Ο Τσάβες κατάφερε να βγει ξανά νικητής από τις προεδρικές εκλογές της Βενεζουέλας. Με την συμμετοχή να αγγίζει το 81%, ο Τσάβες εξασφάλισε το 54,66% των ψήφων έναντι 44.73% του Ενρίκε Καπρίλες. Αυτή τη φορά η αμερικανοκίνητη αντιπολίτευση, με επικεφαλής τον Ενρίκε Καπρίλες, άλλαξε τακτική, παρουσιάζοντας ως πρότυπό της για την κυβερνητική εξουσία τη διακυβέρνηση της Βραζιλίας από τον «σοσιαλιστή» Λούλα, που «ανοίγεται στις διεθνείς αγορές (σ.σ. το χρηματιστικό κεφάλαιο των ΗΠΑ), ακολουθεί πολιτικές στήριξης των επιχειρήσεων και ταυτόχρονα διατηρεί κοινωνικές πολιτικές». Αυτό το προφίλ του επικεφαλής της αντιπολίτευσης φιλοτέχνησαν τόσο τα ΜΜΕ της Βενεζουέλας, που κατά κύριο λόγο ανήκουν στους αντιπάλους του Τσάβες, όσο και τα ΜΜΕ των ΗΠΑ (βλέπε New York Times), προκειμένου να προωθήσουν την εναλλακτική υποψηφιότητα της αντιπολίτευσης κόντρα στον Τσάβες μέσα στο λαό της Βενεζουέλας, που έχει εδώ και δεκαετίες απορρίψει την πλήρη υποταγή στην νεοαποικιακή πολιτική των ΗΠΑ από τους προκατόχους του Τσάβες.
Η αντιπολίτευση παραδέχτηκε την ήττα της, θεωρώντας, όμως –και ορθώς– τις εκλογές της προηγούμενης Κυριακής ως ένα σημείο αφετηρίας για την ανασυγκρότηση των δυνάμεών της και τη δυναμική επάνοδο στις επόμενες εκλογές. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια η αντιπολίτευση κατάφερε να πάρει το 44,73% των ψήφων. Στις εκλογές του 2006 η διαφορά ήταν 26%, με τον Τσάβες να εξασφαλίζει το 62,9% των ψήφων, ενώ η αντιπολίτευση έμεινε στο 36.9%. Παρά τις καντρίλιες για συνέχιση του «δημοκρατικού και μπολιβαριανού σοσιαλισμού του 21ου αιώνα» από τους οπα- δούς του Τσάβες και τον ίδιο, η οικονομική κατάσταση της εργατικής τάξης της Βενεζουέλας δεν βελτιώνεται. Το 2011 έκλεισε με τον πληθωρισμό να αγγίζει το 27.6%. Οι αυξήσεις που δόθηκαν στον κατώτερο μισθό –σύμφωνα πάντα με τις κυβερνητικές εξαγγελίες του Τσάβες– ήταν μικρότερες του πληθωρισμού (26,5%). Ποιος θυμάται πια τις διθυραμβικές εξαγγελίες Τσάβες, ότι θα εξασφαλιστεί μείωση του εργάσιμου χρόνου, ριζική αύξηση των μισθών των εργατών κτλ., εξαγγελίες που επαναλαμβάνονταν ανερυθρίαστα από τους όπου γης υπερασπιστές του «σοσιαλιστικού πειράματος της Βενεζουέλας», στηρίζοντας στην ουσία τον Ανδρέα Παπανδρέου της Νότιας Αμερικής;
Οι εθνικοποιήσεις των βασικών επιχειρήσεων και δη της άντλησης πετρελαίου (η Βενεζουέλα είναι η πέμπτη μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγός χώρα), επιχειρήσεις που τις λυμαινόταν το χρηματιστικό κεφάλαιο των ΗΠΑ, αποφέρουν τεράστια κέρδη για τους α- στούς της Βενεζουέλας και κάποια ελάχιστα τμήματα από τα κέρδη καταλήγουν εν είδει συσσιτίων κοινωνικής πρόνοιας στα εκατομμύρια των εξαθλιωμένων της Βενεζουέλας. Η εκλογική βάση του Τσάβες είναι τα εκατομμύρια των εξαθλιωμένων αγροτών που είτε παλεύουν με τα ελάχιστα στρέμματα γης που έχουν στη διάθεσή τους να εξασφαλίσουν τα προς το ζην ενάντια στα θηρία των μεγαλοτσιφλικάδων και τραπεζών που τους ρουφάνε το μεδούλι, είτε τα εκατομμύρια των αγροτών που εγκαταλείπουν τη μιζέρια της επαρχίας, καταλήγοντας στοιβαγμένοι σαν σαρδέλες στις παραγκουπόλεις των μεγάλων πόλεων όπως η πρωτεύουσα Καράκας, χωρίς να έχουν στον ήλιο μοίρα. Αυτή η τεράστια μάζα του πληθυσμού θεωρεί ακόμη ευεργέτη της τον Τσάβες και στο άκουσμα της νίκης την Κυριακή το βράδυ ξεχύθηκε στους δρόμους του Καράκας, αλλά και στην επαρχία για να θριαμβολογήσει για την νίκη του ηγέτη της.
Ομως, η εργατική τάξη της Βενεζουέλας είναι πλέον «διχασμένη». Στο πρόσωπο του Τσάβες βλέπει χαμένες προσδοκίες και αναζητά νέες ελπίδες, όχι στο δρόμο της δικής της χειραφέτησης, αλλά στην κυβερνητική εναλλαγή. Γι’ αυτό και ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Καπρίλες, παρ’ όλο που τάσσεται ενάντια στις εθνικοποιήσεις, προκειμένου να έχει τη στήριξη των ΗΠΑ, ταυτόχρονα υιοθετεί ένα «φιλολαϊκό» προφίλ τύπου Λούλα. Η πολιτική φθορά της κυβέρνησης του Τσάβες είναι σημαντική. Η αντιπολίτευση έχει πάρει πλέον το μάθημά της. Κατανοεί ότι πραξικοπηματικές λύσεις σαν αυτές που αποπειράθηκαν εις βάρος του Τσάβες, με την στήριξη των ΗΠΑ, το 2002 δεν είναι αποτελεσματικές. Πλέον, θεωρούν ότι η τακτική του «ώριμου φρούτου» και η κοινωνική δημαγωγία θα τους εξασφαλίσει τη νίκη στο μέλλον. Ο Τσάβες, προνοητικός κι αυτός, δε θέλησε ν’ ανεβάσει τους τόνους και την πόλωση αυτή τη φορά. Χαιρέτισε την παραδοχή την νίκης του από την αντιπολίτευση και δήλωσε ότι θα είναι «καλύτερος πρόεδρος όλων».