Αύριο είναι η «μεγάλη μέρα» για τους δύο μονομάχους των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής δημοσκοπήσεις, ο Μπάιντεν είναι μπροστά από τον Τραμπ κατά 7.2 ποσοστιαίες μονάδες, με την ιστοσελίδα RealClearPolitics να δίνει 51,1% στον Μπάιντεν και μόλις 43,9% στον Τραμπ. Σε τέσσερις Πολιτείες που το 2016 ο Τραμπ είχε κερδίσει οριακά, φαίνεται να έχει προβάδισμα τώρα ο Μπάιντεν, με 6,1% στο Μίτσιγκαν, 4% στην Πενσιλβάνια, 6% στο Γουινσκόνσιν και 0,7% στη Φλόριντα. Στην Αϊόβα, την κατεξοχήν ρεπουμπλικανική Πολιτεία, όπου ο Τραμπ σάρωσε ξεπερνώντας κατά 9,4 ποσοστιαίες μονάδες την Κλίντον το 2016, τώρα οι δημοσκοπήσεις τον δείχνουν μπροστά κατά μόλις επτά ποσοστιαίες μονάδες (δημοσκόπηση της Selzer & Co. of Des Moines) ή ακόμα πιο κάτω, μόλις 0,7% (όπως αναφέρει το RealClearPolitics).
Βέβαια, δεν είναι να δίνεις και μεγάλη βάση στις δημοσκοπήσεις. Το σοκ που υπέστη η Χίλαρι το 2016 δεν ήταν και λίγο. Αν και στις δημοσκοπήσεις προηγούνταν από δύο έως έξι ποσοστιαίες μονάδες (το RealClearPolitics της έδινε 2,1 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του Τραμπ), τελικά ο Τραμπ κέρδισε τις εκλογές. Αυτό έγινε όχι επειδή απέσπασε περισσότερες ψήφους, αλλά επειδή κατόρθωσε να κερδίσει περισσότερους εκλέκτορες, παρά το γεγονός ότι η Κλίντον προηγήθηκε κατά 2,1 ποσοστιαίες μονάδες σε ψήφους (48% έναντι 45.9% του Τραμπ)! Είναι κι αυτό ένα από τα παράδοξα του αμερικάνικου εκλογικού συστήματος.
Η διαφαινόμενη νίκη του Μπάιντεν δεν είναι κάτι περίεργο. Το σύνθημα του Τραμπ «να κάνουμε την Αμερική ξανά μεγάλη» καταρρέει εν μέσω όξυνσης της οικονομικής κρίσης στη χώρα και με την οργή του μαύρου πληθυσμού να ξεχειλίζει, πράγμα που καταγράφηκε από το ρεκόρ συμμετοχής στις αντιρατσιστικές διαδηλώσεις του περασμένου καλοκαιριού. Μην ξεχνάμε ότι η μεγάλη αποχή του μαύρου πληθυσμού στις εκλογές του 2016 έπαιξε το ρόλο της στη νίκη Τραμπ. Η κατηφόρα των Δημοκρατικών, παρά τις προσωπικές ικανότητες του Ομπάμα στον τομέα του «πολιτικού marketing», λόγω του «δημοκρατικού προφίλ» που διέθετε, είχε ξεκινήσει ήδη από τις ενδιάμεσες εκλογές για το Κογκρέσο, που έγιναν το 2014 (σημειώνοντας αρνητικό ρεκόρ συμμετοχής, μόλις 41,9%!). Ετσι, έφτασαν να χάσουν και τα δύο σώματα του Κογκρέσου (Βουλή των Αντιπροσώπων και Γερουσία)! Στις ενδιάμεσες εκλογές του Μάη του 2018, οι Δημοκρατικοί μπόρεσαν να ανακάμψουν και να ξανακερδίσουν τη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Από την άλλη, το «βαθύ κράτος» φαίνεται να μην αντέχει άλλο τον Τραμπ που σκέφτεται πρώτα ως καπιταλιστής και μετά ως πρόεδρος μιας ιμπεριαλιστικής χώρας. Τα τελευταία χτυπήματα με την φοροδιαφυγή αλλά και η αλλοπρόσαλη στάση του απέναντι στον κοροναϊό σίγουρα θα του κοστίσουν.
Κοντός ψαλμός αλληλούια, που λέει και το ρητό. Σε λίγο θα γνωρίζουμε αν ο Τραμπ θα πάρει πόδι για να συνεχίσει τις μπίζνες του ή αν θα κατορθώσει να βγει από το βάλτο.
Το μόνο που δε θα αλλάξει είναι η ουσία της αμερικάνικης πολιτικής, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Ο Μπάιντεν μπορεί να υποσχέθηκε ότι θα επαναχαράξει την «αμυντική» στραγητική των ΗΠΑ, ωστόσο αυτό δε θα επηρεάσει τον προϋπολογισμό των 741 δισ. δολαρίων που θα δοθούν στο στρατιωτικό τομέα! Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Μπάιντεν δεν έκρυψε την θέση του ότι η Ρωσία είναι η μεγαλύτερη απειλή στον τομέα της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ και η Κίνα ο μεγαλύτερος ανταγωνιστής, ενώ καταφέρθηκε και κατά του Ιράν και της Βόρειας Κορέας.
Από το περασμένο καλοκαίρι ο Μπάιντεν ξεκαθάρισε ότι δεν υποστηρίζει το αίτημα των διαδηλωτών για αποχρηματοδότηση της αστυνομίας (defund the police), αλλά υποσχέθηκε «μεταρρυθμίσεις» και περεταίρω «εκπαίδευση» των μπάτσων που σκοτώνουν αβέρτα και λογαριασμό δε δίνουν. Τι μένει; Απλά, η αλλαγή στιλ για μία ακόμα φορά. Από τον απρόβλεπτο θεατρίνο Τραμπ θα περάσουμε στον «σοβαρό» και «δημοκράτη» Μπάιντεν. Κι οι δυό τους «σκίζονται» για τα συμφέροντα της ιμπεριαλιστικής Αμερικής.