Από τη μια ο κυνισμός και η εγκληματική αδιαφορία των καπιταλιστών και των μανατζαραίων τους, που θεωρούν τους εργαζόμενους σαν ένα κομμάτι κρέας που μπορούν να το πετάξουν στα σκουπίδια. Από την άλλη, φοβισμένοι εργαζόμενοι που για ένα κομμάτι ψωμί βάζουν το κεφάλι τους κάτω από τη γκιλοτίνα. Στη μέση, ένα δικαστήριο που δικάζει μέλη μιας επαναστατικής οργάνωσης, το οποίο προσπαθεί με κάθε τρόπο να καλύψει τους πραγματικούς εγκληματίες. Αυτή ήταν η εικόνα της σημερινής συνεδρίασης του τρομοδικείου που δικάζει την υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα, μιας από τις πιο ενδιαφέρουσες συνεδριάσεις από την έναρξη της δίκης, που αφορούσε τη βομβιστική επίθεση του ΕΑ ενάντια στο Χρηματιστήριο.
Πριν δούμε τα διαδραματισθέντα γύρω απ’ αυτή την υπόθεση, πρέπει να σταθούμε στους τρεις πρώτους μάρτυρες, οι οποίοι παρουσίασαν επίσης εξαιρετικό ενδιαφέρον, για διαφορετικούς λόγους.
Η συνεδρίαση ξεκίνησε με τοποθέτηση της Π. Ρούπα σχετικά με την αποτυχημένη ενέργεια του ΕΑ κατά του κεντρικού κτιρίου της Citibank στην Κηφισιά. Η Citibank, είπε, είναι ένας εγκληματικός οργανισμός της υπερεθνικής ελίτ, που εκφράζει τα συμφέροντα των πλουσιότερων οικογενειών των ΗΠΑ. Είναι υπεύθυνη για εγκλήματα πολέμου, για καταστροφή ολόκληρων χωρών, για το θάνατο χιλιάδων ανθρώπων. Εφερε παραδείγματα από το Περού, όπου η εξαθλίωση και η καταστροφή προκάλεσαν επιδημία χολέρας, από τη Μοζαμβίκη, όπου μέχρι το 2020 αναμένεται να πεθάνει το ένα τέταρτο του αγροτικού πληθυσμού κ.α. Μίλησε για τη στρατηγική του πολυεθνικού κεφάλαιου μετά το Β’ παγκόμιο πόλεμο να ξεπεράσει κάποια εμπόδια στην κίνηση των κεφαλαίων, που είχαν επιβληθεί με τον αγώνα και το αίμα των λαών, στην οποία πρωτοστάτησε η Citibank. Και μεις, κατέληξε η Π. Ρούπα μετά την ανάλυση που έκανε, καλούμαστε να δικαστούμε ως τρομοκράτες και εγκληματίες! Αυτοί είναι οι εγκληματίες.
Η Ευγενία Δρόσου, μάρτυρας για την επίθεση στο ΑΤ Ν. Ιωνίας, ήταν μια ακόμη χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πού μπορεί να οδηγήσει η τρομοϋστερία και τα αστυνομικά καλέσματα προς τους πολίτες για χαφιεδισμό. Η κυρία αυτή, πριν γίνει η επίθεση στο ΑΤ, είχε δει έναν ψηλό άντρα που φορούσε ρούχα σαν του Πολεμικού Ναυτικού, αλλά χωρίς διακριτικά, να ανεβοκατεβαίνει τρέχοντας για αρκετή ώρα το δρόμο μπροστά στο σπίτι της. Το θεώρησε ύποπτο, μίλησε με μια φίλη της «που είναι στην αστυνομία» και αυτή της είπε να πάει να το καταθέσει. Οταν είδε στην τηλεόραση φωτογραφίες των συλληφθέντων, κάμποσα χρόνια αργότερα, τράβηξε και μια… ψιλοαναγνώριση του Κορτέση. Κι ας είχε περιγράψει έναν άνθρωπο σχεδόν ένα κεφάλι ψηλότερο από τον Κορτέση, καμιά δεκαπενταριά χρόνια μεγαλύτερο (είχε αναφέρει άνδρα 40-45 ετών) και χωρίς γένια. Ακόμα και στο δικαστήριο δεν δίστασε να γυρίσει, να δείξει με το δάχτυλο τον Κορτέση και να πει:
«Λίγο μοιάζει με τον κύριο». Ο πρόεδρος, αντί να της πει «πηγαίνετε κυρία φαντασιόπληκτη και φροντίστε άλλη φορά να μη μπλέκετε ανθρώπους», την απαξίωσε ευγενικά: «Φοβούμαι πως δεν είναι αξιολογήσιμη η κατάθεσή σας». Ευτυχώς της έδωσε ένα αυστηρό μάθημα ο συνήγορος Σπ. Φυτράκης. Φανταστείτε, όμως τι θα είχε τραβήξει αυτός ο άνθρωπος, που μάλλον έκανε τζόκινγκ τη νύχτα, αν η εν λόγω κυρία είχε τηλεφωνήσει στην αστυνομία αμέσως και είχαν έρθει να τον πιάσουν.
Ακολούθησαν δυο αστυνομικοί από την υπόθεση Βουλγαράκη, οι οποίοι κλήθηκαν να καταθέσουν χάρη στην επιμονή των κατηγορούμενων μελών του ΕΑ. Από τις καταθέσεις τους αποδείχτηκε πρώτον ότι ο Βουλγαράκης είναι ψευταράς (σιγά την είδηση, θα μας πείτε) και δεύτερον ότι το βούλευμα συνειδητά κατασκεύασε περιστατικά, προκειμένου να στηρίξει κατηγορία απόπειρας ανθρωποκτονίας.
Ο Κανελλόπουλος, ασφαλίτης της ΔΑΕΕΒ (Αντιτρομοκρατική) κατέθεσε ότι πήρε εντολή να ψάξει όλο το χώρο που είχε οπτική επαφή με το σημείο που είχε τοποθετηθεί ο εκρηκτικός μηχανισμός, επειδή ήταν πεποίθηση των ανωτέρων του ότι η πυροδότηση έγινε με τηλεχειρισμό, δεδομένου ότι δεν βρέθηκαν υπολείμματα ωρολογιακού μηχανισμού. Πράγματι, σ’ ένα θάμνο, σε οπτική επαφή με το σημείο του εκρηκτικού μηχανισμού, βρήκε τηλεχειριστήριο με κεραία από όχημα μοντελισμού, το οποίο ερευνήθηκε, βρέθηκε ότι ήταν συγκεκριμένης εταιρίας και οι υπεύθυνοι της εταιρίας εξήγησαν, όπως φαίνεται και από τη δικογραφία, ότι πρόκειται για τηλεχειριστήριο ακριβείας, με ασφάλεια έναντι παρεμβολών στη συχνότητά του. Με το που βρέθηκε το τηλεχειριστήριο, έφτασαν στο χώρο τα στελέχη της ΔΑΕΕΒ, μεταξύ των οποίων και ο δικός του προϊστάμενος, ο περιβόητος Φώτης Παπαγεωργίου. Διευκρίνισε, επίσης, ότι ο συγκεκριμένος θάμνος πρόσφερε και κάλυψη και δυνατότητα διαφυγής σε όποιον θα πυροδοτούσε το μηχανισμό.
Ο Γ. Ανανίας, χειριστής σκύλου που ανιχνεύει εκρηκτικά, ήταν επίσης σαφέστατος. Ο ίδιος είχε υπηρεσία ελέγχου της περιοχής, πριν βγει ο Βουλγαράκης. Είχε φύγει πριν η γυναίκα του, αλλά ο ίδιος ποτέ δεν έφευγε πριν ολοκληρωθεί ο έλεγχος της περιοχής από το σκύλο που μυρίζει τα εκρηκτικά. Διέψευσε, δηλαδή, το παραμύθι του Βουλγαράκη, ότι τάχα είχε φύγει, γύρισε επειδή κάτι είχε ξεχάσει και έτσι γλίτωσε παρά τρίχα. Η δική μου άποψη είναι, κατέθεσε ο αστυνομικός, ότι ο μηχανισμός ελεγχόταν πλήρως. Επειδή κινούμουν προς τη βόμβα, είναι σίγουρο ότι θα την εύρισκα, θα τη μύριζε ο σκύλος. Γι’ αυτό και την πυροδότησαν, πριν φτάσω εγώ. Αν ήθελαν να με χτυπήσουν, τότε θα πυροδοτούσαν σε πέντε δευτερόλεπτα που εγώ θα ήμουν πάνω από το μηχανισμό. Λέω πως δεν ήθελαν να με σκοτώσουν.
Με τις παρεμβάσεις που έκαναν αμέσως μετά η Π. Ρούπα και ο Ν. Μαζιώτης κατέδειξαν ότι από τις καταθέσεις των δύο αυτών μαρτύρων, αστυνομικών, επιβεβαιώνονται πλήρως αυτά που έγραψε ο ΕΑ στην προκήρυξή του. Οτι δηλαδή η ενέργεια ακυρώθηκε και ο μηχανισμός πυροδοτήθηκε την κατάλληλη στιγμή για να μην πέσει στα χέρια της Αντιτρομοκρατικής και με πλήρη έλεγχο να μη χτυπηθεί κανένας. Ούτε ο αστυνομικός με το σκύλο, που δεν ήταν στόχος της οργάνωσης. Κι όμως, το βούλευμα μιλά για ωρολογιακό μηχανισμό! Για ποιο λόγο; Για να υπάρξει κατηγορία απόπειρας ανθρωποκτονίας. Η Π. Ρούπα ζήτησε να συνεχιστεί η εξέταση και να κληθούν να καταθέσουν ο διοικητής της Αντιτρομοκρατικής Χ. Μπαλάκος και ο τμηματάρχης Φ. Παπαγεωργίου, που έχουν πλήρη γνώση των πραγματικών περιστατικών. Αποδείχτηκε ότι είχαμε από την αρχή δίκιο που προτείναμε μάρτυρες, σημείωσε ο Ν. Μαζιώτης. Επιβεβαιώθηκε ότι ήταν αλήθεια αυτά που έλεγε η προκήρυξη. Οτι άμα η οργάνωση ήθελε να «φάει» τον αστυνομικό με το σκύλο θα τον «έτρωγε». Υπήρχε πλήρης επιμέλεια από τους συντρόφους, σημείωσε η Π. Ρούπα, να μην πληγεί κανένας πλην του Βουλγαράκη.
Η συνήγορος Δ. Βαγιανού, αφού πρώτα σημείωσε το ψέμα του Βουλγαράκη, πάνω στο οποίο οικοδομήθηκε η κατηγορία, ασχολήθηκε με ένα σημαντικό νομικό ζήτημα. Αυτό του πεπερασμένου ή του μη πεπρασμένου μιας απόπειρας. Για να μην κουράζουμε με νομικούς όρους αποδίδουμε απλά τη νομική άποψη: από τη στιγμή που ο δράστης, με δική του σκόπιμη παρέμβαση, διέκοψε την πράξη, η απόπειρα είναι μη πεπερασμένη, άρα δεν υπάρχει απόπειρα ανθρωποκτονίας. Η Π. Ρούπα, σε νέα παρέμβασή της, διευκρίνισε ότι ο ΕΑ πάντοτε έπαιρνε υπόψη του και τη χωροταξία και την ένταση το χτυπήματος που υπαγόρευε η ταξική πάλη. Οι άνθρωποι που διεκπεραίωναν μια ενέργεια είχαν πλήρη επίγνωση και για το βεληνεκές του μηχανισμού και για τους κινδύνους για πεζούς και οχήματα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο αστυνομικός με το σκύλο θα έφτανε στο μηχανισμό. ‘Η θα τον χτυπούσες ή θα ματαίωνες την ενέργεια. Η οργάνωση δεν ήθελε να πέσει στα χέρια της αστυνομίας ο μηχανισμός, δεν ήθελε να χτυπήσει τον Ανανία, γι’ αυτό κατέστρεψε το μηχανισμό.
Ο εισαγγελέας, με το σκεπτικό ότι το θέμα έχει εξαντληθεί (ούτε αυτοί οι δύο μάρτυρες χρειάζονταν, είπε!) πρότεινε να μη κληθούν οι Μπαλτάκος και Παπαγεωργίου. Το τι έγινε προέκυψε, είπε, χωρίς όμως να μας πει τι ακριβώς προέκυψε. Το δικαστήριο διασκέφτηκε στην έδρα και αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα για κλήτευση των Μπαλάκου και Παπαγεωργίου. Εκκρεμεί το γενικό αίτημα κλήτευσης μαρτύρων, που θα το δούμε στην πορεία, είπε ο πρόεδρος.
Στη συνέχεια, άρχισε η εξέταση μαρτύρων για το χτύπημα του χρηματιστήριου. Ο σεκιουριτάς Γ. Μαυροειδάτος, ένας νέος πτυχιούχος, με γνώσεις ξένων γλωσσών, εργαζόταν στην εταιρία PRINCE SECURITY και έκανε νυχτερινή βάρδια στη ρεσεψιόν του χρηματιστήριου. Οι σεκιουριτάδες από το control room με τις κάμερες είδαν ένα βανάκι, του είπαν να πάει να ελέγξει, το θεώρησε ύποπτο, αλλά πριν προλάβουν να ειδοποιήσουν οι σεκιουριτάδες, έφτασε η αστυνομία και τους είπε να εκκενώσουν το κτίριο. Εδιωξαν την καθαρίστρια, είδαν και τους μπάτσους να απομακρύνονται, αλλά αυτοί πήραν εντολή από την προϊσταμένη τους Κοκκίνη να μείνουν μέσα! Και μάλιστα, δεν τους έστειλαν στο data room, που είναι ένα είδος εσωτερικού καταφύγιου όπου κρατιούνται τα ηλεκτρονικά δεδομένα των χρηματιστηριακών πράξεων, αλλά στο δωμάτιο με τις κάμερες, που ήταν εξωτερικό, στην πλευρά που έγινε η έκρηξη και μόνο από τύχη δεν έπαθαν τίποτα οι άνθρωποι!
Η οργάνωση, είπε ο Ν. Μαζιώτης, έβαλε 150 κιλά για να χτυπηθεί το χρηματιστήριο, προειδοποίησε για ισχυρή έκρηξη δίνοντας χρόνο 40 λεπτά και ζήτησε να εκκενωθούν και τα γειτονικά κτίρια. Οι άνθρωποι πήραν εντολή να μη φύγουν. Και η κατηγορία μιλά για κίνδυνο σε ανθρώπινες ζωές. Ποιος έθεσε σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές; Σαν οργάνωση δεν υπήρχε περίπτωση να κάνουμε κάτι τέτοιο, να βάλλουμε σε κίνδυνο σεκιουριτάδες. Τ’ αφεντικά, όμως, τους θεωρούν αναλώσιμους. Είναι ψέμα και υποκρισία να μας κατηγορείτε ότι βάλαμε σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές. Αλλοι έβαλαν ζωές σε κίνδυνο. Κι όμως, η κατηγορούσα αρχή δεν κάλεσε να καταθέσουν οι άλλοι τρεις σεκιουριτάδες και η υπεύθυνη της εταιρίς Κοκκίνη. Ο Ν. Μαζιώτης υπέβαλε αίτημα να κληθούν να καταθέσουν.
Οταν ήμουν στη φυλακή και πήρα τις καταθέσεις αυτών των ανθρώπων έμεινα άφωνη, είπε η Π. Ρούπα. Ο ΕΑ ήξερε ότι θα υπήρχαν σεκιούριτι και καμιά καθαρίστρια, γι’ αυτό και ζήτησε εκκένωση και των διπλανών κτιρίων. Κι όμως, άφησαν τους ανθρώπους μέσα! Γιατί; Για το χρηματιστήριο. Είναι ντροπή να δικαζόμαστε εμείς για κίνδυνο ανθρώπινων ζωών, όταν άλλοι είναι οι ένοχοι.
Βλέποντας την πραγματικότητα, ο εισαγγελέας προσπάθησε να κάνει ελιγμό. Ενδεχομένως να υπάρχουν ευθύνες πολλών, είπε, όμως την παρούσα δίκη δεν την απασχολούν οι ευθύνες τρίτων, αλλά μόνο των κατηγορούμενων. Κι αμέσως μετά πέταξε το καρφί: αν ο ΕΑ, βάζοντας 150 κιλά σε μια κατοικημένη περιοχή θεωρούσε ότι δεν θα υπάρξει κίνδυνος! «Δεν ήταν κατοικημένη περιοχή», τον διόρθωσε ήρεμα ο Ν. Μαζιώτης, χωρίς ο εισαγγελέας να δώσει συνέχεια, αλλά και χωρίς να πάρει πίσω τον «προβληματισμό» του. Το σημειώνουμε, γιατί είναι ενδεικτικό της προκατάληψης με την οποία προσεγγίζουν την υπόθεση οι παράγοντες της έδρας. Δεν έχουν το σθένος ν’ αντιμετωπίσουν τον αντίπαλό τους όπως πραγματικά είναι και προσπαθούν να φτιάξουν μια ψεύτικη εικόνα του.
Η Δ. Βαγιανού σημείωσε ότι νομικά ο εισαγγελέας πηγαίνει στη θεωρία των ισοδύναμων όρων. Δηλαδή, υποστηρίζει ότι ανεξάρτητα από τις ευθύνες τρίτων, ισοδύναμο κίνδυνο δημιούργησε και η ενέργεια του ΕΑ. Ομως, ζωτικής σημασίας στο ποινικό δίκαιο είναι η πρόσφορη αιτία και εν προκειμένω πρόσφορη αιτία για τη δημιουργία κινδύνου είναι η στάση των υπεύθυνων ασφάλειας και της αστυνομίας, που δεν φρόντισαν για την εκκένωση των κτιρίων.
Το «όπως και να ‘χει, θα μπορούσε να κινδυνέψει άνθρωπος», πέρα από το νομικό εγείρει και ένα βαρύτερο πολιτικό ζήτημα, σχολίασε η Π. Ρούπα. Οτι δηλαδή, όσα μέτρα και να πάρεις, δημιουργείς κινδύνους. Οχι, η δράση του ΕΑ έχει δείξει ότι δεν δημιουργεί τέτοιους κινδύνους. Η ένοπλη δράση υπάρχει στην Ελλάδα και πριν τον ΕΑ και πάντα οι επαναστάτες φρόντιζαν να μην υπάρξουν κίνδυνοι για ανθρώπινες ζωές. Η ευθύνη είναι της αστυνομίας που είχε ειδοποιηθεί και είχε το χρόνο να εκκενώσει όλα τα κτίρια, όπου υπήρχαν ελάχιστοι άνθρωποι.
Ο Αριστείδης Δαρλής ήταν ο κλητήρας της «Ελευθεροτυπίας», που έτυχε να πάρει το προειδοποιητικό τηλεφώνημα. Επιβεβαίωσε ότι του είπαν για ισχυρή έκρηξη που θα γίνει, για βανάκι παγιδευμένο με εκρηκτικά, ενώ του έδωσαν και το ακριβές σημείο τοποθέτησης του βαν. Απ’ αφορμή τη σαφέστατη κατάθεσή του, η Π. Ρούπα σχολίασε και πάλι ότι δόθηκαν και το σημείο και ο χρόνος και η επικείμενη ισχυρή έκρηξη, επομένως η ευθύνη είναι αποκλειστικά της Αστυνομίας, η οποία έβαλε απλά κάποιες κορδέλες αποκλείοντας το σημείο και δεν εκκένωσε τα διπλανά κτίρια. Αλήθεια, αναρωτήθηκε, γιατί έχουν κληθεί μάρτυρες μόνο από δύο ενέργειες της οργάνωσης; Μήπως υπονοείται ότι σε άλλες ενέργειες δεν υπήρξε προειδοποίηση; Κι όμως, δινόταν πάντοτε επαρκής χρόνος για ν’ αποκλείσει η αστυνομία το χώρο και να εκκενώσει τα κτίρια.
Κατέληξε με την υποβολή αιτήματος να κληθούν ως μάρτυρες όλοι οι τηλεφωντές της «Ελευθεροτυπίας» που δέχτηκαν προειδοποιητικές κλήσεις σε όλες τις ενέργειες της οργάνωσης, για να φύγει κάθε σκιά και να αποδειχτεί ότι σε όλες τις ενέργειες υπήρξε πρόνοια να μη κινδυνέψουν άνθρωποι.
Υστερα, ήρθε η σειρά των καπιταλιστών. Ο Ελευθέριος Πολιταρίδης, διευθυντής ανθρώπινου δυναμικού του Χρηματιστήριου (παλιά τους έλεγαν προσωπάρχες αυτούς τους τύπους), έχοντας ακούσει (ήταν μέσα στην αίθουσα) την κατάθεση του σεκιουριτά Μαυροειδάτου, προσπάθησε να τον βγάλει ψεύτη. Λέγοντας συνεχώς την παπάρα ότι πάνω απ’ όλα είναι η ανθρώπινη ζωή, υποστήριξε ότι οι φύλακες είχαν εντολή από την εταιρία να φύγουν, αλλά… δεν έφυγαν! «Εμειναν μέσα υπό το κράτος πανικού και ενδεχομένως να υπήρχε κάποια παρανόηση». Ομως, ο Μαυροειδάτος –ο οποίος μάλιστα απολύθηκε ένα χρόνο μετά το συμβάν, για το «ευχαριστώ» προφανώς– είχε καταθέσει ότι ο κανονισμός τους απαγόρευε να φύγουν και πως μετά το συμβάν ο κανονισμός άλλαξε. Οταν τον σφυροκόπησαν η Δ. Βαγιανού και η Μ. Δαλιάνη, ο προσωπάρχης προσπάθησε να ξεφύγει με απεγνωσμένη άμυνα, όταν όμως στο τέλος ρωτήθηκε αν διερεύνησε εκ των υστέρων γιατί έμειναν μέσα οι τρεις σεκιουριτάδες, έπαθε… αφωνία!
Θα ‘πρεπε να ντρέπεται ο Πολιταρίδης, σχολίασε η Π. Ρούπα. Πίσω απ’ αυτόν τον κανονισμό, που επέβαλ στους σεκιούριτι να μείνουν μέσα, κρύβεται σκοπιμότητα: να μη διαταραχθεί η λειτουργία του χρηματιστήριου. Γι’ αυτό υποθήκευσαν τη ζωή τριών ανθρώπων. Ενα σημαίνον στέλεχος του συστήματος συναίνεσε σ’ ένα έγκλημα. Κι αντί να πει «κάναμε λάθος», πάει να βγάλει ψεύτη τον υπάλληλο. Αυτό δείχνει το ποιόν αυτών των στελεχών. Αρχικά αδιαφόρησαν και μετά, μπροστά στο κόστος που θα προέκυπτε για την εταιρία τους μ’ αυτή την αποκάλυψη, έρχονται και λένε ψέματα.
Ακολούθησε ο διευθύνων σύμβουλος της ΣΤΑΚΟΡ ΑΕ Μιχαήλ Κορτέσης. Η ΣΤΑΚΟΡ είναι απέναντι από το χρηματιστήριο και όπως είπε το αφεντικό της έπαθε ζημιές περίπου 3,5 εκατ. ευρώ. Κι ενώ ο φύλακας του κτιρίου έχει καταθέσει ότι ο ίδιος σώθηκε από θαύμα, γιατί είδε τους μπάτσους και πήγε μόνος του και ρώτησε τι τρέχει και του είπαν να φύγει, ο Κορτέσης προσπάθησε με χοντροκομμένο τρόπο να βγάλει λάδι την αστυνομία, λέγοντας πως ο φύλακας βγήκε και είδε την αστυνομία να πηγαίνει να τον ενημερώσει.
Τον διέψευσε αμέσως μετά ο Ιωάννης Σκρέκας, υπάλληλος της ΑΚΡΙΤΑΣ SECURITY, που ήταν φύλακας εκείνο το βράδυ στη ΣΤΑΚΟΡ. Ο άνθρωπος περιέγραψε γλαφυρά τι συνέβη. Κανένας δεν πήγε να του πει να φύγει. Ενα τέταρτο πριν την έκρηξη, είδε φώτα από φακούς να φωτίζουν τα δέντρα. Βγήκε να δει τι τρέχει, είδε τους μπάτσους να ψάχνουν τη βόμπα στα δέντρα (!!!), ρώτησε τι συμβαίνει και τότε του είπαν «φύγε αμέσως, βόμβα»! Αν δεν έβγαινα, θα είχα τιναχτεί στον αέρα, κατέθεσε.
Τότε ήταν που ο πρόεδρος, παρά την αυτοσυγκράτηση που γενικώς δείχνει, διέπραξε το δεύτερο μεγάλο «φάουλ» από την έναρξη της δίκης. Παράπλευρες απώλειες είναι και οι μεροκαματιάρηδες, δεν είναι μόνο οι καπιταλιστές. Το λέω για να τ’ ακούσουν οι κατηγορούμενοι, είπε. Μ’ άλλα λόγια, επαυξάνοντας αυτά που είχε πει προηγούμενα ο εισαγγελέας, έδειξε ότι έχει ήδη πάρει τις αποφάσεις του σε βασικά ζητήματα της κατηγορίας (για να μην πούμε σε όλα και θεωρήσει ότι τον αδικούμε).
Ο μάρτυρας αυτός εξακολουθεί να εργάζεται στην ίδια εταιρία. Γι’ αυτό και όταν ρωτήθηκε να πει τη γνώμη του για το αν η αστυνομία ενήργησε καλώς ή κακώς, αν τον προστάτευσε, απάντησε: «Ρωτήστε την αστυνομία αν ενήργησε καλώς ή κακώς. Εγώ δεν θέλω να εκφέρω γνώμη». Και όλοι καταλάβαμε τι ήθελε να πει, πλην της έδρας…
Ο Ν. Μαζιώτης σημείωσε ότι ο διευθύνων σύμβουλος είπε ψέματα και κάλεσε το δικαστήριο ν’ αποφασίσει να καλέσει τον υπεύθυνο ασφάλειας του χρηματιστήριου και τους άλλους τρεις σεκιουριτάδες. Την τοποθέτηση του προέδρου ως μεροληπτική σχολίασε η Π. Ρούπα, σημειώνοντας ότι προσπαθεί να σώσει την κατηγορία, να βγάλει ντε και καλά απόπειρες ανθρωποκτονίας από τον ΕΑ.
Ομως, το δικαστήριο αποφάσισε και πάλι ότι το συμβάν ερευνήθηκε επαρκώς τόσο ως προς τα πραγματικά περιστατικά όσο και ως προς την προειδοποίηση από την οργάνωση ΕΑ και δεν συντρέχει λόγος περαιτέρω έρευνας. Ολ’ αυτά θα αξιολογηθούν! Δηλαδή, αποφάσισαν να μην καλέσουν ούτε καν την Κοκκίνη, την προϊσταμένη των σεκιουριτάδων, που τους έδωσε εντολή να μείνουν στο κτίριο.
Στη συνέχεια, η Δ. Βαγιανού, σύμφωνα με επιθυμία των εντολέων της, ζήτησε να ασκηθεί δίωξη για ψευδορκία κατά του Πολιταρίδη. Πρώτα ο εισαγγελέας και μετά ο πρόεδρος είπαν ότι το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να στείλουν τα πρακτικά στον εισαγγελέα ποινικής δίωξης, διότι δεν είναι αρμόδιο το δικό τους δικαστήριο. Η συνήγορος τελικά υπέβαλε μηνυτήρια αναφορά κατά του Πολιταρίδη.
Η δίκη διακόπηκε για την Παρασκευή, 23 Μάρτη.