Με το που πέρασε το πρώτο σοκ από την καταστροφική πυρκαγιά της Πάρνηθας και οι κάτοικοι του λεκανοπέδιου άρχισαν να συνηθίζουν στην ιδέα, η κυβέρνηση άρχισε το επικοινωνιακό «μάζεμα», προκειμένου με ψεύτικες υποσχέσεις να μειώσει το δικό της πολιτικό κόστος. Τα ζητήματα που τίθενται είναι πάρα πολλά και είναι αδύνατο να καλυφθούν στον περιορισμένο χώρο που διαθέτει η «Κ». Θα προσπαθήσουμε, λοιπόν, να σταθούμε στα βασικότερα απ’ αυτά, δεσμευόμενοι ότι θα επανέλθουμε. Αλλωστε, οι αναγνώστες μας γνωρίζουν καλά ότι τα θέματα που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος απασχολούν μόνιμα τις στήλες της «Κ».
♦ Εξαπάτηση
«Οπου υπήρχε δάσος θα γίνει δάσος και τα δάση που καταστράφηκαν θα αποκατασταθούν στο σύνολό τους, χωρίς να χαθεί ούτε μια σπιθαμή», δήλωσε με το γνωστό δημαγωγικό του ύφος ο Καραμανλής. Οσοι έχουν και μικρή έστω επαφή με τα θέματα των δασών κατάλαβαν αμέσως πόση απάτη και πόση υποκρισία, πόση «πουστιά» -για να το πούμε λαϊκά- κρύβεται πίσω απ’ αυτή τη φράση του Καραμανλή.
«Οπου υπήρχε δάσος» πότε; Τη μέρα που έπιασε η φωτιά; Και τι γίνεται με τις περιοχές που είχαν καεί πριν και ουδέποτε αναδασώθηκαν; Ποιο είναι το σημείο αφετηρίας για να χαρακτηριστεί μια έκταση δάσος ή δασική; Ολο το παιχνίδι σ’ αυτά παίζεται. Ολες οι νομιμοποιήσεις καταπατημένων δασικών εκτάσεων έτσι έχουν γίνει, με τελευταίο παράδειγμα αυτό της περιοχής Ραφήνας-Ν. Βουτζά, για την οποία επαίρεται μάλιστα η κυβέρνηση της ΝΔ (βλέπε στη διπλανή σελίδα).
Εδώ δεν χρειάζεται να κάνουμε εικασίες. Ούτε να ανατρέξουμε στις αποχαρακτηρίσεις τεράστιων δασικών εκτάσεων που έχουν γίνει μέχρι τώρα. Η πρόθεση της κυβέρνησης να αναθεωρήσει το άρθρο 24 του Συντάγματος αποκαλύπτει τις πραγματικές της προθέσεις για τα δάση και τις δασικές εκτάσεις. Δυο είναι τα σημεία-κλειδιά της προωθούμενης αναθεώρησης. Πρώτο, η μεταφορά της ημερομηνίας-βάσης για τον ορισμό του δάσους στο 1975 έναντι του 1945, με την οποία θα αποχαρακτηριστούν δεκάδες χιλιάδες στρέμματα δάσους και δασικών εκτάσεων. Δεύτερο, η εισαγωγή ως «λόγου δημοσίου συμφέροντος» για την παράκαμψη της δασικής νομοθεσίας και του «χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού». Ο Γ. Σουφλιάς, ο άνθρωπος στον οποίο ανατέθηκε η αποκατάσταση της Πάρνηθας, είναι ο αρχιτέκτονας και των δυο αυτών ρυθμίσεων. Δασοκτόνο τον χαρακτηρίζαμε πριν ελάχιστες εβδομάδες σ’ ένα άρθρο της «Κ», αναφερόμενοι στις απόψεις που ανοιχτά έχει εκφράσει στη Βουλή. Ουδέποτε έκρυψε ότι βάζει την καπιταλιστική ανάπτυξη πάνω από την προστασία του δάσους. Και πριν μερικές μέρες το ΣτΕ τού έστειλε πίσω το προεδρικό διάταγμα που έφτιαξε για την επέκταση της δόμησης στην Πάρνηθα!
Με τέτοιες θεμελιακές αντιλήψεις για τα δάση και τις δασικές εκτάσεις πιστεύει κανείς ότι και κάποια «φιλέτα» της Πάρνηθας δεν θα περάσουν σε «αναπτυξιακούς» φορείς (καπιταλιστικές επιχειρήσεις και οικοδομικούς συνεταιρισμούς), για να γίνουν τσιμέντο και τούβλα;
Υπάρχει, βέβαια, και η άλλη πλευρά. Η μη υλοποίηση των προγραμμάτων αναδάσωσης. Κυκλοφόρησαν κάποιοι πίνακες με στοιχεία του υπουργείου Γεωργίας, που δείχνουν ότι μόνο 1 στα 11 καμένα στρέματα δάσους αναδασώνεται. Εμείς θέλουμε να είμαστε δίκαιοι, δεν μας αρέσει ο φτηνός εντυπωσιασμός. Οι πίνακες αυτοί δεν έχουν επιστημονική βάση, διότι καταγράφουν μόνο τις εκτάσεις στις οποίες έγινε τεχνητή αναδάσωση (με φύτευση δενδρυλλίων), ενώ υπάρχουν δάση που αναδασώνονται μόνα τους, με φυσική αναγέννηση, που είναι προτιμότερη από τη δεντροφύτευση. Ομως, έστω και λειψοί, αυτοί οι πίνακες δείχνουν την κατάσταση που επικρατεί. Δεκάρα τσακιστή δεν δίνουν για δημιουργία φυτωρίων και εκτεταμένες αναδασώσεις εκεί που απαιτείται. Οταν μάλιστα αναφερόμαστε στην Πάρνηθα, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η αναδάσωση κοστίζει, γιατί πρώτο δε μπορεί να γίνει με φυσική αναγέννηση (όπως π.χ. η χαλέπιος πεύκη της Χαλκιδικής, που άρχισε να ξαναφυτρώνει από τον επόμενο κιόλας χρόνο) και δεύτερο αφορά έλατα, που είναι σκιόφυτα, δηλαδή πρέπει να φυτρώσουν κάτω από τη σκιά άλλων δέντρων.
Ολα αυτά, λοιπόν, δεν είναι παρά μια κακοστημένη επιχείρηση εξαπάτησης. Σκέτη προπαγάνδα. Κακοστημένη είναι η επιχείρηση γιατί όλ’ αυτά τα έχουμε ξανακούσει και στο παρελθόν. Ποιος δεν θυμάται, για παράδειγμα, το πρόγραμμα με το βαρύγδουπο τίτλο «Αττική SOS», που είχε εξαγγείλει το 1994 ο «Σουφλιάς του ΠΑΣΟΚ», ο Κ. Λαλιώτης, σύμφωνα με το οποίο την εξαετία 1994-99 θα αναδασώνονταν 850.000 στρέμματα στην Αττική, για να διαμορφωθεί «πράσινη ζώνη γύρω από τον αστικό ιστό αυξάνοντας το περιαστικό πράσινο από 19% σε 51%»; Λίγο πριν την εκπνοή της εξαετίας, ρωτήθηκε ο τότε υπουργός Γεωργίας Στ. Τζουμάκας πόσες αναδασώσεις έκανε στα δυο χρόνια της υπουργίας του και απάντησε με ειλικρίνεια (ή κυνισμό, αν προτιμάτε): ««Ελάχιστες. Διότι τα διαθέσιμα χρήματα ήταν λίγα, και πραγματοποιήσαμε περισσότερο έργα υποδομής, φράγματα, δρόμους κλπ.» («Βήμα», 12.7.1998). Φυσικά, ούτε έργα υποδομής έκαναν κι αυτό φάνηκε καθαρά και στην Πάρνηθα και στο Πήλιο και στον Κίσσαβο, όπου είχαν κλείσει, λόγω μη συντήρησης, ακόμα και οι δασικοί δρόμοι από τους οποίους θα είχαν πρόσβαση οι πυροσβεστικές δυνάμεις.
Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για αναστροφή της κατάστασης μόνο αν παιρνόταν ως βάση η αποτυπωμένη κατάσταση του 1945 και έμπαινε μπροστά ένα πρόγραμμα αποκατάστασης των δασών σ’ αυτά τα όρια. Με γενναία χρηματοδότηση, βέβαια, και όχι πρόγραμμα σαν αυτά του Λαλιώτη και του Σουφλιά. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν πρόκειται να γίνει. Πρώτο, γιατί τεράστιες δασικές εκτάσεις έχουν μπει στην καπιταλιστική αγορά που κερδοσκοπεί με τη γη και δεύτερο γιατί το κράτος δεν είναι διατεθειμένο να διαθέσει κονδύλια για έργα κοινωνικής προστασίας, όπως είναι η προστασία και η αναζωογόνηση του δασικού πλούτου της χώρας μας.
♦ Ποια Χαλκιδική;
Η Ραφήνα είναι ο ένας πυλώνας της κυβερνητικής προπαγάνδας και η Χαλκιδική ο άλλος. «Θα εφαρμόσουμε το μοντέλο της Χαλκιδικής», επαναλαμβάνουν το ένα μετά το άλλο τα κυβερνητικά στελέχη. «Αλίμονό τους αν κάνουν τα ίδια και στην Πάρνηθα», λέει ο πρώην νομάρχης Χαλκιδικής («Εθνος», 3.7.07). Ας τον αφήσουμε, όμως, αυτόν, διότι μπορεί να κατηγορηθεί ότι ωθείται από αντιπολιτευτικά κίνητρα. Ας δώσουμε το λόγο σε έναν έγκυρο επιστήμονα, τον διευθυντή του Εργαστηρίου Διευθέτησης Ορεινών Υδάτων του ΑΠΘ καθηγητή Π. Στεφανίδη, που είναι αυτός που επεξεργάστηκε το «μοντέλο» της Χαλκιδικής, μετά τις μεγάλες πυρκαγιές της Κασσάνδρας. «Δεν ανακαλύψαμε κανένα μοντέλο στη Χαλκιδική, ούτε δέκα χρόνια νωρίτερα στο Σέιχ Σου. Η τεχνογνωσία υπάρχει και αυτά που πρέπει να γίνουν είναι δεδομένα. Το σχέδιο ήταν καλό αλλά στην υλοποίηση απέτυχε… Ηρθαν τότε ο Ζαγορίτης και ο Καραμανλής και είπαν για το στολίδι μας και το καμάρι μας τη Χαλκιδική, αλλά δεν έδωσαν φράγκο. Οι δασικές υπηρεσίες δεν έχουν χρήματα για να τρέξουν τα έργα, ο κόσμος είναι αγανακτισμένος και προσεύχεται να μη βρέξει. Αν έπεφτε στην Κασσάνδρα η βροχή που έπεσε πέρυσι τον Οκτώβριο στην Ασπροβάλτα και το Σταυρό, την επόμενη μέρα θα κάναμε ανασκαφές για να βρούμε τους παραλιακούς οικισμούς, κι αυτό που σας λέω δεν είναι υπερβολή» («Εθνος», 3.7.07).
Αυτό είναι το «μοντέλο». Η πραγματικότητα της Κασσάνδρας (και όχι η ψευδής πραγματικότητα που κατασκευάζει η κυβερνητική προπαγάνδα) είναι το μέτρο για να μετρήσουμε τη μελλοντική πραγματικότητα της Πάρνηθας.
Τι ακριβώς έγινε στη Χαλκιδική; Τα στοιχεία που ακολουθούν είναι από δικό μας ρεπορτάζ και είναι απολύτως διασταυρωμένα (όποιος από την κυβέρνηση θέλει ας δοκιμάσει να τα αμφισβητήσει). Ανατέθηκαν 4 μελέτες για έργα προστασίας, κόστους 300.000 ευρώ. Οι μελέτες προέβλεπαν τρία στάδια εξέλιξης των έργων. Στο πρώτο στάδιο θα γίνονταν αντιδιαβρωτικά έργα με την κατασκευή κλαδοπλεγμάτων και κορμοπλεγμάτων, με υλικό από τα καμένα δέντρα. Στο δεύτερο στάδιο θα κατασκευάζονταν αντιπλημμυρικά έργα με ξύλινα και τσιμεντένια φράγματα. Στο τρίτο στάδιο θα γίνονταν έργα προστασίας του αναγεννώμενου δάσους (αντιπυρικές ζώνες, καθαρισμός ρεμάτων κ.λπ.).
Απ’ αυτά τα τρία στάδια πραγματοποιήθηκε μόνο το πρώτο, το οποίο ανατέθηκε στους έμπειρους σε τέτοιες εργασίες δασικούς συνεταιρισμούς. Διατέθηκαν 1.200.000 ευρώ και με τα χίλια ζόρια άλλες 800.000, συνολικά 2 εκατ. ευρώ. Το δεύτερο στάδιο, από την ολοκλήρωση του οποίου εξαρτάται η ασφάλεια των οικισμών της Σκιώνης, του Πευκοχωρίου, της Χανιώτης και του Πολύχρονου, ακόμα δεν έχει ξεκινήσει και οι κάτοικοι της Κασσάνδρας θα βγάλουν και δεύτερο χειμώνα προσευχόμενοι να μη βρέξει και τους πάρουν τα ρέματα. Το προϋπολογισθέν κόστος αυτής της φάσης είναι 10.000.000 ευρώ, όμως στο ΠΕΠ (Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα) Κεντρικής Μακεδονίας υπάρχουν μόνο 1.200.000 ευρώ. Ετσι, προκηρύχτηκε μόνο ένα κομμάτι των έργων. Οσο για το τρίτο στάδιο, αυτό απλώς το ονειρεύονται οι κάτοικοι της Κασσάνδρας. Και τα νεαρά δέντρα που ήδη έχουν φυτρώσει (φωτογραφίες μπορεί κανείς να δει στο site της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας) αντιμετωπίζουν την απειλή και μιας νέας πυρκαγιάς, εκτός από αυτή της πλημμύρας. Κι ύστερα, έχουν το θράσος να μιλούν για «μοντέλο» οι αλήτες.