Οταν συνελήφθη η Πόλα Ρούπα και της άρπαξαν το παιδί για να το κλείσουν στο θάλαμο μιας παιδοψυχιατρικής κλινικής, απαγορεύοντας κάθε επαφή με τον έξω κόσμο, μολονότι ζήτησε αμέσως να παραδοθεί το παιδί στην αδερφή της και τη μητέρα της, ήταν φανερό πως επρόκειτο για μια εκδικητική πράξη. Αρπαξαν το παιδί και το υπέβαλαν σε μια τεράστια ψυχική ταλαιπωρία για να εκδικηθούν τους γονείς του για τη δράση τους ως μέλη του Επαναστατικού Αγώνα.
Στο πρώτο δημοσίευμά μας, στην ιστοσελίδα της «Κόντρας», σημειώναμε: « Την εποχή του μοναρχοφασισμού, που μάζευαν στα κολαστήρια της Φρειδερίκης, κατ’ ευφημισμόν ονομαζόμενα «παιδουπόλεις» τα παιδιά των κομμουνιστών και των αγωνιστών της Αντίστασης, για να τα «αναμορφώσουν εθνικώς», αναβιώνει η συγκυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, αρνούμενη να παραδώσει το ανήλικο παιδί της Πόλας Ρούπα και του Νίκου Μαζιώτη στην οικογένεια της πρώτης και εκφράζοντας τη θέληση να κλείσει το παιδί σε ίδρυμα!».
Οσα ακολούθησαν είναι γνωστά. Η Π. Ρούπα και ο Ν. Μαζιώτης προχώρησαν σε απεργία πείνας και δίψας, απαιτώντας να σταματήσει η ομηρία του παιδιού τους και να παραδοθεί αυτό στους συγγενείς τους. Τους συντρόφεψε η Κ. Αθανασοπούλου, που συνελήφθη παράλληλα με την Π. Ρούπα και ανέλαβε την πολιτική ευθύνη για τη συμμετοχή της στον ΕΑ. Οι πολιτικοί κρατούμενοι σε όλες τις πτέρυγες του Κορυδαλλού προχώρησαν σε στάση, η οποία κλιμακωνόταν. Κινητοποιήσεις έκαναν και κοινωνικοί κρατούμενοι σε διάφορες φυλακές της χώρας. Αναπτύχθηκε ένα ευρύ κύμα συμπαράστασης, που απλώθηκε ακόμα και σε προσωπικότητες του αστικού κόσμου.
Παρά ταύτα, αντί να κρατήσει κάποιες αποστάσεις, κρυπτόμενη πίσω από την «ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης», η κυβέρνηση Τσίπρα βγήκε και υιοθέτησε πλήρως τις αποφάσεις των διωκτικών μηχανισμών με ανακοίνωση του Κοντονή. Το παιδί κλείστηκε στην παιδοψυχιατρική κλινική «για την προστασία του» ανακοίνωσε ο Κοντονής! Και επέτρεψε την επικοινωνία του με τη γιαγιά και τη θεία του δύο σχεδόν μέρες μετά τον εγκλεισμό.
Μια μέρα αργότερα, κι ενώ η ανακοίνωση του υπουργείου υπαινισσόταν ότι αυτές οι διαδικασίες είναι χρονοβόρες, η «γραφειοκρατία» κινήθηκε κυριακάτικα και παρέδωσε το παιδί εκεί που έπρεπε να παραδοθεί από την πρώτη στιγμή. Ακόμα και σ’ αυτή την απόφαση, όπως σημειώσαμε αμέσως στην ιστοσελίδα μας, εμφιλοχώρησε η εκδικητικότητα του συστήματος. Το παιδί παραδόθηκε μόνο στη γιαγιά (και όχι και στη θεία του, που επίσης είχε ζητήσει την επιμέλεια), ενώ τέθηκαν όροι που δεν έχουν τεθεί σε ανάλογες περιπτώσεις (π.χ. στην απόδοση του παιδιού των Σταμάτη-Τσοχατζόπουλου στους συγγενείς του).
Βλέποντας τα γεγονότα από κάποια χρονική απόσταση και αφού στο μεταξύ διαβάσαμε τις ανακοινώσεις ειδικών, που αναφέρονταν σε ζητήματα ιατρικής δεοντολογίας και νομιμότητας σε τέτοιες υποθέσεις (επείγουσα ανοικτή επιστολή στους υπουργούς Υγείας του Ενωτικού Κινήματος για την Ανατροπή και καταγγελία πλειάδας ειδικών επιστημόνων της ψυχικής υγείας και της εκπαίδευσης), είμαστε πεπεισμένοι ότι αυτό που συντελέστηκε είναι κάτι χειρότερο από τη δεδομένη πράξη εκδίκησης ενάντια στους Ρούπα-Μαζιώτη. Αυτό που συντελέστηκε είναι ένα έγκλημα. Το παιδί κλείστηκε με εισαγγελική παραγγελία στην παιδοψυχιατρική κλινική, χωρίς να έχει κανένα πρόβλημα, και απομονώθηκε και από τη μητέρα του και από το συγγενικό περιβάλλον, προκειμένου να «ανακριθεί» με μεθόδους που γνωρίζουν καλά οι ειδικοί, μπας και μπορέσουν να του πάρουν κάτι που θα διευκόλυνε την αστυνομική έρευνα. Τηρουμένων των αναλογιών, σε βάρος του 6χρονου παιδιού συντελέστηκε ό,τι συντελέστηκε και σε βάρος του πολυτραυματία Σάββα Ξηρού, όταν ανακρίθηκε δεμένος σ’ ένα κρεβάτι της Εντατικής του «Ευαγγελισμού». Και τότε, ειδικοί με βαρύγδουπους πανεπιστημιακούς τίτλους, είχαν πάρει μέρος στην ανάκριση, λειτουργώντας ως σύμβουλοι του Διώτη και του Σύρρου.
Καμιά εισαγγελική παραγγελία για εγκλεισμό δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των γιατρών. Οι γιατροί της παιδοψυχιατρικής κλινικής διαπίστωσαν αμέσως ότι το παιδί δεν έχει κανένα πρόβλημα και όφειλαν να αρνηθούν τον εγκλεισμό του σ’ ένα θάλαμο με βαριά περιστατικά. Δεν το έκαναν και όλοι μπορούμε να καταλάβουμε το λόγο: έβγαλαν τη μπλούζα του γιατρού και φόρεσαν τη στολή του δεσμοφύλακα και του ανακριτή.
Γι’ αυτό και το θέμα κουκουλώθηκε αμέσως. Κι όχι μόνο κουκουλώθηκε, αλλά δόθηκε γραμμή να σκεπαστεί με μια θορυβώδη εκστρατεία τρομο-υστερίας με τη «λίστα Ρούπα» και τους «στοχοποιημένους πολιτικούς». Ο ίδιος ο Τόσκας τηλεφώνησε στον Μητσοτάκη και τον Σαμαρά για να τους πει ότι είναι στη «λίστα Ρούπα». Ο ίδιος έστειλε τον αρχηγό της μπατσαρίας μαζί με ασφαλίτες της Αντιτρομοκρατικής για να κάνουν ενημέρωση στον Μητσοτάκη για τα «ευρήματα». Κι αφού έγινε ο σχετικός ντόρος και πήραν «φωτιά» τα παπαγαλάκια, ο ίδιος ο Τόσκας βγήκε σε τηλεοπτικό κανάλι για να πει ότι «δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ανησυχίας. Υπάρχουν απλά αναγραφές ονομάτων και τίποτα παραπάνω»!