Με την έναρξη της συνεδρίασης ο πρόεδρος ανακοίνωσε την απόρριψη του αιτήματος για την τήρηση μαγνητοφωνημένων πρακτικών, επειδή δεν υπάρχει η απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή! Μπορεί, όμως, αν συμφωνούν όλα τα μέρη, να ανατεθεί σε ιδιωτικό φορέα η μαγνητοφώνηση και απομαγνητοφώνηση των πρακτικών, όπως έγινε και πρωτοδίκως. Απορρίφτηκε, επίσης, το αίτημα της κατάργησης του ενός από τα δύο μηχανήματα ελέγχου, για λόγους ασφάλειας.
Ο συνήγορος υπεράσπισης Ι. Μυλωνάς, δήλωσε ότι ο ίδιος αρνήθηκε να περάσει από το μηχάνημα που «ψεκάζει» (ανιχνεύει εκρηκτικά) και θα εξακολουθήσει να μην περνάει. Ζήτησε, επίσης, να διακόψει το δικαστήριο για δυο-τρεις μέρες, ώστε να ενεργοποιηθεί η υλικοτεχνική υποδομή για τη μαγνητοφώνηση των πρακτικών. Ο συνήγορος υπεράσπισης Γ. Γκουντούνας, ανακοίνωσε ότι υπάρχει συνεργείο απομαγνητοφώνησης της Ενωσης Ιδιοκτητών Ημερησίων Εφημερίδων, το οποίο περιμένει έξω από την αίθουσα, και ζήτησε να του επιτραπεί να πιάσει άμεσα δουλειά.
Προς στιγμήν, προέκυψε νέο πρόβλημα, αφού η πολυπράγμων εισαγγελέας Ε. Γκουτζαμάνη δεν ήθελε ούτε την απομαγνητοφώνηση από ιδιωτικό συνεργείο και έφτασε στο σημείο να ισχυριστεί ότι το δικαστήριο δεν πήρε απόφαση που να επιτρέπει τη μαγνητοφώνηση και απομαγνητοφώνηση από ιδιωτικό συνεργείο! Φυσικά, το δικαστήριο τέτοια απόφαση είχε ανακοινώσει και η αναφορά της εισαγγελέα είχε τη μορφή ευθέως υπαινιγμού προς το δικαστήριο. Τελικά, έγινε διακοπή στη διάρκεια της οποίας το ιδιωτικό συνεργείο εγκαταστάθηκε και έπιασε δουλειά. Χαρακτηρίζουμε πολυπράγμονα την εισαγγελέα, γιατί δείχνει μια ιδιαίτερη ζέση και συχνά δεν διστάζει να υποκαταστήσει τον πρόεδρο. Αυτή η ζέση την οδήγησε ήδη στην πρώτη γκάφα. Υποκαθιστώντας τον πρόεδρο (δεν ζήτησε το λόγο) απευθύνθηκε στον συνήγορο Γ. Γκουντούνα, λέγοντάς του ότι δεν μπορεί να πάρει το λόγο, διότι δεν εκπροσωπεί τον Σάββα Ξηρό. Ο συνήγορος της υπενθύμισε πως στην αίθουσα υπάρχουν τρεις Ξηροί και πως ο ίδιος εκπροσωπεί τον Χριστόδουλο, αν δε είχε δώσει λίγη προσοχή όταν μιλούσαν οι κατηγορούμενοι, θα είχε σημειώσει πως ο Χριστόδουλος Ξηρός τον ανέφερε ως ένα εκ των τριών συνηγόρων του. Ετσι, η… αστυνομική προσπάθεια της κ. Γκουτζαμάνη έπεσε στο κενό και η ίδια αναγκάστηκε να καθήσει στη θέση της, χωρίς καν να έχει την ευγένεια να ζητήσει συγνώμη από τον συνήγορο. Οσο για τον πρόεδρο, δεν αντέδρασε καθόλου.
Τα πρακτικά αυτά θα είναι άτυπα, όπως ήταν και στην πρώτη δίκη. Ομως, στην πρώτη δίκη δεν υπήρχε η νομική δυνατότητα τήρησης μαγνητοφωνημένων πρακτικών (ίσχυε μόνο για τις αστικές δίκες) και κατ’ ανάγκη τα πρακτικά αυτά ήταν άτυπα. Σήμερα, όμως, αυτή η δυνατότητα υπάρχει, με νόμο που ψηφίστηκε το περασμένο καλοκαίρι. Αν δεν τηρηθούν επίσημα μαγνητοφωνημένα πρακτικά σ’ αυτή τη δίκη, που και μεγάλη σημασία έχει και πληθώρα αδικημάτων εξετάζει και μεγάλη διάρκεια θα έχει (μπορεί να ξεπεράσει τον ένα χρόνο), σε ποια δίκη θα τηρηθούν; Ο νόμος καθίσταται ανενεργός, όταν γίνεται επίκληση της έλλειψης υλικοτεχνικής υποδομής. Το δικαστήριο όφειλε να πάρει απόφαση και να εξασφαλίσει την υλικοτεχνική υποδομή, μέσα από το προσωπικό του Εφετείου, όπως γίνεται στις αστικές δίκες. Κατά τη γνώμη μας, πρόκειται για απόφαση πολιτικής σκοπιμότητας. Δεν θέλουν επίσημα μαγνητοφωνημένα πρακτικά, για να μπορούν να κόψουν και να ράψουν κατά το δοκούν τα πρακτικά που κρατάει ο γραμματέας, ο οποίος βέβαια ούτε περίληψη δεν μπορεί να κάνει.
Μετά το διάλειμμα, συνεχίστηκε η συζήτηση περί του παραδεκτού των εφέσεων των εισαγγελέων. Πρώτος αγόρευσε ο Π. Ρουμελιώτης, συνήγορος του Ν. Παπαναστασίου, ο οποίος με πλούσια νομική επιχειρηματολογία απέδειξε, ότι η έφεση των εισαγγελέων είναι αβάσιμη κατά το νόμο, γιατί δεν περιέχει ειδική και εμπεριστατωμένη επιχειρηματολογία. Ο συνήγορος εξέτασε την ουσία, συγκρίνοντας όλο το υλικό που υπάρχει σε σχέση με τον Ν. Παπαναστασίου και το οποίο οδήγησε στην απαλλαγή του για μια σειρά κατηγορίες (έχει καταδικαστεί μόνο για συμμετοχή), σε σχέση με την έφεση, η οποία δεν περιέχει καμιά αιτιολογία.
Την ίδια ένσταση υπέβαλε και η υπεράσπιση της Αγγελικής Σωτηροπούλου. Η Δάφνη Βαγιανού αναφέρθηκε στη νομολογία (πληθώρα αποφάσεων) και στη συνέχεια αναφέρθηκε στην έλλειψη οποιασδήποτε αιτιολογίας στην έφεση κατά της Σωτηροπούλου, η οποία δεν κάνει τίποτ’ άλλο από το αναφέρεται στις ενδείξεις που οδήγησαν στην αρχική παραπομπή της. Η συνήγορος αναρωτήθηκε αν έχουμε διολίσθηση προς το δόγμα της συλλογικής ευθύνης, βάσει της οποίας ένας άνθρωπος τιμωρείται για τις προσωπικές του σχέσεις. Από την περίοδο των ενδείξεων –κατέληξε η συνήγορος- κύλησε πολύ νερό στ’ αυλάκι. Οι ενδείξεις φωτίστηκαν, καταδείχτηκε το πολιτικό κλίμα μέσα στο οποίο υπήρξαν και οδήγησαν στην αθωωτική απόφαση. Μια απόφαση η οποία έχει εμπεριστατωμένη αιτιολογία, στα βασικά σημεία της οποίας η Δ. Βαγιανού αναφέρθηκε, αναλύοντάς τα. Εκλεισε, λέγοντας ότι το ζήτημα που τίθεται αφορά την κατεύθυνση που θα πάρει το δίκαιο. Η έφεση κατά μιας τόσο εμπεριστατωμένης απόφασης δείχνει ότι επιδιώκεται το δίκαιο να μετατραπεί σε εργαλείο άσκησης πολιτικής.
Την ίδια ένσταση υπέβαλε και η υπεράσπιση Τσελέντη, αναφερόμενη στην έφεση κατά της αθωωτικής απόφασης για τη συμμετοχή του Τσελέντη στην ενέργεια κατά Τζαντ. Υπενθύμισε ότι το δικαστήριο αθώωσε τον Τσελέντη, σημειώνοντας την μεταμέλεια και την ειλικρίνειά του.
Η εισαγγελέας πρότεινε να απορριφθούν όλες οι ενστάσεις των υπερασπιστών, διότι τα όσα αναφέρει η έφεση των συναδέλφων της κατά της αθωωτικής απόφασης αποτελούν ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Είναι χαρακτηριστικό πως πρότεινε να απορριφθεί η ένσταση και της υπεράσπισης του Γ. Σερίφη, θεωρώντας πως η έφεση περιέχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, όταν είναι γνωστό πως στην πρώτη δίκη οι εισαγγελείς είχαν προτείνει την αθώωση του Γ. Σερίφη, λόγω παραγραφής, και όταν αθωώθηκε κατά πλειοψηφία, λόγω αμφιβολιών, άσκησαν έφεση προτείνοντας την ενοχή του! Δηλαδή, άσκησαν έφεση και κατά της δικής τους πρότασης!!
Από την πολιτική αγωγή μίλησαν ο Η. Αναγνωστόπουλος (συνήγορος των Αμερικανών) και ο Σ. Γεωργίου. Και οι δυο πρότειναν να γίνει παραδεκτή η έφεση των εισαγγελέων. Ο Αναγνωστόπουλος αναγνώρισε εμμέσως ότι η υπεράσπιση έχει δίκιο και υποστήριξε ότι ο νόμος είναι λαθεμένος στο σημείο που απαιτεί ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Τέτοια αιτιολογία πρέπει να έχουν οι αποφάσεις και όχι οι εφέσεις, υποστήριξε. Ομως ο νόμος αυτό απαιτεί και μέχρι να τον αλλάξει η Βουλή πρέπει να εφαρμόζεται. Αυτό ξέχασε να το πει ο και καθηγητής της Νομικής κ. Αναγνωστόπουλος. Αντίθετα, πρότεινε στο δικαστήριο να απορρίψει μια ένσταση, πηγαίνοντας κόντρα στο νόμο. Ο Γεωργίου δεν μπήκε στην ουσία, σημείωσε όμως με νόημα ότι στον Τσελέντη επιφυλάχτηκε ειδική μεταχείριση στην υπόθεση Μάτη.
Οι συνήγοροι υπεράσπισης επανήλθαν στη δευτερολογία τους με νέα επιχειρηματολογία. Ο Σ. Φυτράκης αναφέρθηκε εκτενώς στις συνεχείς δικαστικές περιπέτειες του Γ. Σερίφη και στο ευρύτατο φάσμα πολιτικών δυνάμεων και προσωπικοτήτων που τον υποστηρίζουν, ενώ επανήλθε στα νομικά ζητήματα, στα όσα απαιτεί ο νόμος για να γίνει τύποις παραδεκτή μια έφεση. Η Γ. Κούρτοβικ κριτικάρισε την πρόταση Αναγνωστόπουλου, που ζήτησε στην ουσία να μην εφαρμοστεί ο νόμος για τους συγκεκριμένους κατηγορούμενους. Επιτέλους –είπε- δεν μπορεί πάντοτε ο νόμος να ερμηνεύεται σε βάρος των κατηγορούμενων. Ο συγκεκριμένος νόμος δεν δίνει εξουσιοδότηση εν λευκώ στα δικαστήρια, αλλά ζητά την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Η κ. Κούρτοβικ επανήλθε στη συνέχεια της αγόρευσής της στην ουσία των αποδεικτικών μέσων για την Αγγελική Σωτηροπούλου, που οδήγησαν την πλειοψηφία των δικαστών να την κηρύξει αθώα, και στην απουσία οποιασδήποτε αιτιολογίας από την έφεση των εισαγγελέων, που να αμφισβητεί την ουσία της αθωωτικής απόφασης. Η συνήγορος σημείωσε, επίσης, απευθυνόμενη στην εισαγγελέα, ότι η εντολέας της οργίστηκε όταν την άκουσε στην αγόρευσή της να λέει, ότι η μάρτυρας Σαγρή τοποθέτησε την Σωτηροπούλου στα εκδοτήρια της «Φλάινγκ Ντόλφινς» στον Πειραιά, γιατί η αλήθεια είναι ότι η φαντασιόπληκτη αυτή μάρτυρας τοποθετούσε την Σωτηροπούλου 600 με 1.000 μέτρα μακριά από το σημείο της έκρηξης. Τέλος, η Γ. Κούρτοβικ έθεσε το ζήτημα που προκύπτει από την επίσκεψη της οργάνωσης των πολιτικώς εναγόντων στον υπουργό Δικαιοσύνης, παραμονές της έναρξης της δίκης. Είναι μια επίσκεψη που προσβάλλει τον υπουργό Δικαιοσύνης, αλλά προσβάλλει και το δικαστήριο. Οπως επίσης είναι υπόδειξη προς το δικαστήριο η τηλεοπτική παρέμβαση Μητσοτάκη, που δήλωσε ότι κακώς μπήκαν οι κάμερες στην αίθουσα, όταν είναι γνωστό ότι οι κάμερες μπήκαν σε διάλειμμα της δίκης, γεγονός που δεν απαγορεύεται.
Στα όσα στηλίτευσε η Γ. Κούρτοβικ αισθάνθηκε την ανάγκη να απαντήσει η εισαγγελέας, η οποία σε έντονο ύφος δήλωσε ότι κανένας εισαγγελέας ή δικαστής δεν δέχεται πιέσεις και ότι θεωρεί προσβολή για το δικαστήριο και τους εισαγγελείς αυτό που είπε η κ. Κούρτοβικ, ότι οι εισαγγελείς άσκησαν έφεση κατόπιν πιέσεων των Αμερικανών και διάφορων παραγόντων. Δεν ξέρω τι είπε ο κ. Μητσοτάκης –κατέληξε- δεν με αφορά, μπορεί σαν πολίτης να άσκησε κάποια κρίση, δεν δέχομαι όμως ότι ήθελε να επηρεάσει.
Η Γ. Κούρτοβικ ζήτησε το λόγο επί προσωπικού και διευκρίνισε ότι αυτό που είπε είναι ότι το δικαστήριο αναγκάζεται να λειτουργήσει σε κλίμα πιέσεων. Το αν υποκύπτει είναι άλλο θέμα, που αφορά τους δικαστές. Είπα –διευκρίνισε- ότι προσέβαλαν τον υπουργό Δικαιοσύνης με την επίσκεψη που έκαναν. Ο συγκεκριμένος υπουργός δεν έχει μέχρι τώρα δώσει δείγματα που θα επέτρεπαν μια τέτοια σκέψη. Δίνει την εντελώς αντίθετη εντύπωση. Ομως το γεγονός είναι ότι πραγματοποιήθηκε αυτή η επίσκεψη.
Στο ζήτημα παρενέβη και ο Δημήτρης Κουφοντίνας, ο οποίος σε έντονο ύφος είπε απευθυνόμενος προς το δικαστήριο: «Είναι γεγονός, όμως, ότι ασκούνται πιέσεις. Σε μία πολιτική δίκη ασκούνται πολιτικές πιέσεις. Βρίσκεστε σ’ ένα περιβάλλον πολλαπλών πιέσεων από Αμερικανούς, από Βρετανούς και από την κυβέρνηση. Ο ίδιος ο υπουργός άσκησε πιέσεις. Ακουσα και εγώ να σας απειλεί ο κ. Μητσοτάκης. “Ας προσέξει ο κ. πρόεδρος”, αυτά ήταν τα λόγια του πρώην πρωθυπουργού».
Το δικαστήριο διέκοψε για την Τετάρτη το πρωί.