Η απόφαση 2644/2020 του Α’ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων (πρόεδρος Μαρία Λεπενιώτη, μέλη Ανδρέας Ντόκος και Γεσθημανή Τσουλφόγλου), που δημοσιεύτηκε πριν από μερικές μέρες, αντιμετωπίστηκε δημοσιογραφικά με το γνωστό τρόπο της «ξεπέτας». Πρόχειρα δημοσιεύματα, εντελώς αβαθή, αρκούντως αποπολιτικοποιημένα, ίσα-ίσα «για να βγούμε από την υποχρέωση». Τα δημοσιεύματα άφησαν εκτός τα τεράστια ζητήματα που ανοίγει αυτή η απόφαση και αφορούν από τη μια τους διωκτικούς μηχανισμούς και από την άλλη την πολιτική εξουσία. Ετσι, η αναφορά τους σε ιστορική απόφαση ήταν εξοργιστικά κωμική, καθώς δεν άγγιξε καν τα ζητήματα που συγκροτούν την ιστορικότητα της συγκεκριμένης απόφασης.
Το φαινόμενο δεν μας εξέπληξε καθόλου. Με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίστηκε και η δίκη της νεοναζιστικής συμμορίας στα πεντέμισι χρόνια που κράτησε. Αποσπασματικά και εντυπωσιοθηρικά, ως μια δίκη με κάποιο πολιτικό υπόβαθρο και όχι ως μια πολιτική δίκη, χωρίς κανένα ενδιαφέρον για το βασικό επίδικό της, που ήταν (και παραμένει) η αντιμετώπιση του ναζιστικού φαινομένου στην εποχή μας.
Οχι, βεβαίως, με την έννοια ότι ένα αστικό ποινικό δικαστήριο θα απαλλάξει την ελληνική κοινωνία από το άγος και το άχθος του νεοναζισμού, αλλά με την έννοια ότι στην απόφαση αυτού του ποινικού δικαστήριου θα καταγραφόταν –έστω και διαθλασμένα- ο συσχετισμός ανάμεσα στον αντι-φασισμό από τη μια και τον νεο-ναζισμό από την άλλη. Ο οποίος νεοναζισμός δεν είναι μια πυώδης απόφυση της αστικής δημοκρατίας, αλλά είναι η πιο βίαιη, η πιο επιθετική, η πιο εγκληματική πολιτική έκφραση της δικτατορίας του κεφαλαίου.
Ανοιχτά ζητήματα
Το σκεπτικό της απόφασης του Α’ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, που εκτείνεται σε περίπου χίλιες σελίδες (ολόκληρη η απόφαση φτάνει τις 12.746 σελίδες) είναι ένα σημαντικό νομικό και πολιτικό κείμενο. Οχι μόνο από την άποψη των σκέψεων που αναφέρει, αλλά και από την άποψη των προεκτάσεών τους στο νομικό και το πολιτικό επίπεδο.
Για παράδειγμα, στο νομικό επίπεδο, η περιγραφή της ΧΑ ως νεοναζιστικό μόρφωμα, δομημένο με αυστηρή ιεραρχία και πάνω στη βάση της «αρχής του Αρχηγού», ανοίγει το ζήτημα της ηθικής αυτουργίας του αρχηγού Μιχαλολιάκου, των μελών του λεγόμενου πολιτικού συμβουλίου, Παππά, Λαγού, Κασιδιάρη, Παναγιώταρου, Γερμενή και Ματθαιόπουλου (αυτοί οι επτά καταδικάστηκαν ως διευθύνοντες την εγκληματική οργάνωση) και του Πατέλη, ως επικεφαλής του τάγματος εφόδου της Νίκαιας, τουλάχιστον στη στυγνή δολοφονία του Παύλου Φύσσα και στις εξίσου στυγνές απόπειρες δολοφονίας των αιγύπτιων ψαράδων.
Κακώς δεν ασκήθηκε δίωξη και δεν παραπέμφθηκαν οι οκτώ προαναφερθέντες για ηθική αυτουργία. Τώρα, όμως, ενόψει των πρακτικών της δίκης και της εξαιρετικά εμπεριστατωμένης απόφασης του Α’ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, από τα οποία προκύπτει πέραν κάθε αμφιβολίας ζήτημα ηθικής αυτουργίας τουλάχιστον των συγκεκριμένων οκτώ ηγετικών στελεχών του νεοναζιστικού μορφώματος, η ποινική Δικαιοσύνη του ελληνικού αστικού κράτους είναι υποχρεωμένη να πάρει θέση. ‘Η θα κάνει το εκ του νόμου καθήκον της, ασκώντας πρόσθετες ποινικές διώξεις για ηθική αυτουργία σε ανθρωποκτονία και απόπειρες ανθρωποκτονίας (και όχι μόνο) ή θα ακολουθήσει μια γραμμή συγκάλυψης, μετατρέποντας σε «χάδι» την ποινική αντιμετώπιση των νεοναζιστών εγκληματιών.
Ως γνωστόν, εμείς έχουμε εγείρει αυτό το ζήτημα προτού ακόμα ολοκληρωθεί η δίκη (ενδεικτικά: Υπάρχει και ηθική αυτουργία της ηγετικής ομάδας των νεοναζιστών). Επανήλθαμε πρόσφατα, εν αναμονή της καθαρογραφής και δημοσίευσης της δικαστικής απόφασης (Φτάνει η ώρα να παραπεμφθούν και για ηθική αυτουργία τα ηγετικά στελέχη του νεοναζισμού). Γράφαμε χαρακτηριστικά: «Φτάνει το πλήρωμα του χρόνου, καθώς επίκειται η δημοσίευση της απόφασης 2644/2020, με την οποία καταδικάστηκαν οι νεοναζιστές, προκειμένου να παραγγελθεί από την εισαγγελία του Αρείου Πάγου η παραπέρα δικαστική διερεύνηση για την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και τις απόπειρες δολοφονίας των αιγύπτιων ψαράδων, σε βάρος τουλάχιστον οχτώ ηγετικών στελεχών της εγκληματικής οργάνωσης ΧΑ».
Σ’ αυτό το σημαντικό ζήτημα θα επιμείνουμε και με την ευκαιρία θέλουμε να απευθύνουμε έκκληση σε κάθε αντιφασίστα και στις πολιτικές δυνάμεις που έχουν τον αντιφασισμό στα προγράμματά τους να συνταχθούν στην ίδια κατεύθυνση.
Από πολιτική άποψη, η απόφαση 2644/2020 του Α’ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων θέτει καθαρά το μείζον ζήτημα: εγκληματική οργάνωση δεν είναι οι μερικές δεκάδες νεοναζιστές που καταδικάστηκαν στη συγκεκριμένη δίκη, αλλά η ίδια η ΧΑ, ως νεοναζιστικό μόρφωμα κατά τα πρότυπα του γερμανικού εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος. Κίνητρο δε της εγκληματικής της δράσης αποτέλεσε η εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία.
Το συγκεκριμένο σκεπτικό της δικαστικής απόφασης αποτελεί κόλαφο για κάποιους ανοηταίνοντες αντιφασίστες, που σε ανύποπτο χρόνο είχαν υποστηρίξει ότι το δικαστήριο «έκρινε συγκεκριμένους κατηγορούμενους επί τη βάση κατηγορητηρίου για το αν τέλεσαν κάποιες αξιόποινες πράξεις» και κατά συνέπεια οι χρυσαυγίτες «μπορούν να διαδηλώνουν και να εκφέρουν λόγο ως τέτοιοι, εφόσον τηρούν τον νόμο»! Το γαρ πολύ της αυτοπροβολής γεννά… παραλογισμούς.
Κυρίως, όμως, αποτελεί κόλαφο για την πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη (και των κομμάτων της αντιπολίτευσης, που είτε στήριξαν είτε ανέχτηκαν αυτή την πολιτική), που επέτρεψε τη λειτουργία της ΧΑ και των άλλων δύο νεοναζιστικών μορφωμάτων που προέκυψαν από τις διασπάσεις της, με αποκορύφωμα τη νομοθετική ρύθμιση Βορίδη, που νομιμοποίησε την πολιτική παρουσία (και δράση) των νεοναζιστικών μορφωμάτων.
Μετά τη δικαστική απόφαση 2644/2020, το ζήτημα αυτό τίθεται πλέον σε νέα βάση. Εμείς ασφαλώς αισθανόμαστε δικαιωμένοι, καθώς ήμασταν οι μόνοι που έθεσαν εξαρχής το ζήτημα της νόμιμης δράσης μορφωμάτων που έχουν κριθεί ως εγκληματική οργάνωση. Η πολιτική δικαίωση, όμως, είναι το τελευταίο που μας ενδιαφέρει. Το μείζον είναι να γίνει αυτό το ζήτημα υπόθεση του ευρύτερου αντιφασιστικού κινήματος, με στόχο την απαγόρευση των εθνικοσοσιαλιστικών μορφωμάτων.
Τέλος, η δικαστική απόφαση αποτελεί κόλαφο και για κάτι αστούς και μικροαστούς φιλελεύθερος, σαν τον γνωστό Νικόλαο Αλιβιζάτο και τη σκηνοθέτιδα Ανζελίκ Κουρούνης, που με θράσος χιλίων ουρακοτάγκων υποστήριξαν ότι η καταδικαστική απόφαση ήταν αποτέλεσμα εντολής της κυβέρνησης προς τους δικαστές, χωρίς την οποία ενδεχομένως και να αθωώνονταν οι νεοναζιστές! Οταν προτρέψαμε να μείνουν μόνοι με τα αντιδραστικά ιδεολογήματά τους, σημειώσαμε τα εξής:
«Η Κουρούνης ακυρώνει την πολύ σοβαρή δουλιά που έκαναν οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής, τόσο κατά τη διάρκεια της ανάκρισης όσο και κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, η οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο στη λήψη της καταδικαστικής απόφασης του δικαστηρίου για τους νεοναζιστές εγκληματίες.
Η Κουρούνης ελάχιστα παρακολούθησε την ακροαματική διαδικασία και είχε άγνοια του ογκώδους ενοχοποιητικού υλικού της δικογραφίας. Αυτό το υλικό ήταν τόσο πλούσιο που δεν άφηνε περιθώριο στη σύνθεση του Α’ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων να εκδώσει αθωωτική απόφαση. Δεν χρειάζονταν κυβερνητικές παρεμβάσεις για να καταδικαστεί η ΧΑ ως εγκληματική οργάνωση. (Να σημειωθεί ότι αυτά εμείς δεν τα λέμε κατόπιν εορτής. Προτού βγει η δικαστική απόφαση εμείς προεξοφλούσαμε -δημόσια- ότι θα είναι καταδικαστική, γιατί το αποδεικτικό υλικό είναι μονόδρομος για τους δικαστές).
Η Κουρούνης, αγνοώντας πλήρως την πραγματικότητα της δίκης και το ογκώδες αποδεικτικό υλικό, χωρίς να έχει μελετήσει τις αγορεύσεις των συνηγόρων της πολιτικής αγωγής και τη δουλειά όσων δημοσιογράφων καλύπταμε ανελλιπώς την ακροαματική διαδικασία, αυτοαναγορεύεται σε αυτοκρατορικό απεσταλμένο και αποφαίνεται με θράσος ότι η καταδίκη των νεοναζιστών ήταν αποτέλεσμα πολιτικής παρέμβασης της κυβέρνησης στους δικαστές!».
Το σώμα της δικαστικής απόφασης 2644/2020 και ειδικά το εκτενέστατο σκεπτικό της (περίπου χίλιες σελίδες, όπως ήδη αναφέραμε) κάνουν σκόνη τους ανόητους ισχυρισμούς του Αλιβιζάτου και της Κουρούνης και επιβεβαιώνουν πλήρως την εκτίμησή μας. Καλό θα είναι το αντιφασιστικό κίνημα να απαλλαγεί από τέτοιους… αντιφασίστες. Η ανοησία εν προκειμένω είναι επικίνδυνη, καθώς ενισχύει των υπερασπιστικό λόγο των νεοναζιστών.
Για τους λόγους που εν περιλήψει αναφέραμε παραπάνω, θα επιχειρήσουμε μια εκτενή παρουσίαση της σημαντικής απόφασης 2644/2020 του Α’ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, αναδεικνύοντας τις κύριες πλευρές της και τις πολιτικές προεκτάσεις που προκύπτουν. Για να συστηματοποιήσουμε το υλικό, θα δημοσιεύσουμε μια σειρά άρθρων, αρχής γενομένης απ’ αυτό που ήδη διαβάζετε.
Νομικό ξεκαθάρισμα
Στη μείζονα σκέψη της απόφασης 2644/2020 (σελίδες 11038-11050) ξεκαθαρίζονται με εμπεριστατωμένο νομικά τρόπο ορισμένα ζητήματα στα οποία προσπάθησε να πατήσει η υπεράσπιση των νεοναζιστών προκειμένου να ανατρέψει την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης.
Πρώτο, τα σχετικά με τη Σύμβαση του Παλέρμο για το λεγόμενο οργανωμένο έγκλημα που επιδιώκει οικονομικό όφελος. Η δικαστική απόφαση σημειώνει (οι εμφάσεις σε όλα τα αποσπάσματα της απόφασης στο εξής είναι δικές μας):
«Συνεπώς επιβάλλει μεν η Σύμβαση την τιμωρία προσώπων που συστήνουν ή συμμετέχουν σε εγκληματικές οργανώσεις στόχος των οποίων είναι ο προσπορισμός οικονομικού οφέλους, ουδόλως όμως αποκλείει την εξ ίσου αυστηρή τιμωρία προσώπων που συστήνουν ή συμμετέχουν σε εγκληματικές οργανώσεις οι οποίες δρουν με διαφορετικά κίνητρα. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω η ύπαρξη οικονομικού κινήτρου δεν αποτελεί απαραίτητο στοιχείο ποινικού χαρακτηρισμού μιας ομάδας ως εγκληματικής οργάνωσης διότι αυτό θα είχε ως αναπόφευκτη συνέπεια την ουσιαστική ατιμωρησία όσων συμμετέχουν σε ομάδες που διαπράττουν εγκλήματα από μίσος εθνικό, πολιτικό, φυλετικό, θρησκευτικό, σεξουαλικού προσανατολισμού ή άλλης κατάστασης».
Δεύτερο, την ουσία της ένταξης σε εγκληματική οργάνωση ως αυτοτελές αδίκημα. Οι υπερασπιστές των νεοναζιστών υποστήριζαν πως η μη συμμετοχή του Μιχαλολιάκου, των λοιπών ηγετικών στελεχών, των βουλευτών του νεοναζιστικού μορφώματος στα υπό εκδίκαση εγκλήματα (δολοφονία Φύσσα, δολοφονικές επιθέσεις στους αιγύπτιους ψαράδες και στα μέλη του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ κτλ.), σημαίνει ότι αυτοί δεν είναι ένοχοι για συγκρότηση ή ένταξη ή διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης.
Υπάρχει, βέβαια, το αδίκημα της ηθικής αυτουργίας στα προαναφερθέντα εγκλήματα, το οποίο όμως δεν μπορούσε να εξετάσει το δικαστήριο, γιατί δεν είχαν παραπεμφθεί γι’ αυτό. Ανεξάρτητα, όμως, από τη συμμετοχή σε επιμέρους εγκληματικές πράξεις, το αδίκημα της συγκρότησης ή ένταξης ή διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης υπάρχει αυτοτελώς. Σημειώνει η απόφαση:
«Ακόμη, από τις ίδιες διατάξεις συνάγεται, ότι για να γίνει ή να παραμείνει κάποιος μέλος της ομάδας απαιτείται και αρκεί η εκ μέρους αυτού αποδοχή του σκοπού της, χωρίς να είναι αναγκαία και η προσωπική συμμετοχή του σε επί μέρους πράξεις, οι οποίες άγουν στην επίτευξη του σκοπού. (…)
Συγκρότηση της εγκληματικής οργάνωσης είναι η καθοδηγητική και κατευθυντήρια συμβολή στη δημιουργία της. Μέλος της οργάνωσης αυτής είναι εκείνος που υποτάσσει τη βούλησή του στην οργάνωση χωρίς να είναι αναγκαία όπως προαναφέρθηκε και η προσωπική συμμετοχή του στις κατ’ ιδίαν πράξεις αυτής. (…)
Οι κατ’ ιδίαν αυτές εγκληματικές πράξεις της ομάδας δεν είναι αναγκαίο να έχουν εξειδικευτεί ή να έχει εκδηλωθεί προς τα έξω δραστηριότητα ή και να έχει σχεδιασθεί και μια ακόμη πράξη, αλλά αρκεί η ύπαρξη της οργάνωσης με τον ως άνω σκοπό. (…) Η αξιόποινη πράξη της εγκληματικής οργάνωσης τελεί σε αληθινή, πραγματική συρροή με τα άλλα εγκλήματα που διαπράττουν τα μέλη της για την υλοποίηση των κατ’ άρθρο 187 παρ. 1 Π.Κ. σκοπών της, αφού με το έγκλημα αυτού του άρθρου τιμωρείται μόνο η συγκρότηση της ομάδας ή η ένταξη κάποιου σε αυτήν ως μέλους».
Εγκληματική οργάνωση είναι η ίδια η ΧΑ
Το σημαντικότερο στοιχείο της απόφασης 2644/2020 είναι ότι ορίζει ως εγκληματική οργάνωση την ίδια τη ΧΑ και όχι αυτούς που καταδικάστηκαν στη δίκη. Αναφέρουμε το σκεπτικό του δικαστήριου, όπως περιγράφεται στις σελίδες 11051 επ. της απόφασης.
- «Η Χρυσή Αυγή ιδρύθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ως ολιγάριθμη ομάδα εθνικοσοσιαλιστικής επιμόρφωσης με επικεφαλής τον κατηγορούμενο Νικόλαο Μιχαλολιάκο, η οποία στη συνέχεια μετεξελίχτηκε σε πολιτικό σχηματισμό κατά τα πρότυπα του Γερμανικού Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος με την επωνυμία Λαϊκός Σύνδεσμος Χρυσή Αυγή».
Ακολουθεί παράθεση εγγράφων της ΧΑ στα οποία αποτυπώνεται «η ναζιστική ιδεολογία της οργάνωσης» (σελ. 11051-11054).
- «Η ναζιστική αυτή ιδεολογία δεν άλλαξε από το 1992, ούτε οι υποστηρικτές αυτής απομακρύνθηκαν, όπως αβάσιμα οι κατηγορούμενοι ισχυρίζονται. Τούτο άλλωστε σαφώς προκύπτει από δηλώσεις έγγραφα, φωτογραφίες, βίντεο, ναζιστικά σύμβολα, ναζιστικό χαιρετισμό, ομιλίες εντός των γραφείων αλλά και δημόσια όπως ενδεικτικά:».
Ακολουθεί άλλος κατάλογος αποδεικτικών στοιχείων (σελ. 11054-11058).
- «Την ναζιστική ιδεολογία τους ηγετικά στελέχη της ΧΑ την καθιστούσαν εμφανή πλην άλλων και με δερματοστιξία όπως ο ναζιστικός αετός του Ι. Λαγού, η σβάστικα του Ηλ. Κασιδιάρη, το “Sieg Heil“ του Παν. Ηλιόπουλου…».
Σημειώνουμε αυτό το σημείο καθώς στις 23 Μάρτη το δικαστικό συμβούλιο του Βόλου αποφυλάκισε τον Ηλιόπουλο με τα 3/5.
- «Η ναζιστική αυτή ιδεολογία των ηγετικών στελεχών, μελών, οπαδών, φίλων, υποστηρικτών της ΧΑ, η οποία ουδέποτε αποκηρύχθηκε, αποτέλεσε το κίνητρο της εγκληματικής τους δράσης κατά εκείνων που επιλέγοντο ως αντιφρονούντες, ως πολιτικοί και ιδεολογικοί τους αντίπαλοι ως και κατά των μεταναστών».
Εδώ περιγράφεται η ΧΑ ως εγκληματική οργάνωση από την κορυφή μέχρι τον τελευταίο υποστηρικτή. Ως κίνητρο δε της εγκληματικής δράσης ορίζεται η ναζιστική ιδεολογία, η οποία επίσης χαρακτηρίζει τους πάντες, από τον αρχηγό μέχρι τον τελευταίο υποστηρικτή. Για να μπεις στη ΧΑ πρέπει να εμφορείσαι από τη ναζιστική ιδεολογία, η οποία με τη σειρά της κινητροδοτεί την εγκληματική δράση. Αυτό είναι το συμπέρασμα της δικαστικής απόφασης (σελ. 11059).
- «Κύριο χαρακτηριστικό της εγκληματικής οργάνωσης η οποία εκκολάφθηκε στους κόλπους του πολιτικού σχηματισμού και μετέπειτα πολιτικού κόμματος με την επωνυμία Λαϊκός Σύνδεσμος Χρυσή Αυγή και δραστηριοποιείτο υπό την κάλυψή του ήταν η ιεραρχική δομή της, με επικεφαλής τον Αρχηγό της κατηγορούμενο Νικόλαο Μιχαλολιάκο στη συνέχεια τους Βουλευτές του κόμματος οι οποίοι είχαν οριστεί και Περιφερειάρχες σε συνενωμένες μεγάλες εκλογικές περιφέρειες για τον συντονισμό των δράσεων και τέλος τους υπεύθυνους κάθε Τοπικής Οργάνωσης που αποκαλούντο Πυρηνάρχες (…) Η εγκληματική της δράση που σκοπό είχε την διά της βίας αντιμετώπιση των αλλοδαπών, των ιδεολογικών αντιπάλων των αντιφρονούντων και διά του τρόπου αυτού την επιβολή και διάδοση πολιτικών ιδεών και θεωριών, εκδηλωνόταν μέσω των Τοπικών Οργανώσεων και πάντα υπό την καθοδήγηση ανωτέρου στην ιεραρχία στελέχους της».
Ακολουθεί παράθεση αποδεικτικών στοιχείων για την αυστηρή, στρατιωτικού τύπου ιεραρχική δομή (σελ. 11059-11061).
- «Η ιεραρχική δομή της ΧΑ ήταν τέτοια ώστε να εξασφαλίζει όχι μόνο ότι κάθε κατώτερο όργανο θα υπακούει στις εντολές του ανωτέρου, αλλά περαιτέρω ότι καμία κομματική ενέργεια δεν θα υλοποιείται χωρίς τη ρητή εκ των προτέρων εντολή του ανώτερου οργάνου που φτάνει μέχρι την Κεντρική Διοίκηση».
Ακολουθούν αποδεικτικά στοιχεία (σελ. 11061-11062).
- «Η ιεραρχική δομή της ΧΑ επιτάσσει περαιτέρω την διαρκή λογοδοσία των κατώτερων οργάνων στην Κεντρική Διοίκηση, η οποία ενημερώνεται αδιάλειπτα για όλες τις δράσεις, εξελίξεις και αλλαγές (…) Απευθείας επικοινωνία απλού μέλους ή και κατώτερου οργάνου με την Κεντρική Διοίκηση, παρακάμπτοντας ενδιάμεσο όργανο, απαγορεύεται ρητά, αφού κάτι τέτοιο θα παραβίαζε την ιεραρχία. Η ανάγκη απόλυτης πειθαρχίας στην ιεραρχία συνέχισε και μετά την είσοδο της ΧΑ στη Βουλή. (…) Οι εντολές της Κεντρικής Διοίκησης αφορούσαν όχι μόνον τη γενική κατεύθυνση των δράσεων των κατώτερων οργάνων, αλλά κάθε λεπτομέρεια της δράσης της οργάνωσης, τόσο στο ιδεολογικό όσο και στο πρακτικό πεδίο (…)
Χαρακτηριστικά παραδείγματα των ανωτέρω που επιβεβαιώνουν πλήρως την ιεραρχία από τον Αρχηγό μέχρι και τον τελευταίο υποστηρικτή και την απαρέγκλιτη τυφλή και απόλυτη πειθαρχία των κατωτέρων στους ανωτέρους, χωρίς έκφραση αντιλογίας ακόμα και απορίας, πειθαρχία απαραίτητη για την υλοποίηση των καταστατικών σκοπών και στόχων της εγκληματικής οργάνωσης είναι πλην άλλων, ενδεικτικά, ομιλίες, δηλώσεις του κατηγορουμένου Νικολάου Μιχαλολιάκου (…)
Παρατίθεται πληθώρα αποδεικτικών στοιχείων, όπως ομιλίες του Μιχαλολιάκου, του Παναγιώταρου, του Λαγού, του Πατέλη, του Παππά, του Τσακανίκα, του Μπούκουρα, του Αποστόλου, φυλλάδια, έγγραφα της ΧΑ κ.ά. (σελ. 11062-11070).
- Στη συνέχεια, περιγράφεται η «αρχή του Αρχηγού», μέσα από έγγραφα που μιλούν για το… «μεταφυσικό περιεχόμενο της έννοιας του Αρχηγού-Καθοδηγητή», που χαρακτηρίζουν τον Μιχαλολιάκο… «ο Ανδρας ο Ερχόμενος», ο Χριστός των νεοναζιστών, δηλαδή! (σελ. 11070-11072):
«Η αρχή του Αρχηγού λοιπόν αποδεικνύεται ότι δοαπερνά την ιεραρχική δομή της εγκληματικής οργάνωσης από την αρχή της ίδρυσής της. Ο Γενικός Γραμματέας ο Αρχηγός ο Ανώτατος Ηγέτης ο Νικόλαος Μιχαλολιάκος έχει την απόλυτη απεριόριστη και αδιαμφισβήτητη εξουσία ως και την απόλυτη ευθύνη των τελικών αποφάσεων. Η πίστη στον Αρχηγό ανάγεται σε επίπεδο μεταφυσικής, εκδηλώνεται δε πανηγυρικά και με την διαδικασία του όρκου για την οποία γίνεται λόγος κατωτέρω».
- «Η επιχειρησιακή δράση της ΧΑ έναντι τρίτων υλοποιείτο από επίλεκτες ομάδες στελεχών, μελών, υποστηρικτών που ασπάζοντο τους σκοπούς της και την ιδεολογία της, για την οποία τακτικές ήταν οι ιδεολογικού προσανατολισμού επιμορφωτικές συναντήσεις (…)
Πρόκειται για ομάδες ατόμων που συμμετείχαν σε παραστρατιωτικές εκπαιδεύσεις, έφεραν ομοιόμορφη στρατιωτική ενδυμασία, κατείχαν σχεδόν όλοι παράνομα όπλα και επιτίθεντο σε συγκεκριμένες ομάδες-στόχους. (…)
Από τα ανωτέρω αποδεικνύεται ότι μέλη, οπαδοί, στελέχη ηγετικά και μη του ως άνω κόμματος εφοδιάζοντο παράνομα με όπλα, κατείχαν αυτά και εξασκούντο σε αυτά, με στόχο αφενός την τόνωση της ψυχολογίας της βίας και της υπεροχής αφετέρου ανά πάσα στιγμή να είναι ικανοί και ετοιμοπόλεμοι στην μάχη του εθνικισμού και την επίτευξη των σκοπών της εγκληματικής αυτής οργάνωσης. (…)
Η επιθετική αυτή δημόσια ρητορική των ανωτέρω γεμάτη μίσος και απροκάλυπτη βία διαμόρφωνε σε ορισμένους οπαδούς, μέλη και στελέχη, που δρούσαν στα πλαίσια μιας οργάνωσης με αυστηρή ιεραρχία, πίστη σε πολιτικές και σε συνθήματα όπως “Αίμα Τιμή Χρυσή Αυγή“, πειθαρχία και απόλυτη υπακοή των κατώτερων στους ανώτερους όπως στις στρατιωτικές μονάδες, συνείδηση που υποβίβαζε σε κατώτερα ανθρώπινα όντα τον αντιφρονούντα, τον πολιτικό αντίπαλο, τον μετανάστη, πυροδοτούσε και διευκόλυνε την τέλεση των εγκληματικών πράξεων προς υλοποίηση των καταστατικών της οργάνωσης στόχων, ενοχοποιώντας το θύμα. Η ρητορική αυτή αποκρυπτογραφούσε το “μήνυμα“ “το γενικό πλαίσιο εντολής“ εντός του οποίου έπρεπε να κινηθούν οι δράστες των εγκληματικών ενεργειών.
Οι δράστες των εγκληματικών αυτών πράξεων, ελεγχόμενοι πλήρως από το κόμμα και τα ιδεολογικά του όργανα και δρώντας εξ ονόματος και για λογαριασμό του κόμματος και της πολιτικής τους ιδεολογίας, μετά από κάθε μία αξιόποινη πράξη που τελούσαν, θεωρούσαν ότι προσέφεραν εξαιρετική υπηρεσία στην Πατρίδα και στο κόμμα τους, ότι επετύγχαναν “νίκη“ στη μάχη του “εθνικιστικού κινήματος“, πίστευαν δε ότι μέσω της παράνομης και εγκληματικής τους δράσης μετατρέποντο σε άτομα σημαντικά και υπολογίσιμα.
Οι δράστες αυτοί, ανεξάρτητα εάν πρόκειται για μέλη του κόμματος κατά την τυπική του όρου έννοια, ή υποστηρικτές ή οπαδούς ή φίλους του κόμματος, αφού για το κόμμα όλα αυτά τα άτομα είναι ενεργά και ισότιμα μεταξύ τους, σε όλα τα περιστατικά βίας που κατωτέρω αναφέρονται δεν έδρασαν αυτοβούλως αλλά προγραμματισμένα και οργανωμένα, κατά κανόνα ως μέλη “Ταγμάτων Εφόδου“ κάποιας Τοπικής Οργάνωσης, κυρίως δε εκείνων της Νίκαιας, του Περάματος και του Πειραιά, πάντοτε υπό την εποπτεία και καθοδήγηση κάποιου βουλευτή του κόμματος ή άλλου ηγετικού στελέχους κάποιας από τις εμπλεκόμενες Τοπικές Οργανώσεις. Ενεργούσαν εξ ονόματος και για λογαριασμό του κόμματος, όπως δήλωναν άλλωστε και κατά τις επιθέσεις τους, όπως έγινε κατά τις επιθέσεις αυτών στον κοινωνικό χώρο Αντίπνοια, σε βάρος των Αιγυπτίων Αλιεργατών, σε βάρος των συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ, στον κοινωνικό χώρο Συνεργείο και αλλού, εφαρμόζοντας πιστά τις ιδεολογικές αρχές του, τις ιδεολογικές διακηρύξεις του Αρχηγού, των Βουλευτών του και υψηλόβαθμων στελεχών του, τις οποίες προέβαλαν με κάθε ευκαιρία».
Το αποδεικτικό υλικό για τον τρόπο οργάνωσης, στρατιωτικής εκπαίδευσης, διοίκησης και δράσης των ταγμάτων εφόδου εκτίθεται στις σελίδες 11073-11096.
- «Από την ίδρυσή του το κόμμα της ΧΑ είχε σημειώσει επιχειρησιακή δράση που συνίστατο σε επιθέσεις βίαιες, μεθοδευμένες, οργανωμένες, σε βάθος χρόνου κατά πολιτικών αντιπάλων, μεταναστών, αντιφρονούντων, στοχοποιημένων ημεδαπών που είχαν αντίθετη ιδεολογία από αυτή της ΧΑ. Ολες αυτές οι επιθέσεις αποδείχθηκε ότι είχαν, όπως προαναφέρθηκε, ένα κοινό modus operandi».
Ακολουθούν αναλυτικές αναφορές στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, στο λιντσάρισμα των αιγύπτιων αλεργατών, στη δολοφονική επίθεση κατά μελών του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ στο Πέραμα, καθώς και σε παλαιότερες επιθέσεις χρυσαυγίτικων ταγμάτων εφόδου, που έχουν εκδικαστεί, όπως δολοφονία Σαχζάντ Λουκμάν, απόπειρα δολοφονίας Κουσουρή, επιθέσεις σε Αντίπνοια και Συνεργείο, σε μετανάστες στο παλιό Εφετείο κ.ά. (σελίδες 11098-11167). Το δικαστήριο, εξετάζοντας όλο το ογκώδες αποδεικτικό υλικό, κατέληξε στο εξής συμπέρασμα:
- «Ολα τα ανωτέρω εγκώμια, έπαινοι, επιβραβεύσεις (σ.σ. από βουλευτές και ηγετικά στελέχη προς τα τάγματα εφόδου) σαφώς και υποδηλώνουν και συνακόλουθα αποδεικνύουν γνώση, έγκριση και σύνδεση των επιθετικών και εγκληματικών δραστηριοτήτων των χρυσαυγιτών με την ηγεσία της οργάνωσης. Ισχυρή απόδειξη αυτού, πλην άλλων, αποτελεί η επιχείρηση διάψευσης και συγκάλυψης των εγκληματικών πράξεων των μελών της ΧΑ από τα διευθυντικά και ηγετικά στελέχη της εγκληματικής αυτής οργάνωσης» (σελ. 11167).
Θυμίζουμε ότι λίγο προτού ανακοινωθεί η απόφαση του Α’ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, την περίοδο που το δικαστήριο βρισκόταν σε σύσκεψη για ν’ αποφανθεί, είχαμε δημοσιεύσει μια εκτενέστατη ανάλυση με τίτλο: Εγκληματικό, εθνικοσοσιαλιστικό μόρφωμα ήταν και παραμένει η Χρυσή Αυγή και οι παραφυάδες μετά τη διάσπασή της. Η απόφαση του δικαστηρίου ως προς αυτό το σκέλος κινείται στην ίδια λογική και δικαιώνει πλήρως την ανάλυσή μας.
Σ’ αυτό το πρώτο άρθρο θα σταματήσουμε εδώ, προκειμένου να θέσουμε τα μείζονα ζητήματα που προκύπτουν από τη δικαστική απόφαση.
Εγκληματική οργάνωση… νομίμως λειτουργούσα!
Οπως δείξαμε παραπάνω, σύμφωνα με την απόφαση 2644/2020 του Α’ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, εγκληματική οργάνωση είναι η ίδια η Χρυσή Αυγή (το δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με τις παραφυάδες της, όμως δεν αλλάζει τίποτα επί της ουσίας, καθώς οι Κασιδιάρης και Λαγός περιγράφονται γλαφυρά, μέσα από τα πάμπολλα αποδεικτικά στοιχεία, ως καθηγητικά στελέχη με ιδιαίτερα καθήκοντα μάλιστα). Κόμμα και εγκληματική οργάνωση είναι το ίδιο και το αυτό.
Στη μείζονα σκέψη της απόφασης (σελ. 11043-11044), τίθεται εμμέσως πλην σαφώς το μέγα ποινικό και πολιτικό ζήτημα της συνέχισης της δράσης του νεοναζιστικού μορφώματος και των παραφυάδων του. Αναφέρει η απόφαση:
«Είναι επίσης το έγκλημα της ένταξης σε εγκληματική οργάνωση διαρκές έγκλημα με την έννοια ότι τόσο η πράξη με την οποία πραγματώνεται το πρώτον το έγκλημα, όσο και η διατήρηση της παράνομης κατάστασης που προέκυψε από αυτή, πληρούν την αυτή αντικειμενική υπόσταση, ήτοι η αξιόποινη συμπεριφορά παρατείνεται από την αρχική εκδήλωσή της και διαρκεί μέχρι την εξάρθρωση της ομάδας ή την με κάποιον εμφανή τρόπο προηγούμενη διάλυσή της ή αποχώρηση μέλους από αυτή. Η πρακτική σημασία αυτού είναι ότι ο χρόνος παραγραφής αρχίζει να τρέχει από την άρση της παράνομης κατάστασης, αφού τότε το πρώτον παύει να πληρούται η αντικειμενική υπόσταση, είναι έγκλημα, όσο διαρκεί “εν τω πράττεσθαι“ και κατά συνέπεια αυτόφωρο, ενώ τέλος στα διαρκή εγκλήματα, όπως εν προκειμένω, θέμα εφαρμογής επιεικέστερου νόμου τίθεται μόνο εφόσον πρόκειται για αλλαγή νομοθετικού καθεστώτος που μεσολάβησε από την περάτωση της τελέσεως μέχρι την αμετάκλητη εκδίκασή τους».
Πώς είναι δυνατόν, λοιπόν, η εγκληματική οργάνωση να συνεχίζει να λειτουργεί απερίσπαστη, να έχει γραφεία, ιστοσελίδες, εκπροσώπους, να αναφέρεται στον Αρχηγό και στα άλλα φυλακισμένα ηγετικά στελέχη;
Είναι προφανές ότι η εγκληματική οργάνωση εξακολουθεί να υφίσταται, με το ίδιο όνομα (συν τις δύο παραφυάδες), με την ίδια εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία, με τον ίδιο ηγετικό πυρήνα (μέσα και έξω από τη φυλακή), με την ίδια αυστηρή ιεραρχική δομή, με τον ίδιο τρόπο οργάνωσης και με τους ίδιους εγκληματικούς σκοπούς. Δεν έχει καμιά σημασία αν έχουν συλληφθεί χρυσαυγίτες για επιθέσεις όπως αυτές στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα. Οπως αναφέρει το Α’ Τριμελές Κακουργημάτων στην απόφασή του, το αδίκημα της ένταξης σε εγκληματική οργάνωση είναι αυτοτελές (δεν χρειάζεται να συνδέεται με κάποια επιμέρους πράξη) και διαρκές, εφόσον εξακολουθεί να υφίσταται η εγκληματική οργάνωση. Επαψε η ΧΑ (και οι παραφυάδες της) να αποτελεί εγκληματική οργάνωση; Βάσει των όρων που περιγράφει η απόφαση 2644/2020, η απάντηση είναι όχι.
Μετά τη δημοσίευση της δικαστικής απόφασης, δεν μπορεί να σταθεί καμιά δικαιολογία, κανένα πρόσχημα. Οποιοσδήποτε εμφανίζεται ως μέλος της ΧΑ και των παραφυάδων της πρέπει να συλληφθεί και να κατηγορηθεί για το κακούργημα της ένταξης σε εγκληματική οργάνωση! Τα γραφεία πρέπει να κλείσουν, όπως και οι ιστοσελίδες, οι υπεύθυνοι των οποίων πρέπει να διωχτούν σε βαθμό κακουργήματος.
Αυτό αποτελεί υποχρέωση των διωκτικών μηχανισμών. Απευθυνόμαστε στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Πλιώτα με το αίτημα να πράξει τα δέοντα.
Πέρα από το καθήκον των διωκτικών μηχανισμών, όμως, εγείρεται ένα μείζον πολιτικό ζήτημα. Υπό το φως της δικαστικής απόφασης, η ρύθμιση Βορίδη αποδεικνύεται πέραν κάθε αμφιβολίας πολιτική νομιμοποίηση του νεοναζισμού.
Πλήρης ελευθερία δράσης για τα νεοναζιστικά μορφώματα, γράφαμε στις 31 Μάη του 2021, αναλύοντας τη ρύθμιση Βορίδη. Και σημειώναμε: «Πρόκειται για μια εντελώς προσχηματική νομοθετική παρέμβαση, η οποία γίνεται για καθαρά δημαγωγικούς λόγους. Το αστικό καθεστώς εξουσίας δε θέλει να τσακίσει τους νεοναζιστές. Τους χρειάζεται ως εφεδρεία. Κατά σύμπτωση, μάλιστα, ο υπουργός που κλήθηκε να κάνει τη συγκεκριμένη νομοθετική παρέμβαση υπήρξε εξέχων παράγοντας του εγχώριου φασισμού και έχει συνυπάρξει με αρκετούς από τους χρυσαυγίτες στη χουντοφασιστική ΕΠΕΝ, την οποία ίδρυσε από τη φυλακή ο δικτάτορας Παπαδόπουλος. Ο Βορίδης διορίστηκε από τον δικτάτορα γραμματέας της Νεολαίας της ΕΠΕΝ, διαδεχόμενος τον φιρερίσκο Μιχαλολιάκο, ο οποίος είχε φτιάξει τη Χρυσή Αυγή».
Σε άλλο δημοσίευμά μας αποκαλύψαμε ότι ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ και Βελόπουλος στάθηκαν στο πλευρό του Βορίδη και σημειώσαμε: «Θα έχουμε έτσι το… παράδοξο, να έχει κριθεί η ΧΑ ως εγκληματική οργάνωση, η οποία συγκροτήθηκε για να διαπράξει κακουργήματα και πλημμελήματα (αυτό λέει η απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων), να έχουν καταδικαστεί τόσοι νεοναζιστές ως μέλη αυτής της εγκληματικής οργάνωσης, να έχουν καταδικαστεί ηγετικά στελέχη της ως διευθύνοντες την εγκληματική οργάνωση, αλλά αυτή η εγκληματική οργάνωση (και οι δύο παραφυάδες της) να λειτουργεί ανενόχλητα και οι καταδικασμένοι (ακόμα και αυτοί που καταδικάστηκαν για διεύθυνση!) να εξακολουθούν να είναι μέλη της και να μπορούν να είναι και υποψήφιοι για όλα τα αιρετά αξιώματα της αστικής δημοκρατίας».
Πλέον, με καθαρογραμμένη τη δικαστική απόφαση, που περιγράφει αναλυτικά τη ΧΑ (το ίδιο ισχύει και για τις παραφυάδες της) ως εγκληματική οργάνωση, η οποία συγκροτήθηκε για να διαπράττει εγκλήματα (κακουργήματα και πλημμελήματα), υποκινούμενη από την εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία της, τα πράγματα είναι πεντακάθαρα: στην έννομη τάξη της ελληνικής αστικής δημοκρατίας μπορεί να λειτουργεί ελεύθερα μια εγκληματική οργάνωση!
Αυτό πρέπει ν’ αλλάξει και το αντιφασιστικό κίνημα καλείται ν’ αναλάβει δράση σ’ αυτή την κατεύθυνση. Εκτός αν με τον όρο «ιστορική απόφαση» κάποιοι εννοούν απλώς την ποινική καταδίκη του Μιχαλολιάκου και των υπόλοιπων νεοναζιστών. Ομως, τη δικαστική απόφαση μπορεί να την χαρακτηρίσουμε ιστορική στο συγκεκριμένο σκέλος της (σε άλλα σκέλη, όπως ο υποβιβασμός σε βαθμό πλημμελήματος των εγκλημάτων σε βάρος των μελών του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ και η συνακόλουθη εξαίρεση σημαντικού δυναμικού της πολιτικής αγωγής από τη δίκη στο δεύτερο βαθμό, όπως η αναγνώριση ελαφρυντικών και η επιβολή ποινών-χάδι, για τις οποίες έχει ασκηθεί έφεση από τον αναπληρωτή εισαγγελέα της δίκης, κάθε άλλο παρά ως ιστορική μπορεί να χαρακτηριστεί), διότι ανοίγει το δρόμο για την απαγόρευση των νεοναζιστικών μορφωμάτων. Ποιος άλλος μπορεί να το απαιτήσει και ν’ αγωνιστεί γι’ αυτό, αν όχι εκείνοι –άτομα και πολιτικές οργανώσεις/κόμματα- που έχουν αντιφασιστική αναφορά στα προγράμματά τους;
Αποδεδειγμένη η ηθική αυτουργία
Οπως εξηγήσαμε και στην εισαγωγή, η ηθική αυτουργία του Μιχαλολιάκου, των υπόλοιπων της στενής ηγετικής ομάδας και του Πατέλη στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και στο λιντσάρισμα των αιγύπτιων ψαράδων (δεν βάζουμε τον πυρηνάρχη του Περάματος Πανταζή, γιατί αυτός έχει καταδικαστεί ως αυτουργός) προκύπτει μέσα από το αποδεικτικό υλικό και από την αξιολόγησή του από το Α’ Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων.
Ζητάμε από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Πλιώτα να διατάξει τη διερεύνηση του αδικήματος της ηθικής αυτουργίας. Είμαστε σίγουροι ότι, αν υπάρξει διερεύνηση, θα οδηγήσει στην απαγγελία πρόσθετων κατηγοριών για ηθική αυτουργία. Ο αναγνώστης μπορεί να το διαπιστώσει από τα λίγα αποσπάσματα της απόφασης που παραθέσαμε, τα οποία περιγράφουν την ιεραρχική δομή και τον απόλυτο έλεγχο της ηγετικής ομάδας στην εγκληματική δράση των ταγμάτων εφόδου, τα οποία ήταν απλά εκτελεστικά όργανα.
Η ντροπή της αστικής Δικαιοσύνης
Τσακανίκας, Πατέλης, Γρέγος, Ηλιόπουλος, Μίχος παρελαύνουν μέσα στις σελίδες της απόφασης 2644/2000 ως νεοναζιστές με εξαιρετική δράση, σε ηγετικά πόστα της στρατιωτικής δομής του νεοναζιστικού μορφώματος. Πρόκειται για νεοναζιστές που αποφυλακίστηκαν με αναστολή εκτέλεσης της ποινής από το Πενταμελές Εφετείο Αναστολών ή με τα 3/5 (ο Ηλιόπουλος). Απ’ αυτούς ο Πατέλης έχει επιστρέψει στη φυλακή καθώς η απόφαση για την αποφυλάκισή του αναιρέθηκε από τον Αρειο Πάγο.
Οι αποφάσεις αυτές αποτελούν όνειδος για την αστική Δικαιοσύνη, θύλακες της οποίας διάκεινται απροκάλυπτα ευμενώς προς τη νεοναζιστική εγκληματική οργάνωση και τα στελέχη της (θυμόμαστε και την αθωωτική πρόταση της εισαγγελέα της έδρας Αδαμαντίας Οικονόμου).
Το σημειώνουμε για να επαναλάβουμε ότι τίποτα δεν έχει τελειώσει και πως στο δεύτερο βαθμό η μάχη θα είναι εξίσου (αν όχι περισσότερο) σκληρή. Είναι σίγουρο ότι θα επιχειρηθεί, αν όχι η πτώση της κατηγορίας της συγκρότησης ή ένταξης ή διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης, τουλάχιστον το στένεμά της, ώστε να περιλαμβάνει μια συγκεκριμένη ομάδα και όχι τη ΧΑ ως νεοναζιστικό ιδεολογικοπολιτικό μόρφωμα που ταυτίζεται με εγκληματική οργάνωση.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μια τέτοια απόφαση, στενέματος της εγκληματικής οργάνωσης ώστε να μην καταλαμβάνει τη ΧΑ ως μόρφωμα, θα βρίσκεται σε ενότητα με τη νομοθετική ρύθμιση Βορίδη και με την αδιαφορία του διωκτικού μηχανισμού για τη συνέχιση της δράσης της εγκληματικής οργάνωσης σαν να μην έτρεξε τίποτα.
Επαναλαμβάνουμε ότι η μάχη θα είναι σκληρή, η πολιτική αγωγή θα είναι εξαιρετικά αδυνατισμένη, μετά τη μη συμμετοχή των δικηγόρων που υπερασπίστηκαν την κατηγορία για λογαριασμό των μελών του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ, και γι’ αυτό κανείς δεν περισσεύει.
ΥΓ. Κάποιος υποστηρικτής των νεοναζιστών, ονόματι Λευτέρης Πανούσης, που παριστάνει τον μπλόγκερ, ενοχλήθηκε σφόδρα από την είδηση που δημοσίευσε η εφημερίδα μας ότι καθαρογράφηκε η απόφαση 2644/2020 και ότι η δίκη σε δεύτερο βαθμό θα αρχίσει στις 15 Ιούνη. Και φτιάχνει κάτι απίθανα σενάρια για να καταλήξει στο ερώτημα: «Κάτι “μαγειρεύεται“ με το Εφετείο της Χρυσής Αυγής;». Γράφει μεταξύ άλλων (διατηρούμε ορθογραφία, σύνταξη και στίξη): «Αν όμως συνυπολογίσουμε ότι το “Κοντρα-εξεγερση” ειχε σωστες πληροφοριες για την καθαρογραφη της αποφασης [πρωτο και μονο…] τοτε γιατι να μην δεχτουμε ότι και η ημερομηνια του εφετειου εχει οριστεί και ειναι στα μεσα Ιουνιου, όπως ειχε προαναγγειλει το αριστερό ιστολογιο; Βεβαιως θα μου πεις, και μονο το γεγονός ότι μια τόσο σοβαρη ειδηση “διέρρευσε” πρωτα σε ενα σχετικα μικρης αναγνωσιμοτητας αριστερό ιστολογιο, καταδειχνει με ποια πολιτικα καναλια βρισκεται σε επαφη η Δικαιοσυνη – αλλα αυτο ειναι μια αλλη συζητηση…».
Αντιλαμβανόμαστε την ενόχληση, διαισθανόμαστε το αβάσταχτο μίσος, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτ’ άλλο από το να συστήσουμε… ξυδάκι!