«Ως μέλος μιας αριστερής οργάνωσης δε θα μπορούσα να μην παραδεχτώ τη συμμετοχή μου. Δε μίλησα, όπως κάποιοι νοσηροί εγκέφαλοι διαδίδουν, για να έχω την εύνοια του δικαστηρίου, αλλά γιατί αυτό επιβάλλουν η ηθική και η αξιοπρέπειά μου. Δε θα βρισκόμουν εδώ, αν δεν είχα αδικηθεί από την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου με βαριές ποινές, που δεν αντιστοιχούν σ’ αυτά που έκανα. Από σας περιμένω να δείτε με νηφαλιότητα την υπόθεσή μου και να με τιμωρήσετε γι’ αυτό που μου αντιστοιχεί».
Ευθύς και αξιοπρεπέστατος, για μια ακόμη φορά, ο Θωμάς Σερίφης στάθηκε μπροστά στο έκτακτο τρομοδικείο, διεκδικώντας καταδίκη και ποινή αντίστοιχη με τις πράξεις στις οποίες ο ίδιος έχει παραδεχτεί τη συμμετοχή του και όχι εκδικητική, επειδή δεν δέχτηκε να συνεργαστεί, δε δέχτηκε να γίνει κήρυκας της μετάνοιας, της αποκήρυξης, της πολιτικής καταδίκης και μοχλός στήριξης κατηγοριών κατά συγκατηγορουμένων.
Εχει παραδεχτεί εξαρχής τη συμμετοχή του στη 17Ν από το 1989 μέχρι το 1991 και τη συμμετοχή του σε τέσσερις ενέργειες: στο Πολεμικό Μουσείο, στο Συκούριο (όχι τη μέρα που η 17Ν απαλλοτρίωσε τα όπλα, αλλά κάποια προηγούμενη μέρα, που γινόταν μελέτη του χώρου και των στρατιωτικών αποθηκών), στην τοποθέτηση εκρηκτικού μηχανισμού σ’ ένα ακατοίκητο σπίτι (η πρώτη ενέργεια που πήρε μέρος, ως παρατηρητής) και στη ληστεία στην Τράπεζα Εργασίας στο Περιστέρι. Ομως, επειδή αρνήθηκε να μιλήσει για συγκατηγορούμενούς του, τιμωρήθηκε με ποινές που δεν αντιστοιχούν στα όσα έχει παραδεχτεί. Κι όμως, θα μπορούσε να δοκιμάσει να τη βγάλει καθαρή. Οχι συνεργαζόμενος, αλλά κάνοντας το κορόιδο. Μία κατηγορία του έβαλαν στην Αντιτρομοκρατική (Πολεμικό Μουσείο), για όλες τις ενέργειες που πήρε μέρος μίλησε ο ίδιος. Παραδέχτηκε ενέργειες για τις οποίες δεν είχε κατηγορηθεί.
Ομως, στα τρομοδικεία η αξιοπρέπεια και η ειλικρίνεια θωρούνται ελαττώματα. Γι’ αυτό και είδαμε και πάλι το ίδιο έργο από την πλευρά των εισαγγελέων. Να διαβάζουν αποσπάσματα από την προανακριτική του Θωμά και να του ζητούν να μιλήσει για ενέργειες και για πρόσωπα, παρά την κατηγορηματική του άρνηση: «Δεν αρνήθηκα τη συμμετοχή μου στη 17Ν. Δε θα σας πω, όμως, ούτε πώς μπήκα ούτε ποιος με έβαλε. Δε θα πω τίποτα για συγκατηγορούμενους ή άλλα μέλη της Οργάνωσης. Δε θα σας περιγράψω τον τρόπο δράσης της Οργάνωσης». Οι ίδιες ερωτήσεις διατυπώνοντας με σαδιστικό τρόπο και ενίοτε με ειρωνικές αναφορές από πλευράς Ε. Κουτζαμάνη, παρά τις διαμαρτυρίες του Σπ. Φυτράκη για την απαράδεκτη προσπάθεια μαρτυροποίησης κατηγορούμενου: «Του λέτε ότι έχει δικαίωμα να μην επιβαρύνει τον εαυτό του και του ζητάτε να επιβαρύνει τους άλλους»!
«Η εξέταση που κάνετε τείνει να με εξευτελίσει και όχι να βρει την αλήθεια», σχολίασε ο Θωμάς. «Τα όσα έγιναν το καλοκαίρι του 2002 στην Αντιτρομοκρατική με κάνουν να αισθάνομαι ντροπή και θέλω να μην τα θυμάμαι. Πρέπει να δείτε το κλίμα εκείνης της εποχής και να πάρετε υπόψη πως ανακρινόμουν από τις 7 το απόγευμα μέχρι τη 1 το μεσημέρι της επόμενης μέρας και μάλιστα οι ανακριτές βιάζονταν στο τέλος, γιατί έπρεπε να με μεταφέρουν στον ανακριτή». Οταν οι εισαγγελείς επέμειναν να τον ρωτούν για τον Κωστάρη, τους ρώτησε εύστοχα: «Εγώ έχω πει και άλλα πράγματα για τον Κωστάρη και το πρωτόδικο δικαστήριο τον αθώωσε. Πότε λέω αλήθεια για τον Κωστάρη;». Εννοείται πως προτίμησαν να μην απαντήσουν. Γιατί το ερώτημα αυτό ξεγυμνώνει την επιλεκτικότητά τους. Θέλουν πράγματα μόνο για να καταδικάσουν. Την αλήθεια την έχουν «γραμμένη».
Αλλωστε, αυτό έκαναν στον ίδιο τον Θωμά. Τον καταδίκασαν σε βαριές ποινές, εντελώς αναντίστοιχες με το εύρος της εμπλοκής του στην υπόθεση. Δε δέχτηκαν ούτε καν τη δήλωσή του ότι αποχώρησε από τη 17Ν, για λόγους πολιτικής διαφωνίας που εξήγησε σαφέστατα, το 1991 και είχε μόνο σποραδικές συναντήσεις με μέλη της Οργάνωσης μέχρι το 1993. Τον καταδίκασαν ως μέλος της 17Ν μέχρι το 2002! Γιατί ήθελαν δηλώσεις μετάνοιας και αυτός δεν τις έκανε. Και τώρα επανέλαβε τα ίδια: «Στην αρχή νόμιζα ότι θα συμμετάσχω σε μια καινούργια Οργάνωση. Αν ήξερα ότι συμμετέχω σε ενέργειες της 17Ν δε θα συμμετείχα, γιατί διαφωνούσα πολιτικά. Οταν πείστηκα ότι βρίσκομαι στη 17Ν, μετά το Πολεμικό Μουσείο, αρχικά αποστασιοποιήθηκα και στη συνέχεια αποχώρησα, χωρίς κανείς ποτέ να με πιέσει ή να με απειλήσει. Μη μου ζητάτε, όμως, να γίνω εγώ κριτής της 17Ν, γιατί και αυτή μια Οργάνωση της Αριστεράς ήταν».
Πρέπει να σημειώσουμε ότι οι εφέτες Παναγιώτου και Τζαβάρα φέρθηκαν με σεβασμό απέναντι στον Θ. Σερίφη, ξεκαθαρίζοντας ότι δε θα τον ρωτήσουν τίποτα για ζητήματα που δήλωσε ότι δεν θέλει να απαντήσει. Εκαναν μόνο διευκρινιστικές ερωτήσεις σε ζητήματα που αφορούσαν τον ίδιο.
Ακολούθησε ο Νίκος Παπαναστασίου, που ξεκίνησε με την πρωτόδικη απόφαση, η οποία τον φέρει ως μέλος της Γραμματείας (!) της 17Ν από το 1975 ως το 2002. Καταδικάστηκε με βάση τις αναιρεθείσες προανακριτικές απολογίες των Χρ. Ξηρού και Π. Σερίφη. Στις κραυγαλέες αντιφάσεις και τα ψεύδη αυτών των προανακριτικών απολογιών αναφέρθηκε αναλυτικά, καθώς και στην επιλεκτική τους χρήση από το πρωτόδικο δικαστήριο. Γιατί αυτές οι προανακριτικές ενοχοποιούν και τους Θ. Ψαραδέλλη και Γ. Σερίφη, που αθωώθηκαν. Ενοχοποιούν τον Τέλλιο για δυο ληστείες στις οποίες αθωώθηκε. Το μόνο που υπάρχει είναι η γνωριμία του με τον Π. Σερίφη στη Στουτγάρδη και με τον Χρ. Ξηρό στην Αθήνα, για σύντομα χρονικά διαστήματα. Γι’ αυτό και κάνουν λάθος και στην ηλικία του (πέφτουν πολύ έξω) και στην περιγραφή του μικρού εργαστήριου κεραμικών που είχε. Αν είχαν βάση όσα αναφέρονται σ’ αυτές τις αναιρεθείσες απολογίες –σημείωσε ο Παπαναστασίου- θα είχαν επιβεβαιωθεί όχι από έναν αλλά από περισσότερους από τους υπόλοιπους κατηγορούμενους.
Καταδικάστηκα –σημείωσε με έμφαση- ως ιδρυτικό μέλος μιας οργάνωσης που ιδρύθηκε το 1975, ενώ εγώ από το 1974 μέχρι το 1976 ζούσα στη Στουτγάρδη. Επίσης, από το 1979 μέχρι το 1982 ζούσα στη Θεσσαλονίκη, όπου υπηρέτησα στο στρατό και δούλευα μόλις απολύθηκα. Ομως, και οι μάρτυρες που τα κατέθεσαν όλ’ αυτά και τα έγγραφα που έφερα, δεν πάρθηκαν υπόψη. Η απόφαση που με καταδίκασε ήταν τραγικά εσφαλμένη. Αλλωστε, είμαι ο μόνος κατηγορούμενος που καταδικάστηκε μόνο για συμμετοχή. Οι μη παραγραφείσες υποθέσεις, για τις οποίες κατηγορήθηκα με βάση την απολογία του Χρ. Ξηρού, διερευνήθηκαν διεξοδικά και αθωώθηκα. Κατηγορούμαι ξανά, επειδή οι εισαγγελείς άσκησαν έφεση. Πρόκειται για τις υποθέσεις Τζαντ, Εθνικής Πετραλώνων (Μάτη). Ο Παπαναστασίου αναφέρθηκε αναλυτικά στα όσα του καταλογίζονται γι’ αυτές τις δύο υποθέσεις και κατέδειξε τους λόγους για τους οποίους ο ίδιος δε θα μπορούσε να είναι εκεί.
Αναφέρθηκε ακόμα στον προκλητικό τρόπο με τον οποίο εκτιμήθηκε πρωτοδίκως η απολογία του Τέλλιου, ο οποίος πουθενά δεν κατονομάζει τον ίδιο αλλά αναφέρεται σε κάποιον «Νικήτα», που φορούσε κουκούλα, αλλά και στα όσα πιέστηκε να πει ο ξάδερφός του Ανέστης Παπαναστασίου μεταφέροντας σ’ αυτόν την ευθύνη για όσα ο ίδιος κατηγορούνταν, προκειμένου να αθωωθεί (όπως και έγινε). «Ο Ανέστης κατέληξε όψιμα να πει κάποια πράγματα σε βάρος μου, όταν πλέον κατάλαβε ότι αυτό του ζητούνταν».
Ο Ν. Παπαναστασίου αναφέρθηκε στα όσα έχει πει ο Π. Τσελέντης, που έχει ομολογήσει τη συμμετοχή του στις δυο ενέργειες για τις οποίες κατηγορείται και ο ίδιος και δεν έχει πει τίποτα για δική του συμμετοχή. Το μόνο που έχει πει ο Τσελέντης είναι ότι τον έχει συναντήσει σε κάποιες συζητήσεις που δεν ήταν διαδικασίες της 17Ν. Μάλιστα, όταν ο Τσελέντης ρωτήθηκε αν ο Παπαναστασίου ήταν μέλος της 17Ν, απάντησε αρνητικά, γιατί –όπως είπε- αν ο Παπαναστασίου ήταν μέλος, θα έπρεπε να συμμετέχει και στη δράση της Οργάνωσης. Επίσης, κανένας άλλος από τους κατηγορούμενους δεν έχει καταθέσει τίποτα εναντίον του, δεν δήλωσε ότι τον γνώρισε ποτέ. «Αν είχα οποιαδήποτε σχέση με την υπόθεση, δεν υπήρχε περίπτωση όλοι αυτοί οι κατηγορούμενοι που ομολόγησαν να μην αναφέρονταν στο πρόσωπό μου, αφού θα με θεωρούσαν ως μια από τις αιτίες των δεινών τους».
Τέλος, ο Παπαναστασίου αναφέρθηκε σε ορισμένα άλλα στοιχεία που συνηγορούν υπέρ της αθωότητάς του, όπως το γεγονός ότι έχει τρία κομμένα δάχτυλα και κανείς απ’ όσους υποτίθεται ότι τον γνώριζαν δεν αναφέρεται σ’ αυτό, και το ότι δε φέρεται να παίρνει χρήματα από το ταμείο της 17Ν. Επίσης, αναφέρθηκε αναλυτικά στην επιτυχημένη επαγγελματική του πορεία, καταθέτοντας στοιχεία γι’ αυτό και επικαλούμενος το ύψιστο λογικό επιχείρημα: αυτός που πάσχιζε να γίνει και έγινε ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας, δε θα μπορούσε να έχει σχέση με δολοφονίες και ληστείες, με τη δράση μιας οργάνωσης που ήταν αντίθετη στην επιχειρηματικότητα. Μάλιστα, οι αναφορές του στη 17Ν ήταν ιδιαίτερα απαξιωτικές, αφού διανθίζονταν με λέξεις και φράσεις όπως «εγκλήματα», «κατά συρροήν εγκληματίας», «ηθική απαξία» κ.λπ.
Η εισαγγελέας «ενδιαφέρθηκε να μάθει» αν ο Παπαναστασίου συμμετείχε σε συζητήσεις που γίνονταν στους κύκλους της άκρας Αριστεράς, πράγμα που ο ίδιος έχει παραδεχτεί από την πρώτη δίκη (ότι είχε πάρει μέρος 5-6 φορές σε συζητήσεις που γίνονταν σε καφενεία). Και «απορούσε» που εκεί οι συζητητές δεν χρησιμοποιούσαν τα πραγματικά τους ονόματα! Ισως η κ. Κουτζαμάνη θα έπρεπε να διαβάσει μερικά βιβλία (νόμιμα, δεν της συστήνουμε τίποτα παράνομο), μπας και κάποια στιγμή αντιληφθεί τι σημαίνει ζυμώσεις και συζητήσεις και πώς διαχρονικά γίνονταν αυτά τα πράγματα στους κόλπους της Αριστεράς και δη της επαναστατικής Αριστεράς. Οτι δεν υπάρχει κανένας λόγος να εμφανίζονται σε τέτοιες συζητήσεις όλοι με τα ονόματά τους και να τα μάθει ο κάθε χαφιές που ενδεχομένως έχει διεισδύσει σε μια ανοιχτή διαδικασία και να δίνει ραπόρτο στην Ασφάλεια. Μπας και καταλάβει πόσο φυσικό είναι αυτό που έχει πει ο Τσελέντης, ότι η 17Ν προσπαθούσε να βρει «άκρες» και στη νόμιμη, τη μαζική δουλειά, και γι’ αυτό μέλη της συμμετείχαν σε τέτοιες ανοιχτές συζητήσεις, χωρίς βέβαια να δηλώνουν την ιδιότητά τους (αυτό πια κι αν είναι αυτονόητο, για στοιχειώδους λόγους ασφάλειας μιας συνωμοτικής Οργάνωσης). Αν και αμφιβάλλουμε ότι έχει την παραμικρή διάθεση να καταλάβει οτιδήποτε, να βγει από τα… μαύρα μεσάνυχτα που βρίσκεται ως προς αυτές τις διαδικασίες.
Βλέποντας το απόλυτο αδιέξοδο της κατηγορίας, η εισαγγελέας έκανε την ύστατη προσπάθεια επιχειρώντας μια λαθροχειρία. Ανέφερε -αφήνοντας κάγκελο και τον Παπαναστασίου και τους υπερασπιστές του, που αν μη τι άλλο γνωρίζουν καλά όλα όσα υπάρχουν στη δικογραφία και τον αφορούν- ότι η γραφή μιας ατζέντας που βρέθηκε στο σπίτι του Παπαναστασίου ταυτίζεται με τη γραφή ενός αποκόμματος εφημερίδας που βρέθηκε σε κρυσφήγετο της 17Ν. Εμειναν όλοι κάγκελο, γιατί τέτοιο πράγμα δεν είχε ειπωθεί ποτέ ως τώρα. Και τι αποδείχτηκε; Οτι η εφημερίδα που επικαλούνταν η εισαγγελέας δεν είχε καμιά γραφή πάνω της, αλλά έναν κύκλο σε μια φωτογραφία! Επικαλούνταν μάλιστα και τις σχετικές εκθέσεις των γραφολογικών εργαστηρίων της Ασφάλειας, από τις οποίες δεν έβγαινε τίποτα σχετικό. Πώς άλλωστε θα μπορούσε να γίνει συσχέτιση μιας γραφής με έναν κύκλο γύρω από μια φωτογραφία;. Η υπεράσπιση διαμαρτυρήθηκε και ζήτησε να προσκομιστεί το συγκεκριμένο πειστήριο, για να μη λέγονται αυθαίρετα πράγματα, όπως είπε χαρακτηριστικά ο Π. Ρουμελιώτης.
«Απορίες» ανάλογες μ’ αυτές της εισαγγελέα είχε και η εφέτης Γιαννούκου: γιατί να μη λένε τα ονόματά τους στις συγκεντρώσεις; Ο φόβος ότι το ΠΑΣΟΚ δεν θ’ αντέξει στην εξουσία και θα γίνει πραξικόπημα ήταν αρκετός για να μη λένε τα ονόματά τους; Οχι αρκετός, υπεραρκετός ήταν. Αλλά και χωρίς αυτό το φόβο και πάλι δεν υπήρχε λόγος να λένε όλοι τα ονόματά τους. Αν δε μπορούν να το καταλάβουν όσοι είναι άσχετοι με αυτές τις διαδικασίες και αποκομμένοι από την πραγματική ζωή, τουλάχιστον ας μη το χρησιμοποιούν ενοχοποιητικά για να ρίχνουν πολύχρονες φυλακίσεις σε ανθρώπους για τους οποίους δεν έχουν κανένα ενοχοποιητικό στοιχείο.
Ο συνήγορος του Π. Σερίφη δήλωσε στο δικαστήριο ότι η κατάσταση της υγείας του δεν του επιτρέπει να έρθει να απολογηθεί και πως εξηγήσεις θα δώσει ο ίδιος εκπροσωπώντας τον κατηγορούμενο. «Εκπροσώπηση προβλέπεται, απολογία δεν προβλέπεται από συνήγορο», σχολίασε ο πρόεδρος, ενώ η εισαγγελέας ρώτησε αν η βεβαίωση από το νοσοκομείο «Γ. Γεννημματάς» αναφέρει ότι αδυνατεί να προσέλθει. Με κοφτό ύφος ο αναπληρωτής πρόεδρος Β. Φούκας κάλεσε τον συνήγορο «να σκεφτεί καλά» πριν δώσει το χαρτί του νοσοκομείου, διότι «κάποιοι τα υπογράφουν αυτά και μεις κυκλοφορούμε έξω και ξέρουμε πού βρίσκεται ο κ. Σερίφης». Η ασθένεια που αντιμετωπίζει δεν του επιτρέπει να σηκώσει το βάρος –δήλωσε ο συνήγορος- συμπληρώνοντας ότι αν το δικαστήριο επιμένει, θα συστήσει στον εντολέα του να προσέλθει. Αν το δικαστήριο επιμένει, αύριο θα είναι εδώ, κατέληξε. Ο πρόεδρος είπε ότι το δικαστήριο επιμένει και η συζήτηση έληξε με τη δέσμευση του συνηγόρου ότι ο Π. Σερίφης θα εμφανιστεί αύριο.