Ακόμα κι ο πατέρας της, ο Μιλτιάδης Εβερτ, γνωστός ΕΚΟΦίτης στα φοιτητικά του χρόνια, δε θα έκανε δημόσια δήλωση που χαρακτηρίζει διαδηλωτές «τρωκτικά» και «κατσαρίδες». Iσως να το έκανε ο παππούς της, Αγγελος Εβερτ, αρχηγός της Αστυνομίας στη διάρκεια της ναζιφασιστικής Κατοχής και στη συνέχεια πράκτορας των Αγγλων. «Τρωκτικά» και «κατσαρίδες» πρέπει να έβλεπε από την ταράτσα της «Μεγάλης Βρετανίας», όταν έδωσε εντολή να πολυβολήσουν τους άοπλους ΕΑΜικούς διαδηλωτές, στις 3 Δεκέμβρη του 1944.
Η Αλεξία Εβερτ το διέπραξε. Και ο Μπακογιάννης δεν είχε άλλη επιλογή από το να την «παραιτήσει». Μετά πολλών επαίνων. Γιατί η Αλεξία Εβερτ έχει μια επίλεκτη θέση στην ελληνική μπουρζουαζία.
Αυτοί οι επίλεκτοι μπουρζουάδες έχουν πάθει ένα ψιλοβέρτιγκο από τότε που ανακάλυψαν τα social media. Δεν καταλαβαίνουν ότι είναι άλλο να λες τις απόψεις σου σε κάποιο in στέκι του Κολωνακίου, όπου θα τις ακούσουν μόνο οι όμοιοί σου που βρίσκονται στην παρέα και οι οποίοι έχουν για τον αγωνιζόμενο λαό τις ίδιες ή παραπλήσιες απόψεις με εσένα, και άλλο να τις γράφεις στα social media, όπου θα τις διαβάσει και κόσμος πέρα από το Κολωνάκι, τη Φιλοθέη και την παρέα των ομοίων σου.
Συμπέρασμα: πίσω από τη «γλυκύτητα», τη «σοβαρότητα» και όλα τα υπόλοιπα που συνοδεύουν διάφορες περσόνες της μπουρζουαζίας, κρύβεται η χυδαιότητα, ο λυσσαλέος αντικομμουνισμός και το ταξικό μίσος για το λαό και τους αγωνιστές του. Οπως συνέβαινε πάντοτε στη νεοελληνική ιστορία.