Δώδεκα Πακιστανοί μετανάστες, απ’ αυτούς που κατήγγειλαν ότι απήχθησαν από μυστικές υπηρεσίες, καταγγέλλουν τώρα ότι δέχτηκαν πιέσεις, εκβιασμούς και δωροδοκία για να πάρουν πίσω τις αρχικές τους καταθέσεις, δίνοντας μάλιστα και ονόματα και διευθύνσεις των ανθρώπων της πακιστανικής πρεσβείας που τους «έπιασαν από το λαιμό».
«Μας κάλεσαν από την πακιστανική πρεσβεία, στις 31 Δεκεμβρίου 2005, ζητώντας να καταθέσουμε. Εκεί, ζητούσαν ν’ αλλάξουμε την αρχική κατάθεση, αρνηθήκαμε, μας απείλησε κάποιος, ονόματι Σαμπίρ. Εγραψε μόνος του ένα κείμενο, ζητώντας να το υπογράψουμε. Υστερα, μας καλούσαν από την πρεσβεία, μας πίεζαν, μας απειλούσαν για ν’ αλλάξουμε τις καταθέσεις. Δεν μας άφηναν ήσυχους. Πρωί και απόγευμα ήταν στο σπίτι μας. Μας απειλούσαν ότι θα απελαθούμε.
Πρότειναν “χρήματα αν έχετε ανάγκη”. Ακολούθως, στην πρεσβεία μού έδωσαν 1.300 ευρώ προκαταβολή. Με οδήγησαν στην Ομόνοια, στο πατάρι ενός καταστήματος. Εκεί ήταν οι Μουντασάντ, Βαρίς, Σαμπίρ, και οι τρεις Πακιστανοί, γνωστοί σε όλους μας, άνθρωποι της πρεσβείας. Εμείς ήμαστε πέντε από τους απαχθέντες. Υποσχέθηκαν να δώσουν 5.000 ευρώ στον καθένα “και μετά την αλλαγή της κατάθεσης θα ζείτε χωρίς φόβο. Είναι καλό για εσάς και για μας”. Συνέχισαν να έρχονται σπίτι, να μας απειλούν. Δεν άντεχα άλλο τις πιέσεις. Με έβαλαν με το ζόρι στο αυτοκίνητο. “Πάμε στο δικαστήριο ν’ αλλάξεις την κατάθεση. Ο,τι είπαμε στην πρεσβεία θα τα πεις στον εισαγγελέα”. Αρνήθηκα, με πίεζαν. Δεν ξέρω τι έλεγε ο μεταφραστής. Μιλούσα πακιστανικά, δεν άλλαξα την κατάθεση. Στο δικαστήριο μου έδωσαν 5.000 ευρώ. Τα πήρα. Σκέφτηκα, θα βρω την ησυχία μου».
«Μας απήγαγαν, είναι αλήθεια. Και δεν περάσαμε καλά εκεί. Τον Φεβρουάριο, οι μυστικές υπηρεσίες με κράτησαν τέσσερις μέρες. Στη συνέχεια, οι Πακιστανοί μού υποσχέθηκαν ότι θα πάρω άδεια παραμονής αορίστου χρόνου και χρήματα αν υπογράψω την αλλαγή της κατάθεσης, όλα θα πάνε καλά. Ο Μουντασάντ με οδήγησε στην πρεσβεία. Η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να σας απελάσει, έλεγαν. Ημαστε φοβισμένοι. Πιστέψαμε ότι έτσι θα τελειώσει ο εφιάλτης. Δεχθήκαμε μεγάλες πιέσεις, με διάφορους τρόπους, ακόμα και στις οικογένειές μας, στο Πακιστάν».
«Μία φορά μάς πήγαν όλους μαζί στην πλατεία Αμερικής, στο μαγαζί του Μουντασάντ. Μας είπε να πάμε μαζί του στον εισαγγελέα να δώσουμε νέα κατάθεση και θα παίρναμε χρήματα από την πρεσβεία. Σε εμένα πρότεινε 10.000 ευρώ. Δεν το έκανα για ηθικούς λόγους».
Ολα αυτά καταγγέλθηκαν δημόσια, σε συνέντευξη Τύπου, γράφτηκαν σε εφημερίδες. Πλην, όμως, πέρασαν στο ντούκου από τις αρμόδιες αρχές. Απόλυτη σιωπή από την κυβέρνηση. Από τον Βουλγαράκη, που πολιτικά είναι χρεωμένος με αυτό το πρωτοφανές σκάνδαλο, από το διάδοχό του Πολύδωρα και, φυσικά, από τον πρωθυπουργό Καραμανλή, που τα πάντα ήταν σε γνώση του. Σιωπή, όμως, και από την πλευρά του λαλίστατου και επικοινωνιακότατου προϊστάμενου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθήνας Δ. Παπαγγελόπουλου. Καλά, αυτός που ασκεί διώξεις για ψύλλου πήδημα, δεν είδε κανένα νέο αδίκημα στις καταγγελίες που έγιναν δημόσια, ώστε να δώσει εντολή για προκαταρκτική εξέταση; Χρειάζεται, μήπως, να του υποδείξουμε εμείς μισή ντουζίνα αδικήματα του ποινικού κώδικα; Οχι, βέβαια, τα στοιχειώδη τα γνωρίζει πολύ καλά.