Τρεις απορίες δημιουργούνται σε όποιον αντέξει να δει μέχρι τέλους αυτή την ταινία: Πρώτον, πόση κινηματογραφική ανυδρία πρέπει επιπλέον να υπάρξει για να φτάσουν σε σημείο να βραβεύονται τέτοιες ταινίες με τον «Χρυσό Φοίνικα» στις Κάνες; Δεύτερον, μήπως πρέπει να βλέπει κανείς ποιες ταινίες βραβεύονται, ώστε ν’ αποφεύγει να τις βλέπει; Τρίτον, πόσο πια να αυτομαστιγωθεί κάποιος και για ποιο λόγο στο κάτω-κάτω, βλέποντας μεταφυσικές ανοησίες;
Η μεταφυσική ίσως δεν είναι το μεγαλύτερο κακό στη ζωή μας. Πολλές φορές χρησιμοποιείται στην τέχνη για να αναδείξει μεγάλα αισθήματα και στιγμές στη ζωή των ανθρώπων. Ας θυμηθούμε π.χ. τις γοητευτικότατες υπερβατικές αφηγήσεις των λατινοανερικάνων συγγραφέων ή την υπέροχη «μεταφυσική» ταινία «Το ορφανοτροφείο». Η ανοησία όμως είναι! Αραγε, όσοι εκστασιάζονται βλέποντας τέτοιες βλακείες έχουν επίγνωση αυτού που βλέπουν; Είμαστε έτοιμοι να αποδεχθούμε ευνοϊκά μια ενδιαφέρουσα κινηματογράφηση ή μια πρωτότυπη μουσική υπόκρουση ή μια καλή πρόθεση που ενώνει τον άνθρωπο με το όλον της φύσης και την ιδέα του θανάτου.
Ομως ως εκεί!
Γιατί πώς θα σας φαινόταν η ιστορία ενός ταϊλανδού κομμουνιστοφάγου πλουσιοχωρικού, που όντας στα πρόθυρα του θανάτου βλέπει το φάντασμα της γυναίκας του και τον εξαφανισμένο γιο του σαν πίθηκο με κόκκινα μάτια; Και πού είναι το κακό θα πείτε; Ισως πουθενά, θα απαντούσαμε, αν η ταινία δεν ήταν γεμάτη από ένα σωρό άλλες άσχετες εμβόλιμες ανοησίες ή από μια σειρά άνευ ουδενός νοήματος πολιτικών αιχμών.
Πολλά, πάντως, απ’ όσα βλέπει κανείς σ` αυτή την ταινία εξηγούνται από τα «πιστεύω» του σκηνοθέτη. Ο κύριος αυτός πιστεύει «στην ανταλλαγή των ψυχών μεταξύ ανθρώπων, ζώων, φυτών και φαντασμάτων». Γι’ αυτόν «η μαύρη μαγεία μπορεί να είναι και επιστημονικό δεδομένο»! Κι αν όλ` αυτά που είπαμε σας φάνηκαν υπερβολικά, ε, τότε δείτε την ταινία. Σας προκαλούμε!
Ελένη Σταματίου