Δεν ξέρουμε πώς εξελίχτηκε η χτεσινοβραδυνή συζήτηση στην «Κόντρα», με θέμα «4 χρόνια Μνημόνιο ληστείας και κινεζοποίησης – Η διέξοδος θα είναι επαναστατική ή δε θα υπάρξει», γνωρίζουμε όμως τους τέσσερις βασικούς άξονες επί των οποίων κινήθηκε η εισήγηση: α) Τα μέτρα της τετραετίας, β) Οι πολιτικές εξελίξεις της τετραετίας, γ) Οι λαϊκές αντιστάσεις στην τετραετία και δ) Η διέξοδος.
Επικεντρώνοντας την προσοχή μας στους δύο τελευταίους άξονες, ας θυμηθούμε την πορεία των εργατικών και λαϊκών αντιστάσεων κατά τη μνημονιακή τετραετία: στην αρχή πυκνές 24ωρες γενικές απεργίες, μετά το κίνημα των «αγανακτισμένων», που νόμισε ότι μπορεί να ρίξει την τότε κυβέρνηση, ενδιαμέσως ορισμένες μεγάλες κλαδικές ή επιχειρησιακές απεργίες (Χαλυβουργία, Μετρό, Ναυτεργάτες, εκπαιδευτικοί, ΕΡΤ).
Το αποτέλεσμα ήταν ένα άθροισμα από ήττες. Τρεις διαδοχικές κυβερνήσεις (Παπανδρέου, Παπαδήμου, Σαμαρά) και δύο διαδοχικές Βουλές πέρασαν όλα τα αντιλαϊκά και αντεργατικά μέτρα που προέβλεπαν τα Μνημόνια, με αποτέλεσμα να επικρατήσει ένα κλίμα ηττοπάθειας και κοινωνικής αδράνειας.
Ολες οι εργατικές και λαϊκές κινητοποιήσεις αυτής της περιόδου είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό: έλλειψη σύγκρουσης με το σύστημα. Η έλλειψη σύγκρουσης προεξοφλούσε αναποτελεσματικότητα, αφού δε δοκιμαζόταν καν η δυναμική του κινήματος που κατέβαινε στο δρόμο.
Η έλλειψη σύγκρουσης οφείλεται στο γεγονός της μη αμφισβήτησης του συστήματος, αλλά μόνο των κυβερνήσεων που διαχειρίζονταν τα Μνημόνια. Ετσι, ένα κίνημα εκατομμυρίων ανθρώπων μετατράπηκε σε ατμομηχανή για ανακατανομή της ισχύος ανάμεσα στα αστικά κόμματα, για ανακατατάξεις στο πολιτικό επίπεδο. Στην πραγματικότητα, χωρίς να το συνειδητοποιεί, αυτό το κίνημα αντίστασης έπαιξε στο γήπεδο του αντίπαλου. Και ηττήθηκε.
Το χειρότερο είναι πως απ’ αυτή την ήττα δεν βγήκαν συμπεράσματα τα οποία –θεωρητικά γενικευμένα– θα ξεκινούσαν μια διαδικασία ταξικής ανασυγκρότησης του κινήματος με όρους μαζικότητας. Η πλειοψηφία εξακολουθεί να παίζει στο γήπεδο του αντίπαλου, εναποθέτοντας τις ελπίδες της σε αλλαγή της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, χωρίς να συνειδητοποιεί ότι η αλλαγή της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας δεν οδηγεί σε αλλαγή του συστήματος.
Η διέξοδος θα είναι επαναστατική ή δε θα υπάρξει. Για να υπάρξει επαναστατική διέξοδος, όμως, απαιτείται επαναστατική ανασυγκρότηση. Απαιτείται απόσυρση από το γήπεδο του αντίπαλου και οργάνωση στο ταξικό γήπεδο. Χωρίς πολιτική οργάνωση της τάξης δεν μπορεί να υπάρξει νικηφόρα διέξοδος.