«Και ενώ οι εργαζόμενοι θα μπορούσαν να είναι ακόμη και αυτή την εβδομάδα στους δρόμους για να μην ψηφισθεί (σ.σ. το αντιασφαλιστικό νομοσχέδιο), αξιοποιώντας την κοινοβουλευτική καθυστέρηση, με ευθύνη του ΠΑΣΟΚ, της θεσμικής Αριστεράς και των συνδικαλιστικών ηγεσιών, τα συνδικάτα άφησαν τα πανό του αγώνα και πήραν τα στιλό των υπογραφών και των αιτήσεων, μετατρεπόμενα σε κομπάρσους των κοινοβουλευτικών κινήσεων της αντιπολίτευσης».
Πρόκειται για απόσπασμα από άρθρο στο «Πριν» της περασμένης Κυριακής, με το περιεχόμενο του οποίου δύσκολα μπορεί να διαφωνήσει κάποιος. Μόνο που γράφηκαν κατόπιν εορτής και χωρίς να συνοδεύονται από καμιά αυτοκριτική διάθεση. Διότι μια εβδομάδα πριν, όταν η δημοψηφισματολαγνεία ήταν στο φόρτε της και… ακονίζονταν τα στιλό για τη συλλογή υπογραφών, στην ίδια σελίδα, της ίδιας εφημερίδας δημοσιευόταν άρθρο με τον πονηρό τίτλο «Το δημοψήφισμα έγινε στους δρόμους» και τον ευγλωττότατο υπότιτλο «Αξιοποίηση από το κίνημα κάθε μέσου (και κοινοβουλευτικού) και όχι το αντίθετο». Ο αρθρογράφος, μετά την εκτίμηση ότι «η πρόταση του Α. Αλαβάνου, που στη συνέχεια υιοθετήθηκε από ολόκληρη την αντιπολίτευση, για διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το Ασφαλιστικό, ξεμπροστιάζει την κυβέρνηση», έριχνε έμμεσα τη γραμμή της συμμετοχής στις σχετιζόμενες με το δημοψήφισμα διαδικασίες: «Για τις ταξικές δυνάμεις, κάθε μέσο, ακόμα και κοινοβουλευτικό, για την αναχαίτιση της επίθεσης είναι χρήσιμο, αρκεί να υπηρετεί την ανάπτυξη των μαχητικών και ανεξάρτητων αγώνων του εργατικού κινήματος και όχι το αντίθετο».
Φυσικά, τέτοια προοπτική, δηλαδή να πυροδοτηθεί συνέχεια των αγώνων, δεν υπήρχε. Παρά ταύτα, το «Πριν» συνιστούσε… υπογραφές με άλλη στόχευση: «Με νέες κινητοποιήσεις την επόμενη βδομάδα (και απεργιακές), μετατρέποντας τη συλλογή υπογραφών στους τόπους δουλειάς σε γενικές συνελεύσεις και συζητήσεις…». Δηλαδή, συνιστούσε να μπούμε στη δημοψηφισματική τακτική για να σπρώξουμε το κίνημα μπροστά! Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν υπήρχε καμιά επιφύλαξη, καμιά προειδοποίηση για τους σκοπούς που κρύβονταν πίσω από την πρόταση για δημοψήφισμα και τη διαδικασία της συλλογής υπογραφών.
Οταν, βέβαια, όλα αυτά τα δημοψηφισματικά αποδείχτηκαν φιάσκο από τη σκοπιά του κινήματος και κοινοβουλευτικού τύπου φιέστα της αντιπολίτευσης, ανέκρουσε και το «Πριν» πρύμναν, γράφοντας αυτά που παραθέσαμε στην αρχή. Κατόπιν εορτής και χωρίς ίχνος αυτοκριτικής, όπως προείπαμε. Χωρίς καμιά αναφορά για το πώς πήγε η γραμμή της μετατροπής της συλλογής υπογραφών σε συνελεύσεις κ.λπ. Λες και δεν έτρεξε τίποτα με την προηγούμενη θέση.
Πολιτική μυωπία, θα πουν κάποιοι. Βολική ερμηνεία. Διότι η πολιτική μυωπία έχει αίτια. Συχνά οφείλεται σε πολιτική απειρία. Ομως, ούτε τα στελέχη του ΝΑΡ είναι πολιτικά άπειρα, ούτε το συγκεκριμένο θέμα ήταν δύσκολο. Φως φανάρι ήταν το τι επεδίωκαν και η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση και η συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Επομένως, η μόνη αιτιολογία που μπορού-με να δώσουμε είναι αυτή που… παραδοσιακά ισχύει για συμπτώματα πολιτικής μυωπίας: οπορτουνισμός.
Ενας οπορτουνισμός που αποτελεί μόνιμο συνοδό του συγκεκριμένου πολιτικού ρεύματος και εκδηλώνεται και στην εργατική του πολιτική. Πώς εκφράζεται; Με τη θεσμολαγνεία έναντι του αστο-γραφειοκρατικού συνδικαλιστικού συστήματος και την πολιτική του «αριστερού μαϊντανού» ή –αν θέλετε– της «αριστερής ουράς» της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Οταν η τακτική συμπυκνώνεται στο «να σπρώξουμε τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία», τότε δεν έχεις τα κότσια να σταθείς «απέναντι» σε φάρσες όπως το δημοψήφισμα και οι υπογραφές, αλλά ακολουθείς το ρεύμα.
Π.Γ.