Τσόρτσιλ και τον Ρούσβελτ»! Μόνο που ο Στάλιν εκπροσωπούσε μια χώρα της δικτατορίας του προλεταριάτου κι ένα παγκόσμιο κίνημα (κομμουνιστικό και αντιφασιστικό). Ο Τσίπρας τι ακριβώς εκπροσωπούσε όταν συναντιόταν με τον Σόιμπλε; Και ποιο ήταν το ζητούμενο της συνάντησης; Να διαπιστώσουν ότι ο Σόιμπλε είναι «ένας εξαιρετικά ευγενής άνθρωπος», όπως έλεγαν στους δημοσιογράφους στελέχη της συριζοαντιπροσωπείας; Να «διευρύνουν την ατζέντα», βάζοντας το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων και της αποστολής του «φακέλου Χριστοφοράκου», όπως δήλωσε ο Τσίπρας;
Αστεία πράγματα. Αυτά είναι χάντρες και καθρεφτάκια για ιθαγενείς. Ο ίδιος ο Τσίπρας φρόντισε να υποβαθμίσει το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων, δηλώνοντας στο Βερολίνο ότι «για εμάς έχει περισσότερο ηθική αξία, όπως επίσης θα πρέπει να έχει ηθική αξία και για τη γερμανική πλευρά»! Οσο για το«φάκελο Χριστοφοράκου», ο Σόιμπλε δεν είχε κανένα πρόβλημα να τους πει ότι δεν είναι της αρμοδιότητάς του. Μάλλον η ευγένειά του τον εμπόδισε να πει στον Τσίπρα ότι το συγκεκριμένο αίτημα είναι γελοίο. Διότι ο Χριστοφοράκος κατέθεσε στη γερμανική δικαιοσύνη, μ’ αυτή έκανε τη «συμφωνία» του και επομένως όποιος θέλει την κατάθεσή του δεν έχει παρά να τη ζητήσει με τις γνωστές διαδικασίες της «δικαστικής συνδρομής». Οι οποίες, βέβαια, έχουν γίνει και απέβησαν άκαρπες. Λέτε να ζήτησαν οι ΣΥΡΙΖΑίοι από τον Σόιμπλε να πάρει το φάκελο και να τους τον δώσει; Να παρέμβει, δηλαδή, κατασταλτικά στην… ανεξάρτητη γερμανική δικαιοσύνη;
Ας αφήσουμε, λοιπόν, τις γελοιότητες και ας επικεντρωθούμε στην ουσία. Καταρχήν, υπάρχει η πολιτική σημειολογία. Από τις διαδηλώσεις ενάντια στην παρουσία της Μέρκελ στην Αθήνα, στις οποίες συμμετείχε και ο ίδιος ο Τσίπρας, τώρα πάει και προσκυνάει τον Σόιμπλε στο Βερολίνο (θα δούμε παρακάτω γιατί πρόκειται για προσκύνημα). Από μόνο του το γεγονός έχει τη σημασία του., ας φύγουμε όμως και από την πολιτική σημειολογία και ας πάμε στην ουσία.
Αυτή τη φορά είχαμε την πιο θεαματική κωλοτούμπα. Τα περί «μερκελιστών» και «νεοφιλελεύθερων εμμονών» εξαφανίστηκαν εντελώς από το στόμα του Τσίπρα όσο βρισκόταν στο Βερολίνο. Πέταγε, βέβαια, μερικές κορόνες στις δημόσιες εκδηλώσεις του αδελφού κόμματος Die ●inke (παρεμπιπτόντως: το κόμμα που ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτήριζε ως «μεγάλη ελπίδα της ευρωπαϊκής αριστεράς» πασχίζει τώρα να πιάσει το 5% και να μπει στη γερμανική Βουλή), όμως όταν μιλούσε στα ΜΜΕ ο λόγος ήταν στρογγυλεμένος, καθόλου καταγγελτικός και απόλυτα συναινετικός. Η εικόνα που δινόταν ήταν ότι θα συναντηθούν δυο καλοί φίλοι, οι οποίοι έχουν μεν διαφορετικές απόψεις, αλλά είναι «καταδικασμένοι» ν’ αναζητήσουν από κοινού λύσεις.
«Δεν συνηθίζω να συναντώ μόνο ανθρώπους με τους οποίους συμφωνώ. Και δεύτερον, έχω πάντοτε την ελπίδα όταν συνομιλώ με ανθρώπους ότι μπορώ να τους πείσω να αλλάξουν γνώμη», έλεγε ο Τσίπρας στη Ντόιτσε Βέλε. Ηλπιζε ότι θα πείσει τον Σόιμπλε ν’ αλλάξει γνώμη. Η δήλωση, πέρα από την επί της ουσίας γελοιότητά της, αποκάλυπτε κι ένα καβαλημένο καλάμι. Στην ίδια συνέντευξη ο Τσίπρας δήλωσε ότι τον ενδιαφέρει να έχει μια φυσιολογική επικοινωνία με την καγκελάριο Μέρκελ και «να μη δημιουργείται η εντύπωση ότι πρόκειται για δύο εχθρικά στρατόπεδα που δεν ανταλλάσσουν ούτε καλημέρα»! Δεν είναι εχθρικά τα στρατόπεδα του «μερκελισμού» από τη μια και της «αριστεράς» από την άλλη; Οχι βέβαια. Αυτή είναι ρητορική του (όχι και τόσο μακρινού) παρελθόντος. Οπως είπε ο Τσίπρας, το τελευταίο που τον ενδιαφέρει είναι ο επικοινωνιακός αντίκτυπος και το πρώτιστο είναι «η πραγματική πολιτική ουσία, δηλαδή, να προσπαθήσω να πείσω τον συνομιλητή μου και τη γερμανική κυβέρνηση ότι χρειάζεται αλλαγή πολιτικής για να διατηρηθεί η ευρωζώνη και βεβαίως η Ελλάδα εντός αυτής».
Οπως δήλωσε ο Τσίπρας μετά τη συνάντηση με τον Σόιμπλε, του είπε ότι η πολιτική των μνημονίων και της εσωτερικής υποτίμησης έχει οδηγηθεί σε αδιέξοδο και πρέπει να αντικατασταθεί από μια εναλλακτική πολιτική. Εκείνα τα παλιά ηρωικά περί καταγγελίας του μνημονίου και των εφαρμοστικών του νόμων (με ένα νόμο την επαύριο του σχηματισμού κυβέρνησης με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ) ενταφιάστηκαν. Για να μην υπάρξει καμιά παρεξήγηση, ο Τσίπρας φρόντισε να δώσει διευκρινίσεις, στη συνέντευξη Τύπου που έδωσε στο Βερολίνο. Το Γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ δεν έδωσε στη δημοσιότητα πλήρες απομαγνητοφωνημένο κείμενο αυτής της συνέντευξης, όπως το συνηθίζει. Ομως, και απ’ όσα αναρτήθηκαν στην ιστοσελίδα του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται καθαρά η κωλοτούμπα.
Δε θα σχολιάσουμε τη νέα μεγαλοφυή ανάλυση που έκανε ο Τσίπρας για τα αίτια της κρίσης, που δεν είναι η λειτουργία του καπιταλισμού ως συστήματος, αλλά… η κλεπτοκρατία («αιτία της κρίσης ήταν το καθεστώς της κλεπτοκρατίας που είχε εγκαθιδρυθεί στην Ελλάδα»). Θα πάμε κατευθείαν στο «ζουμί». Καταρχάς έχουμε το ενδιαφέρον για τα χρήματα των γερμανών φορολογούμενων! «Να βρούμε τρόπο ώστε τα χρήματα που δίνουν οι γερμανοί φορολογούμενοι να μην πηγαίνουν σε ένα βαρέλι δίχως πάτο». Μετά είχαμε τις προτάσεις, που είναι δύο. «Το πρώτο είναι μια Διάσκεψη πανευρωπαϊκή για το χρέος, ώστε να πάμε σε μια λύση επωφελή και για αυτούς που δανείζουν και για εμάς που δανειζόμαστε, προκειμένου να μπορέσουμε με διαγραφή ενός μεγάλου μέρους, μορατόριουμ στην αποπληρωμή, ρήτρα ανάπτυξης να έχουμε τη δυνατότητα να αποπληρώσουμε το υπόλοιπο». Οπως βλέπετε, εδώ δεν έχουμε αναγγελίες μονομερών καταγγελιών του μνημονίου και των εφαρμοστικών του νόμων, αλλά μια πρόταση που σε ελεύθερα ελληνικά αποδίδεται με την παροιμία «ζήσε Μάη μαύρε μου, να φας τριφύλλι».
«Το δεύτερο που προτείνουμε –συνέχισε ο Τσίπρας– είναι να σταματήσει επιτέλους αυτή η εφαρμογή του παραλογισμού που είναι τα μνημόνια της λιτότητας». Περί πρότασης πρόκειται και όχι περί αναγγελίας πρόθεσης για μονομερή καταγγελία. Πρόταση που πρέπει να συζητηθεί πρωτίστως με τη Γερμανία και γι’ αυτό τέθηκε στον Σόιμπλε. Οπως είπε και ο Τσίπρας, «όταν συναντά κανείς αδιέξοδα ακολουθώντας μονόδρομους, δεν έχει άλλη επιλογή από το να γυρίσει πίσω και να επιλέξει διαφορετικούς δρόμους. Και αυτούς τους δρόμους θέλουμε να αναζητήσουμε και να καταθέσουμε από κοινού με τις προοδευτικές δυνάμεις σε όλη την Ευρώπη». Ναι, αλλά ο Σόιμπλε δεν ανήκει στις προοδευτικές δυνάμεις, έρχεται ο αντίλογος. Μη βιάζεστε, γιατί στον Σόιμπλε απευθύνθηκε η πρόσκληση για από κοινού αναζήτηση λύσεων.
«Ανέλυσα τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ για την αναγκαιότητα ακύρωσης των προγραμμάτων λιτότητας στην Ελλάδα, για την εγκατάλειψη της λεγόμενης πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης που έχει αποτύχει και έχει δημιουργήσει τέρατα που μας απειλούν όλους (…) Πρέπει να υπάρξει κάθαρση στην Ελλάδα. Διαπράχθηκε ύβρις και μετά την ύβρι έρχεται η τιμωρία. Πρέπει να υπάρξει τιμωρία. Σ’ αυτήν την κατεύθυνση της κάθαρσης, η γερμανική κυβέρνηση πρέπει να σταθεί αρωγός (…) Παρά τις αντίθετες ιδεολογικές αναφορές και απόψεις στο θέμα της ευρωπαϊκής και της ελληνικής κρίσης, είμαστε εταίροι. Αρα, έχουμε κοινά συμφέροντα και κοινούς αντιπάλους. Ενα πρώτο βήμα είναι να προσδιορίσουμε τις διαφωνίες μας και να προσδιορίσουμε και την ατζέντα του διαλόγου, την ατζέντα της πιθανής διαπραγμάτευσης, της επαναδιαπραγμάτευσης της δανειακής σύμβασης που θα διεκδικήσει μια ελληνική κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ (…) Η απάντησή μου χθες στον υπουργό Οικονομικών ήταν ότι έχουμε κοινό νόμισμα, έχουμε κοινό πρόβλημα. Αρα, πρέπει να εργαστούμε για να βρούμε λύση στο κοινό πρόβλημα και να μην περιοριζόμαστε σε εκατέρωθεν προσεγγίσεις που δεν δίνουν απάντηση στο κοινό νόμισμα».
Παραθέσαμε σκόπιμα αρκετά αποσπάσματα, ώστε να καθίσταται περιττός ο δικός μας σχολιασμός. Υπήρξαν και ανταποκρίσεις ελληνικών Μέσων που περιείχαν πιο γλαφυρά αποσπάσματα από τη συνέντευξη Τσίπρα: «Καλό είναι να καταγγέλλεις, αλλά το ζήτημα είναι να ψάξουμε για λύσεις (…) Χρειάζεται να δούμε όλοι τρόπους μέσα από τους οποίους, και οι δύο πλευρές, θα καταφέρουν να πετύχουν, διότι η αποτυχία του προγράμματος στην Ελλάδα και η οικονομική κατάρρευση δεν θα είναι προς όφελος της Γερμανίας και του γερμανικού λαού (…) Πρέπει να αναζητήσουμε από κοινού λύσεις και για την κοινωνία και για την οικονομία (…) Αυτό είναι ένα βασικό σημείο το οποίο θέλω να καταθέσω στις επαφές μου με τη γερμανική πολιτική ηγεσία, να τους εξηγήσω ότι δεν μπορούν να βασίζονται σε ένα πολιτικό προσωπικό που οδήγησε τη χώρα στα βράχια». Ειδικά το τελευταίο ξεπερνά κάθε όριο. Πλάσαρε τον εαυτό του και την παρέα του στους Γερμανούς ως ικανότερους από το πολιτικό προσωπικό που κυβερνά σήμερα! Και βέβαια, δυο λέξεις επαναλήφθηκαν άπειρες φορές από τον Τσίπρα: «από κοινού»! Από κοινού με τους γερμανούς ιμπεριαλιστές, μέσα στους θεσμούς της ευρωενωσίτικης λυκοσυμμαχίας, χωρίς μονομερείς ενέργειες!
Πριν προχωρήσουμε για να φτάσουμε στο τέλος αυτής της συνοπτικής ανάλυσης, πρέπει να δούμε και τι είπε η γερμανική πλευρά. Οι ανταποκρίσεις, που επικαλούνταν πηγές του υπουργείου Οικονομικών της Γερμανίας, έλεγαν πως ο Σόιμπλε είπε στον Τσίπρα ότι δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή από το σημερινό πρόγραμμα της δημοσιονομικής σταθερότητας που εφαρμόζεται, ζητώντας του «να υποστηρίξει το δρόμο που έχει υιοθετηθεί». Οτι του τόνισε πως η Ελλάδα θα παραμείνει στην Ευρωζώνη «μόνον» εάν το πρόγραμμα εφαρμοστεί επιτυχώς και πως «όλοι όσοι συμμετέχουν σε αυτό πρέπει να τιμήσουν τις αμοιβαίες υποχρεώσεις τους». Δεν έχουμε ανάγκη τις ανταποκρίσεις από «πηγές», όμως, μολονότι είναι προφανώς έγκυρες, γιατί έχουμε ανακοίνωση που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της γερμανικής πρεσβείας στην Αθήνα.
Αξίζει να την παραθέσουμε ολόκληρη:
«Τη Δευτέρα στις 14 Ιανουαρίου 2013, ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομικών κ. Βόλφγκανγκ Σόιμπλε συναντήθηκε στο Βερολίνο με τον αρχηγό της ελληνικής Αξιωματικής Αντιπολίτευσης κ. Αλέξη Τσίπρα, στον οποίον κατέστησε σαφές ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις εκτός της συνέχισης της πορείας, δηλ. της εφαρμογής του οικονομικού προγράμματος προσαρμογής. Ο κ. Σόιμπλε προέτρεψε τον κύριο Τσίπρα να στηρίξει την χαραχθείσα πορεία. Συγχρόνως, ο Ομοσπονδιακός Υπουργός αναγνώρισε τις μεγάλες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες της Ελλάδας κατά τους περασμένους μήνες. Πρόσφατα, και συγκεκριμένα τις πρώτες πρωινές ώρες του Σαββάτου, ψηφίστηκαν μεταρρυθμίσεις όσον αφορά την φορολογία εισοδήματος. Οι μεταρρυθμίσεις αποτελούν την μοναδική και απαραίτητη οδό, ώστε η Ελλάδα να επανέλθει σε υγιή οικονομική πορεία. Η Γερμανία στηρίζει τις αποφάσεις, τις οποίες έλαβε η κυβέρνηση του κ. Σαμαρά. Επιτυχίες, όπως η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας και η βελτίωση των τρεχόντων οικονομικών μεγεθών, το αποδεικνύουν».
Μιλάμε για κανονικό φτύσιμο, χωρίς διπλωματικό τακτ. Ο Σόιμπλε παρουσιάζεται σαν ένας αυστηρός δάσκαλος που νουθετεί τον ζωηρό μαθητή, χωρίς να σηκώνει καμιά αντίρρηση. Οι ΣΥΡΙΖΑίοι, όμως, ζαλισμένοι από την κωλοτούμπα, πέρασαν το φτύσιμο για… ψιχάλισμα.
Εκστασιασμένος ο Γ. Μπαλάφας στο Blue Sky: «Ο επικεφαλής της γερμανικής οικονομικής πολιτικής επέλεξε σε αυτή τη φάση να αναβαθμίσει πολιτικά τον κύριο αντίπαλο του Σαμαρά, κομματικού εταίρου του Σόιμπλε, σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό που ορισμένοι δεν μπορούν να κατανοήσουν είναι ότι μια υπεύθυνη αριστερή δύναμη μπορεί να πρεσβεύει – και αύριο να υλοποιεί – μια αντιμνημονιακή πολιτική και ταυτόχρονα να συνομιλεί και να διαπραγματεύεται με τους πάντες, με κριτήριο το συμφέρον της χώρας και όχι των τραπεζιτών»!
Συνεργάτης του Τσίπρα φέρεται να δηλώνει στο «matrix24»: «Ο Σόιμπλε ζήτησε μεν απόλυτη προσήλωση στους δημοσιονομικούς στόχους, αλλά έπειτα από ερωτήσεις του Αλέξη Τσίπρα, παραδέχθηκε ότι τα μέσα και οι πολιτικές για την επίτευξη των στόχων αυτών, είναι απόφαση της κυβέρνησης και όχι τρίτων».
Και ο Γιάννης Μηλιός, που συνόδευε τον Τσίπρα στη συνάντηση με τον Σόιμπλε: «Ο κ. Σόιμπλε, στη συνάντηση που είχαμε μας δήλωσε βέβαια ότι το πρόγραμμα που έχει συμφωνήσει με τις μνημονιακές κυβερνήσεις πρέπει να πετύχει. Εμείς του αναπτύξαμε το εναλλακτικό μας σχέδιο για τη δημοσιονομική εξυγίανση. Στη συζήτηση, μας κατέστησε σαφές ότι εκείνο που ενδιαφέρει είναι η επιτυχία των στόχων και όχι οι περικοπές από χαμηλόμισθους. Είναι στη διακριτική ευχέρεια της κυβέρνησης ο τρόπος που επιτυγχάνονται οι στόχοι, μας είπε. Αν γίνουμε κυβέρνηση και μπορούμε να πετύχουμε διαφορετικά, π.χ. με φορολόγηση του πλούτου να το κάνουμε»!
Τι περιγράφει ο Μηλιός; Την περιβόητη πολιτική των «ισοδύναμων μέτρων»! Θα πιάσουμε τους στόχους, αλλά με άλλη πολιτική και σ’ αυτό συμφώνησε ο Σόιμπλε. Αλλα λέει, βέβαια, η επίσημη ανακοίνωση της γερμανικής πρεσβείας, η οποία εκδόθηκε μετά απ’ αυτές τις παπάρες των ΣΥΡΙΖΑίων, με σκοπό να τους ξεμπροστιάσει ως πολιτικούς σπεκουλάντες. Το βέβαιο είναι ότι ο Σόιμπλε δε θα μπορούσε να πει τέτοια πράγματα κι αυτό διευκρίνισε η ανακοίνωση της πρεσβείας. Το ερώτημα, όμως, είναι γιατί οι ΣΥΡΙΖΑίοι σκαρφίστηκαν αυτό το ψέμα; Δεν είναι μόνο η αγωνία τους να εμφανιστούν ως μεγάλοι διαπραγματευτές, που πήγαν στη Γερμανία και απέσπασαν από τον Σόιμπλε την υπόσχεση ότι θα τους αφήσει να εφαρμόσουν την πολιτική τους. [«Αναρωτιέμαι, η ελληνική κυβέρνηση έθεσε άραγε ποτέ έστω κάποιο από αυτά τα θέματα στις επαφές και στις συναντήσεις της, τις επαναλαμβανόμενες συναντήσεις, που είχε ο κ. Σαμαράς με την κ. Μέρκελ; Η μήπως η αντίληψή τους για την διαπραγμάτευση είναι ότι λέμε πάντα στους εταίρους μονάχα αυτά που εκείνοι θέλουν να ακούσουν; Είναι ένα κρίσιμο ερώτημα», δήλωσε ο Τσίπρας].
Είναι και το ότι είναι αποφασισμένοι, αν κληθούν να κυβερνήσουν, να κινηθούν μέσα στο πλαίσιο της μνημονιακής και ευρωενωσίτικης νομιμότητας. Διεκδικούν το δικαίωμά τους να πείσουν τους «εταίρους» ότι υπάρχει και άλλη πολιτική που οδηγεί στα ίδια αποτελέσματα ως προς τους στόχους. Θυμηθείτε, ότι το ίδιο ακριβώς έλεγε και ο Σαμαράς («διεκδικώ το δικαίωμά μου να προσπαθήσω να τους πείσω»), πριν βουτήξει στα βαθιά της μνημονιακής πολιτικής. Για να μην πούμε για τον Κουβέλη και την «επαναδιαπραγμάτευσή» του.
Πέτρος Γιώτης