«Αυτό το τραγούδι δεν είναι για σένα, είναι γι’ αυτούς που μένουν πάντα παιδιά,
γι’ ανθρώπους που τα ‘χουνε χαμένα και μετράνε ρυτίδες σε λευκά κελιά».
Ακούγοντας αυτό το τραγούδι από τα Διάφανα Κρίνα, σας θυμήθηκα και κάθισα να σας γράψω δυο λόγια. Σκέφτηκα μάλιστα, αυτή τη φορά να σας μιλήσω με τραγούδια, απ’ αυτά που κυκλώνουν κάθε μέρα τη ζωή μου (λόγω της αγάπης που έγινε ενασχόληση). Απ’ αυτά που σκίζουν τους χάρτινους τοίχους και τα γυάλινα κάγκελα και που καμιά κουφάλα δεν κατάφερε ακόμα να τα εμποδίσει στην πορεία τους προς τις ψυχές των Ανθρώπων.
«Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα τεντωμένα». Σ’ ένα «κόσμο που παραμένει τυφλός», με «ανθρώπους που πληθαίνουν, χωρίς να ξέρουν πού πηγαίνουν», οι φίλοι όσο πάνε και λιγοστεύουν, σκορπίζονται, αφήνοντας πίσω τους κάτι αθέατες φωτιές. Για να ‘ρθουν τα καινούργια παιδιά απ’ τις «ρωγμές του χρόνου» και να «χορέψουν τους χορούς του αύριο».
Στο μεταξύ, «δυο-δυο τα υπουργάκια» μηχανεύονται τρόπους για την απλούστευση του έργου τους, την ώρα που όλο και λιγότεροι καταλαβαίνουν πως το «να πεθαίνεις για την Ελλάδα είναι άλλο κι άλλο εκείνη να σε πεθαίνει», είναι ένα μεγάλο ψέμα γιατί απλούστατα και τα δύο είναι το ίδιο! Ομως, σ’ ένα κόσμο που «τη θέση των ιδανικών την πήραν τα λεφτά», αυτά είναι ψιλά γράμματα. Και σαν ανοίξεις το στόμα σου «μικροαστοί και προλετάριοι σε κοιτάνε σε στυλ άντε κουρέψου νεαρέ». Νυν υπέρ πάντων ο αγών «στην αυλή των θεαμάτων», «ξεφτίλα, μοναξιά, απογοήτευση. Κι ανάποδα». Ο κόσμος στραμμένος προς το φωτεινό «υπέροχο τίποτα», κοιτάζει «μια ανθοδέσμη από καριόληδες και ψεύτες κάτω από τους προβολείς, που καμαρώνουν σαν λαμπάδες ακόμα κι όταν τους πυροβολείς». Και μέσα σ’ όλα αυτά, κάποιοι ονειρεύονται πίσω από «τα φώτα αυτής της πόλης που σκοτώνει για λεφτά», κάποιοι ζητούν «να ουρλιάξουμε ματώνοντας το λαιμό μας για όλα τα χαμένα βράδια μας». Για να ‘ρθει η μέρα που «δεν θα ‘χει θάνατο του πρωινού καφέ η κουβεντούλα», η μέρα που δεν θ’ αναρωτιόμαστε «ποιοι να ‘ναι οι κλέφτες και ποιοι οι πολισμάνοι» και δεν θα μας κυκλώνουν «γνωστικοί, λογάδες και γραμματικοί για να μας πείσουν». «Η πύλη είναι ευθεία, βαθιά και πλατιά»…
Αυτά και άλλα πολλά λένε τα τραγούδια. Κλείνω με ένα που γράφτηκε πριν δυο χρόνια, από κάποιον φίλο ποιητή, μη με ρωτάτε τι και πως. Πάντως δισκογραφήθηκε και κυκλοφορεί τον άλλο μήνα από γνωστό τραγουδιστή. Αρχικά είχε τον τίτλο «Η μπαλάντα της οδού Δαμάρεως» αλλά βγαίνει με τον τίτλο «Μ’ ένα στίχο στο στήθος». Κι είναι για σας.
«Είναι κάτι παιδιά που αγαπούν τη ζωή, έχουν στήθος φωτιά, αγκαλιά λογική
χειρώνακτες στον πόνο, ακριβοί στο κορμί, ένα ξέρουνε μόνο, σαν γινάτι ν’ αντέχουν στο χρόνο.
Είναι μαύρα πουλιά, απορούν στη βροχή, δεν τους παίρνεις μιλιά, υπογράφουν με χι
χειρώνακτες στον πόνο, ακριβοί στο κορμί, ένα ξέρουνε μόνο, σαν γινάτι ν’ αντέχουν στο χρόνο».
Και τώρα σας αφήνω, μην ξεχνάμε και τις συνήθειές μας. Εχουμε κάτι εκδηλώσεις για να τιμήσουμε τα εξηντάχρονα από τη συνθήκη της Βάρκιζας τέτοιες μέρες, αλλά και ετοιμαζόμαστε για την μεθαυριανή εμετική ημέρα των ερωτευμένων. Αστα, δεν μένει χρόνος για τίποτε..
Χάνος Μεγαλούτσικος
(Τα τραγούδια με τη σειρά που «ακούστηκαν» τα λένε οι Magic de Spell, Σεμέλη Ταγαρά, Φοίβος Δεληβοριάς, Νίκος Παπάζογλου, Λευκή Συμφωνία, Λάκης Παπαδόπουλος, Χάρις Αλεξίου, Γενιά του Χάους, Τζίμης Πανούσης, Γκούλαγκ, Κατερίνα Γώγου, Γιάννης Αγγελάκας, Χρήστος Θηβαίος, Ξύλινα Σπαθιά, Γιώργος Τσίγκος, Ωχρά Σπειροχαίτη, Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας, Παύλος Σιδηρόπουλος και Jim Morrison).