Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και του εκπαιδευτικού έργου, δηλαδή η καλυμμένη επιστροφή του επιθεωρητισμού και κατ’ επέκταση η αξιολόγηση των σχολικών μονάδων, δηλαδή η κατηγοριοποίησή τους, υπήρξε διακαής πόθος του υπουργείου Παιδείας την τελευταία εικοσαετία. Οποιαδήποτε, όμως, απόπειρα εφαρμογής της συναντούσε την αντίσταση των εκπαιδευτικών, στους οποίους έντονες ήταν οι σκληρές μνήμες του επιθεωρητισμού. Το κλίμα της αντίθεσης στην επιβολή του τρόμου και της πειθάρχησης είχε υποχρεώσει και τις συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες των εκπαιδευτικών (ΔΟΕ-ΟΛΜΕ) να εναντιωθούν, έστω και υποτονικά, στη «μορφή» της αξιολόγησης, που προσπαθούσε να επιβάλλει το υπουργείο Παιδείας, ενώ δεν έπαψαν να διακηρύσσουν ότι είναι υπέρ της αξιολόγησης που δεν θα έχει τάχα τιμωρητικό χαρακτήρα, αλλά χαρακτήρα βελτίωσης και υποστήριξης του εκπαιδευτικού έργου (λες και μπορεί να υπάρξει τέτοια αξιολόγηση στον καπιταλισμό, στο πλαίσιο του οποίου το σχολείο έχει συγκεκριμένο ρόλο).
Τώρα, όμως, ήρθε η στιγμή της επιβολής ενός σαρωτικού Αρμαγεδώνα, που ξεκινά από το πετσόκομμα των μισθών και τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων και φθάνει ως την επιβολή της αξιολόγησης. Διότι το φθηνό σχολείο, που θα διοικείται από διευ-θυντές μανατζαραίους, στα πρότυπα μια επιχείρησης, που θα αγωνίζεται να αποδεικνύει ότι είναι «ανταγωνιστικό» και θα ψάχνει εναγωνίως πόρους για τη λειτουργία του, αντιμετωπίζοντας τους μαθητές και τους γονείς τους ως πελάτες, που θα ανοίγει διάπλατα τις πόρτες του σε ιδιώτες καλοθελητές και εταιρίες να διοργανώνουν εκπαιδευτικά προγράμματα κα εκδηλώσεις με το αζημίωτο, που τα αναλυτικά του προγράμματα θα εξαντλούνται στην κατάκτηση εκ μέρους των μαθητών «των δεξιοτήτων για τον 21ο αιώνα», απαιτεί και τη σιωπή των αμνών, το φόβο, τη χειραγώγηση, την υποταγή.
«Ωρίμασαν οι συνθήκες», λέει η Διαμαντοπούλου, κοροϊδεύοντάς μας κατάμουτρα. Εννοώντας τη σιδερένια φτέρνα του Μνημόνιου, που ως τώρα έχει λιώσει κάθε αντίσταση, που αποδείχτηκε «λίγη» για να το αντιμετωπίσει. Η «βασική τομή», κατά την υπουργό Παιδείας βρέθηκε. Είναι η σύνδεση του μισθού με το βαθμό, που επιβλήθηκε με το νέο ενιαίο φτωχολόγιο, ενώ το πέρασμα από τον ένα βαθμό στον άλλο γίνεται μόνο με όχημα την αξιολόγηση. Χιλιάδες εκπαιδευτικοί καταδικάστηκαν σε ισόβια φτώχεια, με τους νεοδιόριστους να σηκώνουν πραγματικό σταυρό μαρτυρίου. Δε φτάνουν οι άθλιοι μισθοί τους (γύρω στα 600 ευρώ), απαιτείται και η αξιολόγησή τους ώστε να μονιμοποιηθούν, αφού ενεργοποιείται ο θεσμός του «δόκιμου» εκπαιδευτικού. Αλλά και οι μόνιμοι, ειδικά αυτοί που εντάχθηκαν στον Γ΄ και Β΄ βαθμό καθηλώνονται στην ουσία σ’ αυτόν, μιας και η αξιολόγηση αποτελεί εκβιαστική προϋπόθεση και απαιτεί ποσόστοση. Επειτα, έχει ανοίξει ο ασκός του Αιόλου -η εργασιακή εφεδρεία ήταν μια τέτοια αφορμή- για το ξήλωμα της συνταγματικής επιταγής της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων.
Η αξιολόγηση θα είναι το επόμενο όχημα που θα οδηγεί, μαζί με τις συγχωνεύσεις-καταργήσεις σχολείων, άρα και οργανικών θέσεων, στις απολύσεις. Παράλληλα, το πειθαρχικό δίκαιο για τους δημόσιους υπάλληλους γίνεται ακόμα πιο φασιστικό, ώστε να απαγορευτεί ουσιαστικά κάθε μορφή αντίστασης και συνδικαλιστικής δράσης. Η υπουργός Παιδείας μας προϊδέασε πριν λίγο καιρό, δηλώνοντας: «Οπως ξέρετε η απόφαση για τον θεσμό της εφεδρείας ήταν μία πολιτική που εφαρμόστηκε πρώτη φορά και είχε περισσότερο συμβολικό, παρά δημοσιονομικό χαρακτήρα. Είναι σαφές –για να μιλήσω και για την Εκπαίδευση– ότι ο θεσμός της εφεδρείας με τη μορφή που έγινε έκλεισε τον κύκλο του και ότι οι όποιες αλλαγές στην ορθολογική διαχείρισή της πρέπει πια να γίνονται βάσει αξιολόγησης». Σήμερα, επανήλθε δριμύτερη. Μιλώντας στην εκδήλωση «για την Ελλάδα τώρα» είπε: «Και να έρθω στην αξιολόγηση. Ναι, 34 χρόνια δεν έχει αξιολογηθεί δάσκαλος και καθηγητής σε αυτή τη χώρα. Ξεκινήσαμε μόλις ανέλαβα την αξιολόγηση. Ξεκινήσαμε την αξιολόγηση στα σχολεία, έτσι γίνεται σε όλο τον κόσμο. Πρώτα η αξιολόγηση του σχολείου και μετά η αξιολόγηση του δασκάλου. Είπα τον πρώτο χρόνο εθελοντικά, τον δεύτερο υποχρεωτικά. Δήλωσαν μερικές χιλιάδες σχολεία μέσα σε μια βδομάδα. Μπήκαν μέσα στα σχολεία με ξύλα, με ρόπαλα, χτύπησαν καθηγητές, έβαλαν μέχρι και φωτιές. Τα χιλιάδες σχολεία μέσα σε μια βδομάδα έγιναν 500. Δεν υπήρξε μια ανακοίνωση κόμματος, μια διαμαρτυρία από την τοπική κοινωνία. Ολοι θέλουμε την αξιολόγηση, με όποιον μιλήσετε στην ελληνική κοινωνία, με όποιον καθηγητή μιλήσετε, με όποιον δάσκαλο μιλήσετε λέει δεν γίνεται να μην αξιολογούμε πλέον. Θα εφαρμοστεί ο νόμος όχι βάζοντας αστυνομικούς και πυροβολώντας τα σχολεία. Ολα τα πράγματα εξελίσσονται και αυτή είναι η τέχνη της πολιτικής. Να κάνεις τη μεγάλη τομή, να πείθεις, να βρίσκεις συμμάχους, να υλοποιείς αυτό που χρειάζεται χωρίς να δημιουργείς βίαιες αντιπαραθέσεις χωρίς όρια. Φέτος θα εφαρμοστεί υποχρεωτικά, γιατί όσοι καθηγητές και δάσκαλοι δεν συμμετέχουν δεν θα μπορούν να έχουν καμία εξέλιξη. Ολα λύνονται και όλα ωριμάζουν και όλα αλλάζουν όταν υπάρχει η πρώτη βασική τομή».
Των δηλώσεων Διαμαντοπούλου είχαν προηγηθεί δηλώσεις του υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης Ρέππα για αξιολόγηση του συνόλου του δημοσίου τομέα από ιδιώτες και ΑΣΕΠ με γραπτά τεστ και συνέντευξη.
Το υπουργείο Παιδείας, λοιπόν, ετοιμάζεται να περάσει από τη λάιτ «αυτοαξιολόγηση» στον πυρήνα αυτού του αντιδραστικού μέτρου, που είναι η υποχρεωτική εφαρμογή της αξιολόγησης, μέσω του εκβιασμού της βαθμολογικής και μισθολογικής εξέλιξης.
Κι ενώ το φάντασμα της επιστροφής του επιθεωρητισμού πλανάται απειλητικά στον αέρα, οι ξεπουλημένες συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες ποιούνται την νήσσαν και δεν έχουν βγάλει μέχρις στιγμής καμιά, έστω για τα μάτια, καταγγελία. Το μήνυμα που θέλουν να περάσουν είναι ότι «κάθε αγώνας είναι μάταιος» και ότι οι σφουγγοκωλάριοι και υμνητές του Μνημόνιου «δεν καταλαβαίνουν τίποτε και τα μέτρα θα τα περάσουν με το έτσι θέλω».
Είναι φανερό ότι οι τρομοκρατικές δηλώσεις της Διαμαντοπού-λου δε γίνονται τυχαία. Προετοιμάζουν το έδαφος για την Υπουργική Απόφαση, βάσει της οποίας, σύμφωνα με το άρθρο 32 του νόμου 3848/19-5-2010, «εξειδικεύ-ονται τα στοιχεία της αξιολόγησης και ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής» (στο ίδιο άρθρο προβλέπεται ρητά ότι την «αξιολόγηση της δράσης των σχολικών μονάδων ακολουθεί η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών»). Γι’ αυτό οι εκπαιδευτικοί οφείλουν ν’ αγρυπνούν. Κόντρα στη θέληση της εργατοπατερίας, μένει ν’ αποδείξουν ότι στους κόλπους τους είναι ζωντανές ακόμα οι μνήμες του επιθεωρητισμού και ότι η μπάλα του Μνημόνιου δεν τους έχει πάρει από κάτω.
Γιούλα Γκεσούλη