Το κινηματογραφικό ντεμπούτο του εβραϊκής καταγωγής ούγγρου σκηνοθέτη αφορά στο ολοκαύτωμα των εβραίων από τους ναζί στο β' παγκόσμιο πόλεμο. Ο Νέμες επέλεξε να εστιάσει στην ιστορία ενός συγκεκριμένου προσώπου, του Σαούλ, κι όχι να επιχειρήσει μια απόπειρα καταγραφής ή αναπαράστασης της ιστορίας του ολοκαυτώματος.
Ο Σαούλ είναι ούγγρος εβραίος κρατούμενος στο Αουσβιτς και μέλος της ομάδας Sonderkommando, η οποία ήταν αναγκασμένη να βοηθά τους ναζί στις μεγάλης κλίμακας εκτελέσεις. Εφερναν τις νέες φουρνιές φυλακισμένων στα κτίρια των θαλάμων αερίων, τους έβγαζαν τα ρούχα, διασφάλιζαν ότι είναι όλοι εκεί και τους οδηγούσαν στους θαλάμους αερίων. Eπειτα, έπρεπε να παίρνουν και να καίνε τα πτώματα και να καθαρίζουν το χώρο. Τα μέλη της ομάδας αυτής είχαν κάποια μικρά προνόμια, αλλά ανά τακτά χρονικά διαστήματα εξολοθρεύονταν, ώστε να μην υπάρχουν μαρτυρίες για τα όσα συνέβαιναν εκεί.
Ο Σαούλ, λοιπόν, θέτει σκοπό της ζωής του να θάψει το νεκρό σώμα ενός μικρού αγοριού, το οποίο θεωρεί παιδί του. Σε όλη την ταινία παρακολουθούμε την απεγνωσμένη προσπάθειά του να εξασφαλίσει σ' αυτό το παιδί μία νεκρώσιμη ακολουθία κι έναν τάφο, όπως του πρέπει.
Η κάμερα του Νέμες είναι εστιασμένη συνεχώς στο πρόσωπο του πρωταγωνιστή (τον οποίο υποδύεται εκπληκτικά ο Γκέζα Ρόχινγκ), ενώ πίσω του ο θεατής βλέπει να συμβαίνουν τα πιο φρικτά πράγματα. Ο Νέμες επιλέγει να τα παρουσιάζει στο φόντο και μάλιστα συχνά αρκετά θολά, μην αναζητώντας μια πιο καθολική παρουσίαση των γεγονότων, αλλά συνεχώς καλώντας και υπενθυμίζοντας στο θεατή την υποκειμενική βίωση εκείνης της κατάστασης από τον συγκεκριμένο ήρωα.
Η εμμονή αυτή του ήρωα στην αποστολή του φτάνει σε ακραία επίπεδα. Στην αρχή αντιμετωπίζεται ως στοιχείο αξιοπρέπειας και ανθρωπιάς, που δίνει νόημα στη ζωή του ήρωα, άρα τον βοηθά ως προς την επιβίωσή του. Καθώς περνά όμως η ώρα, η εμμονή αυτή τον οδηγεί στο να κρεμάσει τους υπόλοιπους, ενώ ετοίμαζαν εξέγερση… Αυτή η ακραία εμμονή, ενώ στην αρχή μπορεί να δημιουργεί οίκτο ή συμπόνοια, τελικά φτάνει να προκαλεί θυμό, γεγονός μάλλον έξω από τις προθέσεις του σκηνοθέτη (αν κρίνουμε από κάποιες συνεντεύξεις του). Ο Αντώνης, ήρωας του Καμπανέλλη στο «Μαουτχάουζεν», λέει ότι για να αντέξεις πρέπει να έχεις μια κρούστα τρέλας γύρω από το μυαλό. Ισως, ο πρωταγωνιστής να οδηγείται εκεί, βλέποντας μια σανίδα σωτηρίας (βέβαια ο Αντώνης του Καμπανέλλη δεν έχει καμία σχέση με τον Σαούλ του Νέμες).
Για τη δημιουργία της ταινίας, ο Νέμες έχει στηριχτεί (δεν ξέρουμε σε ποιο βαθμό) σε μαρτυρίες από μέλη εκείνης της ομάδας των κρατουμένων των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Είναι αρκετά ενδιαφέρον το γεγονός ότι σπάνια βλέπουμε σε ανάλογης θεματικής έργα (κινηματογραφικά ή μη) προσέγγιση ή αναφορά σχετική με εξέγερση ή απόπειρα αντίδρασης στους ναζί. Συνήθως έχουμε να κάνουμε με εβραίους θύματα, που εμφανίζονται σα να μην είχαν άλλη επιλογή.
Μια μικρή αναφορά στον τρόπο που χρησιμοποιείται ο ήχος είναι αναγκαία. Οι ήχοι που υποδηλώνουν τη συνεχόμενη δουλειά του εργοστασίου παραγωγής πτωμάτων είναι συνεχείς, ακόμα και αν η εικόνα δεν επιτρέπει την άμεση σύνδεση με μια συγκεκριμένη διαδικασία. Η επιλογή αυτή, ίσως είναι η πιο έντονη εμπειρία του θεατή, που τον ρουφά στη φρίκη, καθότι δεν του αφήνει δευτερόλεπτο ησυχίας, υποδηλώνοντας έτσι τη συνεχή και αδιάλειπτη προσπάθεια εξόντωσης ανθρώπων.
Ο Νέμες χρωστάει πολλά στον Μπέλα Ταρ, στο πλευρό του οποίου ήταν για δυο χρόνια ως βοηθός. Η ταινία αυτή (ανάμεσα σ' άλλα) κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στις Κάννες και είναι υποψήφια για Οσκαρ ξένης ταινίας.
Ελένη Π.








