Στα γραφεία του περιοδικού «Αρδην» έγινε την περασμένη Τρίτη το απόγευμα ομιλία του εκπροσώπου διεθνών σχέσεων και μέλους του πολιτικού γραφείου της Χεζμπολά, Αλί Φαγέντ, με θέμα τις τελευταίες εξελίξεις στο Λίβανο και τη Μέση Ανατολή. Ηταν μια ομιλία εφ’όλης της ύλης για το μεσανατολικό, που έδωσε τη δυνατότητα να γνωρίσουμε καλύτερα το χαρακτήρα αυτής της οργάνωσης.
Ο Αλί Φαγέντ αναφέρθηκε στην πανωλεθρία των Αμερικάνων στο Ιράκ και την κατάρρευση των ονείρων της Κοντολίζα Ράις, γεγονότα που οδηγούν σε νέα κατάσταση στη Μέση Ανατολή, χωρίς όμως να μπορούμε να γνωρίζουμε τα ακριβή χαρακτηριστικά της αυτή τη στιγμή. Το σίγουρο είναι, είπε ο Αλί Φαγέντ, ότι οι ΗΠΑ θα αποδυναμωθούν, το Ισραήλ θα βρίσκεται σε ένα εχθρικό περιβάλλον, ενώ το Ιράν και η Χεζμπολά θα δυναμώσουν και θα γίνουν πιο δυναμικά τα κινήματα Αντίστασης. Υποστήριξε ότι υπάρχει μεγάλος κίνδυνος από την πρόκληση διαμάχης μεταξύ των αντίπαλων εθνικών και θρησκευτικών ομάδων (π.χ. Σουνίτες με Σιίτες, Αραβες με Πέρσες κτλ), που ενορχηστρώνεται από τους Αμερικάνους. Αυτές οι διαμάχες, με πρώτη τη διαμάχη Σουνιτών – Σιιτών στο Ιράκ, κατά τον Αλί Φαγέντ επισκίασαν σε ένα βαθμό τη θετική απήχηση της Λιβανέζικης Αντίστασης παγκόσμια. Η αραβοϊσλαμική Ιστορία, είπε, χαρακτηρίζεται από την αντίφαση διάσπασης και συμμαχίας. Μια αντίφαση μέσα στην οποία πότε υπερτερεί η διάσπαση μέσα στους αραβικούς και ισλαμικούς λαούς και πότε κερδίζει έδαφος η ενότητα, όταν αυτοί οι λαοί απειλούνται. Διαβεβαίωσε ότι η Χεζμπολά έχει στόχο να συνάψει συμφωνίες στη βάση της αντίθεσης με την αμερικάνικη πολιτική στη Μέση Ανατολή, πέρα από θρησκευτικές και φυλετικές διαφορές, και έφερε ως παράδειγμα τη συμμαχία με το λιβανέζικο «Κ»Κ και το χριστιανό στρατηγό Αούν (την οποία θεώρησε πολύ σημαντική), καθώς και τη θέληση της Οργάνωσης να συμμετάσχει στο κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης και να συνάψει συμμαχίες με την ευρωπαϊκή Αριστερά.
Για τις εσωτερικές εξελίξεις στη χώρα του, ο Αλί Φαγέντ δήλωσε ότι βρισκόμαστε σε ένα τέλμα, το οποίο κανείς δε μπορεί να γνωρίζει πού θα οδηγήσει. Σε ερώτηση για το ποια είναι η κατάληξη του κινήματος που εκφράστηκε με μαζικές κινητοποιήσεις κατά της κυβέρνησης Σινιόρα, υποστήριξε ότι αν και οι διαδηλώσεις συνεχίζονται, ωστόσο δεν προσθέτουν τίποτα περισσότερο στις πολιτικές εξελίξεις, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η Χεζμπολά δεν θα κινηθεί πλέον στην κατεύθυνση της οργάνωσης νέου κύματος αντικυβερνητικών διαδηλώσεων κι ότι αυτές ό,τι ήταν να δώσουν το έδωσαν. Για τη δύναμη του ΟΗΕ, δήλωσε ότι δε μπορεί να επηρεάσει τις πολιτικές εξελίξεις στο Λίβανο κι ότι οι έρευνες της «ειρηνευτικής δύναμης» στο θαλάσσιο χώρο για τον εντοπισμό λαθρεμπορίας όπλων έχουν αποβεί άκαρπες. Επανέλαβε ότι η Χεζμπολά δεν επεδίωξε τη σύγκρουση με την «ειρηνευτική δύναμη», καθώς σεβάστηκε την απόφαση του ΟΗΕ, πράγμα που δεν έκανε το Ισραήλ που συνεχίζει τις παραβιάσεις των συνόρων. Εθεσε ξανά το ζήτημα των αγροκτημάτων Σεμπάα που κατέχει το Ισραήλ και υποστήριξε ότι αποτελούν σημαντικό πρόβλημα που θα πρέπει να λυθεί. Τέλος, χαρακτήρισε την οργάνωσή του κληρονόμο του Νάσερ και βασικό στυλοβάτη του αραβικού εθνικισμού. Δήλωσε ότι είναι οργάνωση 100% λιβανέζικη (δεν έχει ούτε ένα Παλαιστίνιο ή άλλο υπήκοο, δήλωσε χαρακτηριστικά), ότι έχει άριστες σχέσεις με το λιβανέζικο στρατό (που τον χαρακτήρισε σύμμαχο της Αντίστασης) και βρίσκεται στη φάση συγκρότησης ενός νέου κύματος κατά της κατοχής και της αποικιοκρατίας μαζί με άλλες οργανώσεις, όπως η Χαμάς και οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι της Αιγύπτου, δηλώνοντας χαρακτηριστικά ότι το μέλλον της περιοχής ανήκει στα ισλαμικά κινήματα και όχι τα καθαρώς εθνικά ή την Αριστερά, που βρίσκονται σε υποχώρηση.
Το ζήτημα για το οποίο δε μπόρεσε ή δε θέλησε να μιλήσει ήταν οι τελευταίες εξελίξεις στο Λίβανο με τις συγκρούσεις του λιβανέζικου στρατού με τη Φάταχ Αλ-Ισλάμ. Ο Αλί Φαγέντ δήλωσε ότι η Φάταχ Αλ-Ισλάμ έκανε μια «ανατροπή» κατά της Συρίας φεύγοντας από τη φυλοσυριακή παλαιστινιακή οργάνωση Φάταχ Αλ-Ιντιφάντα κι ότι από τις εντάσεις δημιουργούνται προβλήματα στο εσωτερικό του Λιβάνου, που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν. Κατά τα άλλα, δήλωσε ανενημέρωτος (!), χωρίς ούτε να καταγγείλει ούτε να υπερασπιστεί τις επιθέσεις του λιβανέζικου στρατού στο παλαιστινιακό στρατόπεδο του Ναχρ Αλ-Μπαρέντ.