Με μια σαλταδόρικη στην κυριολεξία ερμηνεία, κάνοντας σκόνη το άρθρο 16 του Συντάγματος, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε συνταγματικό τον εκτρωματικό νόμο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια (Ν. 5094/2024) και απέρριψε κατά πλειοψηφία τις προσφυγές της ΠΟΣΔΕΠ, πανεπιστημιακών καθηγητών και του Κατρούγκαλου.
Το ΣτΕ βιάστηκε τελικά να βγάλει απόφαση, χωρίς να στείλει προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, και πήρε πάνω του την αποκλειστική ευθύνη, αναμασώνατς ακριβώς την «επιχειρηματολογία» που το ΔΕΕ θα χρησιμοποιούσε.
Βιάστηκε να βγάλει αυτήν την αισχρή απόφαση επειδή ο χρόνος πιέζει, αφού από τον Σεπτέμβρη πρέπει να λειτουργήσουν, όπως έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, τα πανεπιστημιοποιημένα κολλέγια, που θα φορέσουν τον μανδύα των παραρτημάτων των ξένων πανεπιστημίων (Νομικά Πρόσωπα Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης-ΝΠΠΕ), με τα οποία είναι συμβεβλημένα με συμφωνίες δικαιόχρησης και λειτουργούν ήδη στη χώρα μας.
Κυβέρνηση, ξένα συμφέροντα, ΕΕ, ολόκληρο το αστικό σύστημα πίεζε σε αυτήν την κατεύθυνση και το ΣτΕ προσέτρεξε να ικανοποιήσει τις εντολές τους, πιστοποιώντας για πολλοστή φορά ότι αποφασίζει με βάση το «δίκιο του μονάρχη», ειδικά όταν δεν αισθάνεται στο σβέρκο του την καυτή ανάσα του κινήματος.
Οι αποφάσεις του ΣτΕ πλήρως εναρμονισμένες με το κυβερνητικό αφήγημα της εμπορευματοποίησης και της ανώτατης εκπαίδευσης, προκάλεσαν τις αντιδράσεις των πανεπιστημιακών που σημειώνουν ότι είναι αποφάσεις που ξεπλένουν την ανομία και κουρελιάζουν τη δημοκρατία.
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΜΕΛΩΝ ΔΕΠ ΠΑΝΤΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ
Το ΔΣ του Συλλόγου Μελών ΔΕΠ Παντείου Πανεπιστημίου εκφράζει δημόσια την απαρέσκειά του για την απόφαση της πλειοψηφίας του Συμβουλίου της Επικρατείας να κρίνει το νόμο Πιερρακάκη ως σύμφωνο με το Σύνταγμα.
Η πλειοψηφία του δικαστηρίου, εναρμονιζόμενη πλήρως με το κυβερνητικό αφήγημα και πραγματοποιώντας λογικές ακροβασίες, θεώρησε ότι οι όροι “αποκλειστικά” (“Η ανώτατη εκπαίδεση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση” 16 παρ. 5) και “απαγορεύεται” (“Η σύσταση ανωτάτων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται” 16 παρ. 8 εδ. β’) σημαίνουν “όχι πάντα” και “επιτρέπεται”!
Νομιμοποιεί με τον τρόπο αυτό την ευθεία αντισυνταγματική πρακτική της κυβέρνησης θυμίζοντας άλλες εποχές όταν τα δικαστήρια γίνονταν πλυντήρια της ανομίας και του κουρελιάσματος της δημοκρατίας.
Η πανεπιστημιακή κοινότητα θα συνεχίσει τον αγώνα ενάντια στο νόμο για τα ιδιωτικά “πανεπιστήμια”, στα οποία όσοι έχουν το χρήμα θα μπορούν να έχουν πρόσβαση και όπου επικρατεί η λογική της αναξιοκρατίας: ”πληρώνεις; παίρνεις πτυχίο” και τα οποία δεν καλύπτουν ούτε στο ελάχιστο τις επιστημονικές προδιαγραφές των πανεπιστημίων.
Θα συνεχίσουμε τον αγώνα ενάντια στην κυβερνητική πολιτική που κρατά τα δημόσια πανεπιστήμια στη μιζέρια, με έναν προϋπολογισμό μνημονιακό, στο 1/3 εκείνων που υπήρχαν πριν τα μνημόνια, χωρίς τις αναγκαίες προσλήψεις διδακτικού και διοικητικού προσωπικού, χωρίς υποδομές.
Υπενθυμίζουμε ότι η χώρα μας είναι η τελευταία στην ΕΕ ως προς τις δαπάνες για την παιδεία. Η μέση ετήσια δαπάνη ανά φοιτητή στην Ελλάδα είναι 1.780 ευρώ έναντι 10.132 ευρώ του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι 16 φοιτητές ανά διδάσκοντα, ενώ στην Ελλάδα είναι 49 φοιτητές ανά διδάσκοντα. Οι μισθοί των μελών ΔΕΠ βρίσκονται στο 40-50% της προ μνημονιακής περιόδου.
Το ΔΣ καλεί τα μέλη του συλλόγου να εξακολουθήσουν να υψώνουν τη φωνή τους, το ακαδημαϊκό τους κύρος ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης, να το συνενώσουν με τις αγωνιστικές αντιδράσεις των φοιτητικών συλλόγων και όλων των παραγόντων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Συνεχίζουμε τον αγώνα ενάντια στην προϊούσα εμπορευματοποίηση – ιδιωτικοποίηση για αναβαθμισμένη, δημόσια δωρεάν ανώτατη παιδεία, υψηλού επιστημονικού επιπέδου σε όφελος της κοινωνίας.
Ανακοίνωση της ΠΟΣΔΕΠ
Η κατά πλειοψηφία απόφαση της μείζονος Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκρινε, μετά από αίτημα ακύρωσης της ΠΟΣΔΕΠ, ως συνταγματικές τις διατάξεις του Ν5094/2024 για την εγκατάσταση και λειτουργία Νομικών Προσώπων Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης – ιδιωτικών Πανεπιστημίων στην Ελλάδα, με τη μορφή παραρτημάτων ξένων Ιδρυμάτων, δεν προσφέρεται για πανηγυρισμούς από τους υπεύθυνους για την πορεία της εκπαίδευσης στη χώρα. Η πλήρης αναγνώριση, με νέα επιγραφή, των πτυχίων των κολεγίων, θα επιφέρει απότομες και σημαντικές αλλαγές που θα συντελεστούν χωρίς σχεδιασμό στον ακαδημαϊκό χάρτη της χώρας και θα επηρεάσουν δραματικά το επίπεδο των πτυχίων και τη διάρθρωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ παράλληλα θα πλήξουν πολλά πανεπιστημιακά τμήματα, ιδίως στην ελληνική περιφέρεια.
Εάν ο επιδιωκόμενος σκοπός είναι να καταστεί η Ελλάδα ακαδημαϊκός κόμβος, και να μειωθεί η φοιτητική μετανάστευση, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η παροχή σπουδών υψηλού επιπέδου από τα ακαδημαϊκά Ιδρύματα της χώρας. Η «πανεπιστημιοποίηση» των κολεγίων με τα ιδιαίτερα χαμηλής στάθμης ακαδημαϊκά κριτήρια που θέτει ο Ν5094/2024 δεν εξασφαλίζει αυτή την προϋπόθεση. Έχει γίνει γνωστό ότι η εισαγωγή των φοιτητών στα παραρτήματα θα γίνεται με ελάχιστη βάση εισαγωγής (ΕΒΕ), η οποία όμως ουδεμία σχέση έχει με την βάση εισαγωγής αντίστοιχων Τμημάτων ή Σχολών των δημόσιων Πανεπιστημίων, ούτε καν με την ΕΒΕ του σχετικού επιστημονικού πεδίου. Δικαίωμα εγγραφής σε οποιοδήποτε προπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών των παραρτημάτων ξένων Πανεπιστημίων θα εξασφαλίζει ο μικρότερος εκ των μέσων όρων των βαθμολογιών του συνόλου των εξεταζόμενων ανά́ επιστημονικό́ πεδίο, πολλαπλασιαζόμενος με τον συντελεστή́ 0,8, κοντολογίς μια βαθμολογία αρκετά κάτω από το 10.
Η απόφαση του ΣτΕ, η οποία ελήφθη σε χρόνο ρεκόρ για τα δικά του δεδομένα, δημοσιοποιήθηκε λίγο πριν τις αναμενόμενες ανακοινώσεις της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) για την αδειοδότηση των παραρτημάτων και την πιστοποίηση των προγραμμάτων σπουδών που αυτά θα παρέχουν. Και η ΕΘΑΑΕ αναμένεται για το θέμα αυτό να κάνει ρεκόρ αξιολόγησης, καθότι καλείται να ολοκληρώσει μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα την αδειοδότηση 12 παραρτημάτων-ΝΠΠΕ με περίπου 40 Σχολές, καθώς και την πιστοποίηση περίπου 150 προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών, όταν οι πιστοποιήσεις των προγραμμάτων σπουδών των δημόσιων Πανεπιστημίων αποδεικνύονται ιδιαίτερα χρονοβόρες διαδικασίες. Απομένει να δούμε εάν οι αποφάσεις της ΕΘΑΑΕ θα επιτείνουν τις ασύμμετρες συνθήκες που θα οδηγήσουν στη δραματική συρρίκνωση των περιφερειακών δημόσιων Πανεπιστημίων, μέσω της πιστοποίησης τριετών προγραμμάτων πρώτου κύκλου σπουδών που προσφέρουν τα παραρτήματα.
Σε κάθε περίπτωση, όταν προβλέπεται να φοιτά σε αυτά τα παραρτήματα το 10% των φοιτητών, είναι φανερό πως η ουσιαστική αναβάθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα θα προκύψει μόνο με την έμπρακτη ενίσχυση των δημόσιων Πανεπιστημίων. Απαιτείται ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό θεσμικό πλαίσιο, η γενναία αύξηση της χρηματοδότησης, τακτικής και έκτακτης, για την αντιμετώπιση των αυξημένων λειτουργικών αναγκών, η πραγματική ανάσχεση της υποστελέχωσης σε μέλη ΔΕΠ, ΕΔΙΠ, ΕΕΠ, ΕΤΕΠ και σε μόνιμο διοικητικό προσωπικό, η πλήρης κάλυψη των μεγάλων αναγκών σε υποδομές, η ουσιαστική ενίσχυση της φοιτητικής μέριμνας (ιδιαίτερα στα περιφερειακά πανεπιστήμια που αναμένεται να επηρεασθούν περισσότερο από τη λειτουργία των παραρτημάτων), η επαναφορά των αποδοχών σε αξιοπρεπή και ανταγωνιστικά επίπεδα, ο περιορισμός της γραφειοκρατίας και η αξιοκρατική και συστηματική προώθηση της έρευνας, προκειμένου να διασφαλιστεί ένα αναπτυξιακό μέλλον για τον πολύπαθο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα μας.