Η κυβέρνηση βαδίζει προς την… επανάσταση της 25ης Μάρτη του 2011 και η συνδικαλιστική γραφειοκρατία προς μια ακόμη 24ωρη απεργία, με ανοιχτή ημερομηνία. Οταν ανακοινωθούν νέα μέτρα, όπως αποφάσισε η ΓΣΕΕ, χωρίς να διευκρινίζει τι εννοεί με τις λέξεις «νέα μέτρα και περικοπές».
Κινούμαστε και πάλι σ’ ένα επικίνδυνο δίπολο, το οποίο σφραγίζει την κοινωνική ζωή της χώρας κατά τους τελευταίους 12 μήνες: η κυβέρνηση εξαγγέλλει μέτρα και οι εργαζόμενοι απαντούν με 24ωρη απεργία. Καμιά δεκαριά τέτοιες απεργίες έγιναν σ’ αυτό το δωδεκάμηνο, χωρίς ν’ αλλάξουν τίποτα. Η κυβέρνηση εξακολουθεί να επιτίθεται, για λογαριασμό του κεφάλαιου, κι οι εργαζόμενοι εξακολουθούν να μετρούν πόσοι συμμετείχαν στην πιο πρόσφατη απεργιακή πορεία.
«Και τι να κάνουμε, να μη συμμετέχουμε σ’ αυτές τις απεργίες;» είναι το ερώτημα που ακούγεται συχνά. Ερώτημα που τείνει να μας εγκλωβίσει σ’ ένα ψευτοδίλημμα. Το πρόβλημα δεν είναι η συμμετοχή ή όχι σ’ αυτές τις απεργίες (στο κάτω-κάτω, η εργαζόμενη κοινωνία δεν πρέπει να παραμένει απαθής), αλλά αν αυτές οι απεργίες εντάσσονται σε μια τακτική που υπηρετεί στόχους. Μπορεί κανείς απ’ όσους αποθεώνουν αυτές τις απεργίες να ισχυριστεί ότι υπάρχει τακτική, ότι διεκδικούνται στόχοι, ότι χαράζεται προοπτική; Επειδή αυτές οι απεργίες έχουν εξ ορισμού πολιτικό χαρακτήρα (στρέφονται κατά της πολιτικής που επιβάλλουν κυβέρνηση και τρόικα), οι φανατικοί θιασώτες τους καταλήγουν σ’ ένα πολιτικό διά ταύτα που θα μπορούσε ν’ αποδοθεί με παράφραση του γνωστού ριζίτικου τραγουδιού «Πότε θα κάνει ξαστεριά»: πότε θα κάνει εκλογές;
Αυτός είναι ο στόχος τους. Ολα τα υπόλοιπα, περί ανατροπής της κυβέρνησης «με όρους κινήματος» ή «από τα κάτω» είναι φλυαρίες που προσπαθούν ανεπιτυχώς να κρύψουν την υποταγή στην αστική λογική.
Εύκολα μπορεί να σημειωθεί πως, παρά την εκφρασμένη αντίθεση στην πολιτική κυβέρνησης-τρόικας, κλάδοι εργαζόμενων που αντιστάθηκαν με προοπτική νίκης, όπως οι εργαζόμενοι στις αστικές συγκοινωνίες και δη στην ΕΘΕΛ, παρέμειναν απομονωμένοι. Και μόνο αυτό αποτελεί απόδειξη του ότι δεν υπάρχει στοιχειώδης ταξική τακτική, αλλά μόνο μια ελεγχόμενη από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία εκτονωτική τακτική, αυτή των περιοδικών 24ωρων απεργιών.
Κι αυτή η –σχετικά εύκολη– πολιτική διαπίστωση, όμως, μπορεί να λειτουργήσει αποπροσανατολιστικά, όταν δεν συνοδεύεται από πολιτική πρόταση σ’ αυτό το επίπεδο. Και η πολιτική πρόταση στη σημερινή κοινωνική συγκυρία δεν μπορεί να είναι άλλη από την αναγκαιότητα της πολιτικής οργάνωσης της εργατικής τάξης, για να πάψει αυτή να πολεμά κάτω από ξένες σημαίες ή να μην πολεμά καθόλου.