Σε συνέντευξη Τύπου, που έδωσε την προηγούμενη εβδομάδα ο πρεσβευτής του Ισραήλ στην Αθήνα, δήλωσε ότι η χώρα του βρίσκεται σε άμυνα στο λιβανικό μέτωπο, διότι πριν από έξι χρόνια ο ισραηλινός στρατός αποχώρησε από το Λίβανο και αποσύρθηκε σε διεθνώς αναγνωρισμένα σύνορα, απελευθέρωσε όλους τους κρατούμενους της Χεζμπολά και δεν προκάλεσε κανένα επεισόδιο στην περιοχή. Επομένως, από την άποψη του διεθνούς δικαίου το Ισραήλ βρίσκεται εν δικαίω και αυτό του το δίκαιο υπερασπίζεται με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις ενάντια στο Λίβανο. Την άποψη αυτή του Ισραήλ συμμερίζεται και η λεγόμενη «διεθνής κοινότητα», η οποία επικρίνει το Ισραήλ μόνο για υπερβολική χρήση στρατιωτικής βίας και όχι για τη χρήση βίας αυτή καθεαυτή, την οποία θεωρεί δικαιολογημένη. Οι πιο προκλητικοί της «διεθνούς κοινότητας» μιλούν πιο απροκάλυπτα. Για παράδειγμα, ο αμερικανός πρέσβευτής στον ΟΗΕ Τζον Μπόλτον, όταν τέθηκε το ζήτημα στο Συμβούλιο Ασφάλειας, δήλωσε: «Ολες οι απώλειες αμάχων είναι θλιβερές, αλλά δε μπορούν οι απώλειες από την αυτοάμυνα του Ισραήλ να συμψηφίζονται με τα θύματα των τρομοκρατικών επιθέσεων της Χεζμπολά».
Η ηγεσία της Χεζμπολά δε μπήκε σε καμιά συζήτηση περί διεθνούς δικαίου. Δεν αναζήτησε προφάσεις στην πολιτική του Ισραήλ έναντι του Λιβάνου. Αν έψαχνε, σίγουρα θα έβρισκε και θα μπορούσε και αυτή να μιλά για το δικαίωμα αυτοάμυνας. Γιατί βέβαια το Ισραήλ δεν έγινε ξαφνικά φιλειρηνικό κράτος και τα σύνορα στα οποία αναγκάστηκε να υποχωρήσει, ύστερα από σκληρό ένοπλο αντιστασιακό αγώνα που έδωσε η Χεζμπολά (στρατολογώντας και τη νεότερη γενιά των Παλαιστίνιων προσφύγων του Λιβάνου), περιλαμβάνουν και λιβανικά εδάφη. Η ηγεσία της Χεζμπολά μίλησε με τη γλώσσα της πολιτικής και όχι κρατώντας τη μεζούρα του διεθνούς δικαίου. Είπε ότι η καταδρομική επιχείρηση των ανταρτών της, που άφησαν πίσω τους επτά νεκρούς και δύο τραυματίες, ενώ πήραν και δύο αιχμαλώτους, έγινε σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τον Παλαιστινιακό λαό, ο οποίος δεχόταν μια ακόμα βάρβαρη σιωνιστική επίθεση στη Γάζα. Η ηγεσία της Χεζμπολά δεν είχε κανένα πρόβλημα να παραδεχτεί ότι άρχισε έναν πόλεμο, επιτιθέμενη αυτή πρώτη στο σιωνιστικό στρατό. Από την άποψη αυτή, η πολιτικοθρησκευτική ηγεσία της Χεζμπολά, που δεν έχει καμιά σχέση με το μαρξισμό, συμπεριφέρεται πολύ πιο μαρξιστικά από πολλούς (κατά δήλωσή τους) μαρξιστές εδώ στη Δύση, που κρύβονται πίσω από γενικές διακηρύξεις περί διεθνούς δικαίου, κρίνοντας με βάση το κριτήριο του ποιος επιτέθηκε πρώτος.
Ο πασιφισμός έχει κάνει μεγάλη ζημιά στα κινήματα της Δύσης. Ιδεολογικοπολιτικά βολεύονται με τις καταγγελίες εναντίον των ιμπεριαλιστών που πραγματοποιούν επεμβάσεις σε διάφορα σημεία του πλανήτη. Επειδή αυτός είναι ο κανόνας, δηλαδή οι ιμπεριαλιστές να πραγματοποιούν επεμβάσεις, τις περισσότερες φορές αυτά τα κινήματα καλύπτονται με τα πασιφιστικά συνθήματα. Τα δύσκολα αρχίζουν όταν ο κανόνας αντιστρέφεται. Οταν οι ιμπεριαλιστές δέχονται την επίθεση και μάλιστα όπου και όταν δεν το περιμένουν. Σε περιπτώσεις όπως οι επιθέσεις της Αλ-Κάιντα στη Νέα Υόρκη, τη Μαδρίτη, το Λονδίνο, όπου οι στόχοι δεν ήταν στρατιωτικοί, η πλειοψηφία αυτών των «μαρξιστών» δεν είχε κανένα πρόβλημα να βγει και να καταγγείλει τις «δολοφονίες αθώων». Στις πολλές περιπτώσεις επιθέσεων αυτοκτονίας Παλαιστίνιων στην καρδιά ισραηλινών πόλεων, με στόχους και πάλι αμάχους, η καταγγελία δεν έγινε φωναχτά αλλά ψιθυριστά. Βλέπετε, δεν είναι καθόλου εύκολο να βγεις και να καταγγείλεις από πασιφιστικές θέσεις τα μαχητικά ένοπλα τμήματα ενός λαού που εδώ και μισό αιώνα υφίσταται τα πάνδεινα και δεν του έχει μείνει άλλη επιλογή εκτός από το να μετατρέψει τα παιδιά του σε βόμβες. Η αμηχανία αφορά κυρίως τους «μαρξιστές» της Ελλάδας, λόγω των παραδοσιακών δεσμών που υπάρχουν με τον Παλαιστινιακό λαό. Οι «μαρξιστές» στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ δεν είχαν κανένα πρόβλημα να καταγγείλουν και τις επιθέσεις αυτοκτονίας των Παλαιστίνιων.
Και τώρα με την επίθεση της Χεζμπολά και το άνοιγμα του δεύτερου μετώπου στο Λίβανο; Η ίδια αμηχανία. Προσπερνούν το ζήτημα, καταγγέλλοντας τους βομβαρδισμούς κατά αμάχων που κάνει το Ισραήλ. Και οι καταγγελίες παίρνουν καθαρά πασιφιστικό χρώμα. Λες και δεν ήταν βέβαιο ότι η αναμφισβήτητη υπεροπλία του Ισραήλ θα προκαλούσε περισσότερα θύματα στην παλαιστινιακή και λιβανέζικη πλευρά.
Και όμως, στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε ένα κλασικό παράδειγμα επιβεβαίωσης της μαρξιστικής θέσης για τους πολέμους και τα κριτήρια χαρακτηρισμού τους. Οι πόλεμοι δεν χωρίζονται σε επιθετικούς και αμυντικούς, το κριτήριο δεν είναι ποιος άρχισε πρώτος και απάντησε ούτε σε ποιον τόπο βρίσκονται τα στρατεύματα. Οι πόλεμοι χωρίζονται σε δίκαιους και άδικους. Και κριτήριο για να χαρακτηρίσουμε έναν πόλεμο είναι να βρούμε την πολιτική που συνεχίζει κάθε εμπόλεμο μέρος, σύμφωνα με τη γνωστή και χιλιοεπιβεβαιωμένη φράση του Κλάουζεβιτς: «ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με βίαια μέσα».
Από την άποψη αυτή, δεν έχουμε να πούμε και πολλά πράγματα. Η πολιτική του Ισραήλ εδώ και περίπου 60 χρόνια είναι γνωστή: εκδίωξε τους Παλαιστίνιους από τις εστίες τους, επέβαλε ένα σκληρό καθεστώς κατοχής, μετατράπηκε σε κράτος χωροφύλακα, ακολουθεί σταθερά μια πολιτική γενοκτονίας σε βάρος του Παλαιστινιακού λαού. Η ίδια η ύπαρξη του κράτους του Ισραήλ είναι μια άδικη πράξη. Και κάθε πράξη αντίστασης απέναντι σ’ αυτό το κράτος και την πολιτική του, με οποιοδήποτε πολεμικό μέσο, συνιστά μια δίκαιη, απελευθερωτική πολεμική πράξη.
Κάθε πράξη; Εδώ αρχίζουν και πάλι τα δύσκολα. Εδώ αρχίζει να δουλεύει το σαράκι του πασιφισμού και ο οπορτουνισμός των «ρεαλιστικών» λύσεων που θα «διασφαλίζουν μια ειρηνική εξέλιξη». Οι ίδιοι οι Παλαιστίνιοι έχουν απαντήσει σ’ αυτές τις «νουθεσίες» με ένα σύνθημα που συμπυκνώνει μια ολόκληρη πολιτική: Δεν υπάρχει ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη. Πράγματι, οποιαδήποτε ειρήνη που δε θα εξασφαλίζει τα δίκαια εθνικά αιτήματα των Παλαιστίνιων (το δικαίωμα να δημιουργήσουν ένα ανεξάρτητο κράτος στα εδάφη που κατοικούν από αιώνες και το δικαίωμα επιστροφής των εκατομμυρίων προσφύγων, που έχουν διασκορπιστεί στις αραβικές χώρες) θα είναι μια άδικη ειρήνη. Αυτό δεν το θέλουν οι Παλαιστίνιοι και το δείχνουν με την πράξη τους. Και ουδείς δικαιούται να τους υποδείξει να επιλέξουν μια ντροπιαστική ειρήνη, μια ειρήνη σκλαβιάς και κατοχής.
Οι αγωνιστές της Χεζμπολά, με την επίθεσή τους ενάντια στο σιωνιστικό κράτος, διεξάγουν ένα δίκαιο, έναν απελευθερωτικό, έναν επαναστατικό πόλεμο αλληλεγγύης στους Παλαιστίνιους αδερφούς τους. Ανασταίνουν έτσι τις πιο ένδοξες σελίδες της παγκόσμιας ιστορίας των επαναστατικών κινημάτων. Και γι’ αυτό αξίζουν δυο φορές την εκτίμηση, το σεβασμό και την αλληλεγγύη μας. Αυτή η αλληλεγγύη, εκφρασμένη με κάθε τρόπο, θα τους δώσει τη δύναμη να συνεχίσουν τον επαναστατικό τους πόλεμο και να αναγκάσουν τους Σιωνιστές να ζητήσουν συμβιβασμό. Αν δεν το καταφέρουν, η ντροπή θα είναι δική μας και όχι δική τους. Γιατί αυτοί κάνουν ήδη το μέγιστο.
Πέτρος Γιώτης