«Δε θα μας ρίξουν για ένα κωλόσπιτο» είχε πει κάποτε ο Βαγγέλας ο Γιαννόπουλος, αναφερόμενος στη σκανδαλολογία του 1994 για τη «ροζ βίλα» των Ανδρέα Παπανδρέου – Δήμητρας Λιάνη στην οδό Αγράμπελης της Εκάλης. Ετρεχαν και δεν προλάβαιναν οι άνθρωποι του Παπανδρέου να κλείσουν την τρύπα στο «πόθεν έσχες». Και βρήκαν τη λύση του… δανεισμού από φίλους: 10 εκατ. δραχμές ο Παπούλιας, 20 εκατ. ο Γιωργάρας ο Κατσιφάρας, 30 εκατ. ο Αντώνης Λιβάνης, 20 εκατ. ο μεγαλογιατρός Λαμπρινόπουλος, 65 εκατ. ο Τζορτζ Χάλακ, ο λιβανέζος «αόρατος επίχειρηματίας». Τα μπάλωσαν, όπως-όπως, κανείς φυσικά δεν πίστεψε τα περί δανείων, η υπόθεση σιγά-σιγά ξεφούσκωσε. Πράγματι δεν τους έριξαν. Δεν ξέρουμε, όμως, τι θα γινόταν αν ο Παπανδρέου δεν είχε πεθάνει το καλοκαίρι του 1996 και ο διάδοχός του Κ. Σημίτης δεν πήγαινε σε εκλογές μέσα στο κατακαλόκαιρο, ξεκινώντας μια νέα φάση του ΠΑΣΟΚ, με σημαία τον «εκσυγχρονισμό», που κράτησε μέχρι το 2004 (τότε ο Σημίτης παρέδωσε το δαχτυλίδι στον Γιωργάκη Παπανδρέου που δέχτηκε να φάει τη χλαπάτσα της ήττας από τη ΝΔ του Κώστα Καραμανλή για να γίνει πρωθυπουργός αργότερα).
Εν πάση περιπτώσει, το 2020 δεν είναι 1994 και ο Τσίπρας δεν είναι Παπανδρέου, για να κάνουμε συγκρίσεις. Η σκανδαλολογία για τη βίλα που νοίκιασε ο Τσίπρας στο Σούνιο μάλλον αποτελεσματική αποδεικνύεται, αν κρίνουμε από το γεγονός ότι οι αρχικές «διευκρινίσεις» του ΣΥΡΙΖΑ δεν στάθηκαν ικανές να διαλύσουν τις φήμες και χρειάστηκε να βγει μπροστά ο ίδιος ο Τσίπρας, «διορθώνοντας» τον ΣΥΡΙΖΑ (που ακόμα μιλούσε για την προηγούμενη βίλα που νοίκιαζε ο αρχηγός του), δίνοντας προσωπικές «εξηγήσεις» και δημοσιοποιώντας συμβάσεις μίσθωσης, αλλά και στέλνοντας εξώδικα προς τα φιλοκυβερνητικά Μέσα για τα δημοσιεύματά τους.
Ομως οι εξηγήσεις Τσίπρα είχαν εμφανείς «τρύπες» και έτσι η σκανδαλολογία σε βάρος του ανακυκλώθηκε. Τα εξώδικα δε θα έκαναν το Συγκρότημα Μαρινάκη να κωλώσει. Τα στελέχη του διόρθωσαν τα αρχικά «φίδια» και συνεχίζουν εστιάζοντας πλέον μόνο σε πραγματικά δεδομένα, στις «τρύπες» που λέμε.
«Τρύπα» είναι το ενοίκιο των 500 ευρώ για τρία χρόνια, σε μια βίλα 141 τ.μ., σε οικόπεδο ενός στρέμματος, ακριβώς εκεί που σκάει το κύμα, σε μια από τις ακριβότερες περιοχές της Αττικής. Η προκαταβολή των ενοικίων τριών ετών, ύψους 18.000 ευρώ, δε βουλώνει την «τρύπα», διότι προσκρούει στον ισχυρισμό Τσίπρα περί ανακαίνισης που κόστισε μόνο 20.000 ευρώ και έγινε από τον ιδιοκτήτη. Σίγουρα η ανακαίνιση δεν κόστισε 1 εκατ. ευρώ -όπως έγραψαν αρχικά τα φιλοκυβερνητικά παπαγαλάκια- (από την αρχή να το έχτιζαν, δε θα κόστιζε τόσο), όμως μια ματιά στις φωτογραφίες «πριν» και «μετά» αποδεικνύει ότι μόνο το εξωτερικό κόστισε πολλά περισσότερα από 20.000 ευρώ. Επεσαν τοίχοι, τα παράθυρα στο πρώτο επίπεδο έγιναν γυάλινα ανοίγματα, αντικαταστάθηκαν τα παλιά και φθαρμένα ξύλινα κουφώματα, αντικαταστάθηκε η κεραμοσκεπή, βάφτηκε σε διαφορετικά χρώματα. Μόνον αυτά κοστίζουν «μια σαρανταρού» μέσα στο νερό. Και δεν ξέρουμε τι έγινε στο εσωτερικό.
Αρα, δύσκολα να πιστέψει και ο πλέον καλόπιστος ότι ο ιδιοκτήτης, που είχε βγάλει τη βίλα για πούλημα και ζητούσε 1.200.000 ευρώ, έβαλε ένα σκασμό λεφτά για να την ανακαινίσει και πήρε «μπροστάντζα» από τον ενοικιαστή το πολύ το ένα τέταρτο από τα λεφτά που έβαλε. Ακόμα και τα 900 ευρώ το μήνα της τέταρτης χρονιάς να βάλουμε, πάλι δε φτάνουμε στα έξοδα της ανακαίνισης.
Αυτά δηλώθηκαν στην εφορία, βέβαια, όπως λέει ο Τσίπρας, και είναι νομότυπα. Ξέρουμε πώς γίνονται οι υποτιμολογήσεις στις οικοδομικές κατασκευές, τα «μαύρα» κτλ. Γι’ αυτό και ό,τι είναι νομότυπο δεν είναι και «πολιτικά ορθό». Οι πολιτικοί αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχίσουν να θέτουν «ερωτήματα», τα οποία θα ηχούν πειστικά στ’ αυτιά κάποιων ψηφοφόρων, ό,τι και να λένε τα «νόμιμα χαρτιά» που επικαλείται ο Τσίπρας. Δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε ποιες σκέψεις προσπαθεί να ενεργοποιήσει η κυβερνητική προπαγάνδα: «Ο Τσίπρας ανέλαβε να κάνει την ανακαίνιση με δικά του λεφτά και να δίνει και ένα μικρό ενοίκιο επιπλέον στον ιδιοκτήτη, με μπροστάντζα 18 χιλιάρικα για ενοίκια τριών ετών. Και την ανακαίνιση την ανέλαβαν τζάμπα φίλοι εργολάβοι». Ουδείς μπορεί να το αποδείξει αυτό, όμως στη ΝΔ αρκεί ότι πάρα πολλοί το σκέφτονται.
Και δυστυχώς για τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν υπάρχει κάποιος συριζαίος Γιαννόπουλος ν’ αναφωνήσει «δε θα μας ρίξουν για ένα κωλόσπιτο». Τι σήμαινε αυτή η φράση στ’ αυτιά του πασόκου ψηφοφόρου; Οτι ναι, δεν είναι εντάξει τα πράγματα με τη «ροζ βίλα», ότι τον πρόεδρο «τον έφαγαν οι γεροντοέρωτες», αλλά μην ξεχνάτε ότι είναι «ο Ανδρέας»! Ακόμα κι αν έβγαινε ένας συριζαίος να πει κάτι ανάλογο, δύσκολα θα έπιανε. Αλλοι καιροί, άλλα πολιτικά μεγέθη.
Ακριβώς επειδή η ανάρτηση στο facebook δε στάθηκε αρκετή, ο Τσίπρας αναγκάστηκε να βγει προσωπικά στο πρωινάδικο του Παπαδάκη και να μιλάει επί μισή ώρα για ταβερνιάρηδες στην παραλιακή του Σουνίου και για την αγάπη του για τη θάλασσα, προσπαθώντας να δώσει εξηγήσεις με ψέματα και μισές αλήθειες. Γιατί είναι ψέματα να μιλάς για εξοχικό 71 τετραγωνικών και για υπόγειο, όταν από το ίδιο το ενοικιαστήριο που δημοσίευσες φαίνεται καθαρά ότι το υπόγειο (από την πλευρά του δρόμου) έχει μετατραπεί σε ισόγειο με βεράντα και θέα (από τη μεριά της θάλασσας) και επομένως η βιλίτσα είναι 142 και όχι 71 τετραγωνικά. Υποψιαζόμαστε ότι τα «λαγωνικά» του Μαρινάκη ήδη ψάχνουν αν η μετατροπή του υπογείου σε χώρο κατοικίας έχει δηλωθεί σε πολεοδομία, δήμο και Ε9 των ιδιοκτητών.
Οσο για την αντεπίθεση που προσπάθησε να κάνει ο Τσίπρας, με τα άπειρα ακίνητα του Μητσοτάκη, τη βίλα στην Τήνο, μεσοτοιχία με τον Χριστοφοράκο, το «σπίτι του Βολταίρου» στο Παρίσι και το διαμέρισμα που μένει το ζεύγος Κούλη στο Λυκαβηττό, περισσότερο σαν συμψηφισμός ακούστηκε. Μολονότι από άποψη όγκου ακινήτων ο Τσίπρας δεν μπορεί να συγκριθεί με τον Μητσοτάκη, για τον τελευταίο ισχύει η παροιμία για τον βρεγμένο που δε φοβάται τη βροχή. Το Μητσοτακαίικο δεν ξέρει τι έχει, ο κόσμος έχει σχηματισμένη αντίληψη περί αυτού, πολλοί θυμούνται κάτι τηλεφωνικά κέντρα που είχε πάρει ο Κούλης και «θυμήθηκε» να τα πληρώσει όταν ξέσπασε το σκάνδαλο Siemens. Aρα, τι να φοβηθεί ο Μητσοτάκης; Μήπως κάποιοι θυμηθούν τα έργα και τις ημέρες της φαμίλιας του; Αυτά ούτε τον πατέρα του εμπόδισαν να γίνει πρωθυπουργός ούτε τον ίδιο.
Ο στόχος της ΝΔ, που έχει ρίξει στην πολιτική πιάτσα όσα αποθέματα κιτρινισμού διαθέτει το σύστημα προπαγάνδας της, είναι να οδηγήσει στο συμπέρασμα «όλοι ίδιοι είναι». Να έχει και ο δεξιός «επιχείρημα» για τη συζήτηση στο καφενείο: «Ελα μωρέ, και ο δικός σας ίδιος είναι, αλλά προσπαθεί να τα κρύψει όπως η γάτα τα σκατά της. Και με τα κότερα των εφοπλιστών σουλατσάρει, με τις πουράκλες του, και τη βίλα στο Σούνιο τάχα τη νοίκιασε όσο νοικιάζεις δυάρι στην Κυψέλη». Και να επικαλείται και τον Μήτσο τον μεσίτη από απέναντι, που έχει έτοιμη την ανάλυση περί τιμών ενοικίων (οι μεσίτες έχουν την τιμητική τους και στα φιλοκυβερνητικά Μέσα).
Μπορεί η περιουσιακή σύγκριση να αδικεί τον Τσίπρα, όμως η πολιτική σύγκριση ευνοεί τον Μητσοτάκη, με την έννοια ότι «κονταίνει» τον Τσίπρα. Δεν είναι τυχαίες οι ειρωνικές αναφορές στον Τύπο για το «ηθικό πλεονέκτημα». Ούτε είναι τυχαία η χοντρή λογοκρισία της Ελενας Ακρίτα από τη διεύθυνση των «Νέων», μιας «βαριάς» υπογραφής που αρθρογραφούσε ανελλιπώς επί μια εικοσαετία στο Συγκρότημα. Η Ακρίτα υπερασπίστηκε τον Τσίπρα και κακακεραύνωσε άμεσα τον Μητσοτάκη και την προπαγάνδα που οργάνωσε ο φιλικός προς τη ΝΔ Τύπος (άρα και τα «Νέα»). Γι’ αυτό και αδίστακτα «της βούλωσαν το στόμα», αδιαφορώντας για τον αντίκτυπο που θα είχε αυτή η κίνησή τους.
Και βέβαια, δεν είναι τυχαία η… δραματική αποστροφή του Ραγκούση στη Βουλή, στις 9 Δεκέμβρη: «Ετσι δεν ήταν η Νέα Δημοκρατία. Ετσι δεν ήταν η Νέα Δημοκρατία, τουλάχιστον τις τελευταίες δεκαετίες. Ούτε επί Κώστα Καραμανλή ήταν τέτοια η ντροπή, να βγαίνει τώρα να βάζει το κόμμα να πυροβολεί για ένα ενοίκιο ενός εξοχικού σπιτιού, αλλά ούτε επί Σαμαρά. Με τον Σαμαρά, εγώ θυμάμαι χαρακτηριστικά, είχαμε πολλές πολιτικές και ιδεολογικές συγκρούσεις. Ομως, τέτοια ξεφτίλα, τέτοιο κιτρινισμό δεν είχε γνωρίσει η χώρα από τη Νέα Δημοκρατία ούτε του Κώστα Καραμανλή ούτε του Αντώνη Σαμαρά»! Αυτό το λες και απολογητική στάση…
Ο κιτρινισμός και η σκανδαλολογία είναι αναπόσπαστο στοιχείο της αντιπαράθεσης ανάμεσα στα αστικά πολιτικά κόμματα. Πότε κρατιέται εντός ορίων, πότε ξεφεύγει. Ακορντεόν θυμίζει. Τίποτα δεν μας είναι αδιάφορο, ούτε η παραπολιτική. Πάντοτε, όμως, θα εστιάζουμε στην πολιτική. Κι αυτές τις μέρες η πολιτική έχει να κάνει με το έγκλημα διαρκείας σε βάρος του ελληνικού λαού, με την καθημερινή εκατόμβη των αδικοχαμένων νεκρών. Ενα έγκλημα που έχει υπεύθυνους και συνυπεύθυνους.