Στις 5 Αυγούστου του 2010, αφού στο μεταξύ είχε μοιράσει στους τραπεζίτες το «πακέτο» των εγγυήσεων που είχε αποφασίσει, αλλά δεν είχε προλάβει να μοιράσει στους τραπεζίτες η κυβέρνηση της ΝΔ (υπό τις συνεχείς καταγγελίες του αντιπολιτευτικού ΠΑΣΟΚ), το κυβερνητικό πλέον ΠΑΣΟΚ αποφάσισε να μοιράσει στους τραπεζίτες άλλο ένα «πακέτο» εγγυήσεων, ύψους 25 δισ. ευρώ. Οπως είναι γνωστό, το ελληνικό δημόσιο εγγυάται ομόλογα που εκδίδουν οι τράπεζες, τα οποία στη συνέχεια «παρκάρουν» στην ΕΚΤ, από την οποία παίρνουν ρευστότητα με επιτόκιο 1%. Αν οι τράπεζες χρεοκοπήσουν, τότε το ελληνικό δημόσιο θα αναλάβει να αποπληρώσει τα ομόλογά τους, αφού τα έχει εγγυηθεί.
Οταν, λοιπόν, ανακοινώθηκε το «πακέτο» των 25 δισ. και επειδή αναμένονταν επιθέσεις κατά της κυβέρνησης, ο μετρ του γκεμπελισμού Γ. Παπακωνσταντίνου δήλωσε ότι τα 25 δισ. ήταν μια προϋπόθεση ασφάλειας που ζητήθηκε από τους τροϊκανούς προκειμένου αυτοί να εγκρίνουν την εκταμίευση της επόμενης δόσης του δανείου. Δηλαδή, η κυβέρνηση θεωρούσε δήθεν ότι δεν έπρεπε να στηρίξει παραπέρα τις τράπεζες, αλλά να τις αφήσει να κολυμπήσουν μόνες τους στο πέλαγος της διατραπεζικής αγοράς και χρειάστηκε να της επιβάλουν το νέο «πακέτο» οι τροϊκανοί. Βέβαια, στην ανακοίνωση της τρόικας τίποτα τέτοιο δεν αναφερόταν, χωρίς αυτό να σημαίνει πως η τρόικα δεν συμφώνησε. Αλλωστε, τίποτα δεν γίνεται χωρίς την έγκρισή της.
Κυβέρνηση και τρόικα συμφωνούσαν σε ένα πράγμα. Οτι το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα εξακολουθούσε να κλονίζεται από τον αγγλοσαξονικό ανταγωνισμό, γι’ αυτό και έπρεπε να στηριχτεί από την ΕΚΤ. Στηρίζοντας τις ελληνικές τράπεζες στην πραγματικότητα στήριζαν το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα. Μπορεί οι ελληνικές τράπεζες να αποτελούν έναν πολύ μικρό πυλώνα του, όμως στην εποχή της κρίσης αρκεί η κατάρρευση και αυτού του μικρού πυλώνα για ν’ αρχίσει να καταρρέει ολόκληρο το οικοδόμημα σαν πύργος από τραπουλόχαρτα. Ο Τρισέ ανακοίνωσε την ίδια μέρα ότι η ΕΚΤ διατηρεί το βασικό της επιτόκιο στο 1% και όταν ρωτήθηκε για την εμμονή σ’ αυτό το τόσο χαμηλό επιτόκιο, απάντησε κοφτά, ότι «τα τρέχοντα επίπεδα του επιτοκίου είναι τα πρέποντα».
Ανακοινώνοντας το νέο «πακέτο» των 25 δισ. ο γκεμπελίσκος της πλατείας Συντάγματος δήλωσε πως η στήριξη των τραπεζών γίνεται για να μπορούν αυτές να στηρίζουν με κεφάλαια τα νοικοκυριά και την οικονομία. Μιλώντας στη Βουλή, προσπάθησε να διασκεδάσει τη γκρίνια των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, λέγοντας: «Η ρευστότητα αυτή θα δοθεί με ένα προαπαιτούμενο. Με την κατάθεση συγκεκριμένων σχεδίων πιστωτικής επέκτασης από κάθε τράπεζα χωριστά. Μόνον έτσι θα δοθούν τα χρήματα αυτά στις ελληνικές τράπεζες. Τα χρήματα αυτά πρέπει και θα πάνε στην πραγματική οικονομία. Τα χρήματα αυτά θα πάνε στην πιστωτική επέκταση, θα πάνε στις επιχειρήσεις και θα πάνε στα νοικοκυριά».
Οχτώ μήνες από τότε και συζητούν πάλι τα ίδια. Πάλι το ίδιο θέατρο. Οι Πασόκοι βουλευτές τάχα ξεσηκώνονται ενάντια στους τραπεζίτες, που παίρνουν κρατικές εγγυήσεις αλλά δεν χρηματοδοτούν την οικονομία και τα νοικοκυριά, τα ίδια λένε ακόμα και υπουργοί στο υπουργικό συμβούλιο, ο Παπανδρέου λέει στον Παπακωνσταντίνου να πάρει υπόψη του τις παρατηρήσεις των υπουργών και ο Παπακωνσταντίνου ανακοινώνει ότι έστειλε επιστολή στους τραπεζίτες με την οποία τους ενημερώνει ότι θα πάρουν εγγυήσεις από το νέο «πακέτο» των 30 δισ., «εφόσον κάθε πιστωτικό ίδρυμα προετοιμάσει και εφαρμόσει σχέδιο για μεσοπρόθεσμες ανάγκες χρηματοδότησης, το οποίο θα πρέπει να εγκριθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Η χρήση της πρόσθετης αυτής ενίσχυσης θα αποσκοπεί, στην ενίσχυση της ρευστότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων και της πραγματικής οικονομίας».
Επαναλαμβάνεται, δηλαδή, η ίδια ακριβώς κωμωδία, που έλαβε χώρα από τον Αύγουστο μέχρι τον Οκτώβρη του 2010, όταν ξεκοκάλιζαν το προηγούμενο «πακέτο» (25 δισ.).
Τότε, λοιπόν, το οικονομικό επιτελείο, προκειμένου να είναι εντάξει με τις «δεσμεύσεις» του, οργάνωσε μια φιέστα, στην οποία «υπογράφηκε συμφωνία κυρίων» με τους τραπεζίτες, ότι τη ρευστότητα που θα πάρουν θα τη διοχετεύσουν στην αγορά. Οροι και προϋποθέσεις, όμως, δεν μπήκαν. Μόνοι τους θα έκριναν οι τραπεζίτες ποιον και με τι ποσό θα δανείσουν. Υποτίθεται ότι θα τους επόπτευε η ΤτΕ και οι κρατικοί επίτροποι που διορίστηκαν στις τράπεζες από την κυβέρνηση Καραμανλή, όταν το πακέτο στήριξης πρόβλεπε και ζεστό κρατικό χρήμα.
Ολα έγιναν για το θεαθήναι. Μάλιστα, ο Χρυσοχοΐδης, που προσπαθούσε εναγωνίως να κερδίσει λίγη δημοσιότητα αλλά τα ΜΜΕ δεν του έκαναν τη χάρη, ανακοίνωσε πομπωδώς σ’ εκείνη τη φιέστα πως το περιβόητο ΤΕΜΠΜΕ (που δεν λειτούργησε καθόλου, διότι οι τραπεζίτες κυριολεκτικά το «έγραψαν») μετεξελίσσεται σε Ελληνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης (στους βαρύγδουπους τίτλους οι Πασόκοι είναι μανούλες), λέγοντας τις εξής γελοιότητες (του ‘χει μείνει από την προηγούμενη, μπατσική περίοδό του): «Η μετεξέλιξη αυτή νοηματοδοτεί το πρίσμα μέσα από το οποίο αντιλαμβανόμαστε την ανάπτυξη. Το πώς βοηθάμε έμπρακτα την Ελλάδα του αβέβαιου σήμερα για να χτίσουμε την Ελλάδα της επόμενης μέρας. Με περισσότερη σιγουριά, αυτοπεποίθηση και αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων επενδυτικών εργαλείων».
Ο πρόεδρος της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών Β. Ράπανος δήλωσε ότι οι τραπεζίτες «διαβεβαίωσαν» τους υπουργούς ότι θα διοχετεύσουν τη ρευστότητα που θα αντλήσουν για τη χρηματοδότηση νοικοκυριών και επιχειρήσεων! Συμπλήρωσε, μάλιστα, το εξής αμίμητο: ότι οι τράπεζες δίνουν δάνεια, αλλά λόγω της ύφεσης η ζήτηση είναι πολύ χαμηλή! Δηλαδή, δεν έχουν κλείσει οι τράπεζες τις στρόφιγγες, αλλά επιχειρήσεις και νοικοκυριά σταμάτησαν να ζητούν δάνεια, γι’ αυτό υπάρχει τόσο χαμηλή πιστωτική επέκταση! «Απ’ αυτή τη δήλωση μπορούμε να συμπεράνουμε με απόλυτη βεβαιότητα, ότι οι τράπεζες δεν έχουν σκοπό ν’ αλλάξουν τακτική», γράφαμε τότε και, φυσικά, επιβεβαιωθήκαμε. Τα ίδια ακριβώς θα γίνουν και τώρα, γιατί μοναδικό μέλημά τους είναι η προστασία του τραπεζικού συστήματος.