«Είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να συζητήσουμε σε πάρα πολύ μεγάλο βάθος, τον τρόπο δηλαδή που αυτού του τύπου οι αυτονομημένες εστίες εξουσίας στο εσωτερικό της δημόσιας διοίκησης θα πρέπει να εκκαθαριστούν», είπε ο Τζανακόπουλος σε κάποια κομματική σύσκεψη. Βρήκε το ηχητικό «δαιμόνιος ρεπόρτερ» των «Παραπολιτικών», το δημοσιοποίησε κι αμέσως ξέσπασε σάλος μέγας από τη ΝΔ και τα ΜΜΕ της λίστας Πέτσα, για τις απολύσεις δημόσιων υπαλλήλων που θα κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ άμα γίνει… δεύτερη φορά Αριστερά.
Αυτά που είπε ο Τζανακόπουλος τα λένε και άλλοι συριζαίοι, εδώ και καιρό μάλιστα, βοηθώντας κατά κάποιον τρόπο τη ΝΔ να μπετονάρει την εκλογική της πελατεία στο χώρο των κάθε είδους δημόσιων υπηρεσιών. Πρόκειται, φυσικά, για παπαροσυζήτηση. Ειδικά όταν κάποιοι παρομοιάζουν τον Τσίπρα με τον… Λένιν και τον ΣΥΡΙΖΑ με τους… μπολσεβίκους.
Γνωρίζουμε πώς πήρε το όνομά της η πλατεία Κλαυθμώνος. Από τους δημόσιους υπάλληλους που μαζεύονταν μπροστά από το υπουργείο Εσωτερικών και έκλαιγαν επειδή απολύθηκαν. Τότε, κάθε καινούργια κυβέρνηση απέλυε τους δημόσιους υπάλληλους και διόριζε δικούς της οπαδούς. Αυτό, όμως, έχει τελειώσει από τότε που καθιερώθηκε η μονιμότητα στο δημόσιο. Και κανένας ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να το αλλάξει. Ούτε θέλει ούτε μπορεί.
Εχουμε, βέβαια, άλλο φαινόμενο. Το λεγόμενο «ψυγείο», στο οποίο τοποθετούνται δημόσιοι υπάλληλοι με «θέσεις ευθύνης» (κυρίως διευθυντές). Και βέβαια, έχουμε το μόνιμο «ψυγείο» για τους υπάλληλους που δεν κάνουν τα χατίρια της πολιτικής ηγεσίας. Το πολύ να φτάσουν μέχρι την κατώτερη βαθμίδα, αυτή του τμηματάρχη.
Η λεγόμενη δημόσια διοίκηση δομείται γύρω από τους γενικούς διευθυντές, οι θέσεις των οποίων είναι πάντα θέσεις πολιτικής επιλογής. Γι’ αυτό και η συντριπτική πλειοψηφία των γενικών διευθυντών αλλάζει με την αλλαγή κυβέρνησης. Υπάρχουν, βέβαια, και οι χαμαιλέοντες. Αυτοί που για να κρατήσουν το πόστο συνεργάζονται με κάθε πολιτική ηγεσία. Πώς νομίζετε ότι παραμένει επί oχτώ χρόνια στο πόστο του γενικού διευθυντή Κτηνιατρικής ο περιβόητος Θ. Αλεξανδρόπουλος, με τον οποίο τόσες φορές έχουμε ασχοληθεί; Μολονότι ο διορισμός του δεν είναι σύννομος, παραμένει στο κρίσιμο αυτό πόστο, μολονότι έχουν αλλάξει αρκετές κυβερνήσεις (όλου του… χρωματικού φάσματος) και περισσότεροι υπουργοί, διότι εξυπηρετεί με προθυμία τις θελήσεις κάθε κυβέρνησης και κάθε υπουργού. Κυριολεκτικά, δε χαλάει χατίρι! Γι’ αυτό και ο Βορίδης έβαλε κάτω από το χαλί όλες τις καταγγελίες που υπήρξαν σε βάρος του διαχρονικά «εκλεκτού», ενώ ο Λιβανός, αφού συμβουλεύτηκε την υφυπουργό Αραμπατζή και πήρε τη διαβεβαίωσή της για το… πόσο καλός είναι ο Αλεξανδρόπουλος στη δουλειά του, αποφάσισε να τον κρατήσει κι αυτός!
Αντίθετα, θυμόμαστε την περίπτωση γεωπόνου, υπηρεσιακού παράγοντα στο ίδιο υπουργείο, ο οποίος είχε όλα τα προσόντα, όμως δεν έγινε ποτέ γενικός διευθυντής (ολοκλήρωσε τον υπηρεσιακό του βίο κάνοντας απανωτές δικαστικές προσφυγές), επειδή είχε συγκρουστεί με γνωστό φαρμακευτικό μονοπώλιο για τις βλαπτικές συνέπειες διάσημου φυτοφαρμάκου (έχουμε όλα τα στοιχεία στη διάθεσή μας).
Ο γενικός διευθυντής στήνει τις διευθύνσεις και τα τμήματα που διευθύνει με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί εξυπηρετήσει την πολιτική ηγεσία ακόμα και στις παράνομες απαιτήσεις της. Εχει «δικούς του» υφιστάμενους που τον ακολουθούν τυφλά. Ασκεί εκβιασμούς, προχωρά ακόμα και σε απειλές και πετυχαίνει να επιβάλει «σιγή νεκροταφείου», διότι η μεγάλη μάζα των δημόσιων υπάλληλων σιωπά, γιατί «θέλει την ησυχία της».
Δίπλα στους γενικούς διευθυντές υπάρχουν οι στενές ομάδες συμβούλων των υπουργών και υφυπουργών. Τυπικά, αυτοί δεν έχουν κανένα δικαίωμα παρέμβασης στη διοικητική ιεραρχία. Αυτοί, όμως, είναι τα «σκυλιά» της πολιτικής ηγεσίας, που ασκούν εξουσία για λογαριασμό της. Στήνουν παραμάγαζα, παρέα με τους γενικούς διευθυντές, με «δικούς τους» υπάλληλους, παρακάμπτοντας τις διοικητικές διαδικασίες που προβλέπει ο νόμος, προκειμένου να διεκπεραιώσουν μ’ αυτόν τον τρόπο πλευρές της κυβερνητικής πολιτικής οι οποίες προσκρούουν ευθέως στην ισχύουσα νομοθεσία.
Και φτάνουμε στους… «αντιδραστικούς». Μιλάμε για δημόσιους υπάλληλους που σέβονται πραγματικά «το ψωμί που τρώνε», οι οποίοι βρίσκονται στις κατώτερες βαθμίδες της διοικητικής ιεραρχίας (το πολύ μέχρι το βαθμό του τμηματάρχη). Υπάρχουν και αυτοί που σέβονται την ισχύουσα αστική νομιμότητα και δε θέλουν να υπογράφουν παράνομες αποφάσεις (αυτό είναι και μέσο αυτοπροστασίας από ενδεχόμενες διώξεις).
Η τήρηση της ισχύουσας αστικής νομιμότητας είναι πάντοτε το ζήτημα που προκαλεί προστριβές και συγκρούσεις. Το θεσμικό πλαίσιο, έτσι όπως διαμορφώνεται διαχρονικά, δεν μπορεί να προβλέψει τα πάντα. Πολύ συχνά δημιουργούνται νέες ανάγκες για το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του, οι οποίες προσκρούουν στο ισχύον θεσμικό πλαίσιο. Πάγια τακτική των κυβερνήσεων είναι πρώτα να περνούν αποφάσεις αντίθετες με την ισχύουσα αστική νομιμότητα και σε δεύτερη φάση να αλλάζουν το θεσμικό πλαίσιο, τις περισσότερες φορές επικαλούμενες αυτά που ήδη έχουν συντελεστεί στην πράξη, έστω και αν έχουν συντελεστεί παράνομα. Δηλαδή, πρώτα διαμορφώνεται μια κατάσταση de facto και μετά αυτή κατοχυρώνεται και de jure.
Υπάρχει, φυσικά, και ο Δημοσιοϋπαλληλικός Κώδικας, ένα μνημείο αυταρχισμού, που περιλαμβάνει ακόμα και φασιστικού τύπου διατάξεις, ώστε οι έντιμοι δημόσιοι υπάλληλοι να μην μπορούν να σηκώσουν κεφάλι. Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ είναι ότι ο Δημοσιοϋπαλληλικός Κώδικας προβλέπει πως ο αρμόδιος δημόσιος υπάλληλος μπορεί να εκφράσει γραπτώς τη διαφωνία του σε παράνομη εντολή. Αν διαταχθεί για δεύτερη φορά, είναι υποχρεωμένος να εκτελέσει, όμως μπορεί να σημειώσει ότι διαφωνεί.
Ολες οι διοικητικές αποφάσεις που εκδίδονται με διαφωνία του αρμόδιου υπάλληλου καταπίπτουν στα δικαστήρια, επειδή η διαφωνία του υπάλληλου πάντοτε στηρίζεται στην ισχύουσα αστική νομιμότητα. Γι’ αυτό και οι εντολές προς τους υπάλληλους, είτε από τους γενικούς διευθυντές είτε από τους συμβούλους των υπουργών και υφυπουργών, είναι πάντοτε προφορικές, ώστε να μην καταγραφεί η διαφωνία του υπάλληλου στην απόφαση. Μιλάμε, δηλαδή, για κανονικό εκβιασμό, μαφιόζικου τύπου.
Αυτός είναι, σε αδρές γραμμές, ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η λεγόμενη δημόσια διοίκηση. Γι’ αυτό και οι κυβερνήσεις μπορούν και κάνουν ό,τι γουστάρουν. Στις σχετικά λίγες περιπτώσεις που συναντούν αντίσταση από υπάλληλους που επικαλούνται την ισχύουσα αστική νομιμότητα, είτε κάμπτουν εκβιαστικά αυτή την αντίσταση είτε βρίσκουν τρόπους να την παρακάμψουν, χρησιμοποιώντας άλλα όργανα. Γι’ αυτό και είναι προκλητικά αυτά που λένε οι συριζαίοι, περί «αρμών της εξουσίας», που τάχα τους εμπόδισαν να υλοποιήσουν το… προοδευτικό τους έργο.
Πάει καιρός από τότε που οι συριζαίοι άρχισαν να επικαλούνται μια θλιβερή καρικατούρα λενινισμού, παπαρολογώντας ότι τάχα είχαν την κυβέρνηση, αλλά δεν ήλεγχαν… «τους αρμούς της εξουσίας» (αυτό είναι φράση του Τσίπρα, πριν από κάνα χρόνο). Δηλαδή, κάποιοι εχθρικοί δημόσιοι υπάλληλοι τους υποχρέωσαν να υπογράψουν το τρίτο Μνημόνιο (επικυρώνοντας και τα δύο προηγούμενα) και μέσα σε μια τετραετία να υπογράψουν σωρεία αντιλαϊκών και αντεργατικών νόμων, πανηγυρίζοντας μάλιστα κάθε φορά ότι «έκλεισαν την αξιολόγηση» συμφωνώντας με την τρόικα;
Υπάρχουν ακόμα και ζητήματα που δεν υπάγονταν στην αποικιοκρατική αρμοδιότητα της τρόικας, στα οποία οι συριζαίοι συνέχισαν το «μαύρο» έργο των προηγούμενων κυβερνήσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η προστασία των δασών. Η ίδια η συνδικαλιστική παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ στους δασολόγους ζήτησε την κατάργηση όλων των αντιδασικών νομοθετικών παρεμβάσεων και η πολιτική ηγεσία (από τον Λαφαζάνη μέχρι τον Σκουρλέτη) τους «βυσμάτωσε» κανονικότατα. Οι «αρμοί της εξουσίας» ήταν η ίδια η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και όχι κάποιοι… μοχθηροί δημόσιοι υπάλληλοι.
Ποιες είναι οι «αυτονομημένες εστίες εξουσίας», που αναφέρει ο Τζανακόπουλος, και ποιο έργο εμπόδισαν τον ΣΥΡΙΖΑ να πραγματοποιήσει; Συγκεκριμένα πράγματα, όχι αερολογίες. Να μας πουν μία προς μία τις περιπτώσεις που ήθελαν να κάνουν κάτι προοδευτικό και τους εμπόδισαν τμήματα της δημοσιοϋπαλληλικής ιεραρχίας.
Επιμένουμε σ’ αυτό, γιατί εμείς μπορούμε να θυμηθούμε –εντελώς πρόχειρα- κάποιες περιπτώσεις που έντιμοι δημόσιοι υπάλληλλοι προσπάθησαν να κάνουν τη δουλειά τους, υπερασπιζόμενοι την ισχύουσα νομιμότητα, και αντιμετώπισαν άγριο πόλεμο από την πολιτική ηγεσία και την καμαρίλα των συμβούλων της.
-
- Θυμόμαστε μια νομική σύμβουλο του Φλαμπουράρη (που ως υπουργός δεν είχε καμιά αρμοδιότητα) να στέλνει έγγραφες διαταγές στον Δασάρχη Πειραιά, καλώντας τον να παρανομήσει και να αποχαρακτηρίσει τα τελευταία στρέμματα δάσους στο Ελληνικό, που είχαν απομείνει στην ευθύνη της δασικής υπηρεσίας.
- Θυμόμαστε τον Φλαμπουράρη (πάλι χωρίς να έχει καμιά αρμοδιότητα) να παρεμβαίνει ωμά στις υπηρεσίες του υπουργείου Περιβάλλοντος, προκειμένου να παρανομήσουν και να δώσουν άδεια για το γήπεδο του «κολλητού» του, Μελισσανίδη. Θυμόμαστε, επίσης, με πρόσχημα την αναδιάταξη του διοικητικού οργανογράμματος του ΥΠΕΝ, να μπαίνει στο «ψυγείο» ο αρμόδιος υπηρεσιακός παράγοντας που πρώτος αμφισβήτησε το δικαίωμα της συμφερόντων Μελισσανίδη εταιρίας «Δικέφαλος 1924» ΑΕ να ζητήσει άδεια δόμησης γηπέδου σ’ ένα οικόπεδο που δεν της ανήκει. Και βέβαια, έχουμε περιγράψει όλα τα αίσχη που έγιναν μέχρι να εκδοθεί αυτή η νομικά διάτρητη άδεια. Αίσχη μέσω των οποίων κάμφθηκε κάθε ικμάδα αντίστασης των υπαλλήλων που επικαλούνταν το ισχύον νομικό πλαίσιο.
- Θυμόμαστε όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες (από το Δασαρχείο Κασσάνδρας μέχρι τις αρμόδιες διευθύνσεις και γενικές διευθύνσεις της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης) να αποφασίζουν ότι το πευκοδάσος στο Παλιούρι Χαλκιδικής, που θέλει να «αξιοποιήσει» εταιρία συμφερόντων Σαββίδη για να χτίσει βίλες, είναι δάσος, και την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να χρησιμοποιεί όλα τα μέσα (ακόμα και εκβιασμούς) προκειμένου να αναγκάσει αυτές τις υπηρεσίες να παρανομήσουν, αποχαρακτηρίζοντας αυτό το πανέμορφο δάσος δίπλα στο κύμα. Κι όταν δεν κατάφερε να κάνει τις υπηρεσίες να παρανομήσουν ωμά, έβαλε μπροστά το Τεχνικό Συμβούλιο Δασών. Οι συριζαίοι δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν το έργο του αποχαρακτηρισμού του πευκοδάσους και έτσι η… μεγάλη τιμή πέρασε στην κυβέρνηση της ΝΔ και στον… περιβαλλοντιστή γίγαντα Ν. Ταγαρά, ο οποίος παρέδωσε στην εταιρία του Σαββίδη το δασικό «φιλέτο» έτοιμο να υποδεχτεί τις βίλες και τα μπάνγκαλοους του real estate πολυτελείας.
Αυτές και άλλες παρόμοιες υποθέσεις εννοεί ο Τζανακόπουλος. Ομως, οι δημόσιοι υπάλληλοι που σέβονται την επιστημοσύνη τους και προσπαθούν να υπερασπιστούν ό,τι απέμεινε στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος ή που απλώς σέβονται την ισχύουσα αστική νομιμότητα, δεν είναι «αυτονομημένες εστίες εξουσίας στο εσωτερικό της δημόσιας διοίκησης». Κάνουν απλώς τη δουλειά τους, όπως καθορίζεται από το ισχύον νομικό πλαίσιο. Διότι αν παραβίαζαν αυτό το νομικό πλαίσιο, οι κυβερνήσεις θα τους είχαν σύρει στα πειθαρχικά ή και στα ποινικά δικαστήρια.
Αντίθετα, οι υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ και οι σύμβουλοί τους λειτουργούσαν σαν μαφιόζικη συμμορία, προκειμένου να εξυπηρετήσουν καπιταλιστικά συμφέροντα. Οπως ακριβώς έκαναν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Χωρίς τον παραμικρό δισταγμό. Αν ήθελαν να υπερασπιστούν την ισχύουσα αστική νομιμότητα έναντι της βουλιμίας των καπιταλιστών, θα συμμαχούσαν με τους έντιμους υπάλληλους και παράλληλα θα νομοθετούσαν με τρόπο που να ενισχύει την άμυνα έναντι της καπιταλιστικής βουλιμίας και ασυδοσίας. Αυτοί όμως συμμάχησαν με τους καπιταλιστές, έγιναν το μακρύ χέρι τους και έκαναν όλα τα αίσχη.
Τα ίδια κάνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, την οποία έπιασαν οι… ευαισθησίες για τις… εκκαθαρίσεις που θα κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Θυμηθείτε μόνο την πολύ πρόσφατη ιστορία με το νομοσχέδιο Μητσοτάκη για τα ζώα συντροφιάς. Ως απόλυτος μονάρχης, ο Μητσοτάκης παρέκαμψε το αρμόδιο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και «έδωσε τη δουλειά» στο υπουργείο Εσωτερικών, το οποίο κατήρτισε σχέδιο νόμου, όχι μέσω της διοικητικής ιεραρχίας, αλλά μέσω συμβούλων! Κι ενώ ο υπουργός ΑΑΤ αναγκάστηκε να στείλει νομοσχέδιο που κατήρτισαν οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου του, ο Μητσοτάκης ανακοίνωσε με ύφος οθωμανού σουλτάνου ότι το νομοσχέδιο που φτιάχτηκε σε συνεργασία με και κατ’ εντολήν των κατ’ επάγγελμα φιλόζωων θα τεθεί σε διαβούλευση ως έχει! Κι όταν εμείς τους χαλάσαμε τα σχέδια, δημοσιοποιώντας το νομοσχέδιο του ΥΠΑΑΤ, ξεκίνησαν πειθαρχικές διαδικασίες για να βρουν από πού έγινε η διαρροή! Μολονότι εμείς γράψαμε εξαρχής ότι το νομοσχέδιο το πήραμε από την ΠΟΓΕΔΥ (που είναι συνδικαλιστικό όργανο και όχι δημόσιος/οι υπάλληλος/οι), επιμένουν στην πειθαρχική διαδικασία, προκειμένου να σπείρουν τον τρόμο στους εργαζόμενους.
Κάτι ανάλογο έκανε ο συριζαίος Αραχωβίτης, όταν ήταν υπουργός στο ίδιο υπουργείο. Η διευθύντρια του πολιτικού γραφείου του απαιτούσε από τον διαπιστευμένο συντάκτη της «Κόντρας» να ενημερώνει σε ποιες υπηρεσίες του υπουργείου θα πάει και ποιους υπάλληλους θα δει! Κι όταν ο συντάκτης μας αρνήθηκε να υπακούσει στη ρουφιανο-εντολή, έβαλαν τρεις μπάτσους της φρουράς να του φράζουν την είσοδο (έπιαναν κάθε «πέρασμα» μη τυχόν και τους ξεφύγει)! Ηταν ένα μήνυμα εκφοβισμού, όχι προς εμάς, αλλά προς τους εργαζόμενους δημόσιους υπάλληλους: «Θα βλέπουμε ποιοι μιλάτε με τον κοντραίο»! Ο συντάκτης μας, βέβαια, έκανε τη δουλειά του χωρίς να χρειάζεται να πηγαίνει στο υπουργείο δίνοντας αναφορά στον μπάτσο του Αραχωβίτη πού θα πάει και με ποιον θα μιλήσει. Και μετά, οι γελοίοι ψάχνονταν να βρουν από πού βγήκαν οι επόμενες αποκαλύψεις της εφημερίδας μας! Εδώ, όμως, δε σχολιάζουμε τη γελοιότητα των συριζαίων, αλλά την τρομοκρατική συμπεριφορά τους προς τους δημόσιους υπάλληλους.
Αυτή, λοιπόν, είναι η ουσία του ζητήματος και όχι οι δήθεν «αυτονομημένες εστίες εξουσίας στο εσωτερικό της δημόσιας διοίκησης» και οι «εκκαθαρίσεις» που τάχα θα κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Οταν παίρνεις αυτά τα ζητήματα και τινάζεις από πάνω τους τη σκόνη της δικομματικής εξουσιαστικής κοκορομαχίας, βλέπεις καθαρά τις αστικές πολιτικές φατρίες που διεκδικούν τη διαχείριση της κρατικής εξουσίας για να υπηρετήσουν τα συμφέροντα της κεφαλαιοκρατίας, από τα οποία εξαρτάται και το δικό τους ιδιαίτερο κομματικό συμφέρον. Οι αστικές κυβερνήσεις, ως οδαλίσκες στο χαρέμι της κεφαλαιοκρατίας, διεκδικούν τη «νόμιμη μοίρα» από τα βρόμικα κέρδη ή αλλιώς την ανταμοιβή για τις υπηρεσίες που προσφέρουν.
Οταν, όμως, δεν τινάζεις τη σκόνη της δικομματικής εξουσιαστικής κοκορομαχίας, μπορεί και να εξαπατηθείς, νομίζοντας ότι οι μεν προσπαθούν να χαράξουν… πορεία προς το σοσιαλισμό, μέσω… «εκκαθαρίσεων», τις οποίες καταγγέλλουν οι δε.