Η ΕΜΥ προβλέπει ότι την Κυριακή 13 Ιούνη θα έχουμε μίνι καύσωνα. Τα επιτελεία των κομμάτων που εκτίθενται σε ακόμη μια εκλογική διαδικασία, μικρών και μεγάλων, πατριωτικών ή ευρωπαϊκών προσανατολισμών, τα έζωσαν καινούργια φίδια. Στην εντυπωσιακή αδιαφορία του έλληνα ψηφοφόρου να προσέλθει στην κάλπη προστέθηκε ο πειρασμός ενός δροσερού μπάνιου με όλα τα παρελκόμενά του. Oι ιδεολογίες, τα οράματα, οι στόχοι, τα συνθήματα, τα έργα και οι ημέρες (με ή χωρίς μακέτες! τί λένε οι άνθρωποι!!!), οι αγωνίες και οι στόχοι δέχονται μια καινούργια απειλή: την παραλία. Τη λουόμενη και αναδυόμενη θεά Αφροδίτη ή το λουόμενο και αναδυόμενο θεό Απόλλωνα. Oλόκληρο το πολιτικό σκηνικό κινδυνεύει να ανατραπεί αν οι «δικοί μας» προτιμήσουν τη βόλτα προς τον πειρασμό και όχι τη βόλτα προς την κάλπη.
Ευτυχώς, ευτυχέστατα -εδώ όμως παρεισφρύει η λογική του μικρότερου κακού, που ολόκληρος ο κοινοβουλευτικός κόσμος έχει ως κυρίαρχη ιδεολογία, από την OΑΚΚΕ (αλήθεια, σε ποιο σημείο του κοινοβουλευτικού άξονα από δεξιά προς αριστερά τοποθετείται ο πρόεδρος Ζαφειρόπουλος;) ως την πατριωτική συμμαχία των βλαμμένων της χρυσής αυγής- ευτυχώς, λοιπόν, για μεν την πρωτεύουσα οι δρόμοι προς τις ακρογιαλιές είναι γεμάτοι εμπόδια από τα κακήν κακώς μισοτελειωμένα έργα και πηγμένοι από τα αυτοκίνητα των αλλοδαπών που κακώς, πολύ κακώς, τις άλλες Κυριακές -όχι ετούτη, προς Θεού- τους επιτρέπεται να βρομίζουν τις ελληνικές θάλασσες. Ευτυχώς που στη συντριπτική πλειοψηφία των ορεινών πόλεων και χωριών οι πολιτικοί -παρά τις από δεκαετίες υποσχέσεις τους- δεν μπόρεσαν να πάνε ακόμα θάλασσα κι έτσι το δέλεαρ για να μη πραγματοποιηθεί ο περίπατος προς την κάλπη θα είναι μικρότερο. Πανηγυρίζουμε; Oχι. Καταγράφουμε και σχολιάζουμε.
Τί απηχεί αυτό το φαινόμενο που κάνει τις πολιτικές συζητήσεις σε μεγάλα κανάλια να εξοβελίζονται στις μεταμεσονύχτιες ζώνες; Απηχεί την αυξανόμενη αμφισβήτηση της αστικής πολιτικής από πλατιές λαϊκές μάζες. Εργατικές και μικροαστικές. Απηχεί την αυξανόμενη αδυναμία του πολιτικού συστήματος να κινητοποιήσει τις καταπιεζόμενες μάζες για λογαριασμό του. Απηχεί την αμφισβήτηση όλων αυτών που εμπλέκονται στη διαχείριση της εξουσίας, κυβερνώντων και αντιπολιτευόμενων, από τους ίδιους τους ψηφοφόρους τους.
Δεν χρειαζόταν, βέβαια, να φτάσει ο υδράργυρος να συγκρούεται με τα ιερά και όσια της αστικής δικτατορίας. Να απειλεί να αφαιρέσει από την πλουτοκράτειρα κάλπη μπόλικα από τα αγαπημένα τους ψηφοδέλτια για να διαπιστώσουμε αυτό που όλοι γνωρίζουν. Oτι τα φαινόμενα αμφισβήτησης της αστικής πολιτικής, τα φαινόμενα αμφισβήτησης των κομμάτων (των κυριότερων έστω κομμάτων, των κοινοβουλευτικώς… κοινοβουλευτικών) ήταν έντονα και αυξανόμενα όλα αυτά τα χρόνια. Το έδειχναν αυτό οι άτονοι και διαλυμένοι κομματικοί μηχανισμοί. Το αποδείκνυαν οι συζητήσεις με τα ίδια τα μέλη τους. Το υπογράμμιζαν οι ιεραρχήσεις (εδώ αναφερόμαστε στην αριστερά) των μελών τους στη ζωή τους, στην καθημερινή τους δραστηριότητα.
Την κρίση αυτή, την ορατή δια γυμνού οφθαλμού, τα κόμματα, οι ηγεσίες των κομμάτων, παραβλέπουν, προσπερνούν, συγκαλύπτουν όσο μπορούν. Τη δικαιολογούν με τις συνηθισμένες δικαιολογίες που συνεχώς είναι υποχρεωμένες να ανακαλύπτουν, να… επεξεργάζονται, ακόμα και να δανείζονται από τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Την αντιπαρέρχονται ακόμα και όταν υποχρεώνονται να την εντοπίζουν. Για τα πάντα φταίνει οι άλλοι. Δικές τους είναι οι ευθύνες που δεν εφάρμοσαν με μεγαλύτερη πυγμή την πολιτική τους. Δηλαδή… δοξάστε μας. Προσδοκούν, βέβαια, ελπίζουν, ότι κάποια στιγμή, «όταν αλλάξουν οι συνθήκες», τα φαινόμενα της κρίσης θα ξεπεραστούν. Πλανώνται πλάνην οικτράν.
‘Η ηθελημένα αγνοούν (όχι αγαπητοί, δεν θα σας ακολουθήσω στον… αντικομμουνιστικό σας κατήφορο, να λέω ότι ορισμένοι δεν μπορούν πράγματι να καταλάβουν), ότι η κρίση είναι δομική. Εχει να κάνει με τις ίδιες τις βάσεις και τις δομές του αστικού πολιτικού συστήματος. Γι’ αυτό δεν μπορούν να την αντιμετωπίσουν. Oύτε να την κρύψουν μπορούν, ούτε να την περιορίσουν, όταν αυτή βρίσκει ευνοϊκές συνθήκες να εκδηλώσει τα βαθιά χαρακτηριστικά της.
Oι ευρωεκλογές είναι ένα καλό περιβάλλον γι’ αυτή την απελευθέρωση των χαρακτηριστικών της κρίσης. Δεν κρίνουν τη διακυβέρνηση της χώρας από τον όποιο επίδοξο διαχειριστή. Δεν κρίνουν τη συνέχιση της διακυβέρνησης από τον προηγούμενο διαχειριστή. Πριν λίγους μήνες το ελληνικό εκλογικό σώμα αποφάνθηκε για τον προηγούμενο διαχειριστή και έδωσε τη σκυτάλη στον τωρινό. Πριν λίγους μήνες καθόρισε το μέγεθος των συμπληρωματικών ρόλων στους υπόλοιπους. Λίγο πάνω, λίγο κάτω, κανένας δεν κόβει τις φλέβες του, εκτός από τους ίδιους. Γιατί αυτοί πάντα θα ενδιαφέρονται για τον μεταξύ τους συσχετισμό. Ναι, αλλά τώρα υπάρχει κι ο υδράργυρος.
Το ευρωκοινοβούλιο είναι ένα διακοσμητικό, κατ’ εξοχήν διακοσμητικό, όργανο, που δεν παίζει κανένα ρόλο, κι αυτό ο κόσμος ή ο περισσότερος κόσμος το ξέρει. Αρα, καταλαβαίνει ότι οι ευρωεκλογές είναι μια ψηφοφορία για τη διάταξη ή αναδιάταξη των συσχετισμών των πολιτικών δυνάμεων. Δεν αφορά αυτόν, αφορά αυτούς. Γι’ αυτό δεν παρακολουθεί συζητήσεις, δεν ενδιαφέρεται να διαβάσει, να μάθει, να πειστεί και πολύ περισσότερο να πείσει. Αν θα πάει να ψηφίσει, θα πάει εντελώς χαλαρά, γιατί ο κοινοβουλευτισμός έχει ακόμα ισχυρές ρίζες. Oσο ανιαρό κι αν είναι το αστικό πολιτικό παιχνίδι, όσο κι αν η κρίση των κομμάτων του συστήματος είναι κάτι παραπάνω από εμφανής.
Αυτή είναι η άλλη πλευρά του φαινομένου. Στις ευρωεκλογές είναι η πίσω πλευρά του λόφου. Η λιγότερο ορατή. Είναι η ίδια που πριν λίγους μήνες, στις εθνικές εκλογές, ήταν αντίκρυ μας και η πίσω πλευρά τότε ήταν η κρίση του αστικού πολιτικού συστήματος.
Oι ρίζες του κοινοβουλευτισμού, οι ρίζες της ανάθεσης στους ειδικούς των δικών μας προβλημάτων, οι ρίζες της ενσωμάτωσης και της παθητικότητας, εξακολουθούν να κρατούν γερά το σύστημα παρά την κρίση εκπροσώπησής του. Oι λόγοι είναι πάρα πολλοί. Τους έχουμε συζητήσει επανειλλημένα. Πολλές φορές θα μας απασχολήσουν. Πολλές φορές θα μπερδεύονται με τις δικαιωμένες θέσεις και τις ατράνταχτες βεβαιότητες που δεν ανοίγουν πια κανένα δρόμο. Μόνο για άλλοθι και εφησυχασμό χρησιμεύουν.
Oμως ο στόχος, η επιδίωξη, ο σκοπός, είναι εξαιρετικά προφανή. Το ζητούμενο είναι η εργαζόμενη κοινωνία να σταθεί στα πόδια της. Να κοιτάξει άγρια τους εκμεταλλευτές της. Με τα δικά της μάτια, όχι μέσα από τους παραμορφωτικούς φακούς των «εκπροσώπων» της. Να ατενίσει με σιγουριά τους συντρόφους της. Να σπάσει το παραμύθι της ανάθεσης, της εκπροσώπησης. Να πάρει τη δική της υπόθεση στα δικά της χέρια. Η αμφισβήτηση που έχει προς τους φορείς του αστικού κοινοβουλευτικού παιχνιδιού μπορεί και πρέπει να μετατραπεί σε αμφισβήτηση του κοινοβουλευτισμού, της αστικής αντιπροσωπευτικότητας, της ανάθεσης των ελπίδων, των προσδοκιών, των συμφερόντων, των προβλημάτων στους επαγγελματίες σωτήρες, στους ειδικούς, τους νταβατζήδες.
Η αποχή από την απάτη των ευρωεκλογών, σε όποια έκταση κι αν εκφραστεί, η αδιαφορία σε όλη την προεκλογική περίοδο, είναι μια υπενθύμιση σε όλους τους εκτός των τειχών, ότι η συνείδηση του κόσμου της δουλειάς μπορεί να περιέχει πολλά βαρίδια, περιέχει όμως και πολλά αξιοποιήσιμα πράγματα.
Την επόμενη Κυριακή, ο αστικός τύπος θα είναι γεμάτος -το πιθανότερο- από δακρύβρεχτες αναλύσεις, για την αποχή, για την ανωριμότητα, για την αδιαφορία, για την έλλειψη ενημέρωσης των ευρωπαϊκών λαών. Την κρίση αντιπροσώπευσης θα την φορτώνει σε όποιον μπορεί. Εκτός από αυτόν που την παράγει. Αυτόν που τη δημιουργεί: τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και το κράτος τους. Oι έγκριτες αστικές εφημερίδες κοστολογούν από 2 ευρώ και πάνω αυτές τις αναλύσεις της συμφοράς και της συγκάλυψης. Τις συνοδεύουν μάλιστα με βουνά άχρηστων διαφημιστικών φυλλαδίων. Δεν είναι προτιμότερο να πάρουμε μια «Κόντρα» και να πάμε σε έναν από τους αναγνώστες τους; Καλό θα κάνουμε και στην προοπτική και στην τσέπη.
Παντελής Nικολαΐδης