Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας όχι μόνο συνεχίζει το κυβερνητικό παραμύθι, ότι θα μειώσει τη φαρμακευτική δαπάνη των ασφαλιστικών ταμείων χωρίς να φορτώσει στους εργαζόμενους ένα σημαντικό μέρος της, αλλά φτάνει στο σημείο να ισχυρίζεται ότι θα διπλασιάσει τη μείωση από 1,2 σε 2,5 δισ. ευρώ το χρόνο! Σ’ αυτό το ύψος ανέβασε τη μείωση η υπουργός Εργασίας Λ. Κατσέλη, στη συνέντευξη της περασμένης Τρίτης, κωφεύοντας προκλητικά σε σειρά ερωτημάτων που της τέθηκαν και αποσκοπούσαν να αποδείξουν, ότι το μάρμαρο θα το πληρώσουν οι εργαζόμενοι.
Σ’ ένα «άτυπο ενημερωτικό σημείωμα», που μας είχε σταλεί από το γραφείο Τύπου του υπουργείου Εργασίας, την παραμονή της συνέντευξης αυτής, (η υπουργός μας ζητούσε να το αποδώσουμε σε κύκλους και όχι στην ίδια) ισχυριζόταν ότι «μέχρι τώρα (δηλαδή μέχρι τις 4 Οκτώβρη) έχουν εξοικονομηθεί 500 εκατ. ευρώ». Σύμφωνα, όμως, με τους πίνακες που συνόδευαν το «άτυπο ενημερωτικό σημείωμα», η μείωση ανερχόταν σε 148 εκατ. ευρώ. Μετά την επισήμανση αυτής της αλχημείας, η Λ. Κατσέλη μας απάντησε ότι η μείωση των 500 εκατ. ευρώ θα επιτευχθεί στο τέλος του 2010!
Δεν είμαστε μόνο εμείς που, από τότε που ο πρώην υπουργός Εργασίας Α. Λοβέρδος είχε εξαγγείλει την κατά 1,2 δισ. ευρώ μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης, είχαμε αμφισβητήσει το στόχο αυτό και τονίζαμε ότι η μείωση αυτή θα επιτευχθεί με την αύξηση της συμμετοχής των εργαζόμενων και συνταξιούχων στη δαπάνη για τα φάρμακα. Ηταν το μέλος της «Επιστημονικής Επιτροπής» για το ασφαλιστικό Αθ. Λοπατατζίδης που με στοιχεία αποκάλυπτε, από τις πρώτες ακόμη ημέρες των συσκέψεων της Επιτροπής, ότι το φαινόμενο της υποκατάστασης παίρνει τραγικότερες διαστάσεις. Ηταν αυτός που είχε δώσει στη δημοσιότητα κατάλογο με φάρμακα, στον οποίο αναγράφονταν τα τιμολόγια των παλιών και νέων φαρμάκων. Οι διαφορές των τιμών ήταν τεράστιες και παρολαυτά εγκρίνονταν από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Ενα παράδειγμα: Τιμή φαρμάκου (παλιά) για το σακχαρώδη διαβήτη 2,41 ευρώ. Τώρα η τιμή ανέρχεται στα 130,26 ευρώ!
Ηταν ακόμη ο βουλευτής Επικρατείας του ΠΑΣΟΚ Η. Μόσιαλος που το πρώτο διάστημα (δηλαδή πριν του δοθεί πόστο) ήγειρε κι αυτός το ζήτημα της υποκατάστασης των φθηνότερων φαρμάκων από ακριβότερα. Φυσικά, όταν του έδωσαν πόστα, έπαψε να μιλά. Ο Η. Μόσιαλος έλεγε παρουσία του Α. Λοβέρδου: «Η υπόθεση της μείωσης του 20%. Ηδη οι φαρμακευτικές εταιρίες ετοιμάζουν μαζικά υποκατάσταση από φθηνότερα φάρμακα σε ακριβότερα φάρμακα. Επομένως, δεν είναι ελέγξιμο το φαινόμενο της υποκατάστασης, το ένα δισεκατομμύριο δεν πρόκειται να επιτευχθεί» (η επισήμανση δική μας). Ο Α. Λοβέρδος δεν προσπάθησε ποτέ να τον διαψεύσει ή να σπεύσει να δηλώσει, ότι θα βάλει τέλος σ’ αυτή την πρακτική των «φαρμακοτρίφτηδων».
Το ίδιο ζήτημα επεσήμανε και ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Ε. Νασιώκας, που έχει περάσει από το υπουργείο Υγείας: «Θα σας πω μόνο έναν λόγο, που, εκ των πραγμάτων, δημιουργεί πρόβλημα. Η μείωση της τιμής των φαρμάκων, των κλασικών παλιών φτηνών φαρμάκων, των πέντε και έξι ευρώ που θα μειωθεί κατά 20%, θα οδηγήσει σε μεγάλη αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης, διότι αυτά τα φάρμακα θα αποσυρθούν και θα υπάρχει εσωτερική κατεύθυνση να αντικατασταθούν από πολύ ακριβότερα φάρμακα, που θα είναι μεν 20% φθηνότερα, αλλά θα είναι η κατανάλωσή τους πολύ μεγάλη».
Ομως ο Α. Λοβέρδος σιωπούσε προκλητικά, δεν τόλμησε να αμφισβητήσει τους ισχυρισμούς των δύο φιλοκυβερνητικών βουλευτών και επαναλάμβανε μονότονα τους ψεύ-τικους ισχυρισμούς, ότι έχει αυξηθεί η κατανάλωση των φαρμάκων, προκειμένου να καλύψει την πολιτική των φαρμακοβιομηχάνων και εισαγωγέων.
Την ίδια τακτική, δηλαδή της αποσιώπησης, ακολουθεί και η νέα υπουργός Εργασίας Λ. Κατσέλη. Οπως προαναφέραμε, ρωτήθηκε από εμάς την περασμένη Τρίτη για την πολιτική της υποκατάστασης των φτηνών από ακριβά φάρμακα και έκανε πως δεν άκουσε τίποτα. Αλλωστε, τι να έλεγε; Οτι φταίνε οι φαρμακοβιομήχανοι που ακολουθούν την πολιτική της υποκατάστασης των φτηνών από ακριβά φάρμακα και ότι σ’ αυτό οφείλεται η αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης; Είναι δυνατόν να πει κάτι τέτοιο μια υπουργός; Δεν θα κουραστεί να επαναλαμβάνει μονότονα, ότι για την αύξηση της δαπάνης φταίνε οι γιατροί και οι ασφαλισμένοι στα Ταμεία.
Το Σεπτέμβρη του 2010, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) Δ. Φιλιώτης έδωσε μια συνέντευξη στη «Ναυτεμπορική» και ανάμεσα στ’ άλλα αναφέρθηκε και στο ζήτημα της υποκατάστασης των φθηνών από ακριβά φάρμακα: «Οι τελευταίες ρυθμίσεις για τις τιμές , σε συνδυασμό με την επιστροφή της λίστας και την ξαφνική οριζόντια μείωση, μπορεί να αποδειχθούν ότι υπονομεύουν την ομαλή λειτουργία της φαρμακευτικής αγοράς, οδηγώντας στην αντικατάσταση παλαιών και καταξιωμένων φαρμάκων από νεώτερα και ακριβότερα»! (η επισήμανση δική μας).
Την απροκάλυπτη και κυνική αυτή δήλωση του εκπροσώπου των φαρμακοβιομηχάνων δεν τόλμησε να τη σχολιάσει κανένας από τους τρεις συναρμόδιους υπουργούς, Μ. Χρυσοχοΐδης, Λ. Κατσέλη και Α. Λοβέρδος, που κατά τ’ άλλα είναι λαλίστατοι. Την έκαναν κι αυτή γαργάρα. Η δικαιολογία που πρόβαλε ο πρόεδρος των φαρμακοβιομηχάνων για να δικαιολογήσει την πολιτική της υποκατάστασης των φθηνών από ακριβά φάρμακα είναι κάλπικη και καταρρίπτεται εύκολα, γιατί η πολιτική αυτή εφαρμόζεται μόνιμα από τους «φαρμακοτρίφτηδες».
Οι μειώσεις στη φαρμακευτική δαπάνη θα οφείλονται βασικά στο ότι θα κληθούν οι ασφαλισμένοι να πληρώσουν το μάρμαρο. Ηδη αυτό άρχισε να γίνεται, μέσω της κάλυψης της δαπάνης από τους ίδιους μιας σειράς μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων. Και έπεται συνέχεια.