Καταρχάς να θυμίσουμε τι είναι οι Ερευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ). Η ΕΛΣΤΑΤ κάθε χρόνο διεξάγει μια ΕΟΠ που περιλαμβάνει 12 ομάδες προϊόντων και υπηρεσιών (εμπορευμάτων). Δημιουργεί έτσι ένα ιδεατό καταναλωτικό πρότυπο. Για παράδειγμα, η ΕΟΠ του 2020, που δημοσιεύτηκε τον Σεπτέμβρη του 2021, επικαιροποιήθηκε με τις τιμές του Δεκέμβρη του 2021 και αποτέλεσε τη βάση για την κατασκευή του ιδεατού καταναλωτικού προτύπου για το 2022. Επειδή οι δαπάνες αυτού του προτύπου για τις 12 ομάδες προϊόντων και υπηρεσιών διαχρονικά ξεπερνούν τα 1.000 ευρώ, γίνεται αναγωγή των ποσοστών δαπάνης για τις 12 ομάδες στα 1.000. Ετσι, για όλη τη χρονιά, με βάση την ΕΟΠ του 2020, έχουμε τους λεγόμενους συντελεστές στάθμισης για τις 12 ομάδες, που είναι η ποσοστιαία δαπάνη για κάθε ομάδα
Με βάση την ΕΟΠ του 2021 φτιάχτηκαν, με τη διαδικασία που περιγράψαμε, οι συντελεστές στάθμισης που ισχύουν το 2023. Μέσα στο 2023 γίνεται η ΕΟΠ του 2022, που θα δημοσιευτεί τον Σεπτέμβρη του 2023 και θα αποτελέσει τη βάση για το ιδεατό καταναλωτικό πρότυπο του 2024.
Στα άρθρα αυτής της σειράς χαρακτηρίζουμε τις ΕΟΠ ιδεατά καταναλωτικά πρότυπα για συγκεκριμένους λόγους. Παραθέσουμε ένα απόσπασμα από το πρώτο άρθρο της σειράς:
«Ο πληθωρισμός που διαχρονικά παρουσιάζουν οι κυβερνήσεις όλων των χρωμάτων είναι πλασματικός, γιατί στηρίζεται στην περιβόητη Ερευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ), που βασίζεται στις δαπάνες των νοικοκυριών της μπουρζουαζίας και των καλοστεκούμενων στρωμάτων που είναι συνοδοιπόροι της. Οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί της εργατικής τάξης και της φτωχολογιάς του χωριού και της πόλης συνυπολογίζονται από ελάχιστα μέχρι καθόλου. Η ΕΛΣΤΑΤ παραδέχεται μεν στις ΕΟΠ ότι υπάρχουν πολλά καταναλωτικά πρότυπα στα ελληνικά νοικοκυριά, αλλά κατασκευάζει ένα ιδεατό καταναλωτικό πρότυπο που δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα…
Ενώ η ΕΛΣΤΑΤ παραδέχεται ότι υπάρχουν «διαφορετικά πρότυπα κατανάλωσης που παρατηρούνται ανάλογα με τον τύπο νοικοκυριού» (σελίδα 5 της ΕΟΠ του 2020), στην πραγματικότητα διαχρονικά στη μελέτη των ΕΟΠ δεν υπολογίζει τις δαπάνες, όχι μόνο του καταναλωτικού προτύπου της εργατικής τάξης και της φτωχολογιάς της πόλης και του χωριού, αλλά ούτε και των τεσσάρων τύπων νοικοκυριού που χρησιμοποιεί».
Θυμίζουμε ότι, σύμφωνα με την Ερευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών του 2020, οι τέσσερις τύποι νοικοκυριού είναι:
- επικεφαλής μισθωτός που δαπανά 1.677,27 ευρώ το μήνα,
- επικεφαλής αυταπασχολούμενος που εκμεταλλεύεται εργάτες και δαπανά 2.499,39 ευρώ το μήνα,
- επικεφαλής αυταπασχολούμενος που δαπανά 1.526,36 ευρώ το μήνα και
- επικεφαλής οικονομικά μη ενεργός ή άνεργος που δαπανά 1.134,17 ευρώ το μήνα.
Θυμίζουμε ακόμη ότι η ΕΛΣΤΑΤ, στο δείγμα νοικοκυριών που εξετάζει κάθε χρόνο στο πλαίσιο της Ερευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών, σκόπιμα δεν αναφέρει πόσα νοικοκυριά παίρνει από καθένα από τα τέσσερα καταναλωτικά πρότυπα νοικοκυριών, προκειμένου να κατασκευάσει το ιδεατό καταναλωτικό πρότυπο νοικοκυριού.
Από τις 12 ομάδες της ΕΟΠ πήραμε τις έξι (1η , 4η, 6η, 7η, 10η και 11η) και φτιάξαμε τον Πίνακα 2. Είναι σκόπιμο να κάνουμε μερικές επισημάνσεις:
- Η ΕΛΣΤΑΤ διαχρονικά, με βάση την περιβόητη ΕΟΠ, φτιάχνει το συντελεστή του επικεφαλής της ομάδας και όχι όλων των προϊόντων που συμμετέχουν σ’ αυτήν. Τους συντελεστές στάθμισης όλων των προϊόντων των ομάδων, που η ΕΛΣΤΑΤ παίρνει υπόψη της για τη διαμόρφωση του ιδεατού καταναλωτικού προτύπου, τους φτιάχνει με ένα τρόπο που δεν τον εξηγεί στην ιστοσελίδα της.
- Σε έγγραφο 38 σελίδων, που δημοσίευσε το 2015 η ΕΛΣΤΑΤ, αναφέρονται όλα τα προϊόντα και υπηρεσίες που πρέπει να παίρνονται υπόψη στις ΕΟΠ. Στο δεύτερο άρθρο αυτής της σειράς αποκαλύψαμε ότι ενώ στις πρώτες 7 υποομάδες, από τις συνολικά 10 της 1ης Ομάδας (Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά) τα προϊόντα είναι 185, η ΕΛΣΤΑΤ παίρνει υπόψη μόνο τα 41 απ’ αυτά!
- Η ΕΛΣΤΑΤ παραδέχεται ότι δεν κάνει τιμοληψία σε όλα τα προϊόντα. Παραθέτουμε απόσπασμα από έγγραφό της με τίτλο: «Ενημερωτικό σημείωμα για την Επικαιροποίηση των Δεικτών Τιμών Καταναλωτή», που δημοσιεύτηκε τον Φλεβάρη του 2015 (η έμφαση δική μας): «Επειδή στην πράξη είναι αδύνατη η συλλογή λιανικών τιμών για όλες τις ποικιλίες των αγαθών και των υπηρεσιών που αγοράζονται από τα νοικοκυριά, γίνεται επιλογή ενός δείγματος αγαθών και υπηρεσιών, που είναι αντιπροσωπευτικά του συνόλου των ειδών, από πλευράς μεταβολής τιμών».
Στην 4η ομάδα περιλαμβάνονται και τα καύσιμα. Αυτό φαίνεται στον Πίνακα 3, που καταγράφονται οι συντελεστές στάθμισης. Ενώ οι τιμές των καυσίμων τραβούν την ανηφόρα και την ίδια στιγμή η ΕΛΣΤΑΤ εμφανίζει στον Πίνακα 1, ότι η ομάδα 4 αποκλιμακώνει τον Ιούλη του 2023 τον γενικό πληθωρισμό κατά 1,9948%!
Στον Πίνακα 1 καταγράφεται η επίπτωση της 4ης ομάδας στον γενικό πληθωρισμό. Τον Γενάρη του 2023 η 4η ομάδα προσθέτει στο γενικό πληθωρισμό 0,0494%, ενώ τον Σεπτέμβρη του 2022 πρoσέθετε 5,0928%. Από τον Φλεβάρη του 2023, η 4η ομάδα άρχισε να αποκλιμακώνει αυξητικά τον γενικό πληθωρισμό, μέχρι τον Μάη του 2023, ενώ τον Ιούνη και τον Ιούλη παρατηρείται μια μικρή μείωση στην αποκλιμάκωση του γενικού πληθωρισμού.
Σε όλους (πολύ περισσότερο στους επαΐοντες της ΕΛΣΤΑΤ) είναι γνωστό ότι οι δαπάνες όλων ανεξαιρέτως των νοικοκυριών για τη χρήση καυσίμων για θέρμανση έχουν εποχικό χαρακτήρα. Σε περιόδους δε όπως η φετινή, ο χρόνος που τα νοικοκυριά χρησιμοποίησαν τη θέρμανση ήταν μικρότερος. Επίσης, διαχρονικά είναι μεγάλος ο αριθμός των εργατολαϊκών νοικοκυριών που αδυνατούν να πληρώσουν για θέρμανση.
Η ΕΛΣΤΑΤ, όμως, τα αγνοεί αυτά στο ιδεατό καταναλωτικό πρότυπο που φτιάχνει με τις ΕΟΠ και θεωρεί ως δεδομένο ότι όλη τη χρονιά τα νοικοκυριά δαπανούν για θέρμανση. Θεωρεί ότι το φυσικό αέριο, το πετρέλαιο και τα στερεά καύσιμα είναι αυτά που χρησιμοποιούν τα νοικοκυριά για να ζεσταθούν.
Αν πάμε στον Πίνακα 3 και αθροίσουμε τους συντελεστές στάθμισης για τα τρία κάυσιμα-που όπως αναφέραμε είναι η ποσοστιαία δαπάνη σε χιλιοστά των νοικοκυριών-διαπιστώνουμε ότι το 2021 ήταν 40,12 τοις χιλίοις και το 2022 36,16 τοις χιλίοις. Νούμερα πολύ μεγαλύτερα από τη δαπάνη για ενοίκιο. Την ίδια στιγμή, όμως, η ΕΛΣΤΑΤ, στο ιδεατό καταναλωτικό πρότυπό της, έβαλε ως συντελεστές στάθμισης για το ενοίκιο το 2022 και το 2023 36,24 και 35,32 τοις χιλίοις, αντίστοιχα. Ενώ γνωρίζει ότι το 25% των νοικοκυριών δεν έχει δικό του σπίτι και αναγκάζεται να νοικιάζει, ενώ το 14% που έχει αγοράσει σπίτι με βαρύ τραπεζικό δανεισμό δεν μπορεί να το ξεπληρώσει και το χάνει με πλειστηριασμό. Δηλαδή, το 40% πληρώνει πολύ υψηλά ενοίκια που ξεπερνούν έναν εργατικό μισθό.
Θα θυμίσουμε εδώ τι γράψαμε στο τρίτο άρθρο αυτής της σειράς για τα ενοικιαζόμενα σπίτια στη χώρα μας
«Με μια πρόχειρη έρευνα που κάναμε πρόσφατα διαπιστώσαμε ότι στη χώρα μας το 75% περίπου των κατοικιών είναι ιδιόκτητες και απ’ αυτές το 14% έχουν αγοραστεί με δάνεια. Περιττεύει να σημειώσουμε ότι εκατοντάδες χιλιάδες δανειοδοτηθέντων δεν μπορούν να αποπληρώσουν τα δάνεια και κινδυνεύουν να χάσουν την κατοικία τους με τους πλειστηριασμούς, ενώ δεκάδες χιλιάδες ήδη την έχουν χάσει.
Ετσι, οι ενοικιαζόμενες κατοικίες στη σημερινή φάση ανέρχονται σε 25% του συνόλου των κατοικιών στην Ελλάδα και τα νοικοκυριά που διαμένουν σ’ αυτές καταβάλλουν υψηλά ενοίκια. Είναι δε άμεσος ο κίνδυνος, μεγάλο μέρος του 14% των δανειοθετηθέντων να χάσουν το ακίνητο και να υποχρεωθούν να καταφύγουν στη λύση του ενοικίου. Είναι, δηλαδή, πολύ πιθανό ο αριθμός των ενοικιαζόμενων κατοικιών να ανέλθει στο 40%.
Με μια πρόχειρη έρευνα που κάναμε διαπιστώσαμε ότι ακόμα και στις υποβαθμισμένες περιοχές της Αθήνας το ενοίκιο ξεκινά από 7 και ξεπερνά τα 10 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο! Στην πραγματική ζωή το 25% των νοικοκυριών (το ποσοστό συνεχώς αυξάνεται με τους πλειστηριασμούς) καταβάλλει κάθε μήνα για ενοίκιο εκατοντάδες ευρώ, ποσό που ξεπερνά τον ένα εργατικό μισθό. Αλλά την ίδια στιγμή η ΕΛΣΤΑΤ ορίζει ως συντελεστές στάθμισης για το ενοίκιο τα εξευτελιστικά νούμερα 36,34 και 35,32!
Διαχρονικά, η ΕΛΣΤΑΤ δεν αναγνωρίζει τις δόσεις αποπληρωμής του δανείου για την αγορά κατοικίας ή για επέκτασή της ως καταναλωτική δαπάνη που επιδρά στον πληθωρισμό. Ετσι, δεν προβλέπεται στην 4η Ομάδα συντελεστής στάθμισης για την αποπληρωμή του δανείου. Αναγνωρίζονται μόνο μικροεπισκευές από υδραυλικούς, ηλεκτρολόγους και ελαιοχρωματιστές και οι συντελεστές στάθμισης για το σύνολό αυτών των δαπανών είναι 6,51 και 7,61 για το 2022 και το 2023, αντίστοιχα».
Παίρνοντας στοιχεία από τα ιδεατά καταναλωτικά πρότυπα της ΕΛΣΤΑΤ για το 2022 και το 2023 φτιάξαμε τους πίνακες 4, 5, 6 και 7 που παρουσιάζουν τους συντελεστές στάθμισης των ομάδων 6-Υγεία, 7-Μεταφορές, 10-Εκπαίδευση και 11-Ξενοδοχεία-Καφέ-Εστιατόρια.
Παρουσιάζουμε για πρώτη φορά και τους συντελεστές στάθμισης των ομάδων Υγεία και Εκπαίδευση, γιατί και οι δύο αυτές ομάδες αποτελούν σημαντικά στοιχεία των δαπανών της εργατικής τάξης και της φτωχολογιάς της πόλης και του χωριού.
Λόγω της εδώ και χρόνια διαδικασίας ιδιωτικοποίησης της Υγείας, τα λαϊκά στρώματα αναγκάζονται να καταφεύγουν στα μαγαζιά των εμπόρων της υγείας και να χώνουν βαθιά το χέρι στην μισοάδεια τσέπη τους. Ομως, οι συντελεστές στάθμισης για την Υγεία που παρουσιάζει η ΕΛΣΤΑΤ στο ιδεατό καταναλωτικό πρότυπό της υποβαθμίζουν πολύ τις δαπάνες για την Υγεία.
Στη χώρα μας, για συγκεκριμένους ιστορικούς λόγους, διαμορφώθηκε στους κόλπους της εργατικής τάξης και της φτωχολογιάς της πόλης και του χωριού η τάση για πανεπιστημιακή μόρφωση. Η αστική τάξη, για να ανακόψει αυτήν την τάση, επιβάλλει με τις συνεχείς αντιεκπαιδευτικές και αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις δυσβάσταχτο οικονομικό βάρος, που δεν αποτυπώνεται όμως από την ΕΛΣΤΑΤ στους συντελεστές στάθμισης της 10ης ομάδας-Εκπαίδευση.
Αν αθροίσουμε τους συντελεστές στάθμισης των τεσσάρων αυτών ομάδων, (1η -Διατροφή και μη αλκοολούχα, 4η-Στέγαση, 6η-Υγεία και 10η-Εκπαίδευση), διαπιστώνουμε πως τη στιγμή που τα λαϊκά στρώματα δαπανούν για αυτές τις τέσσερις ομάδες το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων τους, το ιδεατό καταναλωτικό πρότυπο εμφανίζει ότι δαπανούσαν το 2022 483,47 τοις χιλίοις και το 2023 436,06 τοις χιλίοις από το μηνιαίο εισόδημά τους!
Στους Πίνακες 5 και 7 παρουσιάζουμε τους συντελεστές στάθμισης για τις ομάδες 7-Μεταφορές και 11-Ξενοδοχεία-Καφέ-Εστιατόρια για να καταδειχτεί για μια ακόμη φορά, μέσα από την απλή ανάγνωσή τους, ότι η ΕΛΣΤΑΤ κατασκευάζει ιδεατά καταναλωτικά πρότυπα που δεν έχουν καμία σχέση με το καταναλωτικό πρότυπο της εργατικής τάξης και της φτωχολογιάς της πόλης και του χωριού.