Οπως ανακοινώθηκε από την Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα, «παρουσία της Α.Ε. Προέδρου της Δημοκρατίας κυρίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου θα πραγματοποιηθεί την Κυριακή 9 Μαΐου ο εορτασμός της Ημέρας της Ευρώπης – ο οποίος φέτος συμπίπτει με την επέτειο των 40 ετών από την ένταξη της Ελλάδας στην Ε.Ε. – που διοργανώνεται από την Περιφέρεια Αττικής με πρωτοβουλία της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα. Λόγω των αυξημένων μέτρων προστασίας από την πανδημία, ο εορτασμός θα περιοριστεί στην έπαρση της Ελληνικής Σημαίας και της σημαίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Στη λιτή τελετή την Ευρωπαϊκή Ενωση θα εκπροσωπήσει ο Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μαργαρίτης Σχοινάς και θα παραστούν εκπρόσωποι της πολιτειακής, πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας της χώρας».
Η πανδημία του κοροναϊού σας πρόσφερε ένα φερετζέ για να κρύψετε τη γύμνια σας. Μόνοι σας θα τα πείτε, όπως τα λέτε εδώ και χρόνια τέτοια μέρα. Απορούμε μόνο πώς δε σκεφτήκατε να καλέσετε και τη… διεθνούς φήμης σοπράνο να τραγουδήσει τον εθνικό ύμνο και την Ωδή στη Χαρά των Μπετόβεν-Σίλερ, που την κάνατε ύμνο της ΕΕ. Το μουσικό καρακιτσαριό θα ταίριαζε απόλυτα στο πολιτικό καρακιτσαριό.
Στις 9 Μάη δε γιορτάζουμε, βέβαια, τη «μέρα της Ευρώπης». Το παλεύουν εδώ και χρόνια να το καθιερώσουν, σπρώχνουν χρήμα, οργανώνουν φιέστες, μόνοι τους τα λένε μόνοι τους τ’ ακούνε. Στην Ιστορία, ό,τι γράφει δεν ξεγράφει. Ενα ιστορικό γεγονός μπορείς να το διαστρεβλώσεις, να το κρίνεις έτσι ή αλλιώς, δεν μπορείς όμως να το διαγράψεις. Ούτε να το καπελώσεις με ένα ήσσονος σημασίας γεγονός, όπως είναι η Διακήρυξη Ρομπέρ Σουμάν.
Ο,τι και να κάνετε, η 9η Μάη είναι και θα παραμείνει η Μέρα της Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών. Και σύμβολό της είναι θα παραμείνει η κόκκινη σημαία με το σφυροδρέπανο, καρφωμένη στην κορυφή του Ράιχσταγκ στο Βερολίνο, στην καρδιά του ναζιστικού τέρατος. Τιμώντας αυτή την κοσμοϊστορική επέτειο, υποκλινόμαστε ευλαβικά στα μνημεία αυτών που έπεσαν στον αγώνα.
Στις 9 Μάη του 1945, η ναζιστική Γερμανία συνθηκολόγησε άνευ όρων και ουσιαστικά επήλθε το τέλος του φασιστικού άξονα (η Ιαπωνία θα συνθηκολογήσει λίγους μήνες αργότερα). Ηδη από τα τέλη του Απρίλη ο Κόκκινος Στρατός είχε μπει στο Βερολίνο και έδωσε έτσι το τέλος ενός πολυετούς και αιματηρού πολέμου (περίπου 50 εκατομμύρια νεκροί). Η φασιστική μηχανή που αιματοκύλησε τους λαούς είχε πλέον ηττηθεί. Η κόκκινη σημαία καρφωμένη στο Ράιχσταγκ έδειχνε ποιοι ήταν αυτοί που συνεισέφεραν περισσότερο από όλους σ’ αυτή τη νίκη.
Την ίδια μέρα, σε διάγγελμά του ο Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς Στάλιν έλεγε:
«Πριν από τρία χρόνια ο Χίτλερ δήλωσε δημόσια πως μέσα στα καθήκοντά του περιλαμβάνεται και ο διαμελισμός της Σοβιετικής Ενωσης και η απόσπαση από αυτή του Καυκάσου, της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας, των Βαλτικών και άλλων περιοχών. Δήλωσε ξεκάθαρα: ‘‘Θα εξοντώσουμε τη Ρωσία ώστε να μην μπορέσει ποτέ πια να σηκωθεί’’. Αυτό ήταν πριν τρία χρόνια. Δεν ήταν όμως τυχερό να πραγματοποιηθούν οι παράφρονες ιδέες του Χίτλερ. Η πορεία του πολέμου τις εξανέμισε. Στην πραγματικότητα έγινε κάτι εντελώς αντίθετο από αυτό που έλεγαν μέσα στο παραλήρημά τους οι χιτλερικοί. Η Γερμανία τσακίστηκε κατακέφαλα. Τα γερμανικά στρατεύματα συνθηκολογούν. Η Σοβιετική Ενωση πανηγυρίζει τη νίκη, αν και δεν ετοιμάζεται ούτε να διαμελίσει, ούτε να εκμηδενίσει τη Γερμανία».
Σ’ αυτά τα λόγια του σοβιετικού ηγέτη αντικαθρεφτίζονται με χαρακτηριστικό τρόπο δυο κόσμοι. Από τη μια ο κόσμος του κεφαλαίου (ο φασισμός ήταν η ανοικτή τρομοκρατική δικτατορία των πιο αντιδραστικών, σοβινιστικών και ιμπεριαλιστικών στοιχείων του χρηματιστικού κεφαλαίου, όπως σωστά τον είχε ορίσει η Κομμουνιστική Διεθνής) και από την άλλη ο κόσμος του προλεταριάτου και των λαών, όπως τον εκπροσωπούσε η πρώτη σοσιαλιστική χώρα που γνώρισε η Ιστορία.
Είναι αδιαμφισβήτητο ιστορικό γεγονός (όσο κι αν οι ανά τον κόσμο αστοί κάνουν το παν για να το θολώσουν), ότι δε θα μπορούσε να κερδηθεί ο πόλεμος αν δεν υπήρχαν η ΕΣΣΔ και οι κομμουνιστές. Η Σοβιετική Ενωση με τον Κόκκινο Στρατό υπήρξε παράδειγμα απαράμιλλου ηρωισμού. Οι θυσίες της ήταν αμέτρητες, από τα εκατομμύρια των νεκρών ως τις κατεστραμμένες πόλεις και χωριά, τους ανάπηρους και τα ορφανά.
Μόνο ένας λαός σαν το σοβιετικό μπορούσε να επιδείξει τέτοιο μεγαλείο. Γιατί ο πόλεμος αυτός ήταν για τους σοβιετικούς ένας δίκαιος πόλεμος απέναντι στο ναζιστικό κτήνος που αντιπροσώπευε την αντεπανάσταση, ήθελε να αφανίσει τους μπολσεβίκους και να επαναφέρει το καθεστώς που κουμάντο έκανε ο βιομήχανος και ο τσιφλικάς με τη βοήθεια δικαστών και χωροφυλάκων. Αυτά αποτελούσαν παρελθόν για το σοβιετικό λαό.
Εδώ πρέπει να υπογραμμιστεί η σημασία της σοβιετικής εξουσίας και του Κομμουνιστικού Κόμματος στη διεξαγωγή του αντιφασιστικού αγώνα. Γιατί η πολύ υψηλού βαθμού ηθικοπολιτική ενότητα που υπήρχε μεταξύ κυβέρνησης και λαού είναι παράγωγο των έργων του μπολσεβίκικου κόμματος για την οικοδόμηση του σοσιαλιστικού συστήματος που διαρκώς αναπτυσσόταν. Ο λαός είχε δει τα θετικά του μη εκμεταλλευτικού συστήματος και τον αγώνα των κομμουνιστών, γι’ αυτό και τους είχε πλήρη εμπιστοσύνη.
Στις 24 Μάη, λίγες μέρες μετά την υπογραφή της συνθηκολόγησης, ο Ι.Β. Στάλιν είχε πει σε μια εκδήλωση προς τιμή των διοικητών του Κόκκινου Στρατού:
«Η κυβέρνησή μας δεν έκανε λίγα λάθη. Υπήρξαν στιγμές που η κατάσταση ήταν απελπιστική, το 1941-1942, τότε που υποχωρώντας ο στρατός μας εγκατέλειπε τα πάτρια χωριά και τις πόλεις της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας, της Μολδαβίας, της επαρχίας του Λένινγκραντ, των βαλτικών χωρών, της Καρελοφινλανδικής δημοκρατίας. Και τα εγκατέλειπε γιατί δεν υπήρχε άλλη διέξοδος.
Ενας άλλος λαός θα μπορούσε να πει στην κυβέρνηση του: δε δικαιώσατε τις προσδοκίες μας, φύγετε από ‘δω, θα βάλουμε άλλη κυβέρνηση που θα κλείσει ειρήνη με τη Γερμανία και θα μας εξασφαλίσει ησυχία. Ο ρωσικός λαός όμως δεν το έκανε, γιατί πίστευε στην ορθή πολιτική της κυβέρνησής του και υποβλήθηκε σε θυσίες για να εξασφαλίσει τη συντριβή της Γερμανίας. Και η εμπιστοσύνη αυτή του ρωσικού λαού προς τη σοβιετική κυβέρνηση αποτέλεσε την αποφασιστική εκείνη δύναμη που εξασφάλισε την ιστορική νίκη ενάντια στον εχθρό της ανθρωπότητας, ενάντια στο φασισμό.
Ευχαριστώ το ρωσικό λαό γι’ αυτή την εμπιστοσύνη. Στην υγειά του ρωσικού λαού».
Τα λόγια αυτά του Ι.Β. Στάλιν περιγράφουν με συνοπτικό τρόπο τη σημασία ενότητας λαού-κυβέρνησης.
Η συμβολή των κομμουνιστών στην αντιφασιστική νίκη δεν περιορίζεται όμως στα όρια της ΕΣΣΔ. Στις χώρες της Ευρώπης δημιουργήθηκαν αντάρτικοι στρατοί και αντιστασιακές ομάδες, με τους κομμουνιστές να είναι πρωτεργάτες και να δίνουν ξεκάθαρα το στίγμα τους σε αυτά τα κινήματα. Από τα παρτιζάνικα κινήματα της Ελλάδας, της Αλβανίας, της Γιουγκοσλαβίας και αλλού, μέχρι τον Λαϊκό Στρατό της Κίνας (που πολεμούσε τους γιαπωνέζους φασίστες εισβολείς), οι κομμουνιστές υπήρξαν η ψυχή και η καρδιά του αντιφασιστικού αγώνα και αυτό δεν μπορεί να σβηστεί από την Ιστορία.
Η αστική τάξη, βέβαια, κάνει προσπάθειες να παραποιήσει την ιστορία και να σβήσει όχι μόνο την προσφορά των κομμουνιστών στη νίκη αλλά ακόμα και τον αντιφασιστικό χαρακτήρα του πολέμου, ο οποίος χωρίς την ΕΣΣΔ και το αντιφασιστικό αίσθημα και αγώνα των λαών της υφηλίου θα ήταν απλά ένας ιμπεριαλιστικός πόλεμος για το μοίρασμα της Γης. Η Ευρωπαϊκή Ενωση από το 1985 μετονόμασε την Ημέρα της Αντιφασιστικής Νίκης σε «Ημέρα της Ευρώπης». Μια γενική νεφελώδης ονομασία που έχει ως σκοπό να αποσυνδέσει τη νίκη απέναντι στη Γερμανία από τον αντιφασισμό. Για να κρύψει το γεγονός ότι ο φασισμός έχει ως μήτρα το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα.
Εδώ είναι ένας ακόμα τομέας που αστοί ιστορικοί και διάφοροι ακαδημαϊκοί, δεκαετίες τώρα, προσπαθούν να θολώσουν τα νερά, παρουσιάζοντας το φασισμό σαν ένα σύστημα «έξω και πέρα» από τον καπιταλισμό. Με αερολογίες και γενικότητες περί του ιερού θεσμού της δημοκρατίας και της ελευθερίας των ιδεών πετάνε τη μπάλα στην εξέδρα.
Ο πιο σωστός θεωρητικά ορισμός για το τι είναι και τι αντιπροσωπεύει ο φασισμός δόθηκε από την Κομμουνιστική Διεθνή: «Ο φασισμός είναι μια φανερά τρομοκρατική δικτατορία των πιο αντιδραστικών, των πιο σωβινιστικών, των πιο ιμπεριαλιστικών στοιχείων του χρηματιστικού κεφαλαίου… Ο φασισμός δεν είναι μια διακυβέρνηση πάνω από τάξεις, ούτε μια διακυβέρνηση της μικροαστικής τάξης ή του κουρελοπρολεταριάτου ενάντια στο χρηματιστικό κεφάλαιο. Ο φασισμός αποτελεί την ίδια την εξουσία του χρηματιστικού κεφαλαίου. Είναι η οργάνωση της τρομοκρατικής καταπίεσης της εργατικής τάξης και των επαναστατικών στρωμάτων της αγροτιάς και της διανόησης. Στην εξωτερική πολιτική ο φασισμός, υποδαυλίζοντας το μίσος απέναντι στα άλλα έθνη, αντιπροσωπεύει τον επιθετικό μιλιταρισμό στην πιο κτηνώδη μορφή του».
Τη νίκη απέναντι σε ένα τέτοιο σάπιο σύστημα γιορτάζουν οι λαοί της υφηλίου κάθε 9 Μάη και τιμούν τη μνήμη όσων αγωνίστηκαν και όσων έπεσαν και όχι την «Ημέρα της Ευρώπης».