Σε ποινή φυλάκισης πέντε χρόνων καταδικάστηκε από δικαστήριο του Καΐρου ο γνωστός αγωνιστής Αλάα Αμπντέλ Φατάχ, από τους πρωταγωνιστές της λαϊκής εξέγερσης της 25ης Γενάρη του 2011. Hταν η κατ’ έφεση δίκη του με την κατηγορία της συμμετοχής σε παράνομη διαδήλωση και της επίθεσης σε αστυνομικό. Ο ίδιος χαρακτήρισε τη δίκη φάρσα, ενώ η οικογένεια και οι φίλοι του, που βρίσκονταν στη δικαστική αίθουσα, ξέσπασαν σε συνθήματα ενάντια στη στρατιωτική χούντα όταν ανακοινώθηκε η απόφαση του δικαστηρίου. Ο Αλάα Αμπντέλ Φατάχ είχε καταδικαστεί πρωτόδικα σε φυλάκιση 15 χρόνων. Δεκαεννιά ακόμη συγκατηγορούμενοί του, από τους οποίους οι πέντε ερήμην, καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης από τρία μέχρι πέντε χρόνια.
Μια μέρα αργότερα, στις 24 Φλεβάρη, αθωώθηκαν δύο ανώτατοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι του καθεστώτος Μουμπάρακ, ο πρώην πρωθυπουργός Αχμέντ Ναζίφ και ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Χαμπίμπ ελ-Αντλι, που κατηγορούνταν για παράνομη αποκόμιση κέρδους και διασπάθιση δημόσιου χρήματος. Στον Ναζίφ είχε επιβληθεί πρωτόδικα ποινή φυλάκισης ενός χρόνου με αναστολή και στον Αντλι ποινή φυλάκισης πέντε χρόνων. Κυβερνητικοί και πολιτικοί παράγοντες του καθεστώτος Μουμπάρακ που έχουν παραπεμφθεί σε δίκες κατά κανόνα απαλλάσσονται τελικά από τις κατηγορίες. Αντίθετα, επιβάλλονται εξοντωτικές ποινές όχι μόνο στους Αδελφούς Μουσουλμάνους αλλά σε όποιον αντιδρά και αντιστέκεται στην πολιτική της στρατιωτικής χούντας.
Αντί της ασφάλειας, της σταθερότητας και της τάξης, που υποσχόταν προεκλογικά ο στρατηγός Σίσι, η στρατιωτική χούντα βρίσκεται αντιμέτωπη με το ισλαμικό αντάρτικο στη Χερσόνησο του Σινά, που παρά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του αιγυπτιακού στρατού κλιμακώνει τις επιθέσεις του, με αποτέλεσμα εκατοντάδες νεκρούς στρατιώτες και αστυνομικούς, και πρόσφατα με την απειλή του Ισλαμικού Κράτους στα σύνορα με τη Λιβύη, όπου ενισχύει συνεχώς την παρουσία και τη δράση του, και κατά συνέπεια με την οικονομική και κοινωνική ανασφάλεια και αστάθεια που αναπόφευκτα προκαλείται.
Γι’ αυτό, συνεχίζοντας το όργιο της καταστολής, ενισχύει το οπλοστάσιό της με ένα νέο «αντιτρομοκρατικό» νόμο, που υπογράφτηκε με τη μορφή διατάγματος από τον πρόεδρο Σίσι στις 23 Φλεβάρη και αποτελείται από 10 άρθρα. Το άρθρο 1 του νόμου, σύμφωνα με ρεπορτάζ της αγγλόφωνης αιγυπτιακής εφημερίδας «Daily News Egypt» (24/2/15), ορίζει ως «τρομοκρατική οντότητα» κάθε ομάδα που με οποιοδήποτε τρόπο απειλεί την εθνική ασφάλεια, βλάπτει την εθνική ενότητα, θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια της κοινότητας και τα συμφέροντά της ή διαταράσσει τη δημόσια τάξη. Ο νόμος αναθέτει στην εισαγγελία το καθήκον να συντάξει μια λίστα με τα ονόματα των «τρομοκρατικών οντοτήτων» και μια λίστα με τα ονόματα των ανθρώπων που συμμετέχουν ή έχουν σχέση με «τρομοκρατικές οντότητες».
Η δεύτερη λίστα θα περιλαμβάνει τα ονόματα των ηγετών, των ιδρυτών, των μελών, των οπαδών, ακόμη και ανθρώπων που «δίνουν κάποια πληροφορία ή υποστηρίζουν με κάποιο τρόπο» τις «τρομοκρατικές οντότητες». Οι λίστες θα εξετάζονται από δικαστήρια και θα ασκούνται ποινικές διώξεις. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι η ασάφεια των κατηγοριών επιτρέπει την πλήρη ασυδοσία της αστυνομίας και των διωκτικών μηχανισμών. Κάθε ομάδα που χαρακτηρίζεται «τρομοκρατική» θα διαλύεται, τα περιουσιακά στοιχεία της ομάδας θα κατάσχονται και οι καταθέσεις της καθώς και οι καταθέσεις των μελών της θα παγώνουν. Επιπλέον, στους «τρομοκράτες» θα απαγορεύεται να ταξιδεύουν, θα αφαιρούνται ή θα ακυρώνονται τα διαβατήριά τους και δε θα επιτρέπεται να εκδώσουν νέα.
Μέχρι στιγμής, εκτός από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, έχει χαρακτηριστεί «τρομοκρατική οργάνωση» το Κίνημα 6 Απρίλη, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη λαϊκή εξέγερση της 25ης Γενάρη και συνεχίζει να αντιστέκεται στη στρατιωτική χούντα, και έπεται συνέχεια, όπως όλα δείχνουν, με πολιτικές συλλογικότητες και αγωνιστές που τολμούν να σηκώσουν κεφάλι.