Κονόμα από τη χρήση, κονόμα και από την απεξάρτηση
Την ώρα που ο Καραμανλής μοίραζε μετάλλια σε μια ομάδα μπάσκετ της «Παρέμβασης», που έπαιξε αγώνα με ομάδα επαγγελματιών, κάνοντας μια ακόμα δωρεάν επίδειξη κοινωνικής ευαισθησίας (με τη βοήθεια και του ΚΕΘΕΑ, ας το σημειώσουμε), ο επί της Υγείας υπουργός του Ν. Κακλαμάνης έδινε στη δημοσιότητα σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος, το οποίο όχι μόνο δεν λύνει κανένα από τα προβλήματα που εδώ και χρόνια επισημαίνουν οι ασχολούμενοι με την απεξάρτηση φορείς, αλλά προχωράει ένα βήμα παραπέρα, ανοίγοντας μια κερδοφόρα αγορά στους εμπόρους της αγοράς υγείας.
Μονάδες απεξάρτησης θα μπορούν να ιδρύουν όχι μόνο ο ΟΚΑΝΑ και Νοσοκομεία που υπάγονται στο ΕΣΥ, αλλά και δήμοι και κοινότητες, ΑΕΙ και ΤΕΙ (ως εδώ καλά), φιλανθρωπικά σωματεία και κοινωνικά ιδρύματα, εκκλησιαστικοί φορείς (δηλαδή, οι επαγγελματίες που κάνουν μπίζνες με τη φιλανθρωπία), καθώς και Φυσικά ή Νομικά Πρόσωπα που επιδιώκουν συναφείς σκοπούς. Δηλαδή, ο κάθε ιδιώτης κλινικάρχης θα μπορεί νόμιμα πια να ιδρύει μια μονάδα απεξάρτησης και να μαζεύει τον παρά.
Γιατί βέβαια, οι φορείς που μέχρι τώρα ασχολούνταν με το πρόβλημα, ο ΟΚΑΝΑ, το ΚΕΘΕΑ και το 18ΑΝΩ (η μόνη μονάδα στο πλαίσιο του ΕΣΥ), θα εξακολουθήσουν να εξαθλιώνονται, λόγω έλλειψης της αναγκαίας στήριξης από το κράτος, ενώ οι κλινικάρχες θα κάνουν επενδύσεις και σπεκουλάροντας με την αγωνία των ανθρώπων θα τους ξεπουπουλιάζουν, πουλώντας τους φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 18ΑΝΩ δεν έχει να πληρώσει το ενοίκιο εγκαταστάσεων που χρησιμοποιεί, αλλά από το υπουργείο αγρόν αγοράζουν, παρά τα αιτήματα και τις καταγγελίες από την ίδια τη μονάδα και από κοινωνικές ομάδες που στηρίζουν το έργο της.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι το ΚΕΘΕΑ και το 18ΑΝΩ σε κοινή ανακοίνωσή τους καταγγέλλουν το υπουργείο Υγείας, ότι «εμφανίζεται να επαναφέρει δογματικές, οπισθοδρομικές αντιλήψεις περί ψυχιατρικών μεθόδων αντιμετώπισης σύνθετων προβλημάτων, όπως η απεξάρτηση και η κοινωνική επανένταξη», αναφερόμενα στη ρητή διάταξη του ΠΔ, σύμφωνα με την οποία οι θεραπευτικές κοινότητες πρέπει να λειτουργούν στο πρότυπο των ψυχιατρικών κλινικών. Αυτή η διάταξη, βέβαια, είναι το παράθυρο για τη διαφήμιση των ιδιωτικών κλινικών και το στραγγαλισμό ιδιαίτερα των μονάδων του ΚΕΘΕΑ.
Ούτε, βέβαια, είναι τυχαίο ότι σε ολόκληρο το ΠΔ δεν αναφέρεται ούτε μια φορά η λέξη επανένταξη. Γιατί το κράτος δεν ενδιαφέρεται για την ουσία της απεξάρτησης. Ενδιαφέρεται να δείξει ότι γίνεται απεξάρτηση, με όρους στεγνά τεχνικούς-λογιστικούς και όχι κοινωνικούς. Οχι μόνο όσοι έχουν ασχοληθεί με το πρόβλημα αλλά και όσοι απλά το παρακολουθούν από μακριά γνωρίζουν πολύ καλά πως η εξάρτηση έχει αίτια κοινωνικά και πως η απεξάρτηση δεν είναι μια απλή ιατρική διαδικασία, αλλά μια σύνθετη κοινωνική διαδικασία, βασικός κρίκος του οποίου είναι η κοινωνική επανένταξη του απεξαρτημένου χρήστη. Τα ποσοστά ουσιαστικής απεξάρτησης είναι ιδιαίτερα χαμηλά, γιατί είτε η επανένταξη αντιμετωπίζεται ως μια διεκπεραιωτική-γραφειοκρατική διαδικασία, είτε γιατί δεν υπάρχει καθόλου. Ετσι, μεγάλο μέρος χρηστών που έχουν βγάλει τα προγράμματα ξαναπέφτουν στη χρήση ύστερα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Εδώ δεν έχει λυθεί ακόμα το ζήτημα της ποινικής μεταχείρισης απεξαρτημένων χρηστών για αδικήματα που διέπραξαν όσο ήταν χρήστες και τα δικαστήρια εξαντλούν πάνω τους το κομφορμιστικό τους μένος, στέλνοντάς τους στη φυλακή και ξανά στη χρήση. Πόσο μάλλον πιο σύνθετα ζητήματα, όπως η εξασφάλιση εργασίας κ.λπ.
Από τις στήλες της «Κ» ουδέποτε τοποθετηθήκαμε υπέρ του ενός ή του άλλου προγράμματος ή μεθόδου απεξάρτησης. Γιατί κατανοούμε πως το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα σύνθετο και δεν γνωρίζουμε όλες τις παραμέτρους του. Από την άλλη, διαβάζουμε συχνά προσεγγίσεις που δεν διαφέρουν από τα προτεσταντικά δόγματα. Προσεγγίσεις που προσωποποιούν και αποκοινωνικοποιούν το πρόβλημα, που αναγορεύουν σε βασικό αίτιο την οικογένεια και φορτώνουν τα μέλη της με ενοχές κ.λπ. Ομως, τώρα δεν πρόκειται περί αυτού. Πρόκειται περί μιας στρατηγικής που σκοπό έχει να μετατρέψει το πρόβλημα της εξάρτησης σε κάποιου είδους ψυχική ασθένεια, αναθέτοντας στους εμπόρους της ψυχιατρικής και των ψυχοφαρμάκων τη λύση του.
Αυτή είναι μια θεμελιώδης μέθοδος στον καπιταλισμό. Ενα σύστημα που νοσεί βαθύτατα, ένα σύστημα που έχει εξαπολύσει το χημικό του πόλεμο ενάντια στην εργαζόμενη κοινωνία και τη νεολαία της, ένα χημικό πόλεμο που φουσκώνει τα ταμεία των «επενδυτών» (και όχι των χρηστών που γίνονται βαποράκια για τη δόση και την επιβίωσή τους), από τη στιγμή που το πρόβλημα φουντώνει και ξεφεύγει από κάθε έλεγχο, δεν μπορεί παρά να στήσει μηχανισμούς που από τη μια θα απενοχοποιούν το ίδιο και από την άλλη θα επιτρέπουν να συσσωρεύεται πρόσθετη υπεραξία από την απεξάρτηση. Με απλά λόγια, η απεξάρτηση δεν είναι πια μόνο ένας κοινωνικός φερετζές αλλά είναι και μια κερδοφόρα «μπίζνα». Πολύ σύντομα θα δούμε τους κλινικάρχες να τάζουν λαγούς με πετραχήλια και να «στραγγίζουν» πορτοφόλια, σπεκουλάροντας με τον πόνο και τις αγωνίες οικογενειών.
Αν το κράτος ενδιαφερόταν για την απεξάρτηση, τότε δεν θα δημιουργούσε νέες αστυνομίες αλλά θα έριχνε λεφτά για να στηριχτούν οι υπάρχουσες δομές και να δημιουργηθούν νέες, στο πλαίσιο του ΕΣΥ, χωρίς ανάμιξη ιδιωτών.