«Ο στόχος της διεύρυνσης της κυβερνητικής πλειοψηφίας είναι θεμιτός, συνεχής και εφικτός». Η κατηγορηματική απόφανση δεν ανήκει στον κυρ-Αλέκο. Ανήκει στον Διόσκουρο του πρωθυπουργού Νίκο Παππά. Ερχεται να διαψεύσει εκείνους που έφεραν τον κυρ-Αλέκο να έχει πέσει σε δυσμένεια, επειδή επέμενε σ' αυτό το θέμα και γι' αυτό το λόγο να αποφεύγει τις δημόσιες εμφανίσεις. Η διάψευση επιβεβαιώθηκε και με την εμφάνιση του κυρ-Αλέκου σε εκπομπή της ΕΡΤ, και μάλιστα χωρίς τον αγαπημένο του φρέντο εσπρέσο, αλλά μόνο μ' ένα ποτήρι νερό μπροστά του. Επιβεβαιώθηκε, δηλαδή, ότι η τρόικα του Μαξίμου εξακολουθεί να παραμένει ομοούσιος και αδιαίρετος (σαν τη χριστια-νική αγία τριάδα).
Η φράση του Παππά ειπώθηκε δημόσια (σε γραπτή συνέντευξη) λίγες μέρες πριν ο Καμμένος ορμήσει ως ταύρος εν υαλοπωλείω στο Μαξίμου, ζητώντας την κεφαλήν Μουζάλα επί πίνακι. Αρα, η «γκρίνια» Καμμένου είχε εκδηλωθεί προηγουμένως, στο παρασκήνιο. Δεν ξέρουμε αν είχε ως αντικείμενο τη «μπίζνα» της διαχείρισης του προσφυγικού, όπως διαρρέουν οι Τσιπραίοι, είμαστε όμως βέβαιοι ότι υπήρξε. Αλλιώς δε θα έβγαινε ο Παππάς, έτσι στα ξεκούδουνα, να βάλει ζήτημα διεύρυνσης του κυβερνητικού σχήματος και μάλιστα να βαφτίσει αυτή τη διεύρυνση όχι μόνο επιθυμητή, αλλά και εφικτή.
Το γεγονός ότι Γεννηματά και Θεοδωράκης έσπευσαν να ταχθούν στο πλευρό του Τσίπρα στο ζήτημα Μουζάλα, με την πρώτη να διασαλπίζει -εμμέσως πλην σαφέστατα- ότι είναι έτοιμη να στηρίξει τη συγκυβέρνηση που απειλεί να ρίξει ο… ανεύθυνος Καμμένος, δίνει πιο σημαντική διάσταση στη φράση του Παππά. Οπως και το γεγονός της συμμετοχής του Τσίπρα σε δυο συνόδους της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, μία στο Παρίσι και μία στις Βρυξέλλες (στη δεύτερη, μάλιστα, οι διοργανωτές τον έβαλαν να καθήσει δίπλα-δίπλα με τη Φώφη).
Αλλοι συριζαίοι, που δεν είναι μόνιμοι κάτοικοι Μαξίμου, θέτουν το ζήτημα διαφορετικά. Οπως ο Σκουρλέτης, για παράδειγμα, που μια βδομάδα μετά τον Παππά, μίλησε στην «Αυγή» για το «στρατηγικό αδιέξοδο της εγχώριας σοσιαλδημοκρατίας», η οποία «αδυνατεί να παρακολουθήσει τους όποιους προβληματισμούς υπάρχουν στον ευρωπαϊκό χώρο των όμορων προς αυτή δυνάμεων και εξακολουθεί να είναι προσδεμένη στο νεοφιλελεύθερο άρμα -τουλάχιστον στο προγραμματικό επίπεδο- και ταυτόχρονα υπερασπίζεται και τις βασικές επιλογές των τελευταίων κυβερνήσεων στις οποίες συμμετείχε». Σύμφωνα με τον Σκουρλέτη, κλειδί για τις εξελίξεις είναι οι νέες εκλογές με αναλογικότερο εκλογικό νόμο. Λέει χαρακτηριστικά: «Εάν τα πράγματα τα δούμε στατικά, προφανώς δεν υπάρχουν περιθώρια στο ορατό μέλλον για μια σύγκλιση με αυτούς που εκπροσωπούν εδώ τον χώρο της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Κανείς μπορεί να δει μια τέτοια προοπτική μέσα από μία δυναμική πορεία και έναν αναγκαίο στρατηγικό επαναπροσδιορισμό των πολιτικών δυνάμεων».
Η διαφορά ανάμεσα σε Παππά και Σκουρλέτη είναι προφανής. Ο πρώτος μιλάει για συμμετοχή της σοσιαλδημοκρατίας (ή, αν προτιμάτε, της Κεντροαριστεράς) στην κυβέρνηση στο πλαίσιο της παρούσας Βουλής (δεν υπάρχει άλλη πολιτική δύναμη για συμμετοχή στην κυβέρνηση πέρα από ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι και Λεβέντη), ενώ ο δεύτερος αποκλείει κάθε τέτοια προοπτική και τη «βλέπει» μόνο μετά από εκλογές, που υποτίθεται ότι θα λειτουργήσουν σαν μαγικό ραβδάκι και θα μεταμορφώσουν τη σοσιαλδημοκρατία.
Κι αν αναρωτιέστε πώς είναι δυνατόν στελέχη που ανήκουν στην ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ να υποστηρίζουν διαμετρικά αντίθετες πολιτικές τακτικές, θα σας πούμε ότι σε συνθήκες πολιτικής κρίσης αυτό αποτελεί συνηθισμένο φαινόμενο. Γιατί ούτε καθαρό μυαλό υπάρχει ούτε καθαρό πολιτικό πεδίο. Ετσι, η πολιτική τακτική αποτελεί ζητούμενο. Μοιάζει με άσκηση ισορροπίας, στην εκτέλεση της οποίας κάθε πολιτικό στέλεχος δοκιμάζει διαφορετική τεχνική.
Στο φινάλε, δεν είναι δύσκολο να βρεθεί η σύνθεση. Τα ίδια τα γεγονότα, αφού ακολουθήσουν μια τυφλή πορεία, μπορούν να οδηγήσουν σ' αυτή. Αν ο Καμμένος τραβήξει το σκοινί, αναζητώντας τη δική του σωτηρία εκτός κυβέρνησης, αν όντως αυτό είναι το βασικό μέλημά του και όχι ένα μεγάλο μερίδιο από τη «μπίζνα» της διαχείρισης του προσφυγικού, όπως διαρρέουν οι Τσιπραίοι, τότε ο κάθε Σκουρλέτης θα αναγκαστεί ν' αφήσει στην άκρη τις αμπελοφιλοσοφίες περί του αναγκαίου μετασχηματισμού της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας και να συμμετάσχει σε μια επιχείρηση προσέλκυσης της Φώφης και του Σταύρου σε συγκυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Το αν κάτι τέτοιο θα καταστεί εφικτό είναι… αλλουνού παπά βαγγέλιο. Δε θα κολλήσει, όμως, στον Σκουρλέτη και στον κάθε Σκουρλέτη. Κανένας συριζαίος δε θέλει εκλογές και μάλιστα εκλογές που θα τις έχει προκαλέσει ο Καμμένος, κουνώντας πατριωτικές και… αντιμνημονιακές σημαίες (ακόμα κι αυτό είναι ικανός να το κάνει). Γιατί ξέρουν ότι αυτές οι εκλογές θα γίνουν με τον σημερινό εκλογικό νόμο και ότι το πιο πιθανό είναι το μπόνους των 50 εδρών να το πάρει η ΝΔ του Κούλη. Αυτό σημαίνει ότι καμιά εξηνταριά βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ δε θα ξανακαθήσουν στα βουλευτικά έδρανα, χάνοντας μεμιάς τα προνόμιά τους. Αρα, θα κάνουν ό,τι μπορούν για να σώσουν την παρτίδα στη σημερινή Βουλή, αναζητώντας συμμαχία με ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι και Λεβέντη, αφού η ΝΔ εμφανίζεται κάθετα αντίθετη στην προοπτική της συγκυβέρνησης με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μπορεί κάτι τέτοιο να κολλήσει στα κόμματα της Κεντροαριστεράς; Ναι μπορεί. Με το χάλι που έχουν αυτά τα κόμματα είναι ικανά για τα πάντα. Ακόμα και να μην ακούσουν την προτροπή του Ολάντ, που επιθυμεί διακαώς μια συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ-Ποταμιού. Αυτή την περίοδο, Γεννηματά και Θεοδωράκης εμφανίζονται να απορρίπτουν κάθε ιδέα συμμετοχής τους σε μια κυβέρνηση μόνο με τον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι γνωστή η κόντρα της Γεννηματά με τον Μητσοτάκη, στην τελευταία σύσκεψη των αρχηγών στο προεδρικό μέγαρο, όταν η πρώτη ζητούσε να καταγραφεί στην ανακοίνωση της προεδρίας η πρότασή της για σχηματισμό κυβέρνησης «εθνικής σωτηρίας» και ο δεύτερος αντέδρασε και συνεπικουρούμενος από τον Τσίπρα κατάφερε να μη γίνει αυτή η καταγραφή.
Ομως, την πραγματική διάθεση ενός κόμματος δε θα τη δούμε σε «ήρεμες» περιόδους, αλλά όταν διακυβεύεται κάτι. Γεννηματά και Θεοδωράκης, λοιπόν, έδειξαν τις πραγματικές διαθέσεις τους όταν διαφάνηκε κίνδυνος πτώσης της κυβέρνησης. Την έπεσαν στον Καμμένο και όχι στον Τσίπρα, αφήνοντας να διαφανεί πως είναι έτοιμοι να συνδράμουν για να μην πέσει η κυβέρνηση (ολοφάνερα η Γεννηματά, κάπως καλυμμένα ο Θεοδωράκης). Αν λοιπόν ξανατεθεί τέτοιο ζήτημα, αν πάρει σάρκα και οστά μια ρήξη του Τσίπρα με τον Καμμένο, τότε θα δούμε αν ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι θα μείνουν εκτός κυβέρνησης ή αν θα σπεύσουν να γίνουν… Καμμένοι στη θέση του Καμμένου.