Σε έναν ογκώδη τόμο σχεδόν χιλίων σελίδων (Η ύβρις της ανισότητας μέσα από την παγκόσμια ιστορία, Εντός, 2020), ο Γιάννης Λομβαρδάς, έχοντας ήδη στο ενεργητικό του ένα τεράστιο επιστημονικό συγγραφικό έργο στον ιδιαίτερο επαγγελματικό του τομέα (Οδοντιατρική), μάς παραδίδει μια συνοπτική Ιστορία της Ανθρωπότητας, ξεκινώντας από από την προϊστορία και τις απαρχές της Iστορίας και φτάνοντας μέχρι τις μέρες μας. Από τον τίτλο ακόμα αντιλαμβάνεται κανείς ότι τον συγγραφέα απασχολεί η οικονομική και κοινωνική ανισότητα, την οποία προσφυώς χαρακτηρίζει ύβριν. Οχι προς τους θεούς αλλά προς το ίδιο το ανθρώπινο είδος ως τμήμα της φύσης.
«Η οικονομική ανισότητα και γενικά τα χαρακτηριστικά της ανθρώπινης βαρβαρότητας δεν είναι γραμμένα στον γενετικό μας κώδικα με τη μορφή κάποιων ιδιαίτερων γονιδίων», αποφαίνεται από τον πρόλογο ήδη ο Λομβαρδάς, «αποκαλύπτοντας» το δικό του ερευνητικό εργαλείο που είναι ο διαλεκτικός και ιστορικός υλισμός.
Ετσι, η Ιστορία «ξεκλειδώνεται» με μια ολιστική προσέγγιση του ανθρώπου και ταυτόχρονα με την επιβεβλημένη αλληλουχία και αλληλεξάρτηση των γεγονότων, που έχουν ως στέρεα ερμηνευτική τους βάση την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και τις σχέσεις παραγωγής όπως διαμορφώνονται στο διάβα των αιώνων. Στην ελληνική τουλάχιστον γλώσσα δεν νομίζουμε ότι υπάρχει αντίστοιχο εγχειρίδιο.
Το βιβλίο, που ξεκινά από την προϊστορία, αναπτύσσεται σε δεκαοκτώ κεφάλαια.
Ο συγγραφέας φαίνεται πως είναι βαθύς γνώστης των αρχών της βιολογίας, γι’ αυτό και κάνει κατ’ αρχάς αναφορά στον Δαρβίνο και την ανακάλυψη του DNA, αμφισβητώντας την ατομικιστική φύση του ανθρώπου. Οι ανθρωπίδες έγιναν άνθρωποι, όχι μόνον όταν απέκτησαν όρθια στάση, δίποδη βάδιση και χρήση των άνω άκρων, αλλά «από τη στιγμή που άρχισαν να ζουν και να υφίστανται τις επιδράσεις της ανθρώπινης κοινωνίας, τις επιδράσεις των σχέσεων τους με τους άλλους ανθρώπους». Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι εξελίχτηκαν όταν άρχισαν να συνεργάζονται.
Oλα τα αρχικά κεφάλαια του βιβλίου, που όπως είπαμε ξεκινούν από την πρωτόγονη κοινωνία, αναλύουν τη μητριαρχική περίοδο της Ιστορίας, διατρέχουν τις πρώτες αποικιακές μετακινήσεις των νομαδικών λαών, και φτάνουν στην αρχαία Ελλάδα, παρουσιάζοντας εμπεριστατωμένα και με πλήθος αποδεικτικών ιστορικών στοιχείων όλη αυτή τη δουλοκτητική περίοδο και το σύστημα εξουσίας και διακυβέρνησης. Λεπτομερής αναφορά (κόλαφος στον νεοελληνικό εθνικισμό) γίνεται στη Μακεδονική Δυναστεία και τα πεπραγμένα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Στοιχεία του δουλοκτητικού σταδίου της ανθρωπότητας από διάφορες περιοχές του πλανήτη, όπως η Αίγυπτος, η Μεσοποταμία, η Λατινική Αμερική, η Κίνα κ.ά., παρατίθενται επίσης στο έκτο κεφάλαιο του βιβλίου.
Ακολούθως, ανατέμνεται πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και ταξικά η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οι ανταγωνισμοί, οι πόλεμοι και οι εμφύλιοι, σε συνδυασμό με την αναποτελεσματικότητα πλέον της δουλοκτησίας, οδήγησαν στον εκφυλισμό της Ρωμαϊκής Aυτοκρατορίας και στη σταδιακή ανάδυση του ανατολικού τμήματός της, αυτού που πάρα πολύ αργότερα, μετά τον 16ο αιώνα, ονομάστηκε Βυζάντιο.
Στο κεφάλαιο αυτό κατακρημνίζεται κάθε εθνικιστικό αφήγημα που εκτράφηκε και συνεχίζει να τροφοδοτεί τη δήθεν συνέχεια του ελληνικού έθνους από τους αρχαίους χρόνους μέχρι τις μέρες μας, μέσω της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Κατ’ αρχάς, οι ίδιοι οι αυτοκράτορες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας δεν ονόμασαν ποτέ τους εαυτούς τους βυζαντινούς. Ο επίσημος τίτλος των βυζαντινών αυτοκρατόρων, μέχρι το τέλος της αυτοκρατορίας το 1453, ήταν «Πιστός εν Χριστώ τω θεώ βασιλεύς και αυτοκράτωρ Ρωμαίων». Ακόμη και σήμερα, ο οικουμενικός πατριάρχης των ορθοδόξων, που στα χρόνια του Βυζαντίου θεωρούνταν ισάξιος του αυτοκράτορα, έχει τον τίτλο του επισκόπου της Νέας Ρώμης και όχι του επισκόπου της Κωνσταντινούπολης. Από το «Ρωμαίος» προήλθε και ο προσδιορισμός Ρωμιός, με τον οποίο χαρακτηρίζονταν οι χριστιανικοί πληθυσμοί κατά την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο χαρακτηρισμός αυτός διατηρήθηκε για τους Ελληνες μέχρι την ίδρυση του σύγχρονου ελληνικού κράτους, οπότε και αντικαταστάθηκε από τον όρο «Ελληνας».
Ο βίαιος εκχριστιανισμός του Βυζαντίου, αρχόμενος από την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου, με αποκορύφωμα τις αγριότητες του Μεγάλου Θεοδοσίου, κατέστησε τον Χριστιανισμό από θρησκεία των καταπιεσμένων σε πανίσχυρη -ισάξια με την κοσμική- εξουσία και παράλληλα σε μέσο χειραγώγησης και υποδούλωσης των ετερόκλητων πληθυσμών της αχανούς αυτοκρατορίας. Ταυτόχρονα, με τον πόλεμο κατά των αιρέσεων (μερικές από τις οποίες είχαν αντιεξουσιαστικό και αντιφεουδαρχικό χαρακτήρα), διώχτηκε με σκληρότητα κάθε στοιχείο του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, ο οποίος ταυτίστηκε με την ειδωλολατρία. Μέχρι και η λέξη «Ελληνας» απαγορεύτηκε. Ετσι, κύρια συμβολή του Βυζαντίου στην ανάπτυξη του πολιτισμού υπήρξε, κατά το τέλος της κυριαρχίας του, η ανάδειξη της ελληνικής κλασσικής γραμματείας από λόγιους όπως οι Χρυσολωράς, Πλήθων κ.ά., οι οποίοι συνέβαλαν στην ευρωπαϊκή αναγέννηση.
Εξαιρετικά αναλύεται στο ένατο κεφάλαιο το φεουδαρχικό σύστημα. Τα προκλητικά προνόμια της φεουδαρχικής αριστοκρατίας και του κλήρου οδήγησαν σε σποραδικές αγροτικές εξεγέρσεις ιδιαίτερα κατά τον ύστερο μεσαίωνα. Αποκορύφωμα αυτών των εξεγέρσεων υπήρξε ο πόλεμος των χωρικών το 1525 στη Γερμανία, που ενδύθηκε το θρησκευτικό μανδύα αλλά είχε καθαρά κοινωνικά και ανατρεπτικά αιτήματα και αποτέλεσε τον προάγγελο των μεγάλων ευρωπαϊκών επαναστάσεων. Οι ηγέτες της επανάστασης Sebastin Lotzer και Thomas Muntzer δεν κατάφεραν να την οδηγήσουν σε νίκη. Ο Muntzer βασανίστηκε και αποκεφαλίστηκε δημοσίως και το λουτρό αίματος που ακολούθησε κόστισε τη ζωή σε 100.000 περίπου χωρικούς. Η άγρια καταστολή έφερε μια υποταγή που διήρκεσε σχεδόν διακόσια χρόνια και διακοπτόταν μόνο από μικρά εξεγερτικά επεισόδια.
Στα δυο επόμενα κεφάλαια περιγράφονται τα απολυταρχικά μοναρχικά κράτη της Ευρώπης, οι οικονομικοί όροι που έφεραν σταδιακά τον καπιταλισμό και φυσικά η επανάσταση του 1648 στην Αγγλία και η Μεγάλη Γαλλική Επανάσταση του 1789.
Ειδικά στη Γαλλία, στο φόντο των αναδυόμενων με ορμή φυσικών επιστημών, μια σειρά από εξαιρετικούς διανοούμενους, όπως οι Βολταίρος, Μοντεσκιέ, Ντιντερό, Ντ’ Αλαμπέρ και Ζαν Ζακ Ρουσό (χωρίς να παραβλεφθούν τεράστιες προσωπικότητες άλλων εθνικοτήτων, όπως ο Γαλιλαίος, ο Μπέικον, ο Νεύτωνας ή ο Σπινόζα), δημιούργησαν το Κίνημα του Διαφωτισμού και συνέβαλαν καθοριστικά με τις ιδέες τους στο ξέσπασμα της επανάστασης που συγκλόνισε την Ευρώπη.
Η καρατόμηση του Καρόλου της Αγγλίας το 1649 και του Λουδοβίκου ΙΣΤ’ της Γαλλίας το 1793 αποτέλεσαν πρωτοφανή γεγονότα που σηματοδότησαν με τον τρόπο τους το πέρασμα στη βιομηχανική επανάσταση και τον καπιταλισμό.
Πέρα από το ρόλο του λαϊκού στοιχείου, τονίζεται ο ρόλος του μεγαλύτερου ηγέτη της Γαλλικής Επανάστασης, του Ροβεσπιέρου, αλλά και των Σαιντ Ζιστ, Μαρά, Κουτόν κ.ά., όπως και των μετέπειτα Γράκχου Μπαμπέφ και Μπουοναρότι, που για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία νομιμοποίησαν θεωρητικά, ηθικά και πρακτικά την έννοια της πολιτικής τρομοκρατίας ως το έσχατο και επιβεβλημένο μέσο πάλης απέναντι στην κανιβαλική βαρβαρότητα των κυρίαρχων που στραγγάλιζαν και εξακολουθούν να στραγγαλίζουν τους λαούς. Η αντεπανάσταση των αστών θερμιδοριανών, που παγιώθηκε μετά το 1795, εξοβέλισε σχεδόν από την επίσημη ιστορία τους Ροβεσπιέρο, Μπαμπέφ, καθώς και το λαϊκό πνεύμα αυτής της επανάστασης, που κατάφερε μεν να αντικαταστήσει τη φεουδαρχία με την αστική κυριαρχία, όμως στους στόχους της υπήρξαν όλα τα κοινωνικο-απελευθερωτικά αιτήματα της εποχής.
Είναι φυσικό, το δωδέκατο κεφάλαιο, στο οποίο αναπτύσσεται η βιομηχανική επανάσταση και η επικράτηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, να καταλαμβάνει μεγάλη έκταση. Η ανθρώπινη ιστορία αρχίζει να βαδίζει με ολοένα και πιο γοργά βήματα. Πρώτη η Αγγλία, με τη βίαιη αρπαγή της γης από τους νεο-ευγενείς, την ορμητική ανάπτυξη της κλωστοϋφαντουργίας και την ανελέητη εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και της παιδικής εργασίας, εδραίωσε το καπιταλιστικό σύστημα που απλώθηκε με ταχύτητα σε όλη την οικουμένη. Η κυριαρχία στις θάλασσες, το δουλεμπόριο, αλλά και η εφεύρεση των εκκοκιστηρίων, των παραγωγικότατων κλωστικών μηχανών, της ατμομηχανής που αντικατέστησε την υδραυλική δύναμη, της ηλεκτρογεννήτριας κτλ, όλα αυτά έδωσαν τρομακτική ώθηση στην ανάπτυξη όλων των βιομηχανικών κλάδων και των οδικών δικτύων. Παράλληλα, ο τραπεζικός τομέας, τα χρηματιστήρια, οι ανώνυμες εταιρίες χρηματοδότησαν τεράστια έργα που οδήγησαν στην εκρηκτική αύξηση των κερδών της αστικής τάξης και το πέρασμα στο μονοπωλιακό καπιταλισμό.
Ομως, οι νέες σχέσεις παραγωγής οδήγησαν και στη γιγάντωση της εργατικής τάξης. Το 1842 πραγματοποιήθηκε η πρώτη μεγάλη απεργία στην Αγγλία, που πνίγηκε στο αίμα. Με τη λαϊκή εξέγερση στο Παρίσι το 1848 και κυρίως με την Παρισινή Κομμούνα το 1871, η εργατική τάξη εισβάλλει δυναμικά στο προσκήνιο της Ιστορίας. Ηδη οι στόχοι της διακηρύχτηκαν με το αθάνατο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» των Μαρξ και Ενγκελς, που δημοσιεύτηκε στο Λονδίνο στις 21 Φλεβάρη του 1848. Εκατόν εβδομήντα δύο χρόνια μετά, το μνημειώδες αυτό έργο δεν έχει χάσει τίποτα από την αξία της ανάλυσης της καπιταλιστικής πραγματικότητας, που έκανε, και της επαναστατικής προοπτικής που έδωσε στην εργατική τάξη.
Οι αναφορές που γίνονται στο ίδιο κεφάλαιο στην αποικιοκρατία, στον πόλεμο της Ανεξαρτησίας, στον αμερικανικό εμφύλιο, το αμερικανικό εργατικό κίνημα, μέχρι την ταχύτατη είσοδο της Αμερικής στο κλαμπ των ιμπεριαλιστικών χωρών, δε θα είχαν ιδιαίτερη αξία, αν μέσω της εκτενούς παράθεσης των ιστορικών γεγονότων δεν αποδομούνταν η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας, το Αμερικανικό Σύνταγμα, ο θρίαμβος επί των ιθαγενών κατοίκων, η καταπάτηση των δικαιωμάτων των αφρικανών δούλων μετά τη νίκη των Βορείων, η συντριβή του εργατικού κινήματος από τους ένοπλους ιδιωτικούς στρατούς των καπιταλιστών και οι «απελευθερωτικοί» πόλεμοι των Ηνωμένων Πολιτειών.
«Ηδη από το 1890 καταγγέλλονταν ότι η χώρα ανήκε στην Γουόλ Στριτ και ότι 30 άνθρωποι κατείχαν πλούτο 1.500.000.000 δολαρίων ενώ υπήρχαν μισό εκατ. άνεργοι» (σελ. 548). Η εκρηκτική ανάπτυξη του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού οδήγησε σε μια τεράστια κρίση υπερπαραγωγής και νομοτελειακά στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι απίστευτες φρικαλεότητες αυτού του πολέμου, που από το 1887 προέβλεψε ο Ενγκελς, άλλαξαν ταχύτατα το παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό. Η υπεράσπιση των πατρίδων του κεφαλαίου οδήγησε στη χρεοκοπία της Δεύτερης Διεθνούς, στην ανακατανομή του πλούτου μεταξύ των νικητριών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, αλλά και στο θρίαμβο του μπολσεβικισμού και της Μεγάλης Οκτωβριανής Επανάστασης.
O συγγραφέας, πιστός στο όλο πνεύμα του βιβλίου, αναλύει και εδώ με επάρκεια τις «δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο», τον τιτάνιο αγώνα των εργατών και καταπιεσμένων που για πρώτη φορά στην ιστορία πήραν την εξουσία, να την κρατήσουν απέναντι στην αντεπανάσταση και την ξένη επέμβαση, φτάνοντας μέχρι την απαρχή της σοσιαλιστικής οικοδόμησης που υλοποίησε το στόχο που αρχικά ο Λένιν και μετέπειτα ο Στάλιν, το 1931, έθεσε: Μέσα σε δέκα χρόνια η Σοβιετική Ενωση κάλυψε την κατά 50-100 χρόνια καθυστέρησή της από τις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες.
Στο δέκατο πέμπτο κεφάλαιο ο συγγραφέας, μέσα από την ανάλυση των συνθηκών που οδήγησαν στο μεγαλύτερο γεγονός μετά την επανάσταση των χωρικών τον 16ο αιώνα, στη σοσιαλιστική επανάσταση στη Γερμανία το 1918, την προδοσία της από τους σοσιαλδημοκράτες, την ήττα της, τη δολοφονία των ηγετών της Κ. Λίμπνεχτ και Ρ. Λούξεμπουργκ και την εξόντωση 15.000 τουλάχιστον κομμουνιστών, φτάνει στην άνοδο και την επικράτηση του φασισμού στην Ευρώπη. Το διεθνές κεφάλαιο, τρομοκρατημένο απέναντι στη συνεχή άνοδο του κομμουνιστικού κινήματος στην Γερμανία, αλλά και σε πολλές άλλες χώρες, χρηματοδότησε με ένα πακτωλό χρημάτων την ενίσχυση των ναζί στην Γερμανία. Οχι μόνο οι Τίσσεν, Κρουπ, Ζίμενς κ.ά. αλλά και οι Ροκφέλερ, Ντιπόν, Μόργκαν, μέχρι τον προπάππο του Μπους, ενίσχυσαν τους ναζί. Ταυτόχρονα, η παρελκυστική τακτική των Αγγλογάλλων και των υπόλοιπων δυτικών δυνάμεων, που αρνούνταν ένα σύμφωνο αμυντικής συνεργασίας με τη Σοβιετική Ενωση και ποντάρισαν στην πολεμική αλληλοεξουδετέρωση της με τη Γερμανία, έγειρε την πλάστιγγα του ισπανικού εμφυλίου υπέρ του Φράνκο και οδήγησε στα τουλάχιστον 40 εκατ. νεκρούς του Β’ παγκοσμίου πολέμου ( βλ. αναλυτικά τον πόλεμο στο 16ο κεφάλαιο). Ο ευφυής διπλωματικός ελιγμός του συμφώνου Ρίμπεντροπ-Μολότοφ και η ισχυροποίηση του μετώπου μέσα στην Σοβιετική Ενωση, με την εκκαθάριση της εσωτερικής αντιπολίτευσης (βλ. Δίκες της Μόσχας), πίσω από την οποία είχε συνασπιστεί όλη η διεθνής αντίδραση, οδήγησε τους Σοβιετικούς, μετά από τέσσερα χρόνια απίστευτης αντίστασης και μαχών, στα πρόθυρα του Βερολίνου και ανάγκασε τους Δυτικούς, πριν από σχεδόν δέκα μήνες, να ανοίξουν επιτέλους το Δεύτερο Μέτωπο ώστε να μη χάσουν κάθε δικαίωμα στις μεταπολεμικές εξελίξεις.
Τα δυο τελευταία κεφάλαια του βιβλίου εισάγουν τον αναγνώστη στη σύγχρονη εποχή, μέχρι τις μέρες μας. Οι ιμπεριαλιστές, όντας ήδη συνυπεύθυνοι με την τακτική τους για το ανθρωποσφαγείο του Β’ παγκοσμίου πολέμου, ανεξάρτητα από τα κέρδη που αποκόμισαν κάποιοι απ’ αυτούς, ιδιαίτερα οι Αμερικανοί, πλήρωσαν βαρύ τίμημα, χάνοντας την επιρροή τους σε πολλές χώρες και βλέποντας να φουντώνουν τα αντικαπιταλιστικά και αντιαποικιακά κινήματα. Και μόνον η απώλεια της Κίνας υπήρξε μεγάλο πλήγμα.
Αμέσως άρχισε ένας αγώνας ζωής και θανάτου με την κατακρεουργημένη Σοβιετική Ενωση, αυτό που αργότερα ονομάστηκε ψυχρός πόλεμος, για να περιοριστεί η κομμουνιστική επιρροή. Οι Δυτικοί αγκάλιασαν τους πρώην ναζί και η Αμερική άρχισε παντού τις επεμβάσεις και τα πραξικοπήματα. Ολα τα μέσα, φανερά και κρυφά, χρησιμοποιήθηκαν σ’ αυτόν τον πόλεμο. Ομως για την τελική επικράτηση του καπιταλισμού χρειάστηκε και η επικράτηση της εσωτερικής αντεπανάστασης στις σοσιαλιστικές χώρες, που πιστοποιήθηκε με το περιβόητο 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1956. Οι νόμοι που ψηφίστηκαν αρχικά για τον αγροτικό τομέα, τη διεύρυνση της χρηματικής κυκλοφορίας και κυρίως η αλλαγή του νόμου περί ιδιοκτησίας, νομιμοποίησαν τον ιδιωτικό πλούτο και οδήγησαν στην πλήρη παλινόρθωση του καπιταλισμού. Οι πλασματικοί προϋπολογισμοί, η τεράστια αύξηση των πολεμικών δαπανών κτλ. έπαιξαν το δικό τους ρόλο. Αρχικά η Σοβιετική Ενωση και μετέπειτα η Κίνα κατέληξαν να γίνουν οι μεγαλύτερες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις του καιρού μας μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η ανθρωπότητα βιώνει, όπως και άλλες φορές, ένα τεράστιο ιστορικό πισωγύρισμα. Ταυτόχρονα το σάπισμα του καπιταλισμού και οι ταξικές κινητήριες δυνάμεις την ωθούν αναπόδραστα σε μια νέα έφοδο στον ουρανό.
Η ανάλυση από τον συγγραφέα των τελευταίων δεκαετιών υστερεί σε βάθος και πληρότητα από την ανάλυση των προηγούμενων ιστορικών σταδίων. Ακόμα και η επιλογή των πηγών φανερώνει διείσδυση του υποκειμενισμού στην προσέγγιση, γεγονός που αδυνατίζει τα συμπεράσματα. Ως ένα βαθμό, αυτό είναι λογικό. Οχι γιατί η ίδια η Ιστορία δεν έχει αποτιμήσει ακόμα αρκετά τα πρόσφατα γεγονότα (δεν υπάρχει, άλλωστε, μια ενιαία ιστορική αποτίμηση για καμιά ιστορική περίοδο). Ούτε γιατί αυτά απαιτούν πρωταρχική, απαιτητική και δύσκολη έρευνα. Αλλά γιατί αυτή η έρευνα απαιτεί πρωτίστως συλλογική και στρατευμένη προσπάθεια, στηριγμένη από τη μια στη μελέτη των οικονομικών στοιχείων, των σχέσεων παραγωγής, του νομικού πλαισίου και ευρύτερων κοινωνικών δεδομένων, όπως αυτά διαμορφώθηκαν την περίοδο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης, και από την άλλη στη βαθιά μαρξιστική-λενινιστική γνώση και στην από άποψη αρχών τοποθέτηση επί όλων των κρίσιμων πολιτικών ζητημάτων.
Στο τέλος αυτής της παρουσίασης πρέπει να επισημανθούν τα εξής:
Το βιβλίο αυτό δεν εκδόθηκε για να εκδοθεί. Ούτε για να προστεθεί στο βιογραφικό του συγγραφέα. Αυτό που ξεκίνησε ως χρέος απέναντι στον εαυτό του και τους συμπολίτες του κατέληξε σε μια άκρως ευτυχή συνάντηση με την επιστημονική, ιστορική αλήθεια, όχι ουδέτερη αλλά από την πλευρά των καταπιεσμένων.
Ο όγκος των πληροφοριών και των πηγών που παρατίθενται αποδεικνύεται απαραίτητος για την κατανόηση, τεκμηρίωση και ερμηνεία της ιστορικής εξέλιξης.
Μέσα από το πανόραμα της Ιστορίας που ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια του, ο αναγνώστης αντικρίζει την αθέατη πλευρά της, αυτήν που με επιμέλεια κρύβει η επίσημη ιστοριογραφία. Αφουγκράζεται τον παλμό της -πολλές φορές σισύφειας- προσπάθειας των καταπιεσμένων για επιβίωση και κοινωνική απελευθέρωση και την πάντα μανιασμένη και εγκληματική προσπάθεια των κυρίαρχων τάξεων για επιβολή και διατήρηση της εξουσίας τους. Καταδύεται σ’ ένα χρησιμότατο, ευανάγνωστο και γλαφυρό κείμενο, αποκομίζοντας πολλαπλά κέρδη και κυρίως ένα: βαθύτερη συνειδητοποίηση της ταξικής του θέσης.
M.B.