Στην εκπνοή του 2015, ο απολογισμός των πεπραγμένων της συριζαίικης πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας έχει αρνητικό πρόσημο.
Τα μεγάλα λόγια των υπουργών Παιδείας και των δύο διαδοχικών συγκυβερνήσεων, ότι στόχοι είναι η παροχή «δημόσιας, δωρεάν, δημοκρατικής, υψηλού επιπέδου Παιδείας», η «άμβλυνση των μορφωτικών ανισοτήτων, που έχουν την αιτία τους στις ταξικές διαφορές της κοινωνίας», έτσι κι αλλιώς δεν έχουν καμιά σημασία στο πλαίσιο του καπιταλισμού και μάλιστα στις περιόδους μεγάλης οικονομικής κρίσης, την οποία το κεφάλαιο διαχειρίζεται σε βάρος των κοινωνικών αγαθών (π.χ. Παιδεία). Γίνονται απλά για να λειτουργήσουν ως άλλοθι για ό,τι δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί.
Παρεμβάσεις και μικροδιορθώσεις υπήρξαν, πλην όμως, πολύ αναιμικές που δεν ήρθαν σε κόντρα με τον αστισμό, ούτε αμφισβήτησαν τη σκληρή δημοσιονομική πειθαρχία.
Ας δούμε ποιες εξαγγελίες έμειναν λόγια του αέρα και τι υλοποιήθηκε:
♦ Οι δαπάνες για την Παιδεία, έχουν κυριολεκτικά εξαϋλωθεί ( 2,47% επί του ΑΕΠ στον προϋπολογισμό του 2015). Τα χιλιάδες κενά στα σχολεία καλύπτονται με αναπληρωτές, παρά τις δηλώσεις των συριζαίων, όταν ήταν αντιπολίτευση, για 7.000 μόνιμους διορισμούς «με το καλημέρα». Μάλιστα, ως το τέλος της σχολικής χρονιάς δεν αναμένεται να καλυφθούν 4.000 κενά. Η κατάσταση χειροτερεύει χρόνο με το χρόνο, καθώς οι θέσεις αυτών που συνταξιοδοτούνται δεν καλύπτονται με νέους διορισμούς. Μόνο από την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση έχουν αποχωρήσει λόγω συνταξιοδότησης την τελευταία πενταετία 8.500 εκπαιδευτικοί και έχουν διοριστεί μόλις 280 (μία πρόσληψη για κάθε 30 αποχωρήσεις)! Τα δε, τελευταία δυο χρόνια οι διορισμοί μόνιμων εκπαιδευτικών είναι μηδενικοί.
Ηξεις-αφίξεις επικρατεί και σχετικά με τη διατήρηση του «διαγωνισμού της ντροπής» (ΑΣΕΠ). Ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Τάσος Κουράκης δήλωνε «Θεωρούμε αδιανόητο οι εκπαιδευτικοί οι οποίοι έχουν ήδη πτυχίο να καλούνται να δώσουν εξετάσεις από την αρχή. Αντ’ αυτού, θα υπάρχει ένα σύνολο προϋποθέσεων που θα ορίζουν τη μοριοδότηση των εκπαιδευτικών», ενώ μέσα σε λίγες ώρες διαψεύδονταν από τον πρώην υπουργό Αριστείδη Μπαλτά. Τώρα ο Φίλης είναι πολύ φειδωλός στις σχετικές αναφορές του: «Θα διερευνήσουμε τη δυνατότητα ενός αριθμού μόνιμων διορισμών μέσα στο 2016», είπε, παραπέμποντας το θέμα ουσιαστικά στις ελληνικές καλένδες.
♦ Οι εξαγγελίες για «δωρεάν δεκατετράχρονη εκπαίδευση (δίχρονο νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο)», «απρόσκοπτη πρόσβαση όλων των νηπίων στη δίχρονη προσχολική αγωγή», «ίδρυση και λειτουργία τουλάχιστον ενός ειδικού σχολείου ανά διεύθυνση εκπαίδευσης» είναι το πιο σύντομο ανέκδοτο, καθώς απαιτούν χρηματοδότηση και διορισμούς.
♦ Πολλά ειπώθηκαν για την «αναβάθμιση του εκπαιδευτικού», διότι «η καρδιά του σχολείου είναι ο δάσκαλος» και συνεπώς «οι καλές συνθήκες εργασίας του μεταφράζονται σε καλές συνθήκες μόρφωσης των παιδιών» (Ν. Φίλης: προγραμματικές δηλώσεις).
Τι περιλαμβάνει, λοιπόν, η περίφημη αναβάθμιση του εκπαιδευτικού; Μηδενικούς διορισμούς, ελαστικές σχέσεις εργασίας, μετακινήσεις από σχολείο σε σχολείο για την κάλυψη του διδακτικού ωραρίου, εξαθλιωμένους μισθούς (το νέο μισθολόγιο παραμένει φτωχολόγιο, ενώ αποσυνδέει το μισθό απ' το βαθμό και τον συναρτά με την «αποδοτικότητα») και επαναφορά του μπαμπούλα της αξιολόγησης.
Δεν καταργήθηκε το σύνολο των νομοθετημάτων για την αξιολόγηση, όπως προεκλογικά διατυμπάνιζαν οι συριζαίοι, παρά μόνο οι διατάξεις που έχουν σχέση με την ατομική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, η οποία και πάλι επανέρχεται, σύμφωνα με τις επανειλημμένες δηλώσεις και του Φίλη, αλλά και του προέδρου της επιτροπής του «εθνικού διαλόγου» Αντώνη Λιάκου. Παράλληλα διατηρείται η ΑΔΙΠΠΔΕ (Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση). Η οποία «διαμορφώνει, οργανώνει, εξειδικεύει, τυποποιεί και δημοσιοποιεί εκ των προτέρων τις διαδικασίες αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου και τα σχετικά κριτήρια και δείκτες στο πλαίσιο, ιδίως, αντίστοιχων διεθνών προτύπων», δηλαδή στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ και των αγγλοσαξωνικών και ευρωπαϊκών συστημάτων εκπαίδευσης, που τις τελευταίες δεκαετίες της επέλασης του νεοφιλελευθερισμού και στην Παιδεία, προκρίνουν το «ανταποδοτικό», «ανταγωνιστικό» και «αποτελεσματικό» εκπαιδευτικό σύστημα.
♦ Η συγκυβέρνηση προχώρησε στην επανασύσταση των ειδικοτήτων της δευτεροβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης (50 τον αριθμό), που είχαν καταργηθεί εν μια νυκτί, πετώντας στο δρόμο 2.500 εκπαιδευτικούς και προσφέροντας βορά στα ιδιωτικά μαγαζιά των εμπόρων της γνώσης 25.000 μαθητές, καθώς και στην επαναπρόσληψη των διοικητικών υπαλλήλων των ΑΕΙ. Πρέπει, όμως, να επισημάνουμε ότι στους εργαζόμενους αυτούς η συγκυβέρνηση δεν έκανε καμιά χάρη. Η επαναφορά τους στην εργασία ήταν αποτέλεσμα των μεγάλων, επίμονων αγώνων που δώσανε (ειδικά οι διοικητικοί υπάλληλοι) και της πίεσης που ασκούσε η κραυγή αγωνίας των μαθητών. Επίσης, πρέπει να σημειώσουμε ότι ο αριθμός των εργαζόμενων που επαναπροσλήφθηκαν θα αφαιρεθεί από τον αριθμό των δημόσιων υπάλληλων που προβλέπονταν από το μνημόνιο ότι θα προσληφθεί (λέμε τώρα, καθώς όλα είναι κάτω από τη δαμόκλειο σπάθη της τρόικας και την αίρεση της πορείας των δημοσιονομικών).
♦ Διατηρείται το «νέο Λύκειο» της πρώιμης εξειδίκευσης, της διάπλασης μερικών ανθρώπων, των αξιολογικών κρίσεων, με εξαίρεση την κατάργηση της τράπεζας θεμάτων και των πρόσθετων ταξικών φραγμών που προέβλεπε ο νόμος του Αρβανιτόπουλου για την προαγωγή και απόλυση των μαθητών, αφού οι πρόσθετες αυτές σκληρές ρυθμίσεις είχαν προκαλέσει πανωλεθρία στο Λύκειο και είχαν πετάξει με τη βία χιλιάδες παιδιά έξω απ’ το σχολείο.
Ομως, η τράπεζα θεμάτων παραμένει ως «συμβουλευτικό εργαλείο» για μαθητές και εκπαιδευτικούς και αυτό όχι τυχαία, σύμφωνα με όσα προβλέπει η έκθεση του ΟΟΣΑ για την εκπαίδευση και με όσα έχει δηλώσει ως τώρα ο Αντώνης Λιάκος συνεντευξιαζόμενος (δες Κόντρα, αρ. φύλλ. 848).
Μικροδιορθώσεις έγιναν στο εξεταστικό σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ-ΤΕΙ με την προσθήκη ενός 5ου μαθήματος για να ανοίξει το εύρος της επιλογής των επιστημονικών πεδίων.
Η εξεταστική, όμως, καρμανιόλα παραμένει για να πετσοκόβει τα παιδιά των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και να ρυθμίζει τη ροή προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Οι δηλώσεις Λιάκου παραπέμπουν σ' ένα σύστημα εισαγωγής με «αναβαθμισμένο απολυτήριο Λυκείου» (;), εισαγωγή χωρίς εξετάσεις στα Τμήματα χαμηλής ζήτησης και αυξημένες προϋποθέσεις εισαγωγής στις βαρβάτες σχολές.
Η «ελεύθερη πρόσβαση» στα ΑΕΙ που διατυμπάνιζε ο ΣΥΡΙΖΑ όσο ήταν στην αντιπολίτευση «έκανε φτερά», όπως φρόντισε να διαμηνύσει ο ίδιος ο Τσίπρας κατά τη συμβολική του επίσκεψη στο υπουργείο Παιδείας: «Βεβαίως, ένας θεσμός που πρέπει να εξετάσουμε, όχι σε ό,τι αφορά την εγκυρότητά του, αλλά να εξετάσουμε αν μπορούμε να τον σε ό,τι έχει να κάνει με τη διαδικασία αυτή καθ’ αυτή. Oλοι γνωρίζουμε πως οι γενικές εξετάσεις σε μια ευαίσθητη ηλικία για τους νέους ανθρώπους της χώρας μας, αγόρια και κορίτσια, είναι μια μεγάλη δοκιμασία. Βέβαια, στη σκέψη όλων μας είναι (οι εμφάσεις δικές μας).
♦ Με το νομοσχέδιο «Μέτρα για την επιτάχυνση του κυβερνητικού έργου και άλλες διατάξεις», που ψηφίζεται αυτές τις ημέρες, καταργείται η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για τις μαθητικές καταλήψεις. Με τη ρύθμιση αυτή, οι συριζαίοι επιδιώκουν να αποκτήσουν το φωτοστέφανο του μέγα δημοκράτη. Ασφαλώς και η ΠΝΠ είναι μια ακραία νομοθετική κατασταλτική ενέργεια. Ομως, η κατάργησή της δε σημαίνει και το τέλος των διώξεων κατά των μαθητικών αγώνων, όπως ομολογούν οι ίδιοι και στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχέδιου, καθησυχάζοντας το σύστημα.
♦ Οι συριζαίοι που ήταν τάχα σφοδροί πολέμιοι της «αριστείας» (είναι η ελιτίστικη, εν ολίγοις ρατσιστική και με ταξικό πρόσημο στρατηγική και τακτική των διακρίσεων σε βάρος των κοινωνικά, οικονομικά και μορφωτικά αδικημένων μαθητών, που γίνεται κυρίως μέσω του Μινώταυρου των συνεχών εξετάσεων και της βαθμολογίας), μόλις ο αστισμός ξεσηκώθηκε έκαναν πίσω ολοταχώς. Διατήρησαν το θεσμό των Πρότυπων Σχολείων (9 τον αριθμό), τάχα για ιστορικούς λόγους, διαχωρίζοντάς τα από τα Πειραματικά.
♦ Πίσω έκαναν μετά τον ξεσηκωμό του παπαδαριού και τους κεραυνούς του Αρχιεπίσκοπου και στο θέμα των Θρησκευτικών. Διατήρησαν σκόπιμα την κατάπτυστη εγκύκλιο Λοβέρδου για την απαλλαγή των μαθητών από τη διδασκαλία των Θρησκευτικών (η εγκύκλιος απαιτεί υπεύθυνη δήλωση και των δυο γονέων ότι ο μαθητής δεν είναι χριστιανός ορθόδοξος, υποχρεώνοντας ουσιαστικά τον μαθητή στην αποκάλυψη των θρησκευτικών του πεποιθήσεων). Ο Φίλης επισκέφθηκε τον Ιερώνυμο και δήλωσε ότι «υπάρχει συναντίληψη» και ότι «δεν θα γίνουν μονομερείς ενέργειες», ενώ «μάζεψε» και την αναπληρώτρια υπουργό Σία Αναγνωστοπούλου που είχε «ξεφύγει» με σχετικές δηλώσεις.
♦ Με καθορισμένο το ρόλο του αστικού σχολείου στο έδαφος του καπιταλισμού, και κατ’ επέκταση και του διευθυντή του, το υπουργείο Παιδείας προχώρησε σε μια δημαγωγική ενέργεια, καθιστώντας ουσιαστικά τους εκπαιδευτικούς συνυπεύθυνους στην εφαρμογή της εκπαιδευτικής πολιτικής, με το να τους βάλει να συμμετέχουν με την ψήφο τους στην επιλογή των διευθυντών.
Την ίδια στιγμή διατήρησε την προφορική συνέντευξη στην επιλογή των διευθυντών εκπαίδευσης, ώστε να επιλέγονται για τις καίριες θέσεις της διοικητικής πυραμίδας οι ημέτεροι.
♦ Μετά από άπειρες παλινωδίες καταργήθηκε τελικά το 23% του ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση.
♦ Η τύχη του «νομοσχέδιου Μπαλτά» παραπέμφθηκε στον «εθνικό διάλογο», σύμφωνα με τις δηλώσεις Φίλη.
Το νομοσχέδιο περιλάμβανε την κατάργηση των κακόφημων Συμβουλίων διοίκησης των ΑΕΙ (υπήρξε δέσμευση του Τσίπρα στις προγραμματικές δηλώσεις), τα οποία, όπως γίνεται γνωστό, παραμένουν μετά τον ξεσηκωμό όλου του εσμού του νεοφιλελευθερισμού. Θα έχουν, λέει, γνωμοδοτικό χαρακτήρα και δεν θα έχουν την αρμοδιότητα προεπιλογής του πρύτανη και των κοσμητόρων. Μένει να δούμε τελικά τι θα γίνει.
Ετσι, λοιπόν, παραπέμπονται στον «διάλογο» και ο τρόπος διοίκησης των πανεπιστημίων, οι αρμοδιότητες της Συγκλήτου, η κατάργηση των ρυθμίσεων του νόμου Διαμαντοπούλου (ν. 4009/2011) για τους «αιώνιους φοιτητές», κ.λπ.
Παραμένει ως έχει (νόμος Διαμαντοπούλου), όπως όλα δείχνουν και από τις δηλώσεις Μπαλτά, αλλά και από όλη τη συμπεριφορά των συριζαίων απέναντι στο αστικό σύστημα, η ρύθμιση για την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, όπως και οι διατάξεις για τις πιστωτικές μονάδες, που παραπέμπουν στην Μπολόνια.
Με την εμπειρία, λοιπόν, της τακτικής που ακολουθεί το υπουργείο Παιδείας και μπροστά στον «διάλογο» που μόλις ξεκίνησε και που πρέπει να ολοκληρωθεί τον Απρίλιο, σύμφωνα και με όσα επιτάσσει το Μνημόνιο-3, μπορούμε να προδιαγράψουμε το μέλλον, που θα είναι ζοφερό από κάθε άποψη.
Ας θυμηθούμε, για να μην υπάρξει καμιά αυταπάτη, τι υπέγραψε η συγκυβέρνηση των Τσίπρα-Καμμένου με το Μνημόνιο-3:
«Οι αρχές θα διασφαλίσουν τον περαιτέρω εκσυγχρονισμό του τομέα της εκπαίδευσης σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές της ΕΕ… σε συνεργασία με τον ΟΟΣΑ και ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, θα επικαιροποιήσουν, έως τον Απρίλιο του 2016, την αξιολόγηση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος που εκπόνησε ο ΟΟΣΑ το 2011. Μεταξύ άλλων, η επανεξέταση θα αξιολογήσει την υλοποίηση της μεταρρύθμισης του “Νέου Σχολείου”, το περιθώριο περαιτέρω εξορθολογισμού (των τάξεων, σχολείων και πανεπιστημίων), … την αποδοτικότητα και αυτονομία των δημόσιων εκπαιδευτικών μονάδων και την αξιολόγηση και διαφάνεια σε όλα τα επίπεδα. Η επανεξέταση θα προτείνει συστάσεις σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές των χωρών του ΟΟΣΑ.
Με βάση τις συστάσεις της επανεξέτασης, οι αρχές θα εκπονήσουν επικαιροποιημένο εκπαιδευτικό σχέδιο δράσης και θα υποβάλουν προτάσεις για δράσεις το αργότερο έως τον Μάιο του 2016, οι οποίες θα εγκριθούν έως τον Ιούλιο του 2016, και εφόσον είναι δυνατόν, τα μέτρα θα πρέπει να τεθούν σε ισχύ πριν από το ακαδημαϊκό έτος 2016 – 2017.
Ειδικότερα, οι αρχές δεσμεύονται να ευθυγραμμίσουν τον αριθμό διδακτικών ωρών ανά μέλος του προσωπικού , καθώς και την αναλογία μαθητών ανά τάξη και ανά εκπαιδευτικό, με τις βέλτιστες πρακτικές των χωρών του ΟΟΣΑ, το αργότερο έως τον Ιούνιο του 2018. Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και των σχολικών μονάδων θα συνάδει με το γενικό σύστημα αξιολόγησης της δημόσιας διοίκησης».