Η ανώτατη Παιδεία είναι ένα προϊόν εμπορεύσιμο, εξαγώγιμο και μεταφέρσιμο. Η ρήση, που ανήκει στο γενικό γραμματέα του ΟΟΣΑ Angel Gurria, περικλείει την πεμπτουσία της συνόδου των υπουργών Παιδείας των χωρών του ΟΟΣΑ στο Λαγονήσι. Σηματοδοτεί την πλήρη εγκατάλειψη της ιδέας του Πανεπιστήμιου, έτσι όπως αυτή οργανώθηκε στην ιστορική διαδρομή του και την ολοκληρωτική υποταγή του στην αγορά και τις επιδιώξεις του κεφαλαίου.
Στον ίδιο, μάλιστα, ανήκει και η διαπίστωση ότι «οι εκπαιδευτικοί τομείς έχουν απομακρυνθεί από την πραγματικότητα των αγορών», γι’ αυτό και πρέπει να αναληφθούν οι κατάλληλες πρωτοβουλίες.
Οι πρωτοβουλίες αυτές, όπως αναδεικνύονται και μέσα από τα πορίσματα της συνόδου, αφορούν το τρίπτυχο της «ποιότητας, της ισοτιμίας στην πρόσβαση και της κοινωνικής αποτελεσματικότητας».
Η ανώτατη εκπαίδευση, δηλαδή, πρέπει να «επικαιροποιηθεί» ώστε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της αγοράς και των επιχειρήσεων. Μηχανισμός δε μέτρησης της «κοινωνικής της αποτελεσματικότητας» είναι η αξιολόγηση των Ιδρυμάτων, όπως κατά κόρον αναφέρεται στη συνέντευξη τύπου, που έδωσαν από κοινού ο A. Gurria και η προεδρεύουσα της συνόδου Μ. Γιαννάκου, αλλά και τα συμπεράσματα της συνόδου.
Η αναβάθμιση της ποιότητας της πανεπιστημιακής έρευνας είναι, κατά το γενικό γραμματέα του ΟΟΣΑ, η δημιουργία ενός «μείγματος πανεπιστημίων-κυβέρνησης και επιχειρήσεων και βιομηχανίας, διότι η έρευνα θα πρέπει να γίνει εφαρμοσμένη γνώση, να αποτελέσει κομμάτι της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας», να προσανατολιστεί δηλαδή αυστηρά στις επιχειρήσεις και να ικανοποιεί τις στιγμιαίες απαιτήσεις τους για προϊόντα που μεγιστοποιούν και διευρύνουν τα κέρδη τους.
Στην κατεύθυνση αυτή συνεισφέρει και ο επόμενος πυλώνας των αποφάσεων της συνόδου, αυτός της «κοινωνικής αποτελεσματικότητας».
Η έμφαση στην «κοινωνική αποτελεσματικότητα» της πανεπιστημιακής Παιδείας περιέχει την πρόθεση του κεφαλαίου, των διεθνών Οργανισμών του και των διαχειριστών του καπιταλιστικού συστήματος, να προωθήσουν και ενισχύσουν επιστήμες και πανεπιστημιακούς τομείς που οι εφαρμογές τους έχουν άμεση χρηστική αξία για την κερδοφορία του κεφαλαίου τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή και να εγκαταλείψουν τις λεγόμενες ανθρωπιστικές σπουδές και επιστήμες. Βέβαια ο κ. Gurria προσπάθησε να αποφύγει το σκόπελο, όταν του έγινε σχετική ερώτηση, καταφεύγοντας σε εύκολα ευχολόγια.
Η δε «ισοτιμία στην πρόσβαση» μας έχει δώσει ήδη αρκετά παραδείγματα χαρακτηριστικής εφαρμογής της. Είναι η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων (σ.σ. το επιχείρημα της ισότητας στην πρόσβαση χρησιμοποιήθηκε από τη ΝΔ στη συζήτηση στη βουλή για την αναθεώρηση του άρθρου 15 του συντάγματος), αλλά και οι ανταποδοτικές υποτροφίες και τα δάνεια στους οικονομικά αδύναμους φοιτητές, που φιγουράρουν στο νομοσχέδιο της Γιαννάκου για το νόμο πλαίσιο.
Ο ΟΟΣΑ επεσήμανε το γεγονός ότι αντικείμενο συζητήσεων των ιμπεριαλιστικών οργανισμών και κατ’ επέκταση των πρωτοβουλιών των κυβερνήσεων κάθε χώρας, είναι όχι μόνο τα Πανεπιστήμια αλλά και η επαγγελματική κατάρτιση ανθρώπων που ήδη απασχολούνται ώστε να «συνεχίσουν να αναβαθμίζουν τη γνώση προκειμένου να έχουν καλύτερες επιδόσεις στη δουλειά τους, να προετοιμαστούν καλύτερα για το μέλλον και να προετοιμαστούν για ένα πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον».
Περιέγραψε δηλαδή το μαύρο εργασιακό μέλλον των απασχολήσιμων, που πρέπει να αλλάξουν 15 δουλειές στον εργασιακό τους βίο και έκανε γνωστή την πρόθεση του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του να βρουν τρόπους ώστε να αυξήσουν το βαθμό εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης. Εκεί, προφανώς, παραπέμπουν «οι καλύτερες επιδόσεις».
Ως μέσα για την επίτευξη όλων αυτών των σκοπών ο ΟΟΣΑ υποδεικνύει στα Πανεπιστήμια, και συνεπώς στις κυβερνήσεις που έχουν την ευθύνη να νομοθετούν, τα εξής, που αποτελούν και τα συμπεράσματα της συνόδου του:
– Πρώτον, την αλλαγή στο μοντέλο της χρηματοδότησης των Ιδρυμάτων με την υιοθέτηση ενός μεικτού συστήματος. Δεν ομολογείται, πλην όμως είναι εμφανές από όλα τα τεκταινόμενα διεθνώς και στη χώρα μας, ότι στόχος είναι η αναστροφή της αναλογίας δημόσιων-ιδιωτικών δαπανών.
Ο ΟΟΣΑ θεωρεί ότι «αποτελεσματικός τρόπος αύξησης των πόρων είναι μεταξύ άλλων, και η συνεισφορά των δικαιούχων στο κόστος σπουδών, δηλαδή τα δίδακτρα. Τα «άλλα», οι «νέες πηγές χρηματοδότησης» είναι η συνεισφορά των επιχειρήσεων και των ιδιωτών, μέσω της πώλησης εκπαιδευτικών και ερευνητικών υπηρεσιών από τα Πανεπιστήμια.
– Δεύτερον, την εξασφάλιση συστημάτων εκπαίδευσης που εξασφαλίζουν την ισοτιμία στην πρόσβαση.
Δηλαδή ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, άρση των εμποδίων για την αναγνώριση κερδοσκοπικών εμπορικών μορφωμάτων τύπου ΚΕΣ ως πανεπιστημίων (σ.σ. γι’ αυτό άλλωστε βγαίνουν και οι σχετικές Οδηγίες από την ΕΕ), ανταποδοτικές υποτροφίες, δάνεια και τα ρέστα.
– Τρίτον, να αναπτυχθούν καλύτεροι μέθοδοι για την «ανάλυση των μαθησιακών αποτελεσμάτων στην ανώτατη εκπαίδευση».
Εδώ, γίνεται αναφορά στα συστήματα αξιολόγησης των Πανεπιστημίων, που θα μετρούν βεβαίως την «αποτελεσματικότητά» τους, με κριτήρια που αποτιμούν το βαθμό πρόσδεσης της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στις επιδιώξεις της οικονομικής ολιγαρχίας του πλούτου.
– Τέταρτον, να υιοθετηθούν μεταρρυθμίσεις και πρωτοβουλίες από τις χώρες «στην κατεύθυνση της κοινωνικής λογοδοσίας (των Ιδρυμάτων), όσον αφορά την ποιότητα και τα αποτελέσματα».
Επαναλαμβάνεται δηλαδή η ανάγκη για αξιολόγηση με τα κριτήρια που προαναφέραμε.
– Πέμπτο, να ενισχυθεί η «ποιοτική έρευνα» ώστε να αξιοποιηθεί το «οικονομικό και κοινωνικό της όφελος».
Για να ερμηνεύσει κανείς τούτο το χρησμό για την έρευνα, ας ανατρέξει σε όσα προηγουμένως αναφέραμε.
– Εκτον, να βρεθούν τρόποι να αντιμετωπιστεί το ζήτημα της «φοιτητικής μετανάστευσης και διεθνοποίησης».
Να προωθηθεί δηλαδή η «διασυνοριακή και μεταφέρσιμη εξαγώγιμη εκπαίδευση», όπως χαρακτηριστικά σημείωσε ο Gurria, φωτογραφίζοντας την αλίευση από τα Πανεπιστήμια φοιτητών-πελατών και την υιοθέτηση ενιαίων πανεπιστημιακών συστημάτων, όπως αυτά που περιγράφει η Διακήρυξη της Μπολόνια. Αλλωστε ο γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ κάνει ευθεία αναφορά σ’ αυτή και τη σημασία της.
Αξία έχει να αναφέρουμε και την κατακλείδα των συμπερασμάτων της συνόδου του ΟΟΣΑ. Που από τη μια μεριά επισημαίνει «τη δυσκολία στις μεγάλες αλλαγές», που θεωρούνται απαραίτητες, εννοώντας προφανώς τα κινήματα αντίστασης από φοιτητές, πανεπιστημιακούς, εργαζόμενη κοινωνία και από την άλλη δηλώνει με στόμφο την «αποφασιστικότητα να δημιουργηθούν οι εξελίξεις».
Σε τούτη την αποκαλυπτική συνέντευξη, η «δική μας» υπουργός Παιδείας έδειξε φοβερά εκνευρισμένη, παρά την προσπάθεια να στρογγυλέψει τα σημεία του πορίσματος και τις δηλώσεις της ότι οι αποφάσεις αυτές δεν είναι δεσμευτικές για την Ελλάδα (σ.σ. το έργο το έχουμε ξαναδεί με τη Μπολόνια) και ότι η Ελλάδα παραμένει προσηλωμένη στο δημόσιο Πανεπιστήμιο!(sic).
Με τη στάση της να απαντά αυτή πρώτη στις επίμαχες ερωτήσεις των δημοσιογράφων, ώστε να προλάβει τον A. Gurria μην τυχόν και του ξεφύγει τίποτε, με τις απαξιωτικές αναφορές της στους πανεπιστημιακούς, τους οποίους επανειλημμένους χαρακτήρισε «τα εν λόγω πρόσωπα», με την «επιθετική» άμυνά της περί ανυπαρξίας διαφόρων σεναρίων από τον ΟΟΣΑ που έχουν κοινή συνισταμένη την άλωση της δημόσιας εκπαίδευσης, ανέδειξε ότι αισθάνεται ήδη το τρίξιμο της καρέκλας της και ότι φοβάται όπως ο διάολος το λιβάνι, το κίνημα.
Γιούλα Γκεσούλη