Μέχρι να καταφτάσει στην Αθήνα ο γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ η εγχώρια δημοσιογραφία ασχολούνταν με τα του πρωτοκόλλου, ξεκινώντας από το κόκκινο χαλί και φτάνοντας στους συνδαιτημόνες στο γεύμα εργασίας που θα παρέθετε ο Σαμαράς στον Ολάντ. Γνωρίζαμε, λοιπόν, εκ των προτέρων πως είχαν προσκληθεί και θα παρευρίσκονταν ο Βενιζέλος με τον Κουβέλη, όχι όμως και ο Τσίπρας, μολονότι ο ΣΥΡΙΖΑ έβαλε λυτούς και δεμένους μπας και πετύχει μια συνάντηση Ολάντ-Τσίπρα. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διέψευσε τη σχετική ειδησεογραφία, μολονότι ήταν προσβλητική για τον πρόεδρό του, επιβεβαιώνοντας έτσι πως όντως επεδίωξε τη συνάντηση. Καταγγελία, πάντως, δεν έκανε, όπως παλιότερα κατά τις επισκέψεις Γι-ούνκερ και Μπαρόζο, για να μην κλείσει την πόρτα (είναι και εκείνο το «Ολαντρέου» που ακόμα κυνηγάει τον Τσίπρα). Η σχετική ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε εξαιρετικά προσεκτική. Δεν περιείχε ούτε υπαινιγμό ενάντια στον Ολάντ και την ιμπεριαλιστική πολιτική της Γαλλίας (πόσο γρήγορα ξεχάστηκε η επέμβαση στο Μάλι – και όχι μόνο!) και κατηγορούσε μόνο τον Σαμαρά για «επικοινωνιακή διαχείριση» και «δημιουργία μιας επίπλαστης εικόνας αισιοδοξίας»!
Μαζί με την κοσμικού τύπου ειδησεογραφία, όμως, υπήρχε σε όλο το φάσμα του ελληνικού Τύπου και μια άλλη είδηση: ότι ο Ολάντ έρχεται για να πουλήσει δύο φρεγάτες που το γαλλικό κράτος έχει αγοράσει από γαλλικό μονοπωλιακό όμιλο και κάπου πρέπει να τις «σπρώξει». Στην είδηση περιλαμβάνονταν και λεπτομέρειες για τον τρόπο αποπληρωμής, που προσιδιάζει σε «λίζινγκ». Και βέβαια, δεν είδαν όλοι οι δημοσιογράφοι των αστικών Μέσων το ίδιο όνειρο. Κάποιοι τους ψιθύρισαν την είδηση, για ν’ αρχίσουν να κάνουν «μασάζ» στον ελληνικό λαό. Είναι χαρακτηριστικός ο ουδέτερος τρόπος με τον οποίο παρουσιάστηκε η είδηση. Σαν να πρόκειται για μια πολύ συμφέρουσα μπίζνα.
Δημόσια, βέβαια, δεν υπήρχε περίπτωση να ειπωθεί κάτι. Το πράγμα δεν έχει ωριμάσει ακόμα. Βρίσκεται σε προκαταρκτικό στάδιο και συζητιέται μάλλον μέσα σ’ ένα γενικότερο πακέτο. Γιατί δεν είναι δυνατόν να βγει σήμερα η συγκυβέρνηση και να πει στον ελληνικό λαό ότι αγοράζει δυο φρεγάτες από τη Γαλλία, όταν αρπάζει τη μπουκιά από το στόμα των παιδιών. Το σερβίρισμα, λοιπόν, θα γίνει διαφορετικά. Οι φρεγάτες θα «δανειστούν» από τη Γαλλία στην Ελλάδα, προκειμένου να συνδράμουν στην ανάπτυξη του αισθήματος ασφάλειας στα ελληνικά χωρικά ύδατα, που συνδέεται με τις έρευνες για υδρογονάνθρακες, για τους οποίους ενδιαφέρεται η γαλλική πλευρά.
Η γαλλική πλευρά, βέβαια, δεν ενδιαφέρεται για έρευνες. Ενδιαφέρεται για πιο «απτά» πράγματα, όπως είναι το 17% της ΔΕΗ, που βγάζει στο σφυρί η κυβέρνηση, η ΔΕΠΑ και ο ΔΕΣΦΑ. Γαλλικοί μονοπωλιακοί όμιλοι, όπως η EDF, η Total, η Edison (γαλλοϊταλική) «παίζουν» στις ενεργειακές μπίζνες στην Ελλάδα και στο πλιάτσικο μέσω ΤΑΙΠΕΔ, ενώ κατασκευαστικοί όμιλοι όπως η Vinci βρίσκονται από χρόνια εδώ (γέφυρα Ρίου-Αντίρριου, οδικοί άξονες). Και βέβαια, γαλλικό ενδιαφέρον υπάρχει για τα αεροδρόμια και τις μαρίνες. Αυτά τα συμφέροντα ήρθε να προωθήσει ο Ολάντ και κάπου μέσα στο πακέτο θα μπουν και οι φρεγάτες, για τις οποίες «κόβεται» το γαλλικό κράτος.
Δεν είναι τυχαίο ότι Σαμαράς και Ολάντ αναφέρθηκαν και σε συζητήσεις για την «αμυντική συνεργασία» ανάμεσα στις δυο χώρες. Ο Ολάντ «έδειξε ενδιαφέρον για τον ρόλο που μπορεί να παίξει η χώρα μας στην πολιτική άμυνας και ασφάλειας της Ευρώπης», είπε ο Σαμαράς, ενώ ο γάλλος πρόεδρος στις δικές του δηλώσεις είπε: «Εχουμε εδώ και πολλά χρόνια μία συνεργασία σε αμυντικά θέματα. Ο υπουργός Αμυνας της Γαλλίας Jean-Yves le Drian θα έρθει στην Ελλάδα». Αμέσως μετά έσπευσε να συμπληρώσει, φανερά για ξεκάρφωμα: «Δεν ήρθα, όμως, στην Ελλάδα, για να πουλήσω εξοπλισμούς. Το άκουσα και αυτό. Ηρθα στην Ελλάδα, για να δείξω αλληλεγγύη και για να βοηθήσω να επανέλθει η εμπιστοσύνη στην Ελλάδα». Αν δεν ήρθε για να πουλήσει εξοπλισμούς, τότε τι ακριβώς θα έρθει να κάνει ο υπουργός Πολέμου της Γαλλίας; Να πιει καφέ με τον Παναγιωτόπουλο; Δεν είναι, επίσης, τυχαίο ότι στις ερωτήσεις που επιτράπηκε να γίνουν (αυτές ελέγχονται εκ των προτέρων) δεν έγινε ούτε μια ερώτηση για τις φρεγάτες και όλα όσα γράφτηκαν τις προηγούμενες μέρες! Απαίτησαν (και πέτυχαν, όπως γίνεται πάντοτε) από τους δημοσιογράφους να μη ρωτήσουν σχετικά, για να μην αναγκαστούν να πάρουν θέση.