Καμάρωνε στη Βουλή την περασμένη Τρίτη ο Λοβέρδος: Πέντε υπουργοί του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ δεν ψηφίσαμε το 50+1 για την απεργία, μολονότι μας το ζητούσε η τρόικα, κι έρχεστε τώρα και το ψηφίζετε εσείς.
Ο Μπουμπούκος έβγαζε το άχτι του: Πόσο ξεφτίλες είστε! Εγώ ήρθα για να ψηφίσω με χαρά αυτή τη διάταξη, αλλά εσείς θα σηκώσετε το χεράκι και θα ψηφίσετε για να μη χάσετε τις καρέκλες.
Ο Παππάς προσπαθούσε να πετάξει τη μπάλα στην εξέδρα, ενώ ο Κυρίτσης (που τον προκάλεσε προσωπικά ο Μπουμπούκος) δήλωσε ξεδιάντροπα ότι «η κυβέρνηση διαπραγματεύεται και πετυχαίνει αυτό το οποίο κάθε φορά θεωρεί ότι είναι το καλύτερο το οποίο μπορεί να πετύχει κοιτάζοντας τα πράγματα από την πλευρά της περιφρούρησης των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων»!
Η συγκεκριμένη ρύθμιση, που βάζει εμπόδια στην άσκηση του δικαιώματος της απεργίας, για να τα βρουν μπροστά τους οι εργάτες όταν ξαναμπορέσουν να βγουν στην ταξική πάλη, δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Είναι γνωστή εδώ και έξι χρόνια. Απλώς «έλαχε» στη συγκυβέρνηση των Τσιπροκαμμένων να νομοθετήσουν αυτό που οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις ανέβαλαν.
Δεν είναι παρά το κερασάκι στην τούρτα της κινεζοποίησης. Τώρα, όλο το παγόβουνο είναι έξω από το νερό και το βλέπουμε όλοι.
Από αυτό εδώ το μετερίζι της ταξικής αλήθειας «φωνάζουμε» από το 2010 πως το χρέος δεν είναι παρά ένα εργαλείο για την προώθηση της κινεζοποίησης του ελληνικού λαού. Οτι το έκτακτο καθεστώς που επιβλήθηκε μέσα από μια σκυταλοδρομία νομοθετικών ρυθμίσεων, κάθε άλλο παρά έκτακτο είναι. Η κινεζοποίηση δεν είναι ένα σύνολο πρόσκαιρων μέτρων με σκοπό «να συμμαζευτεί η κατάσταση» και «να αντιμετωπιστεί η κρίση», αλλά είναι στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου.
Η νομοθετική ρύθμιση για την κήρυξη απεργίας, που αυτή τη στιγμή φαντάζει ως άνευ ή μικρής σημασίας (δεν έχουμε δα οργασμό απεργιών σε επίπεδο πρωτοβάθμιων σωματείων), είναι δηλωτική της αποφασιστικότητας του κεφαλαίου να θωρακίσει την κινεζοποίηση. Να χρησιμοποιήσει τη δύναμη του κράτους για να τσακίσει κάθε μορφή ταξικής αντίστασης, όταν και όπου αυτή εμφανιστεί. Υπάρχουν άλλωστε και τα δικαστήρια, που βγάζουν κάθε απεργία παράνομη, και τα ΜΑΤ που επεμβαίνουν για να προστατεύσουν το δικαίωμα στην απεργοσπασία.
Οι παλαιότερες γενιές εργατών τα έχουν ξαναζήσει αυτά. Και είναι αυτές που με τους αγώνες τους πέτυχαν να υπάρξουν κάποιες ελάχιστες εγγυήσεις αποτυπωμένες στην εργατική και την ασφαλιστική νομοθεσία. Είναι αυτές που ξηλώνονται η μία μετά την άλλη. Οι νεότερες γενιές, αυτές που είναι ενεργές σήμερα (με δουλειά ή στην ανεργία) οφείλουν να τις ξανακατακτήσουν, χτίζοντας ένα καινούργιο κίνημα, στηριγμένο σε ταξική βάση.
Οταν λέμε «τέρμα πια οι αυταπάτες» δεν αναφερόμαστε στις αυταπάτες για τον ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν περιμέναμε την τροπολογία της Αχτσιόγλου για να το πούμε αυτό. Τρία χρόνια σκληρής μνημονιακής πολιτικής είν' αυτά. Αναφερόμαστε στις αυταπάτες που γεννά η λογική «μπόρα είναι θα περάσει». Δεν είναι μπόρα για να περάσει. Είναι μόνιμη κατάσταση η κινεζοποίηση. Και δεν πρόκειται ν' αλλάξει τίποτα, αν δεν το αλλάξει η εργατική τάξη. Με το μόνο μέσο που πάντοτε φέρνει τις αλλαγές, μικρές ή μεγάλες: με σκληρό ταξικό αγώνα.