Την Ελλάδα επέλεξε ως παράδειγμα εργασίας η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, σε ομιλία που έκανε την περασμένη Δευτέρα στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης. Ηταν μια ομιλία γεμάτη ψέματα, η οποία όμως έδειξε καθαρά πως στόχος του διεθνούς χρηματιστικού κεφάλαιου δεν είναι το κρατικό χρέος (γι’ αυτό, άλλωστε, και το «κούρεψε» με μεγάλη ευκολία, ώστε να το φέρει σε διαχειρίσιμο επίπεδο), αλλά η «κινεζοποίηση» της εργατικής τάξης (βλ. https://www. imf.org/external/np/speeches/ 2012/050712.htm).
Στην ομιλία της η Λαγκάρντ μίλησε για την «ανάπτυξη». Για να έρθει η πολυπόθητη «ανάπτυξη», θα πρέπει να ξεπεραστούν τρία εμπόδια, είπε. Το ένα έχει να κάνει με το δημόσιο χρέος, το ποσοστό του οποίου ως προς το ΑΕΠ αναμένεται να εκτιναχθεί στο 109% για τις ανεπτυγμένες οικονομίες, ποσοστό ρεκόρ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Γι’ αυτό το χρέος θα πρέπει να μειωθεί μέσω δημοσιονομικών προσαρμογών. Η Λαγκάρντ παραδέχτηκε ότι η Ευρωζώνη θα περάσει «ήπια ύφεση» κι ότι αν η ανάπτυξη είναι χειρότερη του χρόνου, οι χώρες «θα πρέπει να επικεντρωθούν στα δημοσιονομικά μέτρα παρά στους δημοσιονομικούς στόχους» (σ.σ. οι εμφάσεις της Λαγκάρντ).
«Με άλλα λόγια –είπε η Λαγκάρντ– δεν θα πρέπει να αγωνιστούν (σ.σ. τα κράτη) ενάντια σε οποιαδήποτε πτώση των φορολογικών εσόδων ή αύξηση των δαπανών που προκαλούνται αποκλειστικά και μόνο επειδή η οικονομία εξασθενεί». Τι σημαίνει αυτό; Οτι είναι τα δημοσιονομικά μέτρα που έχουν σημασία και όχι οι στόχοι. Το κράτος μπορεί να δώσει, για παράδειγμα, χρήμα για να στηρίξει τους τραπεζίτες και λοιπούς καπιταλιστές, αφού η οικονομία εξασθενεί, αλλά αυτό δεν θα πρέπει να το νοιάζει. Φυσικά ούτε λόγος για αύξηση των μισθών, ιδιαίτερα σε χώρες σαν την Ελλάδα που οι εργαζόμενοι… τρώνε με χρυσά κουτάλια!
Το δεύτερο εμπόδιο που πρέπει να ξεπεραστεί είναι τα προβλήματα των τραπεζών. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΔΝΤ (Global Financial Stability Report), οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα μειώσουν το ενεργητικό τους κατά 2 τρισ. ευρώ (ποσοστό 7%) μέχρι το τέλος του επόμενου χρόνου, πουλώντας χρεόγραφα και περιουσιακά στοιχεία. Αυτό θα έχει σαν συνέπεια τη μείωση του δανεισμού σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις κατά 1.7%, ποσοστό που η Λαγκάρντ θεωρεί «διαχειρίσιμο», αποτελεί όμως ένα αδιαμφισβήτητο αγκάθι για την περιβόητη «ανάπτυξη» αφού χωρίς δάνεια από τις τράπεζες ποιος καπιταλιστής θα κουνήσει ρούπι από τη θέση που βρίσκεται σήμερα; Ή μήπως θα τολμήσει να μεγαλώσει την επιχείρησή του και να προσλάβει περισσότερο κόσμο, σε μία αγορά παγωμένη, που θα παγώσει ακόμα περισσότερο με την περαιτέρω μείωση των μισθών και την αύξηση της φορολογίας;
Το τρίτο εμπόδιο για την περιβόητη ανάπτυξη είναι η αγορά κατοικίας που αποτελεί – όπως σημείωσε η Λαγκάρντ – πρόβλημα κυρίως των ΗΠΑ, που έχουν ακόμα δρόμο για να το ξεπεράσουν. Η ανάπτυξη, είπε, δεν έρχεται σε αντίθεση με την λιτότητα. Κι εδώ είναι το μόνο σημείο που έχει δίκιο. Με μισθούς Κίνας, να δείτε για πότε αυξάνονται τα κέρδη των καπιταλιστών και οι «δείκτες» των οικονομιών. Στα πλαίσια του καπιταλισμού ιδιαίτερα στη φάση της κρίσης του, δεν υπάρχει καμία άλλη δυνατότητα διαχείρισης κι όσοι το υπόσχονται αυτό είναι κοινοί απατεώνες. Γιατί σε τέτοιες περιόδους φουντώνει ο ανταγωνισμός των κεφαλαίων για την επικράτηση στις αγορές που ολοένα και στενεύουν λόγω της πτώσης της ζήτησης κι ο ανταγωνισμός αυτός προκαλεί μειώσεις μισθών κι εξάρθρωση εργασιακών σχέσεων. Για να το πούμε πιο απλά, όταν στην Κίνα οι εργάτες πληρώνονται με 200 δολάρια (140 ευρώ) το πολύ, τότε γιατί να μην κάνει το ίδιο το κεφάλαιο στις εξαρτημένες χώρες της Δύσης προκειμένου να βγάλει ακόμα περισσότερα κέρδη για να χτυπήσει τους εξ’ Ανατολών ανταγωνιστές του; Για να υπάρξει διαφορετική διέξοδος θα πρέπει να πάψει να υπάρχει καπιταλισμός. Αν δεν το καταλάβουμε, θα σπάμε κάθε φορά τα μούτρα μας στις συμπληγάδες πέτρες των αυταπατών, είτε αυτές λέγονται «αντιμνημονιακές», είτε «αριστερές».
Σε σχέση με την Ελλάδα, το πρώτο παράδειγμα της Λαγκάρντ αφορούσε τις οδικές μεταφορές. «Επειδή οι οδικές μεταφορές στην Ελλάδα», είπε, «προστατεύονταν για χρόνια, κόστιζε λιγότερο στην πραγματικότητα να εισάγεις μια ντομάτα από την Ολλανδία από το να την αγοράσεις από τον έλληνα αγρότη. Η Ελλάδα έχει ένα φανταστικό κλίμα για την καλλιέργεια ντομάτας. Αυτός ο τομέας πλέον απελευθερώνεται, οπότε τα πράγματα θ’ αλλάξουν προς το καλύτερο».
Δεν γνωρίζουμε πώς σχολίασε το ακροατήριο τη συγκεκριμένη αναφορά, όμως ακόμα και πρωτοετείς φοιτητές των Οικονομικών θα έπρεπε να την πάρουν με τις ντομάτες. Γιατί παραείναι χοντρό να υποστηρίζει κάποιος πως για την τιμή της ντομάτας ευθύνεται το κόστος των οδικών μεταφορών. Αλλωστε, επί δεκαετίες ο στόλος των ελληνικών φορτηγών τροφοδοτούσε την ευρωπαϊκή αγορά με ευπαθή προϊόντα όπως η ντομάτα, χωρίς κανείς ποτέ να θέσει ζήτημα υψηλού κόστους μεταφοράς λόγω έλλειψης ανταγωνισμού.
Τα αγροτικά προϊόντα που εισάγονται από την Ολλανδία δεν είναι ολλανδικής παραγωγής, αλλά παραγωγής χωρών του λεγόμενου τρίτου κόσμου. Η ΕΕ, με διαδοχικές αποφάσεις της, άνοιξε διάπλατα τις πύλες της στα προϊόντα αυτών των χωρών (το εμπόριο, φυσικά, διεξάγεται από μεγάλες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και η Ολλανδία αποτελεί το μεγαλύτερο «πλυντήριο» μολυσμένων προϊόντων), προγράφοντας την ευρωπαϊκή αγροτική παραγωγή. Οπως πολλές φορές έχει εξηγηθεί από τις στήλες της «Κ», αυτό το εμπορικό άνοιγμα έγινε στο πλαίσιο κρατικών συμφωνιών, μέσω των οποίων τα μονοπώλια των ευρωπαϊκών χωρών διεισδύουν και ελέγχουν τις αγορές αυτών των χωρών. Επομένως, η διαφορά τιμής ανάμεσα σ’ ένα αγροτικό προϊόν που παράγεται στην Ελλάδα και στο ίδιο προϊόν που εισάγεται από την Ολλανδία δεν οφείλεται στο κόστος των οδικών μεταφορών, αλλά στην εξευτελιστική τιμή με την οποία εισάγεται αυτό το προϊόν από μια χώρα του «τρίτου κόσμου».
Το δεύτερο παράδειγμα που χρησιμοποίησε η Λαγκάρντ αναφερόταν στην αγορά εργασίας. Δήλωσε, βέβαια, υποκριτικά πως πρωταρχικό μέλημα πρέπει να είναι η ανεργία των νέων. Απολαύστε την: «Ομως οι μεταρρυθμίσεις χρει-άζονται χρόνο για να ξεκλειδωθεί η παραγωγικότητα κι ο χρόνος είναι που λείπει γι’ αυτές τις χώρες. Ετσι, κατά κάποιον τρόπο, οι μισθοί θα πρέπει να προσαρμοστούν. Ορισμένες φορές αυτό αποτελεί κοινή λογική. Ενώ οι ελάχιστοι μισθοί εξυπηρετούν θεμελιώδεις κοινωνικούς σκοπούς, μπορούν να βγουν από τη σειρά τους ορισμένες φορές, πράγμα που βλάπτει τους νέους και ειδικά τους ανειδίκευτους. Για παράδειγμα, ο ελάχιστος μισθός στην Ελλάδα, είναι 50% υψηλότερος από της Πορτογαλίας, 17% υψηλότερος από της Ισπανίας και 5-7 φορές υψηλότερος από της Ρουμανίας και Βουλγαρίας». Δεν έφτασε, δηλαδή, το πετσόκομμα στο βασικό μισθό, που αποφάσισε πρόσφατα η συγκυβέρνηση Παπαδήμου, χρειάζεται και άλλη μείωση, γιατί ο βασικός μισθός εξακολουθεί να είναι… υπερβολικός! Οπως είχε πει κι ο Παπαδήμος, έχουμε καλύψει μόνο το 50% της απόστασης… Κι αυτό βαφτίζεται «κοινή λογική»!
Βέβαια, η Λαγκάρντ φούσκωσε το ποσοστό της διαφοράς του κατώτατου μισθού της Ελλάδας μ’ αυτόν της Βουλγαρίας, για λόγους δημιουργίας εντυπώσεων, αλλά αυτό δεν έχει τόση σημασία. Σημασία έχει η λογική που παρουσίασε. Οι μεταρρυθμίσεις (ποιες ακριβώς μεταρρυθμίσεις;), είπε, δεν μπορούν γρήγορα να οδηγήσουν σε αύξηση της παραγωγικότητας. Επειδή, λοιπόν, οι χώρες σαν την Ελλάδα δεν έχουν στη διάθεσή τους χρόνο, θα πρέπει να κατακρεουργηθούν βίαια οι μισθοί. Η σύγκριση του ελληνικού κατώτατου μισθού γίνεται μ’ αυτούς της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας, σύγκριση που μερικά χρόνια πριν ουδείς θα διανοούνταν να κάνει (ποιος ξεχνάει τα ιδεολογήματα της «πραγματικής σύγκλισης», που κυριαρχούσαν όταν σχηματιζόταν η Ευρωζώνη;).
Το πρώτο που πρέπει να σχολιάσουμε είναι πως όλ’ αυτά δεν έχουν καμιά σχέση με το κρατικό χρέος. Η μείωση των μισθών δεν επιφέρει δημοσιονομικό όφελος. Αντίθετα, επιφέρει δημοσιονομικό κόστος, διότι πέφτει η κατανάλωση και επομένως μειώνονται οι φόροι που εισπράττει το κράτος. Από την άλλη, οι μεταρρυθμίσεις για τις οποίες κάνει λόγο η Λαγκάρντ, αποκτούν μια μεταφυσική διάσταση, καθώς δεν λέει κάτι συγκεκριμένο ούτε αναλύει το δημοσιονομικό του όφελος. Τι μένει; Αυτό που παρουσιάζεται σαν συγκυριακό (αποτέλεσμα της πίεσης του χρόνου), αλλά σκοπείται να είναι μόνιμο: η «κινεζοποίηση» των μισθών και των εργασιακών σχέσεων.
Μπορεί αυτό να εξυπηρετήσει την οικονομική ανάκαμψη; Μόνο αν η ελληνική καπιταλιστική οικονομία γίνει εξαγωγική. Διότι στην εσωτερική αγορά η ίδια η «κινεζοποίηση» ρίχνει τη ζήτηση, επομένως οδηγεί σε συρρίκνωση της παραγωγής. Μπορεί, όμως, ο ελληνικός καπιταλισμός με τη σημερινή του δομή να γίνει εξαγωγικός; Η απάντηση είναι προφανώς όχι. Επομένως, μια σχετική ανάπτυξη μπορεί να υπάρξει μόνο αν κάποια ευρωπαϊκά μονοπώλια χρησιμοποιήσουν την Ελλάδα σαν μια Κίνα στην καρδιά της Ευρωζώνης. Το μόνο ερώτημα είναι αν η ελληνική εργατική τάξη θα αποδεχτεί την «κινεζοποίηση». Το γεγονός ότι μέχρι στιγμής η διαδικασία «περνάει» δεν καθησυχάζει τους καπιταλιστές, γιατί ξέρουν ότι όλα μπορεί ν’ αλλάξουν. Γι’ αυτό μιλούν για κίνδυνο κοινωνικών εκρήξεων.