Κατώτερος των προσδοκιών που καλλιέργησε με την προηγούμενη ταινία του, ο Γ. Λάνθιμος ακολουθεί πιστά και στις «Αλπεις» την αισθητική φόρμα του «Κυνόδοντα» και κάνει τρία βήματα πίσω κι ένα μπροστά. Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε αναλυτικά στη υπόθεση. Είναι η ιστορία μιας ομάδας ανθρώπων που αναλαμβάνει έναντι αμοιβής να αντικαθιστά στο πλευρό των συγγενών τους προσφιλείς νεκρούς. Ομως τα πράγματα δεν βαίνουν εντελώς ομαλά…
Αλλά γιατί σκόνταψε ο Λάνθιμος στις Αλπεις;
Πρώτον, γιατί, αν και ένα φανταστικό σενάριο απαιτεί συνήθως μια εξεζητημένη φόρμα, στην περίπτωση αυτή και η ανάπτυξη του σεναρίου είναι ατελής και αδύναμη και η φόρμα παραείναι υπερβολική και ακατανόητη. Οι ερμηνείες των ηθοποιών και η εκφώνηση των διαλόγων, σαν να πρόκειται για παράσταση μαθητών του δημοτικού σχολείου, λιγότερο παραπέμπει σ` ένα βαθύτερο προβληματισμό και περισσότερο εκνευρίζει το θεατή.
Δεύτερον, γιατί, σε μια εποχή που στη χώρα αυτή αναπτύσσονται κοινωνικά φαινόμενα και συνεπακόλουθα σκέψεις άλλου χαρακτήρα, οι «Αλπεις» μοιάζουν να βρίσκονται σε μια αναντιστοιχία με το κοινωνικό τοπίο και το γενικότερο κοινωνικό γίγνεσθαι. Μπορεί –για να το πούμε λίγο χυδαία– «εκτός από τον ιμπεριαλισμό να υπάρχει και η μοναξιά», όμως ούτε η πολυπλοκότητα του ανθρώπινου ψυχισμού αναπτύσσεται όπως πρέπει και δεν ζούμε δα και στη Σκανδιναβία. Και δυστυχώς, τους σκανδιναβούς σκηνοθέτες σ` αυτό το είδος δεν τους φτάνει κανείς. Οπως και να το κάνουμε, αυτοί και μόνο λόγω κλιματικής ιδιοσυγκρασίας έχουν το know how. Δεν χρειάζεται να γίνεται κανείς μια κακή απομίμησή τους.
Τρίτον, γιατί η ταινία –άγνωστο γιατί– υστερεί από καθαρά τεχνική άποψη. Αυτό δεν είναι ο καθοριστικός παράγοντας, αλλά σίγουρα είναι βαρύνων, αφού αποσπά το θεατή από την κεντρική ιδέα της ταινίας.
Τι απομένει λοιπόν; Κάτι σημαντικό. Η τραγική διαπίστωση πως στην κοινωνία που ζούμε η μοναξιά και η απώλεια έχουν δυο πλευρές. Συχνά ο πιο μοναχικός είναι τυπικά ο περισσότερο «προνομιούχος». Είναι όχι αυτός που έχει υποστεί μια οδυνηρή απώλεια, αλλά ο συμπαραστάτης του. Κρίμα που αυτή η πανέξυπνη ιδέα του Λάνθιμου χάνεται στη φλυαρία, την ισοπεδωτική φόρμα και το στιλιζάρισμα.
Ελένη Π.