Εργάτες, εργάτριες
Εργαζόμενοι, εργαζόμενες
Νέοι και νέες
Η Πρωτομαγιά του 2010 είναι η πιο μαύρη των τελευταίων χρόνων. Οι σημερινές γενιές δεν γνωρίζουν μόνο για πρώτη φορά μια καταστροφική παγκόσμια καπιταλιστική κρίση, τη χειρότερη κρίση μετά το Β’ παγκόσμιο πόλεμο, αλλά βιώνουν πλέον και τις συνέπειές της με τον πιο βάρβαρο και καταστροφικό τρόπο.
Αυτή την περίοδο δεν χτυπιέται απλά το εργατικό εισόδημα. Υπονομεύεται το μέλλον των σημερινών και των μελλοντικών γενεών της εργατικής τάξης. Αυτή την περίοδο μπαίνει μπροστά μια διαδικασία «κινεζοποίησης» του ελληνικού προλεταριάτου. Ο εργασιακός μεσαίωνας δεν είναι πια ένα σύνθημα. Είναι ζωντανή πραγματικότητα, στην οποία θέλουν να μας βάλλουν όσο γίνεται πιο βαθιά, για να μη μπορούμε να βγούμε απ’ αυτή και να περιοριζόμαστε σε μια μάχη οπισθοφυλακών, διεκδικώντας το ένα ή το άλλο επιμέρους αίτημα, χωρίς να μπορούμε ν’ αλλάξουμε την κατάσταση.
Τέτοια εποχή πέρυσι, βλέπαμε όσα γίνονταν στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, στις μητροπόλεις του ιμπεριαλισμού, και λέγαμε ότι είναι ο καθρέφτης στον οποίο μπορούσαμε να δούμε και το δικό μας μέλλον. Εκατομμύρια εργαζόμενοι πετιούνταν στο δρόμο. Ανθρωποι διώχνονταν από τα σπίτια τους που κατάσχονταν. Ζουν έκτοτε σε σκηνές όχι μόνο στις παρυφές αλλά και στα πάρκα των μεγαλουπόλεων. Τρέφονται ακόμη στα συσσίτια του κράτους και φιλανθρωπικών οργανώσεων. Οι νεόφτωχοι, οι άστεγοι, οι εξαθλιωμένοι εξακολουθούν να πολλαπλασιάζονται με τρομακτική ταχύτητα.
Ενα χρόνο μετά, βιώνουμε ήδη το δικό μας εξανδραποδισμό. Τα «πακέτα» των αντιλαϊκών και αντεργατικών μέτρων διαδέχονται το ένα το άλλο, χωρίς να υπάρχει τέλος. Και τώρα, φέρνουν και το ΔΝΤ, ως γκαουλάιτερ του ντόπιου και ξένου κεφάλαιου, για να εξασφαλίσουν την υπερεκμετάλλευση της εργατικής τάξης, με μια τεράστια στρατιά ανέργων και με εργαζόμενους που θα εργάζονται σαν σύγχρονοι σκλάβοι. Με τους χειρότερους όρους, με εργασιακές σχέσεις απολύτως «ελαστικοποιημένες», με τους καπιταλιστές ελεύθερους να απολύουν όποτε θέλουν, χωρίς καν τις σημερινές αποζημιώσεις, με τριήμερα και τετραήμερα και «διευθέτηση» του χρόνου εργασίας, χωρίς καν την εγγύηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Οσο για σύνταξη, το νέο αντιασφαλιστικό νομοσχέδιο προδιαγράφει ένα μέλλον που σύνταξη θα παίρνουν μόνο ζόμπι, βαμπίρ και βρυκόλακες, όπως εύστοχα έγραψε μια εφημερίδα. Η Κοινωνική Ασφάλιση, έτσι όπως τη γνωρίσαμε κατά τις μεταπολεμικές δεκαετίες, θα λάβει τέλος.
Οταν τα πρώτα σημάδια της κρίσης έκαναν την εμφάνισή τους στις ΗΠΑ, οι ευρωπαίοι ηγέτες μας διαβεβαίωναν ότι πρόκειται μόνο για μια περιορισμένη κρίση της χρηματοπιστωτικής σφαίρας, που δεν πρόκειται να περάσει τον Ατλαντικό. Οταν η κρίση επεκτάθηκε και στην Ευρώπη, άρχισαν να μιλούν για τα «golden boys», που με την «αστόχαστη» συμπεριφορά τους προκάλεσαν όλο το πρόβλημα. Οταν η κρίση πέρασε και στην παραγωγική σφαίρα, δεν είχαν πολλά να πουν. Αρχισαν να μιλούν ακατάπαυστα, να ζητούν «νέους διεθνείς ρυθμιστικούς κανόνες», να καταφέρονται ενάντια στον «καπιταλισμό καζίνο», να μέμφονται τον «άκρατο νεοφιλελευθερισμό», στο όνομα του οποίου μέχρι πρότινος έπιναν νερό.
Οταν η κρίση χτυπούσε ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο, η τότε κυβέρνηση Καραμανλή μάς έλεγε ότι δεν κινδυνεύουμε, διότι η ελληνική οικονομία «είναι θωρακισμένη». Υστερα, ο Καραμανλής το ‘βαλε στα πόδια, εγκαταλείποντας την εξουσία. Ο Παπανδρέου κατέβηκε στις εκλογές φωνάζοντας «λεφτά υπάρχουν» και τάζοντας μέτρα υπέρ των εργαζόμενων. Μόλις κέρδισε, «ανακάλυψε» ότι το έλλειμμα ήταν μεγαλύτερο απ’ αυτό που έλεγε ο Καραμανλής (τον Προβόπουλο, που δήλωσε ότι τον είχε ενημερώσει πλήρως, ουδέποτε τόλμησε να τον διαψεύσει ή να τον ξηλώσει από την ΤτΕ).
Υστερα, άρχισαν να έρχονται τα «πακέτα» των αντιλαϊκών-αντεργατικών μέτρων. Κάθε φορά, μας έλεγαν τα ίδια. Οτι αυτά τα μέτρα είναι τα τελευταία, ότι αποκλείεται να παρθούν άλλα. Και τώρα κουβάλησαν στην Ελλάδα το ΔΝΤ, λέγοντάς μας ότι ακόμα και το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης, που με τόσο καμάρι μας παρουσίαζαν ως το τέλειο φάρμακο, δεν ισχύει και ότι θα γίνει νέο Πρόγραμμα, πολυετές, που θα το καταρτίσει η «τρόικα» των απεσταλμένων ΔΝΤ-Κομισιόν-ΕΚΤ.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι καπιταλιστές και τα τσιράκια τους κάνουν τα πάντα για να μη συνειδητοποιήσουν οι εργάτες, οι εργαζόμενοι, οι νέοι, πως η σημερινή κρίση δεν είναι παρά μια τυπική καπιταλιστική κρίση, μια κρίση του ίδιου του συστήματος και όχι κάποιων κλάδων του ή κάποιων πολιτικών διαχείρισής του.
Οσο κι αν ακούγεται παράξενο, κινητήριος μοχλός της κρίσης είναι η υπερσυσσώρευση κερδών. Κερδών που βγαίνουν από την κλοπή της απλήρωτης εργασίας των εργατών, μετατρέπονται σε κεφάλαιο και αναζητούν χώρους επικερδούς τοποθέτησης, που θα αποδώσουν όχι ένα μέσο ποσοστό κέρδους, αλλά το μέγιστο κέρδος. Ομως, οι τεράστιες παραγωγικές δυνατότητες του καπιταλισμού σκοντάφτουν στη στενή καταναλωτική δυνατότητα των εργαζόμενων μαζών του πλανήτη, που αποτελούν τη βασική καταναλωτική δύναμη. Ετσι, τα κεφάλαια που συσσωρεύονται στρέφονται ολοένα και περισσότερο σε παρασιτικές δραστηριότητες της χρηματοπιστωτικής σφαίρας, αναζητώντας εκεί το μέγιστο κέρδος. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργούνται η μια «φούσκα» μετά την άλλη, να χάνεται κάθε έλεγχος, να κορυφώνεται η αναρχία σε όλες τις οικονομικές σφαίρες του καπιταλισμού, παραγωγικές και μη, και να φτάνουμε στην κρίση. Τέτοιες κρίσεις γνωρίσαμε πολλές στα μεταπολεμικά χρόνια. Κάποια στιγμή το σύστημα θα έφτανε σε μια κρίση σαν τη σημερινή, που αγκαλιάζει το σύνολο της οικονομίας και απλώνεται σε όλο τον πλανήτη, αφού η κορύφωση της διεθνοποίησης του κεφάλαιου τις τελευταίες δεκαετίες, αυτό που ονόμασαν «παγκοσμιοποίηση», έχει κάνει την κάθε εθνική καπιταλιστική οικονομία ένα κρίκο στην αλυσίδα του παγκόσμιου καπιταλισμού.
Αυτό που βλέπουμε να εκτυλίσσεται με το ελληνικό κρατικό χρέος είναι στη βάση του εξαιρετικά απλό. Τα μεγάλα μονοπώλια του χρηματιστικού κεφάλαιου, αφού πρώτα διασώθηκαν με κρατικά «πακέτα» τρισεκατομμυρίων ευρώ και δολαρίων, σπεύδουν να αποκομίσουν το μέγιστο κέρδος «τζογάροντας» στον κρατικό δανεισμό. Σήμερα είναι η Ελλάδα, ξεκίνησαν ήδη με την Πορτογαλία, αύριο θα είναι η Ισπανία, χωρίς να αποκλείονται ακόμα και ιμπεριαλιστικές χώρες, όπως η Ιταλία, που έχουν ψηλά ελλείμματα και ανάγκες δανεισμού.
Ο ελληνικός λαός, η ελληνική εργατική τάξη, επιλέχτηκε σαν πειραματόζωο. Οχι μόνο για να δοκιμάσει το χρηματιστικό κεφάλαιο νέους τρόπους κερδοσκοπίας με τον κρατικό δανεισμό και μάλιστα στην καρδιά της ευρωζώνης, αλλά και για να δοκιμαστούν τα όρια αντοχής της εργατικής τάξης στη νέα εποχή που άνοιξε με την παρούσα κρίση.
Από τη μεριά του κεφάλαιου και των πολιτικών ηγεσιών που διαχειρίζονται τα συμφέροντά του η πολιτική διαχείρισης της κρίσης είναι σαφέστατη:
♦ Ιλιγγιώδη ποσά μεταβιβάστηκαν από τα κράτη στις τράπεζες, προκειμένου να καλύψουν τα κενά που άφησαν οι «φούσκες» που έσκασαν. Το κράτος φορτώθηκε τα χρέη των τραπεζών και τα μεταβίβασε στις πλάτες των εργαζόμενων. Τα μόνα που παρέμειναν ιερά και απαραβίαστα είναι τα τεράστια κέρδη που συσσώρευσαν οι μεγαλομέτοχοι και διαχειριστές των τραπεζών.
♦ Τα τεράστια ελλείμματα που δημιουργούνται στους κρατικούς προϋπολογισμούς αντιμετωπίζονται με ακόμα πιο σκληρή, ακόμα πιο αντιλαϊκή δημοσιονομική πολιτική.
♦ Οι καπιταλιστές αφέθηκαν ελεύθεροι να ξεχαρβαλώσουν τις εργασιακές σχέσεις, χρησιμοποιώντας την κρίση σαν εργαλείο για την επιβολή ενός εργασιακού μεσαίωνα. Ενός μεσαίωνα που τον παρουσιάζουν σαν έκτακτο, αλλά σκοπός τους είναι να παραμείνει μόνιμα. Αυτό εννοούν όταν λένε ότι «η κρίση είναι ταυτόχρονα και μια ευκαιρία». Είναι μια ευκαιρία να ξεθεμελιώσουν τις εργασιακές σχέσεις, να καταργήσουν κατακτήσεις που ήρθαν μετά από σκληρούς και συχνά αιματηρούς αγώνες δεκαετιών, ώστε στη φάση της αναζωογόνησης του συστήματος η κερδοφορία να εκτιναχτεί στα ύψη, σαν αποτέλεσμα μιας τρομακτικής αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης. Γι’ αυτούς ο εργαζόμενος άνθρωπος δεν είναι παρά μια πρώτη ύλη. Οι ανάγκες του, ακόμα και η ανάγκη της επιβίωσης, τους είναι αδιάφορες. Μηχανισμοί σαν το ΔΝΤ είναι τα καλύτερα εργαλεία επιβολής αυτής της πολιτικής. Γι’ αυτό και ο γερμανικός ιμπεριαλισμός επέμεινε να εισάγει το ΔΝΤ και στην ευρωζώνη.
♦ Οι καπιταλιστές και το πολιτικό τους προσωπικό ξέρουν καλά, ότι η διέξοδος από την κρίση του συστήματός τους απαιτεί την καταστροφή κεφάλαιου και παραγωγικών δυνάμεων. Ακόμα και της βασικής παραγωγικής δύναμης, του εργαζόμενου ανθρώπου. Στην εξαθλίωση που προκαλεί η διαχείριση της κρίσης το μέγιστο που έχουν να «προσφέρουν» είναι επιδόματα πτωχοκομείου και συσσίτια, που εξαθλιώνουν και ηθικά τον εργαζόμενο. Τα κέρδη που απομύζησαν παραμένουν καλά προφυλαγμένα, ενώ ακόμα και στην κρίση οι επιχειρήσεις τους εξακολουθούν να αποκομίζουν κέρδη.
♦ Ταυτόχρονα, τα κράτη ενισχύουν τα κατασταλτικά τους οπλοστάσια. Στις ΗΠΑ, την Αγγλία, την Ιταλία, τη Γαλλία, ακόμα και στρατιωτικές δυνάμεις έχουν τεθεί στη διάθεση των κυβερνήσεων για την αντιμετώπιση «εσωτερικών ταραχών». Ξέρουν πολύ καλά ότι η φτώχεια και η εξαθλίωση κυοφορούν ταξικές εκρήξεις και παίρνουν τα μέτρα τους για να τις αντιμετωπίσουν. Την αποθέωση της αστυνομοκρατίας τη βλέπουμε και στη χώρα μας τους τελευταίους μήνες, με πρόσχημα την εμπέδωση του «αισθήματος ασφαλείας».
Για μια ακόμη φορά ο καπιταλισμός αποδεικνύει ότι είναι ένα σύστημα ιστορικά τελειωμένο. Ενα σύστημα εχθρικό προς τους εργαζόμενους. Ενα σύστημα εχθρικό ακόμα και για τον αέρα που αναπνέουμε.
Οι εργαζόμενοι είναι οι μοναδικοί παραγωγοί του κοινωνικού πλούτου. Από τη δική τους εργασία δημιουργούνται τα πάντα. Οι καπιταλιστές σαν παράσιτα απομυζούν το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος αυτού του πλούτου. Σε περιόδους κρίσης, το μέγεθος της εκμετάλλευσης, το μέγεθος της αδικίας φαίνονται πιο καθαρά.
Η Εργατική Πρωτομαγιά δεν είναι μια συνηθισμένη μέρα. Είναι μια μέρα συνδεμένη όχι μόνο με αγώνες για καλύτερα μεροκάματα και καλύτερες συνθήκες εργασίας, αλλά και με τον αγώνα για την κατάργηση του συστήματος της μισθωτής σκλαβιάς.
Αυτές τις μέρες, καθώς οι συνέπειες της κρίσης σφίγγουν σαν θηλιά γύρω από το λαιμό μας, πρέπει να ξαναπροβάλλουμε αυτό το μεγάλο ιστορικό πρόταγμα.
Να πάψουμε να αισθανόμαστε σαν καταδικασμένοι σε μια αιώνια μοίρα.
Να συνειδητοποιήσουμε τη δύναμή μας.
Να διακηρύξουμε τη θέλησή μας να εξαφανίσουμε από προσώπου γης το σύστημα της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, την κοινωνική αδικία, τη βαρβαρότητα.
Κανένα μέλλον για μας και για τις ερχόμενες γενιές δεν υπάρχει στον καπιταλισμό. Το μέλλον μας θα το χτίσουμε μόνοι μας. Κανένας δεν πρόκειται να μας το χαρίσει.
Η προλεταριακή επανάσταση παραμένει πάντοτε το μεγάλο ζητούμενο της εποχής μας. Μόνο αυτή μπορεί να σαρώσει τον παλιό κόσμο και πάνω στα συντρίμμια του να χτίσει ένα νέο κόσμο, της δουλειάς, της αλληλεγγύης, της αδελφοσύνης, έναν κόσμο που τα αγαθά θ’ ανήκουν σ’ αυτούς που τα παράγουν, έναν κόσμο κομμουνιστικό.
Η οικονομική κρίση μεγεθύνει και τη σαπίλα του πολιτικού και συνδικαλιστικού εποικοδομήματος. Ενός εποικοδομήματος που πολύ πριν το ξέσπασμα της σημερινής κρίσης είχε δείξει τα όριά του και το ρόλο του ως υπηρέτη της κεφαλαιοκρατίας.
Στο κοινοβουλευτικό επίπεδο οι ρόλοι είναι μοιρασμένοι. Η εκάστοτε κυβέρνηση αποφασίζει τα αντεργατικά και αντιλαϊκά μέτρα, η αξιωματική αντιπολίτευση την καταγγέλλει και ετοιμάζεται να πάρει τα ηνία στις επόμενες εκλογές, για να συνεχίσει την ίδια πολιτική, και η αστική-κοινοβουλευτική αριστερά φροντίζει για τη διατήρηση της ταξικής ειρήνης, λειτουργώντας σαν αμορτισέρ και προσπαθώντας να κρατήσει το κίνημα μέσα στα πλαίσια της αστικής νομιμότητας. Να το κρατήσει στο επίπεδο ενός κινήματος διαμαρτυρίας, εμποδίζοντάς το να εξελιχθεί σ’ ένα κίνημα διεκδίκησης, σύγκρουσης και νίκης.
Εντελώς ξεφτιλισμένη είναι και η ποικιλόχρωμη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Μια σύγχρονη εργατοπατερία της συναίνεσης, του κοινωνικού εταιρισμού, του συμβιβασμού, της υποταγής, της μικρότερης αντίστασης, της νομιμοφροσύνης, της ήττας.
♦ Μπορεί ο εργαζόμενος να ελπίζει σε βελτίωση –ή έστω σε μη χειροτέρευση– της θέσης του από την αλλαγή των κοινοβουλευτικών συσχετισμών;
♦ Μπορεί ο εργαζόμενος να ελπίζει ότι η συνδικαλιστική γραφειοκρατία όλων των τάσεων θα τον οδηγήσει σε αγώνες με νικηφόρα προοπτική;
Η απάντηση είναι όχι.
Αυτό το όχι, όμως, έχει δυο άκρες.
Η μία άκρη οδηγεί στη μοιρολατρία και την παραίτηση, στην επιλογή του μικρότερου κακού, στην ανάθεση σε κάποιους άλλους να μας εκπροσωπήσουν, ν’ αποφασίζουν αυτοί για λογαριασμό μας και εμείς να περιοριζόμαστε να τους χειροκροτάμε ή να τους ακολουθούμε σε πορείες που θυμίζουν κηδεία.
Η άλλη άκρη οδηγεί στην εγκατάλειψη της αδράνειας και στην ανάληψη δράσης. Στο χτίσιμο μιας καινούργιας συλλογικότητας. Μιας συλλογικότητας εργατικής και δημοκρατικής, με διαδικασίες άμεσης δημοκρατίας, στο πλαίσιο της οποίας αυτοί που θα αποφασίζουν θα είναι οι ίδιοι που θα εκτελούν τις αποφάσεις.
Μιας συλλογικότητας που θα κάνει πράξη το παλιό σύνθημα «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη». Που δεν θα έχει σαν όριο των διεκδικήσεών της τις ανάγκες του καπιταλιστικού συστήματος αλλά τις ανάγκες των εργαζόμενων. Που δεν έχει σαν όριο των μορφών πάλης που χρησιμοποιεί την αστική νομιμότητα, αλλά την ανάγκη της νίκης των εργατικών δυνάμεων πάνω στις δυνάμεις του κεφάλαιου.
Πρέπει ν’ αρχίσουμε να οργανωνόμαστε όχι μόνο στο επίπεδο του εργασιακού χώρου, όχι μόνο για τις ανάγκες του άμεσου –αμυντικού εκ των πραγμάτων– αγώνα για το μεροκάματο, τις συνθήκες εργασίες, την ασφάλιση, αλλά και στο πολιτικό επίπεδο. Οχι για να γίνουμε κομμάτι του κοινοβουλευτικού συστήματος και των θεσμών του, αλλά για να πάρει πάλι σάρκα και οστά ο αγώνας για την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού. Η πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης, πέρα από τα στενά όρια του αγώνα για την προστασία από τον ηθικό και φυσικό εκφυλισμό του καπιταλισμού, είναι όρος για την οικοδόμηση ενός επαναστατικού εργατικού κινήματος με προοπτική νίκης.
καμιά συνδιαχείριση
Αυτές τις μέρες, που η κυβέρνηση μαζί με την τρόικα των «επιτηρητών» ετοιμάζουν τη νέα, πολύχρονη επίθεση ενάντια στα πιο στοιχειώδη δικαιώματα των εργαζόμενων και των νέων, έχει μπει μπροστά ένα γκεμπελίστικος προπαγανδιστικός μηχανισμός, Προσπαθούν να μας πείσουν ότι «όλοι φταίμε», «όλοι συνηθίσαμε στη διαφθορά», ότι «δεν υπάρχει άλλη λύση», ότι «αν δεν δεχτούμε το ΔΝΤ θα χρεοκοπήσουμε και δεν θα υπάρχουν λεφτά για μισθούς και συντάξεις» και τα λοιπά.
Το παραμύθι της συνυπευθυνότητας, της συνδιαχείρισης και της κοινωνικής συναίνεσης πρέπει να τελειώσει από τη δική μας μεριά. Δεν φταίμε όλοι για την κρίση, φταίνε οι καπιταλιστές και το σύστημά τους. Δεν υπήρξαμε ποτέ συμμέτοχοι στα κέρδη. Ούτε μοιραστήκαμε τις μίζες. Να τελειώσει και το παραμύθι «δεν υπάρχουν λεφτά». Γύρω μας λάμπει ο προκλητικός πλούτος της κεφαλαιοκρατίας και των διάφορων λαμόγιων της πιάτσας, που αποτελούν παρακοιμώμενους της εξουσίας. Αυτή τη στιγμή το ελληνικό κράτος δανείζεται με τοκογλυφικά επιτόκια, όχι για να πληρώσει μισθούς και συντάξεις, αλλά για να πληρώσει τα παλιότερα τοκογλυφικά δάνεια. Οι μερίδες του ξένου και ντόπιου κεφάλαιου που δανείζουν το ελληνικό κράτος έχουν βγάλει δεκάδες φορές τα αρχικά τους δάνεια. Ομως, το κεφάλαιο λιμνάζει και ο καλύτερος τόπος για να επενδυθεί είναι η τοκογλυφία. Το κεφάλαιο είναι αχόρταγο και απαιτεί να ισοπεδωθεί κάθε εργατικό δικαίωμα, προκειμένου να εξασφαλίσει το μέγιστο κέρδος. Αυτό ακριβώς συμβαίνει με το ελληνικό κρατικό χρέος τους τελευταίους μήνες.
Επειδή δεν είμαστε συνυπεύθυνοι για την κρίση, δεν θα γίνουμε συνυπεύθυνοι και για τη διαχείρισή της. Εμείς πρέπει να είμαστε υπεύθυνοι μόνο για την υπεράσπιση των δικών μας συμφερόντων. Αν δεν υποχωρήσουμε, αν αποκρού-σουμε την επίθεση σε βάρος μας, θα βρουν αυτοί τρόπους να διαχειριστούν και το χρέος και το σύστημά τους. Αντίθετα, αν υποχωρήσουμε, αν φάμε το παραμύθι του «εθνικού κινδύνου», θα μας πατήσουν στο λαιμό και δε θα μπορούμε να σηκώσουμε κεφάλι.
Οδηγό της δράσης μας πρέπει να αποτελέσουν εκδηλώσεις ταξικές, ενωτικές, μαχητικές, βίαιες, ανυποχώρητες. Μόνο αυτές μπορούν να κάνουν το μαύρο μέτωπο των καπιταλιστών και των αστών πολιτικών να υποχωρήσει.
Δεν πρέπει, όμως, να ξεχνάμε κάτι. Το πιο σημαντικό. Η ζωή μας κι ο αγώνας μέσα στα όρια του καπιταλιστικού συστήματος είναι σαν του Σίσυφου. Κερδίζουμε κάτι σήμερα, θα μας το πάρουν αύριο. Αποκρούουμε μια επίθεση σήμερα, θα επανέλθουν με νέο τρόπο αύριο. Εχει τη σημασία του ο αμυντικός αγώνας. Γιατί μας επιτρέπει να ζήσουμε. Να ζήσουμε πώς, όμως; Μίζερα και χωρίς την αξιοπρέπεια που ταιριάζει στους δημιουργούς του κοινωνικού πλούτου. Γι’ αυτό και ο αμυντικός αγώνας αποκτά νόημα και ουσία μόνο όταν αποτελεί τα προεόρτια του μεγάλου αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση.
Ας οργανωθούμε, λοιπόν. Οχι μόνο για να προστατευθούμε από την επίθεση των ημερών, αλλά για να ετοιμάσουμε την αντεπίθεσή μας. Ας οργανωθούμε πρωτίστως πολιτικά. Στη βάση της επαναστατικής κοσμοθεωρίας της εργατικής τάξης. Για να διεκδικήσουμε το μόνο μέλλον που μας αρμόζει: τον κομμουνισμό. Μια μορφή κοινωνικής οργάνωσης χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση, χωρίς καπιταλιστές και εργάτες, με την πιο πλατιά δημοκρατία για τους ανθρώπους της δουλειάς.
ΕΡΓΑΤΙΚΗ-ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ