Με την έναρξη της συνεδρίασης προβλήθηκε το βίντεο με τη συνέντευξη του Σάββα Ξηρού στην Κανέλλη (το αίτημα είχε υποβάλει η υπεράσπιση Τζωρτζάτου). Στη συνέχεια, ακολούθησαν καταθέσεις μαρτύρων του Χρ. Ξηρού.
Ο Δ. Κωνσταντέλλος, έμπορος υλικών οργανοποιίας, αναφέρθηκε στη συνεργασία του με τον Χρ. Ξηρό από το 1990 περίπου και με την κατάθεσή του επιβεβαίωσε, από τη δική του σκοπιά, γεγονότα που είχαν καταθέσει προηγούμενοι μάρτυρες (π.χ. ότι ο Χριστόδουλος κατασκεύαζε δύο με τρία έγχορδα το μήνα).
Ο Γ. Κοσμάς μίλησε πολιτικά. Είπε ότι θεωρεί πως σ’ αυτή τη δίκη δικάζεται ένα κομμάτι της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας. Η 17Ν ήταν μια αριστερή πολιτική οργάνωση με στόχο το σοσιαλισμό και τη λαϊκή κυριαρχία. Τα ανεκπλήρωτα οράματα και οι επιθυμίες πολλών ανθρώπων γέννησαν τις οργανώσεις σαν τη 17Ν, που με τη δράση τους απειλούσαν θεσμούς, απειλούσαν μηχανισμούς, απειλούσαν σχέσεις εξουσίας. Θεωρεί ότι αυτή η δράση επιβλήθηκε από τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες και γι’ αυτό ήταν κοινωνικά νομιμοποιημένη. Γι’ αυτό και ο ίδιος και οι σύντροφοί του συμμετέχουν στο κίνημα αλληλεγγύης στους πολιτικούς κρατούμενους. Πολιτικοί κρατούμενοι είναι όλοι όσοι εμπλέκονται σ’ αυτή την υπόθεση. Οχι μόνο όσοι έχουν αναλάβει την πολιτική ευθύνη της συμμετοχής τους στη 17Ν, αλλά και όσοι αρνούνται την κατηγορία. Γιατί όλοι είναι κατηγορούμενοι για πολιτικούς λόγους.
Ο Γ. Κοσμάς αναφέρθηκε στην τρομοϋστερία, αλλά και τους διαδοχικούς τρομονόμους, που δημιούργησαν το πλαίσιο για να υπάρξουν καταδίκες, στο πλαίσιο μιας ρεβανσιστικής πολιτικής του κράτους, αλλά και διεύρυναν το θεσμικό πλαίσιο της καταστολής για κάθε μορφή κοινωνικού αγώνα. Απαντώντας σε ερώτηση σχετική με την επίκληση της αξίας της ανθρώπινης ζωής, είπε πως η ανθρώπινη ζωή είναι υπέρτατη αξία, όμως σε καθημερινό επίπεδο βλέπουμε τη διαβάθμισή της και κυρίως την απαξίωσή της από την εξουσία. Σε ό,τι δε αφορά τις ληστείες, είπε πως πρόκειται για απαλλιοτρώσεις υλικών και μέσων για την επίτευξη ενός σκοπού, γεγονός απόλυτα συμβατό με την επαναστατική ηθική, γιατί ο επιδιωκόμενος σκοπός είναι ανώτερος, είναι απελευθερωτικός. Η ταξική πάλη δεν αντλεί τη νομιμότητά της από το θετό δίκαιο, αλλά αυτοδίκαια από τα απελευθερωτικά οράματα. Για τον Σάββα Ξηρό, τον οποίο ο ίδιος είχε γνωρίσει, είπε πως υπέστη βασανιστήρια με χρήση ψυχοφαρμάκων, γεγονός που αποτελεί διεθνή πρακτική (ανέφερε σχετικά παραδείγματα), με αποτέλεσμα ο Σάββας να είναι ένας εντελώς διαφορετικός άνθρωπος.
Ο Επ. Σκυφτούλης ξεκίνησε την τοποθέτησή του με τρεις επισημάνσεις. 1) Στην εποχή μας, η πράξη τείνει να γίνει μια μεταφυσική διαδικασία, ενώ είναι είναι μια διαδικασία νοήματος. Ακόμα και στην ποινική πράξη υπάρχει νόημα, υπάρχουν κίνητρα. Με το μεταφυσικό τρόπο, όμως, που αντιμετωπίζεται η πράξη, θα έπρεπε ο Παναγούλης να δικαστεί για την απόπειρα κατά Παπαδόπουλου. Η δημοκρατία, όμως, ουδέποτε τόλμησε να δικάσει τον Παναγούλη, διότι η πράξη του θεωρήθηκε απελευθερωτική. Οι πράξεις της 17Ν σ’ ένα καθεστώς ας πούμε κομμουνιστικό ή ένα καθεστώς αναρχικό θα επιβραβεύονταν. Ηταν πράξεις που είχαν ως κίνητρο της ιδέες της Οργάνωσης. Μπορεί, λοιπόν, να υπάρξει πιο πολιτική δίκη απ’ αυτή; Στη Δύσδη δε ντράπηκαν να αντιμετωπίσουν τις Ερυθρές Ταξιαρχίες ή την Ακσιόν Ντιρέκτ ως πολιτικές οργανώσεις. Γι’ αυτό και οι διάφοροι τρομονόμοι εκεί έχουν καθαρά πολιτικό χαρακτήρα, ενώ εδώ μιλάμε για εγκληματικές οργανώσεις και ποινικά αδικήματα. 2) Από την εποχή του Διαφωτισμού και εντεύθεν η Δύση έχει συμφωνήσει ότι τα δικαστήρια δεν δικάζουν στο όνομα του Θεού, αλλά στο όνομα του λαού, της κοινωνίας. Αυτό σημαίνει ότι ζούμε σε μια κοινωνία όπου τίποτα δε μπορεί να αντιμετωπίζεται ως θεϊκό ή ως δαιμονικό. 3) Μετά τη μεταπολίτευση δεν είχαμε εμφύλιο πόλεμο, αλλά ένοπλες επαναστατικές ενέργειες. Η ένταση με την οποία το κράτος αντιμετώπισε αυτές τις ενέργειες δεν αντιστοιχούσε στην έντασή τους, αλλά αντιστοιχούσε στον τρόμο των αφεντικών. Είχε δίκαιο η 17Ν που μιλούσε για λούμπεν μεγαλοαστική τάξη. Αυτή η κλίκα των πλουτοκρατών τρομοκρατήθηκε από τη 17Ν. Απειλούνταν άμεσα και προσωπικά ο καθένας. Γι’ αυτό και μαζί με τους Αγγλοαμερικανούς επικυρίαρχους έπρεπε να τελειώνουν μ’ αυτή την Οργάνωση. Ο παροξυσμός τους και η ένταση ήταν τέτοια που έφτασαν να πουν ότι η 17Ν ήταν το μακρύ χέρι του Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ.
Κυριάρχησε παντού ο ανορθολογισμός, συνελήφθησαν άνθρωποι, συκοφαντήθηκαν άνθρωποι (δε μιλώ για τον εαυτό μου, αλλά για άλλους που αισθάνθηκαν ως συκοφαντία την εμπλοκή τους), άνθρωποι που δεν είχαν καμιά σχέση με το ένοπλο. Εναν τέτοιο άνθρωπο ήρθα να υπερασπιστώ, τον Χριστόδουλο. Υπήρξαμε συμφοιτητές στη Λάρισα. Τον γνωρίζω από τότε και μετέπειτα στην Αθήνα. Ο Χριστόδουλος ήταν ο ανθρωπολογικός τύπος του νεολαίου της μεταπολίτευσης. Ενταγμένος στο ΚΚΕ μ-λ, συνδικαλιστής, θορυβώδης, δυναμικός, άνθρωπος που έμπαινε πάντοτε μπροστά, και λόγω ύψους και όγκου. Ο,τι ισχύει για μένα ισχύει και για το Χριστόδουλο. Πώς εγώ ο αναρχικός, ο μη μαρξιστής, θα ήμουν μέλος μιας μαρξιστικής-λενινιστικής οργάνωσης; Ομως, ούτε το σκέφτονταν αυτό, ούτε ήθελαν να το ακούσουν. Εφερναν και μάρτυρες που με «αναγνώριζαν». Ξέρεις τι είναι να είσαι στη φυλακή και να βιώνεις το ψέμα, να βιώνεις μια καφκική ατμόσφαιρα; Εμείς βέβαια το ‘χουμε πάρει απόφαση, ότι τα όρια τα θέτει η εξουσία. Εσείς, όμως, ως δικαστές πρέπει να αντιμετωπίσετε τη 17Ν με συγκεκριμένο τρόπο. Εδώ μέσα υπάρχουν αθώοι. Ο Χριστόδουλος είναι αθώος. Ο Κωστάρης είναι αθώος. Οι αγωνιστές λειτουργούσαν πάντοτε με αυταπάρνηση και έπαιρναν την πολιτική ευθύνη, ακόμα και όταν δεν υπήρχαν στοιχεία. Στην Ιταλία άνθρωποι καταδικάστηκαν σε ισόβια επειδή πήραν την πολιτική ευθύνη, μολονότι δεν υπήρχαν στοιχεία σε βάρος τους. Εσείς με την απόφασή σας πρέπει να εξισορροπήσετε την νοητική και πρακτική αυθαιρεσία. Να πείτε ότι η 17Ν ήταν μια πολιτική οργάνωση. Να πείτε ότι ο Χριστόδουλος είναι αθώος, ο Κωστάρης είναι αθώος (και άλλοι ίσως, αλλά εγώ μιλώ κυρίως για τον Χριστόδουλο που τον ξέρω).
Ενδιαφέρον είχε ο διάλογος Κουφοντίνα – Σκυφτούλη. Ποια αναγκαιότητα γέννησε τη 17Ν ή θα μπορούσε να μην υπάρξει η 17Ν; ρώτησε ο Κουφοντίνας. Δε θα μπορούσε να μην υπάρξει ή θα μπορούσε στη θέση της να υπάρξει ένας τρίτος εμφύλιος πόλεμος, απάντησε ο Σκυφτούλης. Κλειδί για όλες τις εξελίξεις ήταν το παρξικόπημα της χούντας. Τότε άλλαξαν όλα. Τότε ήταν που η απελπισμένη συνείδηση έγινε συνείδηση της απελπισίας. Μετά τη μεταπολίτευση είχαμε συσσωρεύσει αυτή την προοπτική του ένοπλου αγώνα. Η φιλολογία για το ένοπλο υπήρχε, η αναγκαιότητα υπήρχε, όλα ήταν στρωμμένα. Αν έκανα μια κριτική θα έλεγε ότι η πολιτική στρατηγική και το πολιτικό σχέδιο της 17Ν δε μπόρεσε να εντοπίσει τις ανάλογες διαδικασίες στο χώρο της νεολαίας. Γι’ αυτό και η αναγκαιότητα που εξέφραζε η δράση της εκφράστηκε σε μια μίνιμουμ και όχι σε μια ευρύτερη βάση.
Πώς δεχόταν ο λαός τις ενέργειες της 17Ν, από τον Γουέλς μέχρι τον Σόντερς; ρώτησε ο Κουφοντίνας. Οι σκεφτόμενοι μελετούσαν τις προκηρύξεις, απάντησε ο Σκυφτούλης. Με τις πολιτικές ενέργειές της η 17Ν ήθελε να λειτουργήσει πολιτικά και να αναπαραχθεί πολιτικά. Οι ενέργειές της ήταν και εκδικητικές και «θεσμικές» και δικαιικές. Οπως δηλαδή είναι οι ενέργειες κάθε επαναστατικής οργάνωσης. Και γι’ αυτό είχαν θετική ανταπόκριση στον κόσμο.
Είναι περιττό να ρωτήσω αν ο ελληνικός λαός αισθάνθηκε να απειλείται από τη 17Ν, κατέληξε ο Κουφοντίνας. Θα ρωτήσω κάτι άλλο. Η πρωτόδικη απόφαση χαρακτηρίζει την ανάληψη της πολιτικής ευθύνης «αδιανόητο μόρφωμα σκέψης». Ποια είναι η πρακτική του επαναστατικού κινήματος σ’ αυτό; Οι πράξεις και οι παραλείψεις μας, απάντησε ο Σκυφτούλης, δεν είναι θεϊκά, είναι ανθρώπινα. Η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης στον επαναστατικό χώρο είναι ύψιστη πράξη. Θωρακίζει και ανεβάζει την πολιτική πάξη, τις πολιτικές ενέργειες, στο ύψος του αυτεξούσιου. Η απουσία αυτής της πράξης θα κατακερμάτιζε όλα τα επαναστατικά υλικά.
Αφού απάντησε σε σειρά ερωτημάτων των Α. Κωνσταντάκη, Γ. Γκουντούνα και Χρ. Ξηρού, που αναφέρονταν στη δική του σύλληψη και τα όσα σχετίζονταν μ’ αυτή, αλλά και με την προσωπικότητα, την πολιτική και την κοινωνική δράση του Χριστόδουλου, που τον κατέστησε «καμμένο» και γι’ αυτό δεν υπήρχε περίπτωση να τον προσεγγίσει η 17Ν, ο Επ. Σκυφτούλης απευθύνθηκε και πάλι στο δικαστήριο: «Κάποια στιγμή θα τεθεί πιο πολιτικά το ζήτημα της 17Ν. Θα ‘ρθει ο καιρός που αυτό το ζήτημα θα λυθεί οριστικά».
Στη διάρκεια της κατάθεσης του επόμενου μάρτυρα ανέβηκε και πάλι το θερμόμετρο στην αίθουσα. Ο Δ. Σαραφιανός, μέλος των ΔΣ του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας και της Ενωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, αναφέρθηκε αναλυτικά στις παραβιάσεις όλων των δικαιωμάτων των κατηγορούμενων, εστιάζοντας κυρίως στη μεταχείριση του Σάββα Ξηρού στον Ευαγγελισμό. Αυτό θεωρήθηκε casus belli από την πλευρά των εισαγγελέων. Η Ε. Κουτζαμάνη, αφού πρώτα προσπάθησε να απαξιώσει τον μάρτυρα, λέγοντάς του ότι τα όσα είπε είναι θεωρητικά (!), εξέφρασε την πρωτοφανή για δικαστικό λειτουργό άποψη: Τι χρειάζεται το δικηγόρο κάποιος που θέλει να συνεργαστεί και να πάρει τα ευεργετήματα; (!!!). Ο Σαραφιανός απάντησε ότι χρειάζεται και ολοκλήρωσε την άποψή του διακοπτόμενος συνεχώς από την εισαγγελέα, που δεν τον άφηνε να ολοκληρώσει μια φράση. Λίγο αργότερα, ο μάρτυρας είχε την ευκαιρία να πει, ότι το αμερικάνικο ποινικό δίκαιο, από το οποίο έχουν αντιγραφεί οι διατάξεις για ευεργετήματα σε συνεργαζόμενους, επιβάλλει την παρουσία δικηγόρου κατά τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ κατηγορούμενου και κατηγορούσας αρχής. Ο αναπληρωτής εισαγγελέας χαρακτήρισε «συνομιλίες» τις ολονύκτιες ανακρίσεις του Σάββα από τους Διώτη-Σύρο μεταξύ 5 και 11 Ιούλη 2002. «Μπορείτε εσείς, με το κύρος που έχετε, να μου πείτε ποιο ήταν το ποινικά δικονομικό καθεστώς του Σάββα Ξηρού εκείνες τις μέρες;», ρώτησε τον εισαγγελέα ο Σαραφιανός, χωρίς να πάρει καμιά απάντηση. Και επειδή απάντηση δεν πήρε, την έδωσε μόνος του, περιγράφοντας αναλυτικά όλες τις παρανομίες που συνέβησαν εκείνες τις μέρες.
Συνεχείς, όμως, ήταν και οι παρεμβάσεις του προέδρου, σε μια κατεύθυνση υπεράσπισης των οργίων που συνέβησαν την περίοδο του Ευαγγελισμού και της εξάρθρωσης. Για παράδειγμα, προσπαθούσε να ισχυριστεί, ότι η μεταφορά του Σάββα σε άλλο όροφο, ισοδυναμούσε με έξοδο από την Εντατική. Ρειάστηκε να του θυμίσει, σε έντονο ύφος, ο Χριστόδουλος, ότι ο εντατικολόγος Πιταρίδης είπε πως η μεταφορά σε άλλο όροφο έγινε για λόγους φύλαξης και πως ο νέος χώρος ήταν Εντατική, αφού είχαν μεταφερθεί εκεί τα μηχανήματα. Σε άλλο σημείο, ο πρόεδρος επικαλούνταν το γεγονός ότι ο τότε δικηγόρος του Σάββα αποδέχτηκε τις συνθήκες της ανάκρισης, που κατά το μάρτυρα συνιστούν παραβίαση δικαιωμάτων άρθρων της ΕΣΔΑ (επικαλέστηκε και σχετικές αποφάσεις). Πέραν του ότι ο τότε συνήγορος του Σάββα κατήγγειλε την ασφυκτική προθεσμία των δύο ημερών, εντός της οποίας κλήθηκε να απολογηθεί για τόσες κατηγορίες, χωρίς καν να προλάβει να φωτοτυπήσει την 50.000 σελίδων δικογραφία (η μία μέρα μάλιστα ήταν Κυριακή), ο Δ. Σαραφιανός σημείωσε ότι η υπεράσπιση των δικαιωμάτων είναι πρωτίστως υποχρέωση των οργάνων της Πολιτείας και όχι του κατηγορούμενου και του δικηγόρου του.
Οταν η Γ. Κούρτοβικ υπενθύμισε ότι στο χαρτί με το οποίο ο Κωστάρης απολογήθηκε στην Αντιτρομοκρατική από πάνω οι Διώτης-Σύρος έχουν γράψει ότι δεν επιθυμεί την παρουσία δικηγόρου, ενώ από κάτω ο Κωστάρης έγραψε ότι θέλει δικηγόρο, η εισαγγελέας πετάχτηκε για να πει ότι δε λέει τέτοια πράγματα. Οπως αποδείχτηκε, μετά από παρέμβαση του ίδιου του Κωστάρη, υπάρχουν δυο χαρτιά. Ενα που γράφει ότι «θα απολογηθώ στον ανακριτή με δικηγόρο» και ένα που έδωσε ο ίδιος δείγμα γραφής και έγραψε «Θέλω δικηγόρο» και το οποίο έχει εξαφανιστεί (η εισαγγελέας, μολονότι κλήθηκε από την Κούρτοβικ να αναζητήσει αυτό το χαρτί, έκανε πως δεν κατάλαβε. Οταν σε μένα, που η απολογία είναι μια σελίδα, έχωσαν αυτό το πράγμα, φανταστείτε τι έκαναν σε όλους τους άλλους, κατέληξε ο Ηρ. Κωστάρης! Η εισαγγελέας, όμως, εκεί, δεν καταλάβαινε τίποτα. Για να βγει από το αδιέξοδο, επικαλέστηκε τους Τσελέντη και Τέλιο, που μένουν σταθεροί στις θέσεις τους! Μετά από παρέμβαση του Χρ. Ξηρού, αποκαλύφτηκε ότι ο Τσελέντης είναι ο πρώτος που απολογήθηκε στον ειδικό εφέτη ανακριτή Λ. Ζερβομπεάκο και είχε δικηγόρο και στην προανάκριση (αλήθεια, γιατί αυτός που συνεργάστηκε είχε και δικηγόρο;). Ο Κωστάρης πήρε και πάλι το λόγο για να πει ότι ζητούσε επίμονα δικηγόρο και τον είχαν πάει στην ανακρίτρια Μπούρη μκαι ο δικηγόρος που του όρισε η οικογένειά του έψαχνε να τον βρει! Μετά απ’ αυτά, η εισαγγελέας σιώπησε.
Κατέθεσε ακόμη ο γνωστός μουσικός Γιάννης Εμμανουηλίδης («Οπισθοδρομική Κομπανία»), Ικαριώτης και παιδικός φίλος του Χριστόδουλου, που επιβεβαίωσε όσα και άλλοι μάρτυρες έχουν καταθέσει για τη ζωή του Χριστόδουλου, για την πολιτική του δράση («αδιόρθωτος μαοϊκός»), για την οργανοποιία («το είχε πάθος από μικρός»), καθώς και για τη ζωή και δράση του στην Ικαρία και το ρόλο που διαδραμάτιζε στο πολιτιστικό πανηγύρι της Ακαμάτρας («ήταν η ψυχή του πανηγυριού»). Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι ήταν αυτός που έφερε το Χριστόδουλο σε επαφή με τον Γ. Αγιοστρατίτη, που ανέλαβε δικηγόρος του Σάββα. Μάλιστα, έχει ο ίδιος ακούσει τον κ. Αγιοστρατίτη να λέει ότι είδε το Σάββα και ήταν σαν μογγολάκι.
Η δίκη θα συνεχιστεί την Τετάρτη, λόγω κωλύματος συνηγόρων την Τρίτη, που θα παραστούν στην εκδίκαση της αίτησης του Σάββα Ξηρού για διακοπή κτέλεσης της ποινής του.