Η 24η αυτοκτονία στη France Telecom έσπασε το πέπλο της σιωπής. Ηρθε, βλέπετε, λίγο μετά την 23η, συνοδεύτηκε από σκληρά καταγγελτική επιστολή του αυτόχειρα και δε μπορούσε να περάσει στο ντούκου. Ο Σαρκοζί διέταξε τον αρχιμάνατζερ της FT να πάει να συζητήσει με τους εργάτες, αυτός συμφώνησε με τα κεντρικά συνδικάτα κάποιες τάχαμου αλλαγές, τα συνδικάτα της εταιρίας διαφώνησαν, οι εργαζόμενοι γιουχάισαν τον αρχιμάνατζερ και… αυτό ήταν.
Η δημόσια συζήτηση χαρακτηρίζεται από αμηχανία. Συζητούν για το ένα ή το άλλο μέτρο που έχει πάρει η εταιρία, κάνοντας δύσκολη τη ζωή των εργαζόμενων, κανείς όμως δεν τολμά να θέσει το κρίσιμο ερώτημα: γιατί τόσες αυτοκτονίες εργαζόμενων σε μια συγκεκριμένη εταιρία; Μόνο σ’ αυτή την εταιρία είναι μεσαιωνικές οι συνθήκες εργασίας ή μόνο σ’ αυτή την εταιρία βρέθηκαν τόσοι ευαίσθητοι εργαζόμενοι;
Οταν πριν μερικά χρόνια έκαναν την εμφάνισή τους οι επιθέσεις αυτοκτονίας ως μέθοδος αγώνα σε απελευθερωτικά κινήματα της Ανατολής, έδιναν και έπαιρναν οι αναλύσεις της δεκάρας, σύμφωνα με τις οποίες αυτή η μορφή αγώνα ήταν αποτέλεσμα θρησκευτικού φανατισμού. Οι βομβιστές αυτοκτονίες δεν είχαν κανένα πρόβλημα να το κάνουν, διότι είχαν πειστεί από τους μουλάδες πως θα πάνε στον παράδεισο με τα ουρί και τα πιλάφια. Οταν αυτή η μέθοδος υιοθετήθηκε και από κοσμικές οργανώσεις, ακόμα και από αθεϊστικές οργανώσεις, όπως το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, απαξίωσαν ν’ αλλάξουν τις αναλύσεις τους. Αυτές παρέμειναν στο πλαίσιο μιας φτηνιάρικης δυτικής προπαγάνδας.
Και όμως –τηρουμένων των αναλογιών– ίδιος είναι ο πυρήνας της συμπεριφοράς των αυτόχειρων της FT. Τα καταγγελτικά σημειώματα που αφήνουν δείχνουν πως επιλέγουν αυτή την ύστατη μορφή αγώνα, σε μια προσπάθεια ν’ αλλάξουν τα πράγματα. Οχι για τους εαυτούς τους, αλλά για τους συναδέλφους τους που μένουν πίσω.
Είναι πολλοί αυτοί που θα πουν ότι η αυτοκτονία δεν είναι μέθοδος συνδικαλιστικού αγώνα. Τα αποφθέγματα είναι εύκολα, όμως έτσι δεν καθαρίζεις με μια πολυσύνθετη πραγματικότητα. Το γαλλικό εργατικό κίνημα έχει να επιδείξει αρκετές πρωτότυπες μορφές αγώνα, όπως οι ομηρίες στελεχών επιχειρήσεων και η απειλή σαμποτάζ. Αυτές οι σκληρές μορφές αγώνα δεν γενικεύτηκαν. Οι εργαζόμενοι δεν αντιδρούν μαζικά και μαχητικά στις συνέπειες της κρίσης. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία εξακολουθεί να παίζει τον υπονομευτικό της ρόλο. Σκληρές μορφές αγώνα είτε οδηγήθηκαν σε συμβιβασμό είτε χρησιμοποιήθηκαν για να γίνει διαπραγμάτευση επί του ύψους των απολύσεων. Οι εργοστασιακοί εργάτες που χρησιμοποίησαν αυτές τις μορφές αγώνα είναι λογικό να αισθάνονται σαν μαχητές ενός αποσπάσματος που δίνει μια μάχη οπισθοφυλακών, χωρίς ελπίδα να την κερδίσει, αφού δεν έχει εφεδρείες, δεν έχει στήριξη.
Πώς να μη βαρύνει αυτό το κλίμα στη συνείδηση των εργαζόμενων της FT, που αισθάνθηκαν την ανάγκη ν’ αντιδράσουν στο μεσαιωνικό καθεστώς εργασίας που τους επέβαλε η εταιρία; Οταν απουσιάζει η μαζική αντίσταση, όταν τα συνδικάτα απλώς φλυαρούν και στην πράξη υπονομεύουν κάθε προοπτική αγώνα, γιατί να μη δημιουργηθεί μια νέα μορφή ατομικής πάλης, με αυτά τα χαρακτηριστικά; Αν ήταν ένας, άντε δυο, τρεις οι αυτόχειρες, μπορούσαν να βρεθούν φτηνές δικαιολογίες. Οταν είναι 24, τότε μόνο ως ατομική μορφή αντίστασης, σ’ ένα κλίμα ταξικών αδιεξόδων, μπορεί να ερμηνευτεί αυτό το φαινόμενο. Το μήνυμα των νεκρών εργαζόμενων δεν στέλνεται προς τους αστούς. Προς τους συναδέλφους τους που εξακολουθούν να φυτοζωούν μη αντιστεκόμενοι στέλνεται. Είναι κάλεσμα εξέγερσης για όλα αυτά που έχασαν και εξακολουθούν να χάνουν.
Π.Γ.