Τρίτη κατά σειρά ταινία του κύπριου σκηνοθέτη, με την ίδια ακριβώς θεματολογία: τη λούμπεν μικροαστική τάξη. Λιγότερο κραυγαλέα σε σχέση με το «Σπιρτόκουτο» και την «Ψυχή στο στόμα», όμως το ίδιο σαρκαστική και καταγγελτική για ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που ο σκηνοθέτης θεωρεί ότι «σε παραλλαγές είναι ολόκληρη η Ελλάδα».
Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς, ότι μια τέτοια ισοπεδωτική αντίληψη της χώρας στην οποία ζει, μια τέτοια μονομερής πρόσληψη των τεκταινομένων γύρω του είναι από μόνη της αχίλλειος πτέρνα για ένα καλλιτέχνη, μια υπόθεση με ημερομηνία λήξης. Και εδώ είναι εμφανές ότι ο Οικονομίδης έφτασε στα όριά του. Φυσικά, είναι προτιμότερος ένας σκληρός ρεαλισμός που σαφώς είναι ενδεικτικός του χυδαίου τρόπου ζωής πολλών συνανθρώπων μας, όμως χωρίς μια πιο εμβριθή και σύνθετη ανάλυση της ελληνικής κοινωνίας δεν μπορεί να οδηγηθεί μακριά.
Πολλές οι αδυναμίες λοιπόν για τον «Μαχαιροβγάλτη»: μονοδιάστατη, μοιρολατρική αντίληψη της πραγματικότητας, τραβηγμένη αγριότητα, στατική καταγραφή της απόλυτης παρακμής. Εχει, όμως, και δυο μεγάλα ατού που δεν είναι σωστό να αποσιωπηθουν: Εξαιρετικές ερμηνείες, με κορυφαία εκείνη του σεμνότατου Βαγγέλη Μουρίκη, και ένα οδυνηρά ειρωνικότατο φινάλε για τις οικογενειακές αξίες.
Ελένη Σταματίου