«Η δόση ήταν βέβαιο πως θα δοθεί», δήλωσε ο Δ. Παπαδημούλης μετά την τελευταία απόφαση του Euro-group. Ναι, αλλά δεν πέρασαν και πολλές μέρες από τότε που ο Τσίπρας κουνούσε κοροϊδευτικά το δάχτυλο στον Σαμαρά και του έλεγε πως έμεινε μετεξεταστέος και πως «τη δόση δεν φαίνεται ότι θα την πάρουμε». Στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό έγινε η σχετική αναφορά και μεταδόθηκε απ’ όλα τα τηλεοπτικά δίκτυα.
Το αυτί του Τσίπρα, όμως, δεν ίδρωσε. Παρά την απόφαση του Eurogroup, επανήλθε την Πέμπτη στη Βουλή και με το ίδιο ειρωνικό υφάκι έλεγε στον Σαμαρά: «Και το αύριο δεν είναι μακριά. Είναι στις 13 του Δεκέμβρη. Οταν σε λίγες μέρες θα έρθετε για μια ακόμη φορά σε αδιέξοδο, τι θα πάτε να πείτε στην κα Λαγκάρντ και στην κα Μέρκελ, αφού σήμερα πανηγυρίζετε ότι σας έδωσαν λύση;».
Υπάρχει, άραγε, περίπτωση, Σ’ ΑΥΤΗ ΤΗ ΦΑΣΗ, να μη βρουν Γερμανία και ΔΝΤ συμβιβαστική λύση για τη διαχείριση του ελληνικού χρέους; Και καλά να μην πάει η επαναγορά ομολόγων, που έβαλε σαν όρο το ΔΝΤ, θα καθήσουν και θα βρουν ένα νέο συμβιβασμό. Δεν το ξέρει αυτό ο Τσίπρας; Κι αν ο ίδιος δεν μπορεί να το εκτιμήσει (αυτό το θεωρούμε σφόδρα πιθανό, λόγω του εξαιρετικά χαμηλού πολιτικού του επιπέδου), δεν έχει συνεργάτες, έμπειρους οικονομολόγους, να του πουν να μη λέει τη μια παπαριά μετά την άλλη, γιατί έτσι στρώνει χαλί στον Σαμαρά για να ποζάρει πάνω σ’ αυτό ως θριαμβευτής;
Είμαστε σίγουροι ότι του το λένε (δεν είναι τυχαίο ότι ο Δραγασάκης, ο Σταθάκης, ο Τσακαλώτος δεν «τζογάρουν» πάνω στο θέμα «θα πάρουμε ή δε θα πάρουμε τη δόση»), όπως είμαστε σίγουροι ότι ο Τσίπρας δεν τους ακούει, όχι λόγω ξεροκεφαλιάς, αλλά γιατί μαζί με την παρέα του έχουν επιλέξει ως μέθοδο πολιτικής τον απόλυτο τσαρλατανισμό.
Κυνηγούν την εντύπωση της στιγμής. Τη μια μέρα λέει ο Τσίπρας στη ΛΑΡΚΟ ότι μ’ ένα νόμο, μ’ ένα άρθρο, θα επαναφέρει μισθούς και συντάξεις στα προ Μνημονίου επίπεδα και την επομένη βγαίνει ο Σκουρλέτης και το μαζεύει, λέγοντας ότι δεν εννοούσε αυτό ακριβώς. Τι μένει στο λαό; Αυτό που είπε ο Τσίπρας, που ακούγεται και ωραίο, και όχι το μάζεμα που έκανε ο Σκουρλέτης ή ο Δραγασάκης μετά από μερικές μέρες.
Πόσο μακριά μπορεί να σε πάει ο τσαρλατανισμός; Αν πρόκειται για μια πολιτική δύναμη με αρχές, κάθε τέτοιο λάθος μπορεί ν’ αποβεί μοιραίο. Αν πρόκειται για ένα αστικό κόμμα και ιδιαίτερα για ένα κόμμα κοινωνικής δημαγωγίας, ο τσαρλατανισμός μπορεί να οδηγήσει στην εξουσία. Πώς πήρε ο Καραμανλής τις εκλογές του 2004; Τάζοντας στους πάντες τα πάντα. Μέχρι και 250.000 διορισμούς συμβασιούχων έταξε (ξέρουμε τι έκανε στη συνέχεια). Πώς πήρε ο Παπανδρέου τις εκλογές του 2009; Με το «λεφτά υπάρχουν» και τάζοντας επίσης στους πάντες τα πάντα. Τι έγινε μετά δε χρειάζεται να το συζητήσουμε. Γιατί, λοιπόν, να μην πάρει και ο Τσίπρας τις επόμενες εκλογές, με ατάκες της στιγμής, με ταξίματα, με χυδαίο πραγματισμό και λογική πολιτικού μάρκετινγκ; Αυτό, βέβαια, δεν συνάδει με το φαίνεσθαι της λεγόμενης «ανανεωτικής αριστεράς», όμως τώρα μιλάμε για εξουσία και όχι για το πώς θα πιάσουμε το 3% για να μπούμε στη Βουλή.
Αυτή η πολιτική, βέβαια, έχει μια προϋπόθεση. Εναν λαό απογοητευμένο, ηττημένο, αποστρατευμένο, που κρεμάει τις ελπίδες του σε επίδοξους διαχειριστές της αστικής εξουσίας και μετατρέπεται σε πολιτικό και κοινωνικό άθυρμα στα χέρια τους. Χωρίς αυτή την προϋπόθεση, ο Τσίπρας και η παρέα του δε θα ήταν παρά μια ομάδα περιθωριακών τσαρλατάνων.
Π.Γ.