Αμέσως μετά τα τυπικά της έναρξης της συνεδρίασης, ο Α. Γιωτόπουλος διάβασε μια δήλωση (την οποία προφανώς ετοίμασε ο συνήγορός του), με την οποία κατήγγειλε τη διαδικασία αναγγελίας της απόφασης του δικαστηρίου, η οποία ήταν μια ξερή περιγραφή ενοχών (και ελάχιστων αθωώσεων), χωρίς κανένα σκεπτικό και καμιά αιτιολογία. Επειδή αυτό παραβιάζει το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ και το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος, ζήτησε να γίνει ρητή μνεία στα πρακτικά της συνεδρίασης της 3.5.2007, ότι στην απαγγελθείσα απόφαση ήταν παντελώς άγνωστο το σκεπτικό και δεν απαγγέλθηκε καμιά αιτιολογία. Αν δεν γίνει αυτό –κατέληγε- θα κάνει όλα τις νομικές ενέργειες καταγγέλλοντας τα πρακτικά ως πλαστά. Ο Ι. Μυλωνάς πήρε μετά το λόγο, για να εξηγήσει το περιεχόμενο της δήλωσης.
Ο Ι. Μαντζουράνης (υπεράσπιση Καρατσώλη) ζήτησε το λόγο για να προβάλει αυτοτελείς ισχυρισμούς για ελαφρυντικές περιστάσεις. Ζήτησε για τον Κ. Καρατσώλη τρία ελαφρυντικά: προτέρου εντίμου βίου, μη ταπεινών αιτίων και καλής συμπεριφοράς επί μακρόν μετά την τέλεση της αποδιδόμενης σ’ αυτόν πράξης. Για το πρώτο ελαφρυντικό αναφέρθηκε στα τυπικά: λευκό ποινικό μητρώο, εργασία, οικογένεια, φορολογικές δηλώσεις κ.λπ.
Το δεύτερο ελαφρυντικό που ζήτησε ο συνήγορος το χαρακτήρισε τόλμημα, μέσα στο κλίμα που έχει δημιουργηθεί. Αναφέρθηκε στην ιστορία των επαναστατικών οργανώσεων και στους τρόπους με τους οποίους αυτές εύρισκαν τους πόρους για την ανάπτυξη της δράσης τους. Σας θυμίζω –είπε- ότι ο Στάλιν ξεκίνησε την πολιτική του δράση ληστεύοντας ταχυδρομικές άμαξες, για να μπορέσουν να εξασφαλιστούν οι πόροι για τη δράση του μπολσεβίκικου κόμματος. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος εξασφάλισης της χρηματοδότησης των επαναστατικών (ή «τρομοκρατικών», όπως τις λέτε) οργανώσεων. Ο Καρατσώλης καταδικάστηκε για συμμετοχή σε ληστείες, όμως σ’ αυτό δεν υπάρχει καμιά ιδιοτέλεια. Εστω και αν δεχτείτε ότι είχε πλανηθεί, αυτό που ο ίδιος πίστευε ήταν ότι συμμετέχει σε πράξεις που σκοπό είχαν την ανατροπή του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση του κομμουνισμού. Συντρέχουν δηλαδή όλες οι πραγματικές και νομικές προϋποθέσεις για την αναγνώριση αυτού του ελαφρυντικού.
Τέλος, για το τρίτο ελαφρυντικό ο Ι. Μαντζουράνης είπε ότι η καλή συμπεριφορά αφορά και το διάστημα που κάποιος βρίσκεται στη φυλακή.
Ο Β. Κουνέλης ζήτησε για λογαριασμό του Π. Τσελέντη τα ελαφρυντικά του προτέρου εντίμου βίου, των μη ταπεινών αιτίων (τα κίνητρα ήταν πολιτικά και ιδεολογικά, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δεν αναγνωρίστηκαν ως πολιτικά τα αδικήματα) και της μεταγενέστερης καλής συμπεριφοράς. Τέλος, ανακοίνωσε ότι η υπεράσπιση Τσελέντη θα θέσει σε επόμενη φάση και αίτημα αναστολής.
Η Τ. Χριστοδουλοπούλου (υπεράσπιση Κωστάρη) σημείωσε ότι αισθάνεται υποχρεωμένη να προβάλει αυτοτελή ισχυρισμό περί ελαφρυντικών, γιατί δεν υπήρξε κανένα σκεπτικό στην απόφαση. Σημείωσε ότι η απόφαση του δικαστηρίου βγήκε την επαύριο της έκθεσης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το οποίο με πρωτοφανές θράσος υπέδειξε ακόμα και το πόσο θα έπρεπε να κρατήσει η δίκη. Ο πρόεδρος αντέδρασε λες και τον χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα και προσπάθησε να εμποδίσει τη συνήγορο να κάνει τη σχετική αναφορά, όμως η Τ. Χριστοδουλοπούλου επέμεινε και ολοκλήρωσε. Ζήτησε να ισχύσουν για τον Κωστάρη αυτά που προβλέπει ο νόμος, να υπάρξει μια κατά κάποιον τρόπο διορθωτική κίνηση και να μην εξαρτηθεί η ποινή από το πρόσωπο και την οικογένεια του θύματος. Ο Κωστάρης –κατέληξε- καταδικάστηκε με μια εντελώς έωλη κατηγορία, ας ληφθεί αυτό υπόψη τουλάχιστον στο επίπεδο της ποινής.
Η Ρ. Καραμπλιάνη ζήτησε για τον Βασίλη Ξηρό τα ελαφρυντικά του προτέρου εντίμου βίου και της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη.
Ο Σπ. Φυτράκης υποστήριξε ότι το ελαφρυντικό της ειλικρινούς μεταμέλειας που το πρωτόδικο δικαστήριο αναγνώρισε στον Θωμά Σερίφη περιλαμβάνει στην ουσία και τη μεταγενέστερη καλή συμπεριφορά και τον πρότερο έντιμο βίο. Ζήτησε δε από το δικαστήριο αυτό να το λάβει υπόψη στη ρύθμιση που θα κάνει για την ποινή.
Ο Ι. Μυλωνάς (αρχικά δήλωσε ότι θα ήθελε να ακούσει τι θα προτείνει αυτεπαγγέλτως η εισαγγελέας και μετά να τοποθετηθεί, όμως, ο πρόεδρος δεν το δέχτηκε) σημείωσε πως για λόγους προστασίας της αξιοπρέπειάς του θα έπρεπε να σιωπήσει, αφού όλα τα επιχειρήματά του απορρίφθηκαν από το δικαστήριο, όμως το υπερασπιστικό του καθήκον του επιβάλλει να ζητήσει τα ελαφρυντικά για τον Τζωρτζάτο, έστω και αν υπάρχουν ελάχιστες πιθανότητες και αυτό το αίτημα να γίνει δεκτό. Ζήτησε τη χορήγηση των ελαφρυντικών των μη ταπεινών κινήτρων. Ακόμη και εγώ που είμαι αντίθετος με τη δράση αυτής της οργάνωσης –είπε- και έχω υποστεί και προσωπική επίθεση από τον «κύριο λασποχέρη» (το βιολί του αυτός) δε μπορώ να μην αναγνωρίσω ότι η δράση της 17Ν είχε πολιτικά, μη ταπεινά κίνητρα. Ζήτησε ακόμη τα ελαφρυντικά του προτέρου εντίμου βίου και της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη, σημειώνοντας ότι ειδικά αυτό το ελαφρυντικό πρέπει να εφαρμοστεί για τα τέσσερα ισόβια, δεδομένου ότι έχει παρέλθει μεγάλος χρόνος μετά τις συγκεκριμένες πράξεις και ο Τζωρτζάτος έχει αποχωρήσει από τη 17Ν το 1992, ενώ δεν φέρεται να συμμετέχει σε καμιά πράξη απ’ αυτή τη χρονιά και μετά. Σημείωσε ότι η αναγνώριση ελαφρυντικών είναι ένας εύσχημος τρόπος για να ισορροπηθούν οι αδικίες της απόφασης. Εκτός αν ισχύσει για μια φορά ακόμη αυτό που έχει πει ο γηραιός γερμανός νομικός Χ. Χανόφερ, ότι στις πολιτικές ποινικές δίκες σημασία έχει η εξόντωση των πολιτικών αντιπάλων. Αυτό που θα φανεί με την απόφαση σ’ αυτό το τελευταίο στάδιο είναι αν η Πολιτεία εκδικείται ή αν εφαρμόζει κανόνες δικαίου, κατέληξε.
Η εισαγγελέας ξεκίνησε απαντώντας πρώτα στους αυτοτελείς ισχυρισμούς για τα ελαφρυντικά. Για το ελαφρυντικό του προτέρου εντίμου βίου υποστήριξε ότι οι περισσότεροι κατηγορούμενοι εντάχθηκαν στη 17Ν σε νεαρή ηλικία και έτσι δεν μπορούμε να μιλάμε για πρότερο έντιμο βίο (!!!), όμως, ανεξάρτητα απ’ αυτό, και μόνο η συμμετοχή τους σε μια τόσο εγκληματική οργάνωση αποκλείει κάθε σκέψη για θετική κοινωνική συνεισφορά!!! Σε ό,τι αφορά τα μη ταπεινά κίνητρα, υποστήριξε ότι η ανθρωποκτονία είναι τόσο βαριά πράξη που το κίνητρο δεν μετριάζει την απαξία της πράξης. Κριτήριο για την ταπεινότητα μπορεί να είναι μόνο η κρατούσα κοινωνική ηθική και αυτή η ηθική θεωρεί υπέρτατη αξία την ανθρώπινη ζωή και γι’ αυτό δε μπορεί να θεωρηθεί μη ταπεινό το κίνητρο, ακόμα και αν θεωρήσουμε πως ήταν πολιτικά τα κίνητρα των κατηγορούμενων σε εποχή δημοκρατίας! Αξίζει τον κόπο να αναζητήσει κανείς στα πρακτικά το πλήρες κείμενο της εισαγγελικής αγόρευσης. Θα ανακαλύψει μια επιχειρηματολογία ίδια μ’ αυτή των έκτακτων στρατοδικείων του εμφυλίου. Μια επιχειρηματολογία που νομικά δεν την είχε ανάγκη η κ. Κουτζαμάνη. Την είχε, όμως, ανάγκη πολιτικά και προσωπικά. Γιατί από πολιτικές αποφάσεις εξαρτάται η καριέρα της.
Τέλος, η εισαγγελέας πρότεινε και την απόρριψη του ελαφρυντικού που είχε ζητήσει σε προηγούμενο στάδιο η υπεράσπιση Τέλλιου, υποστηρίζοντας ότι αυτός δεν βοήθησε στην εξάρθρωση της Οργάνωσης. Ετσι όπως τσουβάλιασε πρόσωπα και πράξεις, η εισαγγελέας μας θύμισε τη λογική Λάμπρου: «Και για όσα ξέχασα να τους κηρύξετε ενόχους»!
Ο Ι. Μυλωνάς απάντησε στην εισαγγελέα με αναφορές στη θεωρία, σύμφωνα με την οποία για την αναγνώριση των ελαφρυντικών είναι παντελώς αδιάφορη η πράξη, αλλά σημασία έχουν η προσωπικότητα του κατηγορούμενου και τα πραγματικά περιστατικά των οποίων γίνεται επίκληση
Ο Β. Κουνέλης ζήτησε επιπρόσθετα για τον Π. Τσελέντη το ελαφρυντικό του τρομονόμου Μητσοτάκη για συμβολή στην εξάρθρωση της Οργάνωσης. Ο Θ. Παπαγιάννης θύμισε πως ο Τσελέντης από την πρώτη δίκη είχε δηλώσει πως θεωρούσε όνειδος να πάρει έστω και μια δραχμή από τα χρήματα των ληστειών, που τα θεωρούσε ιερά. Ο Τσελέντης –είπε- δεν είναι ο φτηνός συνεργάτης των αρχών ασφαλείας, αλλά ένας άνθρωπος που έχει διαμορφώσει μια ορισμένη συνείδηση και ακολουθεί το δρόμο της αλήθειας. Γι’ αυτό δεν έχει να πληρώσει ούτε το φόρο από την κληρονομιά του πατέρα του. Είναι ένας γνήσιος και μη επιτεδευμένος κατηγορούμενος. Λέει αυτά που πιστεύει. Είπε πως ντρέπεται για τη συμμετοχή του σ’ αυτή την οργάνωση, όμως δεν εντάχθηκε σ’ αυτή για κάποιο προσωπικό όφελος. Πίστευε σ’ αυτή την οργάνωση. Τώρα δεν πιστεύει. Γι’ αυτό πρέπει στο πρόσωπό του να έχει εφαρμογή το άρθρο 17 του νόμου 1916 (τρομονόμος Μητσοτάκη) και να απαλλαγεί από κάθε ποινή.
Η Ρ. Καραμπλιάνη, αφού σημείωσε πως τα ελαφρυντικά αφορούν την επιμέτρηση της ποινής και είναι μια καθαρά εξατομικευμένη διαδικασία, αναφέρθηκε στα όσα στοιχειοθετούν τα ελαφρυντικά που ζήτησε ο Β. Ξηρός, στα οποία ουδόλως απάντησε η εισαγγελέας.
Με το «συλλήβδην» της εισαγγελικής πρότασης ξεκίνησε και ο Ι. Μαντζουράνης, περνώντας στη συνέχεια στην αναλυτική περιγραφή της ζωής του Κ. Καρατσώλη πριν την κατά το κατηγορητήριο ένταξή του στη 17Ν, που δεν γίνεται σε νεαρή ηλικία, αλλά σε ηλικία 25 ετών και αφού προηγουμένως ο ίδιος έχει εργαστεί ως οικοδόμος και ως τυπογράφος. Υπάρχουν εγκλήματα –είπε- που να αποκλείουν a priori την αναγνώριση ελαφρυντικών; Αν ναι, ποια είναι αυτά και γιατί δεν αναφέρονται στο νόμο; Η ανθρωποκτονία –συνέχισε- αποκλείεται από όλα τα δικαικά συστήματα, αλλά αποκλείεται ο δράστης ανθρωποκτονίας να μην έχει ταπεινά αίτια; Δηλαδή, ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων είχαν ταπεινά αίτια; Ο Παναγούλης είχε ταπεινά αίτια; Ολόκληρη η πολιτική ιστορία της ανθρωπότητας είναι γεμάτη από ανθρωποκτονίες. Πέραν τούτου, ο Καρατσώλης δεν έχει καταδίκη για ανθρωποκτονίες. Γιατί αποκλείονται, λοιπόν, τα μη ταπεινά κίνητρα; Η απαλλοτρίωση –όπως αναφέρει η 17Ν- δεν είναι όρος μόνο των αριστερών οργανώσεων. Ο Θωμάς Ακινάτης, αυτός ο μεγάλος καθολικός θεολόγος, λέει πως κλοπή δεν είναι η αφαίρεση από το πλεόνασμα, αλλά η αφαίρεση από το υστέρημα. Εκλεψε η 17Ν από κανένα υστέρημα; Συμμετείχε ο Καρατσώλης σε καμιά ληστεία για να ικανοποιήσει προσωπικές ανάγκες; Δε βγαίνει αυτό ούτε από τη δικογραφία. Του λέτε ότι σε δέκα χρόνια συμμετοχής πήρε 900.000 δρχ. Αρα, δεν λήστευε για να ικανοποιήσει τις προσωπικές του ανάγκες. Γιατί λοιπόν η συμμετοχή του Καρατσώλη να μη θεωρηθεί ότι ελαυνόταν από μη ταπεινά, από προγραμματικά κίνητρα; Ολη η εισαγγελική επιχειρηματολογία –κατέληξε- στηρίζεται σ’ ένα ψευδώνυμο συλλογισμό, που λαμβάνει ως αίτιο το μη αίτιο, που λαμβάνει ως αίτιο το εκ των προτέρων επιθυμητό συμπέρασμα.
Ο Ν. Πρωτέκδικος (υπεράσπιση Τέλλιου) υποστήριξε ότι το άρθρο 17 του νόμου 1916 δεν εισάγει ελαφρυντικά, αλλά εισάγει ένα λόγο κατάργησης του αξιοποίνου. Ο νέος νόμος δεν είναι ευμενέστερος, γιατί δίνει τη δυνατότητα μείωσης της ποινής ή αναστολής εκτέλεσης της ποινής. Ο παλιότερος νόμος εισάγει λόγους απαλλαγής του κατηγορούμενου. Απαιτεί να έχει αποχωρήσει ο κατηγορούμενος (ο Τέλλιος αποχώρησε), να δώσει πληροφορίες για τα πρόσωπα (έδωσε για όσα πρόσωπα ήξερε), να δώσει πληροφορίες για την οργανωτική δομή (έδωσε όσες γνώριζε) και έτσι να έχει συμβάλει στην εξάρθρωση. Δεν κρίνω το ηθικό μέρος του ζητήματος –σημείωσε ο Ν. Πρωτέκδικος- αλλά η πρωτόδικη απόφαση περιλαμβάνει πολλές σκέψεις του Κ. Τέλλιου, ενώ συγκατηγορούμενοί του τον κατηγορούν ότι ήρθε εδώ για να επιβεβαιώσει την κατηγορία. Η μόνη περίπτωση που ο νόμος προβλέπει μη εφαρμογή της απαλλαγής είναι να μην έχει συντελεστεί η εξάρθρωση της Οργάνωσης, η οποία όμως έχει συντελεστεί. Και αν ακόμα θεωρηθεί ότι η εξάρθρωση δεν έχει συντελεστεί ή οι πληροφορίες που έδωσε ο συγκεκριμένος άνθρωπος δεν θεωρηθούν τόσο σημαντικές, ο νόμος δίνει στο δικαστήριο ένα δυνητικό λόγο απαλλαγής, με βάση τη συνεκτίμηση όλων όσων αφορούν στην προσωπικότητά του. Ζήτησε να απαλλαγεί ο Τέλιος και, επικουρικά, αν δεν απαλλαγεί, να αλλάξει το πλαίσιο της ποινής του.
Η εισαγγελέας υποστήριξε πως ο Τέλλιος αποχώρησε μεν, αλλά κράτησε μια παθητική στάση (δεν πήγε να τους καρφώσει όλους, δηλαδή), ενώ όταν απολογήθηκε είχαν συλληφθεί σχεδόν όλα τα μέλη της Οργάνωσης και οι πληροφορίες που εισέφερε ήταν επουσιώδεις. Το ίδιο υποστήριξε και για τον Τσελέντη. Το μήνυμα κοντολογίς είναι: η μόνη ρουφιανιά που μετράει είναι αυτή που γίνεται σε ανύποπτο χρόνο και με τη θέληση του συνεργαζόμενου. Αυτή που γίνεται μετά τη σύλληψη το πολύ να μεταφρστεί σε κάποιο ελαφρυντικό, που ο Τέλλιος με τον Τσελέντη το έχουν ήδη πάρει πρωτοδίκως.
Η κ. εισαγγελέας –σημείωσε ο Θ. Παπαγιάννης- θέλει τον Τσελέντη καταδότη. Ο Τσελέντης δεν συμμετείχε στην Οργάνωση για προσωπικό όφελος ή γιατί είναι ένας διεστραμμένος άνθρωπος. Συμμετείχε γιατί πίστευε ότι έτσι θ’ αλλάξει τον κόσμο και αν θέλετε γιατί άκουγε γύρω του πως «μια 17Ν λείπει». Η κ. εισαγγελέας –σημείωσε ο Ν. Πρωτέκδικος- θέτει και δεύτερο όριο, εκτός του νόμου. Ο κάθε άνθρωπος στη ζωή του έχει τις αδυναμίες του, τους φόβους του, τις ψυχικές του ευαισθησίες και δε μπορεί αυτά να τα συνεκτιμήσουμε ως έναν επιπλέον όρο σε σχέση με αυτόν που θέτει ο νόμος.
Μετά το διάλειμμα το δικαστήριο, απέρριψε όλους τους αυτοτελείς ισχυρισμούς με τους οποίους κατηγορούμενοι ζήτησαν την αναγνώριση ελαφρυντικών, χωρίς και πάλι να διατυπώσει καμιά (ούτε καν συνοπτική αιτιολογία). Ετσι, το γιατί θα το μάθουμε μετά από κάνα χρόνο που θα δημοσιευτεί η απόφαση. Ηταν και αυτή μια πολιτική απόφαση από ένα δικαστήριο που κατά τα άλλα ισχυρίζεται ότι είναι ποινικό δικαστήριο. Γιατί σε μια κοινή ποινική υπόθεση θα υπήρχαν ελαφρυντικά και προπαντός θα υπήρχε αιτιολόγηση για τη χορήγηση ή τη μη χορήγηση των ελαφρυντικών. Δεν θα είχε η απόφαση τη μορφή του «αποφασίζομεν και διατάσσομεν».
Μετά απ’ αυτή την απόφαση, οι ποινές που πρότεινε η εισαγγελέας ήταν αναμενόμενες. Οι «ταρίφες» που «έκοψε» (πέρα από τα ισόβια για τους αυτουργούς, άμεσους συνεργούς και ηθικό αυτουργό στις ανθρωποκτονίες) ήταν ελάχιστα μειωμένες σε σχέση με τις ποινές του πρωτόδικου δικαστήριου. Οπως είχαμε γράψει και μετά την απόφαση, ενδιαφέρον οι εισαγγελικές προτάσεις (όπως και οι τελικές ποινές) έχουν μόνο για τους Καρατσώλη, Θωμά Σερίφη και Κονδύλη, γιατί οι υπόλοιποι (πλην Γεωργιάδη, που έχει εκτίσει την ποινή του) μαζεύουν από μερικές ισόβιες και 25 χρόνια φυλακή κατά συγχώνευση (Γιωτόπουλος, Κουφοντίνας, Χριστόδουλος, Τζωρτζάτος και Σάββας), έως μία ισόβια και 25 χρόνια κατά συγχώνευση (Κωστάρης) και 25 χρόνια κατά συγχώνευση (Βασίλης Ξηρός, Τσελέντης, Τέλλιος). Για τις εκρήξεις και ορισμένες περιπτώσεις οπλοχρησίας προτάθηκαν και χρηματικά πρόστιμα που κυμαίνονταν μεταξύ 1000 και 1500 ευρώ.
Και σ’ αυτό το επίπεδο, όμως φάνηκε καθαρά η σκοπιμότητα. Διαφορετικοί κατηγορούμενοι, με τον ίδιο βαθμό ενοχής σε μια πράξη και χωρίς ελαφρυντικό, προτείνονται για διαφορετικές ποινές. Για παράδειγμα, για την εισβολή στο ΑΤ Βύρωνα, όπου έξι (κι ο Σάββας εφτά) έχουν καταδικαστεί για ληστεία κατά συναυτουργία χωρίς κανένα ελαφρυντικό (και ο Γιωτόπουλος για ηθική αυτουργία), προτάθηκαν ποινές 15 ετών για τους Κουφοντίνα, Χριστόδουλο και Τζωρτζάτο (το ίδιο για τον Γιωτόπουλο), 12 ετών για τον Κωστάρη και 10 για τον Καρατσώλη (5 για τον Τσελέντη, που έχει από το πρωτόδικο το ελαφρυντικό της ειλικρινούς μεταμέλειας). Και δεν δόθηκε καμιά εξήγηση γι’ αυτή τη διαφοροποίηση, όπως δεν δόθηκε καμιά εξήγηση για το ότι σε όλες τις ενέργειες προτείνονται ελαφρά μειωμένες ποινές για τον Βασίλη Ξηρό, σε σχέση με τους συγκατηγορούμενούς του που επίσης καταδικάστηκαν για απλή συνέργεια. Πρακτικά, για το σύνολο της ποινής του Βασίλη, αυτό δεν έχει σημασία. Για ποιο λόγο έγινε, όμως; Προφανώς για να δουλευτεί προπαγανδιστικά η άποψη, ότι τάχα επεδείχτηκε επιείκεια για τον Βενιαμίν των Ξηρών.
Εν πάση περιπτώσει, εκείνο που πρέπει να σημειώσουμε είναι πως αν γίνει δεκτή η εισαγγελική πρόταση, τότε ο Θωμάς Σερίφης οδεύει προς άμεση αποφυλάκιση, ο Σ. Κονδύλης σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα (ίσως και κάτω του έτους), ενώ ο Καρατσώλης θα χρειαστεί αρκετά περισσότερο χρόνο (περισσότερα από δύο χρόνια).
Ο Ι. Μυλωνάς μίλησε για μνημείο παντελώς αναιτιολόγητης και αυθαίρετης εισαγγελικής πρότασης. Εφερε ως παράδειγμα τη «ληστεία στο ΑΤ Βύρωνα», για την οποία προτάθηκαν διαφορετικές ποινές για διαφορετικούς κατηγορούμενους που έχουν την ίδια ακριβώς καταδίκη. Ο Ι. Μαντζουράνης, μιλώντας για το ίδιο θέμα, έθεσε το ερώτημα: για ποιο λόγο 8 χρόνια ο Καρατσώλης για απλή συνέργεια σε μια ληστεία και 7 χρόνια για απλή συνέργεια σε μια άλλη; Ζήτησε δε από το δικαστήριο να αποφασίσει όπως προβλέπουν οι αρχές του Δικαίου.
Ο Ν. Πρωτέκδικος είπε πως για τις περιπτώσεις που καταδικάστηκε ο Τέλλιος προκύπτουν μια σειρά νομικά ζητήματα. Για παράδειγμα, στην υπόθεση Αξαρλιάν αντιμετωπίζουν το ίδιο πλαίσιο ποινής (10-20 χρόνια) ο άμεσος συνεργός, ο απλός συνεργός χωρίς ελαφρυντικό και ο απλός συνεργός με ελαφρυντικό. Ετσι, όπως έχει επισημανθεί και σε νομικό συνέδριο, πλήττεται βάναυσα η αρχή της αναλογικότητας. Ζήτησε να κριθεί αντισυνταγματικό το άρθρο 85 ΚΠΔ και να οριστεί το πλαίσιο ποινής σε 5-10 έτη (υποθέσεις Ανδρουλιδάκη και Παλαιοκρασά-Αξαρλιάν) και στον Τέλιο να επιβληθεί το ελάχιστο (5 έτη).
Ο Μ. Δαλιάνης θύμισε ότι, αντίθετα από την εισαγγελική πρόταση, το πρωτόδικο δικαστήριο δεν επέβαλε χρηματική ποινή στον Κονδύλη για την έκρηξη στην αμερικάνικη πρεσβεία. Επομένως, η εισαγγελική πρόταση οδηγεί σε ανεπίτρεπτη χειροτέρευση της μεταχείρισης του κατηγορούμενου.
Το δικαστήριο διέκοψε για την Τετάρτη, στις 9 το πρωί, οπότε και θα ανακοινώσει τις ποινές.