«Το σόου δεν τελειώνει αν δεν τραγουδήσει η χοντρή κυρία» έλεγαν για το διάσημο θέατρο Apollo της Νέας Υόρκης. Στο σόου της «ενημέρωσης» για την πανδημία του κοροναϊού, που παίζεται κάθε Τρίτη και Παρασκευή στο υπουργείο Υγείας, τα πράγματα δεν πήγαιναν και τόσο καλά. Οχι γιατί οι «τραγουδιστές» ήταν παράφωνοι, αλλά γιατί ήταν αναγκασμένοι να παρουσιάζουν κάθε φορά όλο και χειρότερα επιδημιολογικά δεδομένα, συχνά διαψευδόμενοι οικτρά στις «εκτιμήσεις» και τις «προβλέψεις» που είχαν κάνει μόλις την προηγούμενη φορά (αν υπήρχε σχετικό βραβείο, ο Μαγιορκίνης θα το έπαιρνε χωρίς συναγωνισμό). Ετσι φθάρηκαν πολύ και αν υπήρχαν θεατές (πέρα από τους δημοσιογράφους, που εμφανίζονται από αδιάφοροι μέχρι «ενσωματωμένοι»), θα τους πετούσαν κάθε είδους ζαρζαβατικό.
Τη μέρα που τα κρούσματα έπιασαν τετραψήφιο νούμερο (Τρίτη, 26 Οκτώβρη: 1.259 νέα διαγνωσμένα κρούσματα!) κρίθηκε απαραίτητο να ανακληθεί από την εφεδρεία η «ντίβα» μπας και διασώσει το σόου. Ο Σωτήρης Τσιόδρας πήρε θέση ανάμεσα στον Νίκο Χαρδαλιά και τον Γκίκα Μαγιορκίνη και από τις πρώτες κιόλας λέξεις του έδειξε ότι ανέβηκε στο πάνελ για να εξαπατήσει τον ελληνικό λαό.
Από έναν λοιμωξιολόγο δεν περιμένει κανείς να μιλήσει με τη «γλώσσα της καρδιάς» και τη «φωνή της συνείδησης». Περιμένει ν’ ακούσει ψυχρό επιστημονικό λόγο. Στο κάτω-κάτω, ουδείς έχρισε τον Τσιόδρα… εθνικό ψυχαναλυτή. Οταν ακούς επιστήμονα να δηλώνει εισαγωγικά ότι δε θα μιλήσει με τη γλώσσα των αριθμών και τη γλώσσα των μέτρων, αλλά με τη γλώσσα της καρδιάς και τη φωνή της συνείδησης, αντιλαμβάνεσαι αμέσως ότι αυτός πήρε το λόγο για να προσπαθήσει με ψέματα να διαστρέψει την πραγματικότητα.
Ο Τσιόδρας επιστρατεύτηκε για να δικαιολογήσει την κυβερνητική πολιτική σε όλα τα επίπεδα. Κι αυτό προσπάθησε να κάνει με όλα όσα είπε, τα οποία θα σχολιάσουμε στη συνέχεια. Αμφιβάλλουμε αν τα κατάφερε (δεν ανήκει στους Χαχόλους η πλειοψηφία του ελληνικού λαού και τα πράγματα πλέον είναι πολύ πιο καθαρά σε σχέση με την άνοιξη). Αν τα κατάφερε έστω και σε μικρό βαθμό, αυτό δεν οφείλεται στα επιχειρήματα που επιστράτευσε (μια εντελώς φτηνιάρικη απολογητική της κυβερνητικής πολιτικής ήταν τα όσα είπε), αλλά στο γεγονός ότι επί τρεις μήνες, στη διάρκεια του πρώτου λοκντάουν, είχαν στήσει γύρω του ασπίδα προστασίας και του φιλοτεχνούσαν την αγιογραφία, όχι μόνο τα στελέχη της κυβέρνησης και ο αστικός Τύπος, αλλά και τα κόμματα της αντιπολίτευσης (ΣΥΡΙΖΑ, Περισσός, ΚΙΝΑΛ) και οι άνθρωποί τους στα μίντια.
Εμείς, όπως γνωρίζουν οι αναγνώστες μας, ασκήσαμε ανελέητη πολεμική στον Τσιόδρα της πρώτης φάσης της πανδημίας (πάντοτε με στοιχεία και χωρίς ίχνος κιτρινισμού). Το ίδιο θα κάνουμε και τώρα που ξαναβγήκε στο σόου.
- Αμέσως μετά την εισαγωγική αναφορά στην «καρδιά» και τη «συνείδηση», με την οποία προσπάθησε να δώσει μια συναισθηματική χροιά στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ο Τσιόδρας ρίχτηκε αμέσως στο «ψητό»: «Είναι αδύνατον, όπως βλέπετε, να ελεγχθεί η διασπορά του ιού και το βλέπουμε αυτό με τους αριθμούς από την Ευρώπη, με τους αριθμούς που σιγά-σιγά αυξάνουν και στην Πατρίδα μας και δυστυχώς έχουν και πολλούς νεκρούς».
Γιατί είναι αδύνατον να ελεγχθεί η διασπορά του ιού; Γιατί στα τέλη του περασμένου Μάη είχε ελεγχθεί απόλυτα και ο ίδιος ο Τσιόδρας πανηγύριζε ότι τελικά δεν μας έκαναν καμιά ζημιά ούτε οι συνωστισμοί των νέων στις πλατείες, επειδή «το είχαμε ρίξει πολύ χαμηλά το R0»;
Ισχυριζόμενος ότι είναι αδύνατον να ελεγχθεί η διασπορά, πρώτον φράζει το δρόμο στη διερεύνηση για το τι έφταιξε και φτάσαμε σε τέτοια διασπορά και δεύτερο στηρίζει την κυβερνητική πολιτική των ημίμετρων για το θεαθήναι (αφού είναι αδύνατον να ελεγχθεί η διασπορά, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτ’ άλλο εκτός από τα ημίμετρα).
- Είναι, όμως, διάχυτο το ερώτημα (για να μην πούμε η απαίτηση): αφού το πρώτο λοκντάουν είχε αποτελέσματα, γιατί να μην πάμε σε δεύτερο, ώστε να έχουμε ραγδαία μείωση της διασποράς; Γι’ αυτό, ο «επιστήμονας» πρέπει καταρχάς να δαιμονοποιήσει το λοκντάουν, καλλιεργώντας το φόβο: «χωρίς να φτάνουμε στο απαγορευτικό που έχει τεράστιες συνέπειες για την κοινωνία. Το απαγορευτικό έχει τεράστιες πνευματικές συνέπειες, ψυχικές συνέπειες και συνέπειες οι οποίες δεν έχουν αξιολογηθεί στην ολότητά τους ακόμα».
Ολοι ξέρουμε πως το λοκντάουν έχει αρνητικές συνέπειες. Οταν όμως βάζουμε αυτές τις συνέπειες στη ζυγαριά με τις συνέπειες που προκαλεί η διασπορά του ιού (θάνατοι, ασθένειες απροσδιόριστης διάρκειας και έντασης), τότε οι δεύτερες βαραίνουν περισσότερο. Και το λοκντάουν γίνεται αναγκαστική επιλογή, για να αποφύγουμε τα χειρότερα.
Θα προσέξατε, ασφαλώς, ότι ο Τσιόδρας δεν μίλησε καθόλου για «συνέπειες στην οικονομία μας». Κι όμως, αυτές είναι οι μόνες που τον νοιάζουν: οι συνέπειες στα κέρδη των καπιταλιστών (τον Μάη θρηνούσε για τα αεροπλάνα που μένουν καθηλωμένα στο έδαφος, για να δικαιολογήσει την απόφαση για 100% πληρότητα) και οι συνέπειες στο κρατικό ταμείο. Αν όμως βάλει αυτές τις συνέπειες μπροστά, δε θα μπορέσει να κινδυνολογήσει. Γι’ αυτό τις αφήνει στην άκρη και προτιμά να δαιμονοποιήσει το λοκντάουν με τις «πνευματικές και ψυχικές συνέπειες», που ακούγονται σαν προειδοποίηση ενός γιατρού που αγωνιά και όχι ως πρόστυχη υπεράσπιση της «κανονικότητας» του καπιταλιστικού συστήματος.
- Ακολουθεί κάτι που μοιάζει με χρησμό της Πυθίας. Πρώτα δηλώνει ότι «σήμερα είδα με ενδιαφέρον να αυξάνονται οι συζητήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για ακόμα και αυτή την επιλογή (σ.σ. του λοκντάουν) αν τα πράγματα συνεχίσουν να προχωρούν έτσι». Υστερα αναιρεί το… ενδιαφέρον: «Εμείς, στην Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων, με μια ψυχή και μια φωνή, όπως νομίζω όλοι οι Ελληνες αυτή τη στιγμή πρέπει να κάνουμε, κοιτάμε να έχουμε όσο το δυνατόν πιο ανεκτά μέτρα, ώστε να συνεχίζεται η κοινωνική ζωή και να αποφύγουμε το lockdown, το απαγορευτικό με τις συνέπειες που έχει αυτό».
Αφού το λοκντάουν είναι εξαιρετικά πιθανό «αν τα πράγματα συνεχίσουν να προχωρούν έτσι», και αφού τα πράγματα εξακολουθούν να προχωρούν έτσι σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, τα μέτρα των οποίων (της Γαλλίας ιδιαίτερα) ακολουθεί κατά πόδας η ελληνική κυβέρνηση, με μια μικρή χρονική υστέρηση που μας επιτρέπει να διαπιστώνουμε την αναποτελεσματικότητά τους, γιατί να μην εφαρμοστεί το λοκντάουν άμεσα, ώστε να υπάρξει πραγματική αποτελεσματικότητα; Γιατί θα πρέπει να προηγηθεί περισσότερη ζημιά στον ελληνικό λαό, με θανάτους και σακάτεμα ανθρώπων; Ο μόνος λόγος είναι η υπεράσπιση των κερδών των καπιταλιστών και των κρατικών ταμείων.
Αν οι καπιταλιστές και το κράτος τους υποχρεώνονταν να πληρώνουν και να ασφαλίζουν τους εργαζόμενους, το λοκντάουν θα έπρεπε να εφαρμοστεί χθες. Δεν εφαρμόζεται γιατί αυτοί δε θέλουν να πληρώσουν ούτε τα ψίχουλα που αναγκάστηκαν να δώσουν (το κράτος, όχι οι καπιταλιστές) στο πρώτο λοκντάουν, δε θέλουν να χάσουν ούτε δεκάρα από το τζίρο τους (οι καπιταλιστές). Επιλέγουν, με εγκληματικό κυνισμό, να βυθίσουν ένα λαό στη φρίκη μιας φονικής πανδημίας, για όσο περισσότερο μπορέσουν.
- Στη συνέχεια ο Τσιόδρας προσφέρει το δόγμα Μητσοτάκη-Χαρδαλιά σε συσκευασία… θείας κοινωνίας. Ο Χαρδαλιάς μιλούσε συνεχώς για την «ατομική ευθύνη», μέχρι που έσπασε τα νεύρα ακόμα και των φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ που άρχισαν το «κράξιμο». Μετά, ήρθε ο Μητσοτάκης και είπε το ίδιο με ένα ψευτοδίλημμα: «αυτοπεριορισμός ή καραντίνα». Ο Τσιόδρας επιλέγει πιο… αγαπησιάρικη διατύπωση, αντιγράφοντας το στιλ των δεσποτάδων και των ιεροκηρύκων, δίπλα στους οποίους έχει μαθητεύσει: «Τονίζουμε όλα αυτά που γνωρίζετε και το πώς πρέπει να τηρούνται, αλλά δεν μπορούμε να μπούμε στη συνείδηση των ανθρώπων, δεν μπορούμε να μπούμε στην καρδιά των ανθρώπων, δεν μπορούμε να μπούμε στην προσωπική επιλογή του απέναντι. Και θεωρώ ότι αυτή τη στιγμή, η προσωπική επιλογή του καθενός θα παίξει τον καθοριστικό ρόλο στο πώς η πανδημία θα προχωρήσει στην Πατρίδα μας».
Αφού πρώτα έκρυψε τις εγκληματικές ευθύνες της κυβέρνησης Μητσοτάκη, της «επιστημονικής επιτροπής» και τις δικές του προσωπικά, για το εγκληματικό άνοιγμα της χώρας στον εξωτερικό τουρισμό, ήρθε η ώρα να δείξει κι αυτός με το δάχτυλο τον ελληνικό λαό ως αποκλειστικά υπεύθυνο για ό,τι γίνεται και για ό,τι πρόκειται να συμβεί. Αντί να μιλήσει για «ατομική ευθύνη» ή για «αυτοπεριορισμό» μίλησε για «προσωπική επιλογή» (που είναι, βεβαίως, ακριβώς το ίδιο).
Αφού όρισε την «προσωπική επιλογή» ως αποκλειστικό αίτιο για την εξέλιξη της πανδημίας, άρχισε να αναφέρεται σε κοινωνικές συμπεριφορές ιδιαίτερα των νέων. Το έκανε και πάλι με ύφος αρχιμανδρίτη-πνευματικού, που είναι έτοιμος να συγχωρήσει, μιλώντας για την «αθώα και ανέμελη συμπεριφορά των παιδιών μου, των παιδιών σας, των νέων μας».
Και έκλεισε επαναλαμβάνοντας την ίδια πρόστυχη μεταφορά ευθύνης, με άλλα λόγια: «Είναι η ώρα της συνείδησης. Είναι η ώρα του να μιλήσουν οι καρδιές. Είναι η ώρα που τα δικά μου λόγια δεν μετράνε τόσο, όσο η δική σας ελεύθερη επιλογή». Επομένως, το τι θα γίνει από εδώ και πέρα είναι καθαρά θέμα «ελεύθερης επιλογής των ατόμων». Αυτά φταίνε (όχι το κράτος) για ό,τι έχει γίνει, αυτά θα φταίνε και για ό,τι θ’ ακολουθήσει. Κι όταν το κράτος θα φτάσει αναγκαστικά σ’ ένα νέο λοκντάουν, δε θα φταίει αυτό για τις εγκληματικές και ολέθριες επιλογές του, αλλά θα φταίει η… ελεύθερη επιλογή των πολιτών, οι οποίοι μάλλον έχουν προσβληθεί συλλογικά από αυτοκαταστροφική μανία.
Κάποια στιγμή, στη φάση των ερωτήσεων, δεν άντεξε και το είπε όπως ο Μητσοτάκης: «Ολα αυτά είναι στο πλαίσιο των δικών μας ελεύθερων προσωπικών επιλογών. Δεν μπορούν να επιβληθούν, κατά την γνώμη μου, και όταν επιβάλλονται μέσω lockdown είναι πάρα πολύ σκληρά και αβάστακτα».
- Ο άνθρωπος επανεμφανίστηκε στη σκηνή με εντολή να δικαιολογήσει την κυβερνητική πολιτική ακόμα και σε ζητήματα που δεν είναι της αρμοδιότητάς του. Προσέξτε αναφορά: «Εχουμε τα μέσα μεταφοράς. Είναι ασφυκτικές οι συνθήκες, το κατανοώ. Είναι αδύνατον αυτή την στιγμή να επενδύσουμε σε περισσότερη και μεγαλύτερη άνεση στα μέσα μεταφοράς. Γνωρίζω ότι προσπαθούν. Εμείς, σαν επιστήμονες, το λέμε συνέχεια. Προσπαθήστε όσο μπορείτε να αποφύγετε στα μέσα μεταφοράς τον συνωστισμό. Οσο αυτό είναι εφικτό. Οσο είναι εφικτό».
Τι είναι αυτός, επιστήμονας ή υπουργός Οικονομικών; Τουλάχιστον χίλια λεωφορεία λείπουν από την Αθήνα. Θα μπορούσαν να επιτάξουν λεωφορεία των ΚΤΕΛ και των τουριστικών πρακτορείων. Αυτοί όχι μόνο δεν έκαναν τίποτα, αλλά βρήκαν την ευκαιρία να προωθήσουν τη μερική ιδιωτικοποίηση των αστικών συγκοινωνιών, με την είσοδο των ΚΤΕΛ, στο πλαίσιο ΣΔΙΤ. O Tσιόδρας, όμως, δικαιολογεί απόλυτα την κυβερνητική πολιτική («γνωρίζω ότι προσπαθούν», αλλά «είναι αδύνατον αυτή τη στιγμή να επενδύσουμε»!), κερδίζοντας επάξια μια θέση δίπλα στον ακροδεξιό τηλεπλασιέ-υπουργό, που έλεγε προ ημερών ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να πάρει 1.000 λεωφορεία και να τα βάλει να κόβουν βόλτες στο Σύνταγμα (!), διότι αν το έκανε θα έπρεπε να κόψει τις συντάξεις!
Και ξεπέφτει σε επίπεδο κοινωνικού αμοραλισμού, όταν συστήνει στον κόσμο της δουλειάς και στους νέους να αποφεύγουν όσο μπορούν το συνωστισμό στα μέσα μεταφοράς. Πάλι ο κόσμος φταίει, που δεν αποφεύγει το συνωστισμό, και όχι η κυβέρνηση που δεν κάνει τίποτα για να αυξηθούν τα μέσα μαζικής μεταφοράς τουλάχιστον στο στοιχειωδώς αναγκαίο επίπεδο.
- Ξανά ψέματα για να δικαιολογήσει την κυβερνητική πολιτική: «Γίνεται μια τεράστια προσπάθεια από το Υπουργείο να ιχνηλατήσει τα κρούσματα, να βρει τις στενές επαφές. Οσο περισσότερους ανθρώπους βρίσκουμε στα νέα κρούσματα που είναι στενές επαφές των προηγούμενων, τόσο αυξάνουν οι πιθανότητες να ελέγξουμε αυτήν την επιδημία. Λένε μερικοί ότι η Νότια Κορέα μέχρι και το 80% των νέων κρουσμάτων της το βρίσκει από την ιχνηλάτηση και είναι επαφές. Εάν φτάσουμε σε τέτοια νούμερα και μπορέσουμε να φτάσουμε σε τέτοια νούμερα, θα περιορίσουμε την επιδημία».
Καλά, δεν ξέρει ότι τα «ορφανά» κρούσματα είναι σταθερά, εδώ και καιρό (από το πρώτο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου), περισσότερα από τα γνωστής προέλευσης; Φυσικά και το ξέρει. Αλλωστε, προτού πάρει το λόγο, είχε ακούσει τον Μαγιορκίνη να παρουσιάζει την έκθεση του ΕΟΔΥ για τη συγκεκριμένη μέρα (26 Οκτώβρη), βάσει της οποίας τα «ορφανά» κρούσματα ήταν 1.085 σε σύνολο 1.259 κρουσμάτων. Την ώρα που μιλούσε, ο Τσιόδρας ήξερε πολύ καλά ότι τα «ορφανά» εκτινάχτηκαν στο 86,18% του συνόλου!
Κι όμως, μοίραζε συγχαρητήρια για την «τεράστια προσπάθεια στην ιχνηλάτηση»! Η ιχνηλάτηση έχει καταντήσει εδώ και καιρό ανέκδοτο, αλλά πλέον έχει καταρρεύσει τελείως. Οταν το 86,18% των κρουσμάτων μιας συγκεκριμένης μέρας δεν μπορούν να συσχετιστούν με άλλο κρούσμα (γι’ αυτό καθιερώθηκε να τα λέμε «ορφανά»), απλούστατα δεν υπάρχει ιχνηλάτηση.
Και χρειάζεται πραγματικά τεράστιο θράσος για να κάνει κανείς (όπως ο Τσιόδρας) σύγκριση με τη Νότια Κορέα. Ξέρετε πόσος δρόμος πρέπει να διανυθεί για να φτάσεις από το -86,18% στο 80%; Δε χρειάζεται να είναι κανένας μαθηματικός για να καταλάβει ότι αυτό πλέον είναι αδύνατο. Αν σκεφτούμε ότι κάνουν διαγωνισμό για πρόσληψη μόλις 192 οχταμηνιτών, οι οποίοι δεν πρόκειται να πιάσουν δουλειά στην ιχνηλάτηση πριν από τα μέσα Δεκέμβρη, θα αντιληφθούμε ότι είναι δυο φορές αδύνατο, γιατί μέχρι τότε η άγνωστη διασπορά («ορφανά» κρούσματα) θα είναι τεράστια και σε συνδυασμό με τον μεγάλο αριθμό ενεργών κρουσμάτων θα καθιστά αδύνατη κάθε ιχνηλάτηση.
Η πλήρης κατάρρευση και αυτού ακόμη του υποτυπωδέστατου μηχανισμού ιχνηλάτησης, που έστησαν άρον-άρον, επιστρατεύοντας κάποιους υπάλληλους από διάφορες υπηρεσίες (μέχρι και από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας!), καθιστά πιο επιτακτική την ανάγκη για άμεσο λοκντάουν, ώστε να σταματήσει η διασπορά του ιού.
Κι ενώ ξέρει ότι ουδέποτε έστησαν έναν στοιχειωδώς ικανοποιητικό μηχανισμό ιχνηλάτησης (ενώ είχαν το χρόνο να το κάνουν, από τον Μάρτη), ο Τσιόδρας προσπαθεί να ρίξει τις ευθύνες για την ανυπαρξία ιχνηλάτησης στον ελληνικό λαό! Ακούγεται εξωφρενικό, αλλά διαβάστε τι είπε: «Εάν όμως δεν κάνουμε τίποτα από τα ανωτέρω ή τα κάνουμε με βαριά καρδιά ή τα κάνουμε αισθανόμενοι δεσμευμένοι, δεν θα τα τηρήσουμε σωστά. Θα τα τηρήσουμε λάθος. Η επιδημία θα διασπαρεί ακόμα περισσότερο. Η ικανότητα ιχνηλάτησης θα αδυνατίσει και η ιχνηλάτηση βέβαια προϋποθέτει και το ισχυρό testing, το ισχυρό εργαστηριακό δίκτυο και θα μείνουμε πίσω»! Ο ελληνικός λαός φταίει και για την ανυπαρξία στοιχειώδους μηχανισμού ιχνηλάτησης!
- Τσιόδρας χωρίς αυτοπροβολή δε γίνεται. Αλλά, αυτοπροβολή με… ταπεινότητα, όπως κάνει το δεσποταριάτο: «Μαθαίνω δουλεύοντας 18-19 ώρες την ημέρα. Κοιμάμαι 3-4 ώρες. Ξενυχτάω για να ετοιμάσω την αναφορά για τον Πρωθυπουργό Δευτέρα, Τετάρτη, Παρασκευή. 3:30–4:00 το πρωί κοιμάμαι. Γιατί το λέω; Για να περηφανευτώ για αυτό; Οχι, δεν το λέω για αυτό. Το λέω για να δείξω ότι από όλους μας, ακόμη και από εμένα που μου έτυχε, απαιτείται μία παραπάνω θυσία» (μπλιαααχ!).
Σ’ αυτό μάλλον ατύχησε, όπως είχε ατυχήσει και με τους ανύπαρκτους στίχους του Ελύτη, που ψάρεψε από το Διαδίκτυο. Αυτά είναι καλά για θεοσεβούμενες γιαγιούλες που προσπαθούν να σώσουν την ψυχή τους, όχι για ανθρώπους που βάζουν το μυαλό τους να σκέπτεται και που κυνηγούν ολημερίς το μεροκάματο.
ΥΓ. Κάποια στιγμή που υπήρξε ερώτηση για τα «ορφανά» κρούσματα, ο Μαγιορκίνης, με το γνωστό ύφος «ακούτε τι σας λέω εγώ;», είπε: «Λοιπόν, η συζήτηση για τα “ορφανά“ κρούσματα είχε γίνει μέσα στο καλοκαίρι, όταν η επιδημία ήταν πολύ μικρή και είναι ένας τρόπος για να εκτιμήσεις το μέγεθος της επιδημίας ότι μεγαλώνει, ότι μπαίνει σε εκθετική αύξηση. Αυτό έχει περάσει προ πολλού». Αν αυτό δεν είναι ομολογία ανεξέλεγκτης διασποράς του ιού, τότε τι είναι; Κι αν η ανεξέλεγκτη διασπορά του ιού δεν επιβάλλει άμεσα λοκντάουν, τότε τι θα μπορούσε να τη σταματήσει; Τα ημίμετρα τύπου απαγόρευσης της νυχτερινής κυκλοφορίας, που σε όποια ευρωπαϊκή χώρα εφαρμόστηκαν (βλέπε Γαλλία, Ισπανία) αποδείχτηκαν εντελώς αναποτελεσματικά;